1981 και τα ελληνικά μουσικά ύδατα ταράζονται από τα “Σκουριασμένα Χείλη“. Πρόκειται για την πρώτη στην πραγματικότητα δισκογραφική δουλειά του Σταμάτη Κραουνάκη μιας και μέχρι τότε είχε κυκλοφορήσει μονάχα δύο δίσκους με μουσική για το θέατρο. Ερμηνεύτρια του δίσκου ήταν η ήδη καταξιωμένη ως λαϊκή τραγουδίστρια Βίκυ Μοσχολιού και βασικός στιχουργός ήταν ο Κώστας Τριπολίτης. Ο δίσκος αποτέλεσε ρίσκο καλλιτεχνικό και εμπορικό για την μεγάλη ερμηνεύτρια που συνεργαζόταν για πρώτη φορά με ένα άγνωστο σχετικά συνθέτη και επίσης μιά άγνωστη πρωτοεμφανιζόμενη στιχουργό, την Λίνα Νικολακοπούλου. Η ίδια η Βίκυ Μοσχολιού περιγράφει την πρώτη της συνάντηση με τον Κραουνάκη ως εξής :
«Απο το πρώτο τραγούδι που μου ‘παιξε στο πιάνο ο Σταμάτης- δεν ήξερε και καλό πιάνο τότε, νότα νότα τα ‘παιζε- με κέρδισε. Είναι κι εκφραστικός όταν τα λέει ο ίδιος, είχε κοκκινίσει κι έτρεμε η φωνή του. Κι εγώ πάντα, όταν μ’ αρέσει ένα τραγούδι και είναι να το πω, κοιτάζω τον δημιουργό στα μάτια και στο στόμα, για να δω την ψυχή του. Πάντοτε ο δημιουργός είναι που το λέει τέλεια, κι ας μην είναι καλός τραγουδιστής.»
Οι στίχοι του Κώστα Τριπολίτη θεωρούνταν αρκετά “σκληροί” εκείνη την εποχή. Αποτέλεσμα ήταν να κυκλοφορήσουν το 1981 τα “Σκουριασμένα Χείλη” με πολλές επιφυλάξεις από την δισκογραφική εταιρεία. Τα τραγούδια “Δεν είμαστε στην ίδια την συχνότητα” και “Επεμβαίνεις” ήταν τα πρώτα που έγιναν επιτυχία από τον δίσκο και λειτούργησαν σαν “όχημα” για να τον μάθει ο κόσμος και να θεωρείται σήμερα κλασικός. Στο τραγούδι “Επεμβαίνεις” τις εντυπώσεις κλέβει η απρόσμενη συμμετοχή του Γιώργου Ζαμπέτα.
«Ολα άρχισαν από τον στίχο του Κώστα Τριπολίτη στο συγκεκριμένο τραγούδι, που ήταν γραμμένος για άνδρα. Εγραφε: “Επεμβαίνεις με πυρά κατευθυνόμενα στους φίλους μου, στο σπίτι και στην γκόμενα…”. Και ρεφρέν: “Είσαι σκέτο παρακράτος και προβοκατόρισσα…”. Τότε ο παραγωγός Γιώργος Μακράκης μού έφερνε αβέρτα στίχους του Τριπολίτη. Χωρίς να ξέρουμε τι θα τους κάνουμε. Κάποια στιγμή σκάει η είδηση: θα συνεργαστείς με τη Μοσχολιού. Τρελάθηκα. Ήρθε η Βίκυ στο σπίτι ένα μεσημέρι – έμενα τότε στο Παλαιό Φάληρο – και κάθισε δίπλα στο πιάνο ακούγοντας τα τραγούδια. Φορούσε ένα καλοκαιρινό τσίτι. Βάλαμε και το “Επεμβαίνεις” ως επιτυχία και αποφασίζουμε ότι θα υπερβούμε τον στίχο και θα βάλουμε ένα σημείο όπου ο στίχος θα παρηχεί. Είχαμε θέμα με το ρεφρέν. Και αυτό γιατί ενώ ήταν ανδρικό τραγούδι με τον στίχο “γκόμενα” θα το ερμήνευε γυναίκα. Έπρεπε να βρεθεί μια λύση.
Μου έλεγε λοιπόν ο Μακράκης: “Πες το εσύ”. Είπα όχι, του πρότεινα για το “Επεμβαίνεις” να φέρουμε τον Ζαμπέτα.
“Βάλ’ τον να το σκεφτεί ο Πατσιφάς”, είπα στον Μακράκη. Δεν ξέρω πώς του το σέρβιρε και εκείνος αποφάσισε: “Ο Ζαμπέτας θα το πει!”. Ο Μακράκης τηλεφώνησε στον Ζαμπέτα και τον κάλεσε.
“Εντάξει ρε μάγκες”, είπε εκείνος. Ήρθε στο στούντιο, ήπιε το καφεδάκι του και μου είπε μόλις άκουσε τα τραγούδια: “Μπράβο ρε πιτσιρικά, θα γράψεις, θα μιλήσουμε για σένα!”. Το τραγούδι άρεσε, ο δίσκος έκανε επιτυχία και με σύστησε δυναμικά στον κόσμο. Την ώρα που βγήκε ο δίσκος, δεν είχα φράγκο. Και η Μοσχολιού ήταν θεά στις ερμηνείες της. Πίστεψε μάλιστα πως της άνοιγαν νέο δρόμο, την ανανέωσαν αυτά τα τραγούδια. Είχαν ένα ατού: ενώ ο στίχος ήταν σκληρός, η μελωδία ήταν ζεστή. Ήταν η πρώτη φορά που ο Τριπολίτης ακούστηκε τόσο ερωτικός».
Σ.Κραουνάκης
Σε έναν λοιπόν τόσο ερωτικό δίσκο, ένα τραγούδι καταφέρνει να ξεχωρίσει ως το ερωτικότερο, αν και το θέμα του δεν είναι μια χαρούμενη ιστορία αγάπης αλλά μία ιστορία χωρισμού.
Το “Πώς έφυγες” έκλαψε η Μοσχολιού όταν το άκουσε πρώτη φορά. Το τραγούδι, σε στίχους και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη, είναι ένας ύμνος στην απώλεια. Μιλάει για το “μούδιασμα” του χωρισμού, όχι τόσο για τον πόνο της απώλειας του ερωτικού συντρόφου, αλλά για την απώλεια του ίδιου του έρωτα ως ιδέα που προκύπτει με το τέλος μία σχέσης. :
Σ’ έχω αποκλείσει κι από την μνήμη μου σε έχω σβήσει για πάντα
Και ότι αγάπησα από σένα τώρα το πετώ
Μόνο που τα βράδια σαν τον τρελό
Μες στα μπαρ κυκλοφορώ…
Η Μοσχολιού, με την στιβαρή, δωρική της ερμηνεία, απογειώνει τους γεμάτους συναίσθημα στίχους του Κραουνάκη και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Το “Πώς έφυγες” έχει πλέον περάσει στον θρύλο ως ένα από τα πιο πιο δυνατά ελληνικά τραγούδια χωρισμού.