Η Tove Lo από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στη ζωή μας με την κυκλοφορία του πρώτου της επίσημου δίσκου „Queen of the Clouds“, έκανε την διαφορά κι αυτό όχι γιατί κατέχει κάποια φωνή που μας έκανε να ανατριχιάσουμε από άποψη εμβέλειας, αλλά γιατί είναι καταπληκτική στιχουργός και έχει πολύ καλό αυτί στην δημιουργία εθιστικών μελωδιών. Η ωμή ειλικρίνεια στα λόγια της και η μουσική που σε συνεπαίρνει είναι η μαγική συνταγή της και ξέρει πολύ καλά πώς να την χρησιμοποιεί.
Ύστερα ακολούθησε η δεύτερη δισκογραφική της δουλειά „Lady Wood“, η οποία όπως προδικάζει και ο τίτλος (παράφραση της έκφρασης „morning wood“, αλλά από την γυναικεία οπτική γωνία) εξιστορεί μια σχέση γεμάτη σεξ, ουσίες, πάθος, πόθο, αγάπη και τις συνέπειες της καταστροφής της. Πρόκειται για την πρώτη φάση του όλου project και χωρίζεται στα δυο κεφάλαια „Fairy Dust“ και „Fire Fade“, τα οποία απεικόνισε σε δύο μίνι ταινίες. Ηχητικά σκοτεινός με δυνατούς tech-house ρυθμούς και electro-pop επιρροές, αποτέλεσε αναμφισβήτητα ένα αριστούργημα, αλλά ίσως κι ένα από τα πιο υποτιμημένα album του 2016, καθώς η εμπορική του επιτυχία ήταν μέτρια σε σχέση με το ντεμπούτο της.
Ωστόσο, η ταλαντούχα Tove έχει πολλά ακόμα να προσφέρει στο θέμα της απενοχοποίησης της γυναικείας σεξουαλικότητας, την οποία θίγει επανειλημμένα τόσο μέσω των προκλητικών στίχων της, όσο και των video clip των κομματιών της.
Αποκορύφωμα αποτελεί το video του κομματιού „Bitches“, το οποίο αποκάλυψε ήδη στο πρώτο κεφάλαιο „Fairy Dust“, όπου απεικονίζεται να ικανοποιεί σεξουαλικά τον εαυτό της, αλλά και αυτό του πιο πρόσφατου single „Disco Tits“, όπου εξερευνά τον κόσμο της απόλαυσης με μια μαριονέτα ως εραστή της.
Αυτό αποτέλεσε το ξεκίνημα της δεύτερης φάσης του „Lady Wood“, η οποία πήρε τον τίτλο „Blue Lips“ (επίσης παράφραση της έκφρασης „blue balls““, αλλά από την γυναικεία οπτική γωνία) και αν και θεματικά συνεχίζει να εξερευνά μια θυελλώδη σχέση, στο ζενίθ και στο ναδίρ της με τα κεφάλαια „LΙGHT BEAMS“ και „PITCH BLACK“, ηχητικά προσφέρει πιο δυναμικούς ήχους, ποικιλόμορφους και ξεχωριστούς σε κάθε κομμάτι, με synthesizer και την ηλεκτρονική μουσική να έχει βγει στο προσκήνιο, μαζί με beat που δημιουργούν μια πραγματική ατμόσφαιρα.
Δεν φοβάται ακόμη και να πειραματιστεί, εντάσσοντας κι άλλα είδη μουσικής σε κάποια της κομμάτια, όπως στο „dont ask dont tell“ με πιάνο και jazz επιρροές ή τα έντονα πλήκτρα που δίνουν ένα πολύ ιδιαίτερο ύφος και σχηματίζουν την εισαγωγή „PITCH BLACK“. Συνολικά η παραγωγή πίσω από κάθε κομμάτι είναι δροσερή και αψεγάδιαστη, σε συνδυασμό με την ευρεία ποικιλία ρυθμών και την έμφαση στο μπάσο. Η κατανομή και η ισορροπία ανάμεσα στα φωνητικά της και στην ίδια την ενορχήστρωση είναι ισάξια, κάτι που αποτελεί μια έξυπνη κίνηση, αν αναλογιστεί κανείς την βελτιωμένη ποικιλία και την συνολική ποιότητα των στίχων.
Μεταξύ άλλων μας παρουσιάζει και στοιχεία ωριμότητας, όπως στο κομμάτι „romantics“, μια σκοτεινή electro-pop μπαλάντα, όπου μιλά σχετικά με το να ζεις την ζωή σου με την σχέση σου, παρά τα όποια εμπόδια μπορεί να σταθούν στον δρόμο σου. Το ίδιο μοτίβο συνεχίζεται και στο κομμάτι „cycles“ – το οποίο εξιστορεί μια επαναλαμβανόμενη σχέση, την οποία δεν μπορεί να ξεπεράσει η ίδια – καταλήγοντας στο „struggle“, μια μελαγχολική μπαλάντα, που μιλά για την έλλειψη επικοινωνίας και την αίσθηση αναποφασιστικότητας στην ίδια σχέση.
Αντικειμενικά, το δεύτερο κομμάτι του „Blue Lips“ φαίνεται όντως να είναι το πιο δυνατό από τα δύο, καθώς η μελαγχολική του φύση, η οποία σηματοδοτεί την υπέρτατη πτώση της σχέσης, όπως δήλωσε η ίδια, είναι αυτή που επιδεικνύει τις πιο ενδιαφέρουσες δηλώσεις στον δίσκο. Σίγουρα αποτελεί μια εσκεμμένη κίνηση, το να παρουσιάσει αρχικά δυναμικά χορευτικά κομμάτια, όπως τα „shedontknowbutsheknows“ και „shivering gold“, τα οποία τραβούν άμεσα την προσοχή, πριν ο δίσκος αρχίσει να εμβαθύνει – κίνηση που εφάρμοσε αντίστοιχα και στην πρώτη φάση του „Lady Wood“ με το „Fire Fade“.
Συνολικά, το „Blue Lips“ αποτελεί την πιο ανάλαφρη, ηχητικά, φάση του „Lady Wood“ project, τινάζοντας από πάνω του τα πιο σκοτεινά vibes της πρώτης φάσης, διατηρώντας ωστόσο το βάρος του στιχουργικά. Ξεχειλίζοντας χρώμα και προσωπικότητα, σε συνδυασμό με την απλή, αλλά συνάμα αποτελεσματική στιχουργία, η φωνή της Tove Lo αναδεικνύεται πολύ ευχάριστα, όπως και οι ρομαντικές ιστορίες που αφηγείται. Όντας στον σωστό δρόμο μουσικά, μας αφήνει μια έντονη αίσθηση αγωνίας και ενδιαφέροντος για το τι πορεία θα ακολουθήσει και τι ρίσκα θα πάρει στο μέλλον.
Must hear: „disco tits“, „shedontknowbutsheknows“, „stranger“, „romantics“, „struggle“
Βαθμολογία: 5/5 ⭐⭐⭐⭐⭐