Οι τέχνες έχουν πλέον γεμίσει αντιγραφές και κακέκτυπα σε κουραστικό βαθμό. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που παραστρατούν από την πεπατημένη. Ο λόγος για τους StarWound που έκαναν την πρώτη δισκογραφική τους εμφάνιση προ ολίγων ετών και κατάφεραν να εκπλήξουν με τις ιδιαίτερες “rock cabaret” συνθέσεις τους. Λίγο πριν τη μεγάλη συναυλία-γιορτή στο Passport στον Κεραμεικό και με ένα νέο άλμπουμ ανά χείρας μας συστήνονται εκ νέου, σε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση, αποδεικνύοντας πως εκτός από έξυπνοι μουσικοί είναι και ενεργοί πολίτες.
Σας καλωσορίζω στο Μικρόφωνο! Πριν προχωρήσουμε στα πιο «ζουμερά» κομμάτια αυτής της κουβέντας, θα θέλατε να συστηθείτε στους αναγνώστες;
Καλώς σας βρίσκουμε! Είμαστε οι StarWound, αγγλόφωνη μπάντα με έδρα την Αθήνα. Δημιουργηθήκαμε πριν από περίπου 6 χρόνια. Κυκλοφορήσαμε τον πρώτο μας δίσκο το 2015 με τίτλο “Miles to Walk”, με τον οποίον συστήσαμε στο κοινό τον Rock Cabaret ήχο μας.
Πώς προέκυψαν οι Starwound; Υπάρχει κάποια ιστορία πίσω από τη δημιουργία του συγκροτήματος που εξηγεί κάπως και το όνομα;
Οι StarWound δημιουργήθηκαν με αφορμή μια παράσταση που ονομαζόταν “Talking about Revolution”. Ήταν μία μουσική αναδρομή στα κορυφαία πολιτικά γεγονότα του 20ου αιώνα, τα οποία όμως γεγονότα, αντικατοπτρίζονταν και στην Ελλάδα της Κρίσης του 2012. Το όνομα δεν έχει σχέση. Είναι σύμπτυξη της φράσης Star Wound, η οποία περιγράφει το σημάδι που αφήνει η πτώση μετεωρίτη στη γη.
Ομολογουμένως παίζετε ένα είδος δυσεύρετο στον ελληνικό χώρο- όσο κι αν προσπαθήσω δε θα καταφέρω να σκεφτώ κάτι ανάλογο. Για ποιο λόγο κινηθήκατε προς το συγκεκριμένο ηχητικό ύφος;
Μας προέκυψε. Οι επιρροές των μελών της μπάντας ήταν από τελείως ετερογενείς τόπους. Ο Γιάννης progressive rock, η Κωνσταντίνα Jazz, ο Πέτρος κλασική, ο Φίλιππος γνώστης της ηπειρώτικης μουσικής. Στο Story Telling του Cabaret βρήκαμε τη συνιστώσα και από εκεί και πέρα εξερευνήσαμε τις δυνατότητές μας με τη χρήση πιο rock στοιχείων. Αν κάποιος ακούσει προσεκτικά τον πρώτο μας δίσκο, θα εντοπίσει στοιχεία από τις επιρροές αυτές.
Δυόμισι χρόνια πέρασαν από το “Miles to Walk” και μεσολάβησαν αρκετά ενδιαφέροντα γεγονότα. Το ντεμπούτο έγινε δεκτό με μεγάλη ζέση από τους μουσικόφιλους. Πώς σας φάνηκε η αντιμετώπιση που ακολούθησε;
Πρέπει να σας πούμε ότι όταν βγάλαμε τον πρώτο δίσκο, δεν γνωρίζαμε ούτε έναν δημοσιογράφο. Το εγχείρημα ήταν τελείως τρελό. Η αλήθεια είναι ότι κομμάτια του “Miles to Walk” βρήκαν πολύ γρήγορα δρόμο στα ραδιόφωνα και αρκετές μουσικές σελίδες αγκάλιασαν τον ήχο μας. Παρόλα αυτά, η περσινή χρονιά είναι αυτή που μας δυνάμωσε μέσα μας πολύ, με την έξοδο της μουσικής μας στο εξωτερικό. Πλέον παίζαμε για κοινό που δεν είχε καμία σύνδεση με εμάς, οπότε είχαμε την πολυτέλεια να δούμε πια την πραγματική δυναμική των κομματιών και του performing μας.
Το “Miles to Walk” μπορεί να είχε ένα σορό διαφορετικές επιρροές, διατηρούσε όμως έναν στέρεο alternative πυρήνα. Η δεύτερη δουλειά σας, “So Wrong”, ξεχειλώνει ακόμα περισσότερο τα όρια. Με ποιο σκεπτικό βάλατε κομμάτια ορχηστρικής μουσικής στο νέο σας δημιούργημα;
Στον πρώτο δίσκο είχαμε αποφασίσει να μην χρησιμοποιήσουμε επιπλέον μουσικούς. Εδώ μας πήγαν τα κομμάτια και η ανάγκη μας για πειραματισμό. Οι ενορχηστρώσεις ήταν πιο προσεκτικές, με παρτιτούρες, οπότε η διαρρύθμιση των χώρων του ήχου μάς έδωσε ξεκάθαρα κενά. Εκεί είναι που μπήκαν τα έγχορδα, το τρομπόνι, το κλαρινέτο, η μαρίμπα, το τσέμπαλο κλπ. Επίσης, χρησιμοποιήσαμε αλλιώς το πιάνο, παίζοντας με τις χορδές από μέσα ή βάλαμε δοξάρι επάνω στην κιθάρα. Είχαμε ανάγκη να ανοίξουμε την παλέτα μας για να πούμε αυτά που θέλαμε να πούμε.
Μέσα στο 2017 πραγματοποιήσατε μία περιοδεία στην Ευρώπη, κυρίως στις Κάτω Χώρες και την Ελβετία. Θεωρούνται, για την ακρίβεια η Ολλανδία και το Βέλγιο, οι σημαντικότερες σκηνές της σύγχρονης ευρωπαϊκής jazz μουσικής. Πώς θα περιγράφατε την ανταπόκριση αυτού του, δικαιολογημένα, απαιτητικού κοινού;
Σαφώς δεν είμαστε σε καμιά περίπτωση Jazz μπάντα. Το κοινό στις Κάτω Χώρες είναι πολύ απαιτητικό, αλλά ταυτόχρονα ψάχνεται για νέες ιδέες. Έτσι βρισκόμασταν να παίζουμε σε ιστορικά μαγαζιά γεμάτα από κόσμο, κάτι το οποίο δεν περιμέναμε σε καμία περίπτωση. Όταν πια συνειδητοποιούσαμε ότι όσο προχωρούσε το πρόγραμμα της εκάστοτε συναυλίας, το κοινό άρχιζε να συμμετέχει όλο και πιο ενεργά, εκεί απογειώθηκε η ψυχολογία μας και κυρίως η πίστη μας σε αυτό που κάνουμε.
Πέρα από το κλασικό τσιτάτο που θέλει το φασισμό να «γιατρεύεται» με το διάβασμα και το ρατσισμό με τα ταξίδια, τι νέα στοιχεία φέρατε στις βαλίτσες σας στο ταξίδι του επαναπατρισμού;
Χαχα… Ενίοτε το διάβασμα μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνο, ειδικά αν είναι αποσπασματικό όπως θέλει η σύγχρονη εποχή. Φέραμε την συνειδητοποίηση ότι η κρίση έχει βαθύνει σε πανευρωπαϊκό (τουλάχιστον) επίπεδο. Επίσης κουβεντιάσαμε αρκετά με ανθρώπους του χώρου, μουσικούς, παραγωγούς ραδιοφώνου και αναλύσαμε πολλά πράγματα, που πιστεύουμε ότι αντικατοπτρίζονται στον νέο δίσκο.
Το στιχουργικό κομμάτι παραμένει και τώρα κάπως δυσοίωνο. Αντικατοπτρίζει, με τη σειρά του, τον τρόπο που οι StarWound αντιλαμβάνονται τον κόσμο;
Δεν θα τον λέγαμε δυσοίωνο. Σίγουρα οι στίχοι μας δεν κάνουν προβλέψεις. Είναι περισσότερο μια αίσθηση των πραγμάτων και της πραγματικότητας. Μας αρέσει να μιλάμε για το «τώρα» και φροντίζουμε να είμαστε ειλικρινείς με αυτά που νιώθουμε και εκφράζουμε. Οπότε σίγουρα είναι ενδεικτικοί οι στίχοι. Ειρωνικοί, κριτικοί, γεμάτοι προβληματισμό…
Αλήθεια, γιατί αγγλόφωνο στίχο; Ισχύει αυτό που υποστηρίζουν αρκετοί, ότι δηλαδή σε μία άλλη γλώσσα μπορείς να εκφραστείς καλύτερα- να έχεις δηλαδή το κουράγιο να πεις πράγματα που στη μητρική σου ούτε καν θα τολμούσες;
Αυτή είναι μια πολύ ωραία ερώτηση και σίγουρα μια εκδοχή που δεν είχαμε σκεφτεί ποτέ. Γενικά οι στίχοι μας και η μουσική μας χαρακτηρίζονται από θεατρικότητα. Ίσως λοιπόν η γλώσσα να είναι ένα ακόμα “κουστούμι” που θα μας βοηθούσε να ερμηνεύσουμε πιο πειστικά. Σίγουρα νιώσαμε ότι έδενε καλύτερα με τις μελωδίες μας και επίσης είχαμε πάντα βλέψεις προς τα έξω. Ίσως και οι επιρροές μας έπαιξαν μεγάλο ρόλο.
Τελικά η κοινωνία κατηφορίζει προς το χάος ή υπάρχουν ακόμα κάποια αναχώματα που αν τα ενδυναμώσουμε μπορούν να σώσουν την παρτίδα;
Δυστυχώς η κοινωνική κρίση είναι πολύ μεγαλύτερη και πολύ πιο βαθιά. Ξεκίνησε μάλιστα αρκετό καιρό πριν την οικονομική. Όσο το πνεύμα συνεχίζει να στενεύει στα όρια μια οθόνης κινητού και στην πληροφόρηση της μιας σειράς, τα πράγματα δεν είναι καλά. Ο πολιτισμός, και δεν μιλάμε μόνο για τις τέχνες, είναι σίγουρα μία από τις τελευταίες σανίδες. Το βασικότερο όμως είναι να κοντράρουμε την κοινωνική διαίρεση και τον εγωκεντρισμό μας. Αυτά τα δύο είναι το βούτυρο στο ψωμί αυτών που επιθυμούν την κοινωνική διολίσθηση.
Σε αρκετά σημεία τα τραγούδια φέρουν την πολιτική κριτική. Η μουσική λειτουργεί ως μέσο κάθαρσης του ακροατή και του δημιουργού ή επιτελεί τον απαραίτητο ρόλο της: να ευαισθητοποιεί όσους εθελοτυφλούν μπροστά στην ασχήμια;
Πάντα η μουσική λειτουργούσε ως αποτελεσματικό μέσο επιβολής αντιλήψεων, αφού ένα μεγάλο κομμάτι της στοχεύει στο συναίσθημα και το υποσυνείδητο. Η μουσική λειτουργεί ως μέσο κάθαρσης για εμάς, αφού εξωτερικεύουμε αυτά που νιώθουμε. Όμως η μουσική μας δεν καταφέρνει και δεν θέλει να ανακουφίσει τον ακροατή. Θέλουμε, όπως σωστά λες, να του φέρουμε βασικά προβλήματα ακριβώς μπροστά του και να τον αναγκάσουμε να υποστεί συναισθηματικά τις συνέπειες της αδιαφορίας του και της μη-δράσης του. Για αυτό καταπιανόμαστε με τους πρόσφυγες ή τον αυταρχισμό της εξουσίας μέσω του Trump.
Για να ελαφρύνει λίγο το κλίμα, θα κρίνατε τη μουσική σας ως αισιόδοξη ή ως απαισιόδοξη;
Τίποτα από τα δύο… Είναι μια μουσική που καταγράφει την εποχή της, την εποχή που τη γέννησε.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια των StarWound;
Αγωνιούμε για την πορεία του δίσκου. Το “Miles to Walk” μας πήγε εκεί που δεν είχαμε καν φανταστεί, οπότε πλέον “επιθυμούμε” περισσότερο. Έχουμε ήδη κλεισμένες ημερομηνίες για live στις Κάτω Χώρες για Σεπτέμβρη, έχουμε Λονδίνο και αυτό το διάστημα είμαστε σε επικοινωνία με Γαλλία. Το καλοκαίρι θα επισκεφθούμε κάποιες πόλεις της Ελλάδας, αλλά ακόμα δεν έχουμε κλεισμένες τις ημερομηνίες. Στις 19/4 έχουμε τη μεγάλη μας συναυλία στο Passport, όπου θα έχουμε μαζί μας όλους τους guests του δίσκου, τον Δώρο Δημοσθένους, την Αλεξάνδρα Γκράβας και όλους τους σολίστες που συνέπραξαν μαζί μας.
Θα ήταν χαρά μας να μοιραστείτε με τους αναγνώστες ένα τελευταίο μήνυμα.
Στους πιο νέους συναδέλφους, θα θέλαμε να τους πούμε να έχουν πολύ μεγάλη υπομονή, αλλά αν έχουν ένα καλλιτεχνικό όραμα που πραγματικά το πιστεύουν, να εξαντλήσουν τους εαυτούς τους κυνηγώντας το. Στο τέλος της μέρας τίποτα δεν είναι “So Wrong”.
Οι τέχνες έχουν πλέον γεμίσει αντιγραφές και κακέκτυπα σε κουραστικό βαθμό. Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που παραστρατούν από την πεπατημένη. Ο λόγος για τους StarWound που έκαναν την πρώτη δισκογραφική τους εμφάνιση προ ολίγων ετών και κατάφεραν να εκπλήξουν με τις ιδιαίτερες “rock cabaret” συνθέσεις τους. Λίγο πριν τη μεγάλη συναυλία-γιορτή στο Passport στον Κεραμεικό και με ένα νέο άλμπουμ ανά χείρας μας συστήνονται εκ νέου, σε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση, αποδεικνύοντας πως εκτός από έξυπνοι μουσικοί είναι και ενεργοί πολίτες.
Σας καλωσορίζω στο Μικρόφωνο! Πριν προχωρήσουμε στα πιο «ζουμερά» κομμάτια αυτής της κουβέντας, θα θέλατε να συστηθείτε στους αναγνώστες;
Καλώς σας βρίσκουμε! Είμαστε οι StarWound, αγγλόφωνη μπάντα με έδρα την Αθήνα. Δημιουργηθήκαμε πριν από περίπου 6 χρόνια. Κυκλοφορήσαμε τον πρώτο μας δίσκο το 2015 με τίτλο “Miles to Walk”, με τον οποίον συστήσαμε στο κοινό τον Rock Cabaret ήχο μας.
Πώς προέκυψαν οι Starwound; Υπάρχει κάποια ιστορία πίσω από τη δημιουργία του συγκροτήματος που εξηγεί κάπως και το όνομα;
Οι StarWound δημιουργήθηκαν με αφορμή μια παράσταση που ονομαζόταν “Talking about Revolution”. Ήταν μία μουσική αναδρομή στα κορυφαία πολιτικά γεγονότα του 20ου αιώνα, τα οποία όμως γεγονότα, αντικατοπτρίζονταν και στην Ελλάδα της Κρίσης του 2012. Το όνομα δεν έχει σχέση. Είναι σύμπτυξη της φράσης Star Wound, η οποία περιγράφει το σημάδι που αφήνει η πτώση μετεωρίτη στη γη.
Ομολογουμένως παίζετε ένα είδος δυσεύρετο στον ελληνικό χώρο- όσο κι αν προσπαθήσω δε θα καταφέρω να σκεφτώ κάτι ανάλογο. Για ποιο λόγο κινηθήκατε προς το συγκεκριμένο ηχητικό ύφος;
Μας προέκυψε. Οι επιρροές των μελών της μπάντας ήταν από τελείως ετερογενείς τόπους. Ο Γιάννης progressive rock, η Κωνσταντίνα Jazz, ο Πέτρος κλασική, ο Φίλιππος γνώστης της ηπειρώτικης μουσικής. Στο Story Telling του Cabaret βρήκαμε τη συνιστώσα και από εκεί και πέρα εξερευνήσαμε τις δυνατότητές μας με τη χρήση πιο rock στοιχείων. Αν κάποιος ακούσει προσεκτικά τον πρώτο μας δίσκο, θα εντοπίσει στοιχεία από τις επιρροές αυτές.
Δυόμισι χρόνια πέρασαν από το “Miles to Walk” και μεσολάβησαν αρκετά ενδιαφέροντα γεγονότα. Το ντεμπούτο έγινε δεκτό με μεγάλη ζέση από τους μουσικόφιλους. Πώς σας φάνηκε η αντιμετώπιση που ακολούθησε;
Πρέπει να σας πούμε ότι όταν βγάλαμε τον πρώτο δίσκο, δεν γνωρίζαμε ούτε έναν δημοσιογράφο. Το εγχείρημα ήταν τελείως τρελό. Η αλήθεια είναι ότι κομμάτια του “Miles to Walk” βρήκαν πολύ γρήγορα δρόμο στα ραδιόφωνα και αρκετές μουσικές σελίδες αγκάλιασαν τον ήχο μας. Παρόλα αυτά, η περσινή χρονιά είναι αυτή που μας δυνάμωσε μέσα μας πολύ, με την έξοδο της μουσικής μας στο εξωτερικό. Πλέον παίζαμε για κοινό που δεν είχε καμία σύνδεση με εμάς, οπότε είχαμε την πολυτέλεια να δούμε πια την πραγματική δυναμική των κομματιών και του performing μας.
Το “Miles to Walk” μπορεί να είχε ένα σορό διαφορετικές επιρροές, διατηρούσε όμως έναν στέρεο alternative πυρήνα. Η δεύτερη δουλειά σας, “So Wrong”, ξεχειλώνει ακόμα περισσότερο τα όρια. Με ποιο σκεπτικό βάλατε κομμάτια ορχηστρικής μουσικής στο νέο σας δημιούργημα;
Στον πρώτο δίσκο είχαμε αποφασίσει να μην χρησιμοποιήσουμε επιπλέον μουσικούς. Εδώ μας πήγαν τα κομμάτια και η ανάγκη μας για πειραματισμό. Οι ενορχηστρώσεις ήταν πιο προσεκτικές, με παρτιτούρες, οπότε η διαρρύθμιση των χώρων του ήχου μάς έδωσε ξεκάθαρα κενά. Εκεί είναι που μπήκαν τα έγχορδα, το τρομπόνι, το κλαρινέτο, η μαρίμπα, το τσέμπαλο κλπ. Επίσης, χρησιμοποιήσαμε αλλιώς το πιάνο, παίζοντας με τις χορδές από μέσα ή βάλαμε δοξάρι επάνω στην κιθάρα. Είχαμε ανάγκη να ανοίξουμε την παλέτα μας για να πούμε αυτά που θέλαμε να πούμε.
Μέσα στο 2017 πραγματοποιήσατε μία περιοδεία στην Ευρώπη, κυρίως στις Κάτω Χώρες και την Ελβετία. Θεωρούνται, για την ακρίβεια η Ολλανδία και το Βέλγιο, οι σημαντικότερες σκηνές της σύγχρονης ευρωπαϊκής jazz μουσικής. Πώς θα περιγράφατε την ανταπόκριση αυτού του, δικαιολογημένα, απαιτητικού κοινού;
Σαφώς δεν είμαστε σε καμιά περίπτωση Jazz μπάντα. Το κοινό στις Κάτω Χώρες είναι πολύ απαιτητικό, αλλά ταυτόχρονα ψάχνεται για νέες ιδέες. Έτσι βρισκόμασταν να παίζουμε σε ιστορικά μαγαζιά γεμάτα από κόσμο, κάτι το οποίο δεν περιμέναμε σε καμία περίπτωση. Όταν πια συνειδητοποιούσαμε ότι όσο προχωρούσε το πρόγραμμα της εκάστοτε συναυλίας, το κοινό άρχιζε να συμμετέχει όλο και πιο ενεργά, εκεί απογειώθηκε η ψυχολογία μας και κυρίως η πίστη μας σε αυτό που κάνουμε.
Πέρα από το κλασικό τσιτάτο που θέλει το φασισμό να «γιατρεύεται» με το διάβασμα και το ρατσισμό με τα ταξίδια, τι νέα στοιχεία φέρατε στις βαλίτσες σας στο ταξίδι του επαναπατρισμού;
Χαχα… Ενίοτε το διάβασμα μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνο, ειδικά αν είναι αποσπασματικό όπως θέλει η σύγχρονη εποχή. Φέραμε την συνειδητοποίηση ότι η κρίση έχει βαθύνει σε πανευρωπαϊκό (τουλάχιστον) επίπεδο. Επίσης κουβεντιάσαμε αρκετά με ανθρώπους του χώρου, μουσικούς, παραγωγούς ραδιοφώνου και αναλύσαμε πολλά πράγματα, που πιστεύουμε ότι αντικατοπτρίζονται στον νέο δίσκο.
Το στιχουργικό κομμάτι παραμένει και τώρα κάπως δυσοίωνο. Αντικατοπτρίζει, με τη σειρά του, τον τρόπο που οι StarWound αντιλαμβάνονται τον κόσμο;
Δεν θα τον λέγαμε δυσοίωνο. Σίγουρα οι στίχοι μας δεν κάνουν προβλέψεις. Είναι περισσότερο μια αίσθηση των πραγμάτων και της πραγματικότητας. Μας αρέσει να μιλάμε για το «τώρα» και φροντίζουμε να είμαστε ειλικρινείς με αυτά που νιώθουμε και εκφράζουμε. Οπότε σίγουρα είναι ενδεικτικοί οι στίχοι. Ειρωνικοί, κριτικοί, γεμάτοι προβληματισμό…
Αλήθεια, γιατί αγγλόφωνο στίχο; Ισχύει αυτό που υποστηρίζουν αρκετοί, ότι δηλαδή σε μία άλλη γλώσσα μπορείς να εκφραστείς καλύτερα- να έχεις δηλαδή το κουράγιο να πεις πράγματα που στη μητρική σου ούτε καν θα τολμούσες;
Αυτή είναι μια πολύ ωραία ερώτηση και σίγουρα μια εκδοχή που δεν είχαμε σκεφτεί ποτέ. Γενικά οι στίχοι μας και η μουσική μας χαρακτηρίζονται από θεατρικότητα. Ίσως λοιπόν η γλώσσα να είναι ένα ακόμα “κουστούμι” που θα μας βοηθούσε να ερμηνεύσουμε πιο πειστικά. Σίγουρα νιώσαμε ότι έδενε καλύτερα με τις μελωδίες μας και επίσης είχαμε πάντα βλέψεις προς τα έξω. Ίσως και οι επιρροές μας έπαιξαν μεγάλο ρόλο.
Τελικά η κοινωνία κατηφορίζει προς το χάος ή υπάρχουν ακόμα κάποια αναχώματα που αν τα ενδυναμώσουμε μπορούν να σώσουν την παρτίδα;
Δυστυχώς η κοινωνική κρίση είναι πολύ μεγαλύτερη και πολύ πιο βαθιά. Ξεκίνησε μάλιστα αρκετό καιρό πριν την οικονομική. Όσο το πνεύμα συνεχίζει να στενεύει στα όρια μια οθόνης κινητού και στην πληροφόρηση της μιας σειράς, τα πράγματα δεν είναι καλά. Ο πολιτισμός, και δεν μιλάμε μόνο για τις τέχνες, είναι σίγουρα μία από τις τελευταίες σανίδες. Το βασικότερο όμως είναι να κοντράρουμε την κοινωνική διαίρεση και τον εγωκεντρισμό μας. Αυτά τα δύο είναι το βούτυρο στο ψωμί αυτών που επιθυμούν την κοινωνική διολίσθηση.
Σε αρκετά σημεία τα τραγούδια φέρουν την πολιτική κριτική. Η μουσική λειτουργεί ως μέσο κάθαρσης του ακροατή και του δημιουργού ή επιτελεί τον απαραίτητο ρόλο της: να ευαισθητοποιεί όσους εθελοτυφλούν μπροστά στην ασχήμια;
Πάντα η μουσική λειτουργούσε ως αποτελεσματικό μέσο επιβολής αντιλήψεων, αφού ένα μεγάλο κομμάτι της στοχεύει στο συναίσθημα και το υποσυνείδητο. Η μουσική λειτουργεί ως μέσο κάθαρσης για εμάς, αφού εξωτερικεύουμε αυτά που νιώθουμε. Όμως η μουσική μας δεν καταφέρνει και δεν θέλει να ανακουφίσει τον ακροατή. Θέλουμε, όπως σωστά λες, να του φέρουμε βασικά προβλήματα ακριβώς μπροστά του και να τον αναγκάσουμε να υποστεί συναισθηματικά τις συνέπειες της αδιαφορίας του και της μη-δράσης του. Για αυτό καταπιανόμαστε με τους πρόσφυγες ή τον αυταρχισμό της εξουσίας μέσω του Trump.
Για να ελαφρύνει λίγο το κλίμα, θα κρίνατε τη μουσική σας ως αισιόδοξη ή ως απαισιόδοξη;
Τίποτα από τα δύο… Είναι μια μουσική που καταγράφει την εποχή της, την εποχή που τη γέννησε.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια των StarWound;
Αγωνιούμε για την πορεία του δίσκου. Το “Miles to Walk” μας πήγε εκεί που δεν είχαμε καν φανταστεί, οπότε πλέον “επιθυμούμε” περισσότερο. Έχουμε ήδη κλεισμένες ημερομηνίες για live στις Κάτω Χώρες για Σεπτέμβρη, έχουμε Λονδίνο και αυτό το διάστημα είμαστε σε επικοινωνία με Γαλλία. Το καλοκαίρι θα επισκεφθούμε κάποιες πόλεις της Ελλάδας, αλλά ακόμα δεν έχουμε κλεισμένες τις ημερομηνίες. Στις 19/4 έχουμε τη μεγάλη μας συναυλία στο Passport, όπου θα έχουμε μαζί μας όλους τους guests του δίσκου, τον Δώρο Δημοσθένους, την Αλεξάνδρα Γκράβας και όλους τους σολίστες που συνέπραξαν μαζί μας.
Θα ήταν χαρά μας να μοιραστείτε με τους αναγνώστες ένα τελευταίο μήνυμα.
Στους πιο νέους συναδέλφους, θα θέλαμε να τους πούμε να έχουν πολύ μεγάλη υπομονή, αλλά αν έχουν ένα καλλιτεχνικό όραμα που πραγματικά το πιστεύουν, να εξαντλήσουν τους εαυτούς τους κυνηγώντας το. Στο τέλος της μέρας τίποτα δεν είναι “So Wrong”.