“Είμαι ο Maradona που βάζει γκολ. Είμαι ο Maradona που κάνει λάθη. Μπορώ να τα αντέξω όλα. Έχω μεγάλους ώμους που τα σηκώνουν όλα.” – Diego Armando Maradona
Η ζωή του Diego Armando Maradona αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για αμέτρητους θαυμαστές του από το χώρο του ποδοσφαίρου και όχι μόνο, με τον Emir Kusturica να την κάνει ντοκιμαντέρ και τον Manu Chao va την περιγράφει με λίγες μόνο λέξεις στον τίτλο του τραγουδιού που του αφιέρωσε. “La vida es una tombola”. Η ζωή είναι ένα λαχείο. Και ο καθένας οφείλει να την αποδεχτεί, αλλά και να την απολαύσει. Την αδρεναλίνη του παιχνιδιού, τη χαρά της νίκης, την απογοήτευση της ήττας. Πρέπει να διαχειριστείς ό,τι κι αν προκύψει. Πρέπει να παίξεις για τη νίκη, ακόμα κι αν όλα είναι εναντίον σου. Πρέπει να είσαι έτοιμος να αντέξεις τα πάντα και να τα βάλεις με τους πάντες.
Στις 30 Οκτωβρίου 1960, στο Lanus του Buenos Aires, ήρθε στον κόσμο ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών. Ενδεχομένως ο σπουδαιότερος. Σίγουρα αυτός που λατρεύτηκε (και μισήθηκε) όσο κανείς άλλος από τους σπουδαίους του ποδοσφαίρου.
Από πολύ μικρή ηλικία φαινόταν ότι ο μικροκαμωμένος Αργεντινός δεν ήταν ένας συνηθισμένος παίχτης. Στα 15 του υπογράφει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με την Argentinos Juniors και ξεκινάει το ταξίδι του προς την κορυφή του αργεντίνικου ποδοσφαίρου. Σκοράροντας ανελλιπώς, “κολλώντας” την μπάλα στο μαγικό αριστερό του πόδι και αποφεύγοντας τους αντιπάλους του με τρομερή άνεση, τραβάει πάνω του όλα τα βλέμματα, όμως δεν κερδίζει την κλήση του στο Mundial του 1978, το οποίο και κατέκτησε η χώρα του, αφού στα 18 του, θεωρείται πάρα πολύ μικρός για αυτό το βήμα. Την αμέσως επόμενη χρονιά, ωστόσο θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάκτηση του παγκοσμίου πρωταθλήματος νέων από την ομάδα της Αργεντινής.
Ο “pibe de oro”, δηλαδή το χρυσό αγόρι του αργεντίνικου ποδοσφαίρου επιβραβεύεται για τις εντυπωσιακές του εμφανίσεις, με τη μεταγραφή του, το 1981 στην Boca Juniors, όπου και έμεινε μόνο για μια σεζόν, όμως κατάφερε να πανηγυρίσει ένα πρωτάθλημα Αργεντινής και να κερδίσει την αγάπη των οπαδών. Το επόμενο καλοκαίρι, αποτελώντας πλέον βασικό κι αναντικατάστατο μέλος της εθνικής Αργεντινής, φτάνει μέχρι τον ημιτελικό του Mundial, όμως η ομάδα του γνωρίζει την ήττα από τη Βραζιλία και ο ίδιος αποβάλλεται και γίνεται “κόκκινο πανί” για τους συμπατριώτες του.
Σε ηλικία 22 ετών, ο Maradona θεωρείται ήδη ένας από τους καλύτερους παίχτες στον κόσμο και αναγκάζει την Barcelona να δαπανήσει 5 εκατομμύρια λίρες για να τον αποκτήσει, πραγματοποιώντας έτσι την πιο ακριβή μεταγραφή στην μέχρι τότε ιστορία του ποδοσφαίρου. Ωστόσο, τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε και η αδυναμία του να προσαρμοστεί στην Ισπανία, τον οδηγούν στην αποχώρηση μετά από δύο σεζόν, λίγες αλλά εξαιρετικές εμφανίσεις και ένα κύπελλο Ισπανίας.
Ο επόμενος σταθμός στην καριέρα του έμελλε να είναι και ο σημαντικότερος. Η έως τότε αδύναμη Napoli δίνει 6,9 εκατομμύρια λίρες στην Barcelona για να κάνει δικό της τον Αργεντινό αστέρα, ενώ οργιάζουν οι φήμες που θέλουν την ναπολιτάνικη μαφία να είναι αυτή η οποία καλύπτει το μεγαλύτερο ποσό της συμφωνίας, με την οποία ο Maradona έσπασε το δικό του ρεκόρ ακριβότερης μεταγραφής. Ο Maradona λατρεύεται από την πρώτη στιγμή από τους οπαδούς της νέας του ομάδας και μετατρέπει αστραπιαία την Napoli, από μια μικρομεσαία ομάδα του ιταλικού πρωταθλήματος σε μια παγκοσμίως αναγνωρίσιμη και αγαπητή ομάδα. Στις 7 σεζόν που παρέμεινε στην Ιταλία πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο, ένα super cup Ιταλίας κι ένα UEFA, όμως δεν είναι μόνο οι τίτλοι αυτοί που κάνουν τους Ναπολιτάνους να τον αγαπήσουν σαν θεό. Μπορεί οι κακές συνήθειες που τον συνόδευαν σε όλη του την καριέρα να αποτελούσαν καθημερινότητα, μπορεί το κάπνισμα, το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και οι ισχυρές σχέσεις με τη μαφία να έβλαψαν την εικόνα του, όμως η λατρεία προς το πρόσωπό του δεν θα μπορούσε να σβήσει με τίποτα. Μαγεύει το κοινό με τη φαντασία και την τεχνική του, παρουσιάζοντας σε κάθε αγώνα κάτι πρωτόγνωρο και ασύλληπτο για το μυαλό του απλού φιλάθλου. Είναι αδιαμφισβήτητα ο καλύτερος παίχτης της εποχής του και πλέον διεκδικεί τον “θρόνο” του καλύτερου όλων των εποχών.
Γιγαντώνει το μύθο του, οδηγώντας την εθνική ομάδα της χώρας του στην κατάκτηση του Mundial του 1986, στο οποίο πετυχαίνει δύο από τα διασημότερα γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου, απέναντι στην Αγγλία. Το πρώτο χρησιμοποιώντας αντικανονικά το χέρι του (ή “το χέρι του Θεού”, όπως δήλωσε αργότερα) και το δεύτερο περνώντας τους μισούς Άγγλους προτού στείλει τη μπάλα στα δίχτυα. Η επόμενη διοργάνωση διεξάγεται στην Ιταλία και με ηγέτη τον Maradona η Αργεντινή αποκλείει την διοργανώτρια σε έναν ημιτελικό που βρίσκει τους Ιταλούς διχασμένους, αφού ο “φτωχός” νότος γυρνάει την πλάτη στον “πλούσιο” βορρά και αποθεώνει τον Αργεντινό θρύλο. Η Αργεντινή φτάνει σε άλλον ένα τελικό, αντιμετωπίζοντας τη Δυτική Γερμανία, και γνωρίζει την ήττα, έπειτα από δύο κόκκινες κάρτες και ένα αμφισβητούμενο πέναλτι εις βάρος της, λίγο πριν τη λήξη του αγώνα.
Το 1991 ο Diegito συλλαμβάνεται για κατοχή ναρκωτικών και η καριέρα του πλησιάζει στη δύση της. Επιστρέφει στην Ισπανία για λογαριασμό της Σεβίλλης και την επόμενη σεζόν γυρνά στην πατρίδα του για να παίξει στην Newels Old Boys. Το 1994, στο τελευταίο Mundial της καριέρας του, βοηθά την χώρα του να προκριθεί από τη φάση των ομίλων με τρεις νίκες σε ισάριθμα παιχνίδια, όμως βρίσκεται θετικός στη χρήση αναβολικών και αποβάλλεται από τη συνέχεια της διοργάνωσης. Αυτό αποτελεί και το τελειωτικό χτύπημα για την καριέρα του, η οποία φτάνει στο τέλος της το 1997, μετά από δύο σεζόν με την αγαπημένη του Boca Juniors.
Η αγάπη του Maradona για το ποδόσφαιρο δεν τον άφησε να απομακρυνθεί από τα γήπεδα κι έτσι ακολούθησε καριέρα προπονητή, η οποία έφτασε στο υψηλότερο σημείο της όταν ανέλαβε την εθνική Αργεντινής στο Mundial του 2010, χωρίς όμως να καταφέρει να την οδηγήσει σε κάποια διάκριση. Πλέον, ασχολείται και με το διοικητικό κομμάτι, αφού είναι πρόεδρος της Dynamo Brest από τη Λευκορωσία.
Δεν είναι απαραίτητα ο καλύτερος παίχτης όλων των εποχών. Σίγουρα δεν είναι το ιδανικό πρότυπο για ένα παιδί που θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο. Όμως είναι αδιαμφισβήτητα ο ποδοσφαιριστής που λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος. Με την απαράμιλλη τεχνική του, την νοοτροπία “μόνος μου και όλοι σας” που τον συνόδευσε σε όλη του την καριέρα, την αλαζονεία και την αποφασιστικότητά του, τα ελαττώματα και τις ατέλειές του. Έζησε κι εξακολουθεί να ζει με τα λάθη του και να πληρώνει για αυτά. Μετά το τέλος της καριέρας του κατρακύλησε για τα καλά στον κόσμο των ναρκωτικών, η ζωή του κλονίστηκε και η φήμη του δέχτηκε ένα πολύ σοβαρό πλήγμα. Την εποχή που αγωνιζόταν με την φανέλα της Napoli βρισκόταν μπλεγμένος με διάφορες παράνομες δραστηριότητες. Είναι κοινό μυστικό άλλωστε ότι η μαφία του προσέφερε προστασία και χρήματα, όμως σαν αντάλλαγμα τον χρησιμοποιούσε για να επηρεάζει την έκβαση “στημένων” αγώνων για να κερδίζει χρήματα από παράνομο στοιχηματισμό. Ο ίδιος άνθρωπος ωστόσο, ήταν αυτός που όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στη διοίκηση της ομάδας του και ρίσκαρε το πανάκριβο συμβόλαιό του για να βοηθήσει ένα άρρωστο παιδί. Η ιδέα ενός φιλανθρωπικού αγώνα απορρίφθηκε αρχικά από τους διοικούντες της Napoli, από το φόβο τραυματισμού κάποιου παίχτη, όμως όταν ο πατέρας του παιδιού απευθύνθηκε στον Diego, εκείνος αψήφισε τους πάντες και οργάνωσε τον αγώνα χωρίς δεύτερη σκέψη, μαζεύοντας το απαιτούμενο ποσό. Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αυτός που κέρδισε εκατομμύρια από το ποδόσφαιρο αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να το αντιμετωπίζει σαν παιχνίδι, σαν διασκέδαση κι όχι σαν δουλειά. Ο ίδιος άνθρωπος ανάγκασε τους Ναπολιτάνους (και όχι μόνο) να του φτιάξουν άγαλμα και αμέτρητους φίλους του ποδοσφαίρου παγκοσμίως να τον θεοποιήσουν. Άλλους μεταφορικά κι άλλους κυριολεκτικά. Γιατί στο Rosario της Αργεντινής βρίσκεται η Inglesia Maradoniana, μια εκκλησία προς τιμήν του, η οποία έχει πάνω από 200.000 πιστούς, οι οποίοι σήμερα (30 Οκτωβρίου) γιορτάζουν τα δικά τους Χριστούγεννα και οφείλουν να ακολουθούν πιστά τις δικές τους 10 εντολές.
Το ποδόσφαιρο δεν παίζεται από αυτούς που θέλουν να “πουλήσουν”. Παίζεται από αυτούς που θέλουν να παίξουν, αυτούς που θέλουν να νικήσουν. Το ποδόσφαιρο δεν είναι τα εκατομμύρια, οι διαφημίσεις και οι χορηγοί. Είναι το πάθος, ο ενθουσιασμός, η αγάπη για το παιχνίδι, το θέαμα. Το ποδόσφαιρο στην πιο μαγευτική του μορφή παίχτηκε από τον Maradona. Το ποδόσφαιρο στην πιο αληθινή του μορφή είναι ο Maradona.
“Είμαι ο Maradona που βάζει γκολ. Είμαι ο Maradona που κάνει λάθη. Μπορώ να τα αντέξω όλα. Έχω μεγάλους ώμους που τα σηκώνουν όλα.” – Diego Armando Maradona
Η ζωή του Diego Armando Maradona αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για αμέτρητους θαυμαστές του από το χώρο του ποδοσφαίρου και όχι μόνο, με τον Emir Kusturica να την κάνει ντοκιμαντέρ και τον Manu Chao va την περιγράφει με λίγες μόνο λέξεις στον τίτλο του τραγουδιού που του αφιέρωσε. “La vida es una tombola”. Η ζωή είναι ένα λαχείο. Και ο καθένας οφείλει να την αποδεχτεί, αλλά και να την απολαύσει. Την αδρεναλίνη του παιχνιδιού, τη χαρά της νίκης, την απογοήτευση της ήττας. Πρέπει να διαχειριστείς ό,τι κι αν προκύψει. Πρέπει να παίξεις για τη νίκη, ακόμα κι αν όλα είναι εναντίον σου. Πρέπει να είσαι έτοιμος να αντέξεις τα πάντα και να τα βάλεις με τους πάντες.
Στις 30 Οκτωβρίου 1960, στο Lanus του Buenos Aires, ήρθε στον κόσμο ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών. Ενδεχομένως ο σπουδαιότερος. Σίγουρα αυτός που λατρεύτηκε (και μισήθηκε) όσο κανείς άλλος από τους σπουδαίους του ποδοσφαίρου.
Από πολύ μικρή ηλικία φαινόταν ότι ο μικροκαμωμένος Αργεντινός δεν ήταν ένας συνηθισμένος παίχτης. Στα 15 του υπογράφει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με την Argentinos Juniors και ξεκινάει το ταξίδι του προς την κορυφή του αργεντίνικου ποδοσφαίρου. Σκοράροντας ανελλιπώς, “κολλώντας” την μπάλα στο μαγικό αριστερό του πόδι και αποφεύγοντας τους αντιπάλους του με τρομερή άνεση, τραβάει πάνω του όλα τα βλέμματα, όμως δεν κερδίζει την κλήση του στο Mundial του 1978, το οποίο και κατέκτησε η χώρα του, αφού στα 18 του, θεωρείται πάρα πολύ μικρός για αυτό το βήμα. Την αμέσως επόμενη χρονιά, ωστόσο θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάκτηση του παγκοσμίου πρωταθλήματος νέων από την ομάδα της Αργεντινής.
Ο “pibe de oro”, δηλαδή το χρυσό αγόρι του αργεντίνικου ποδοσφαίρου επιβραβεύεται για τις εντυπωσιακές του εμφανίσεις, με τη μεταγραφή του, το 1981 στην Boca Juniors, όπου και έμεινε μόνο για μια σεζόν, όμως κατάφερε να πανηγυρίσει ένα πρωτάθλημα Αργεντινής και να κερδίσει την αγάπη των οπαδών. Το επόμενο καλοκαίρι, αποτελώντας πλέον βασικό κι αναντικατάστατο μέλος της εθνικής Αργεντινής, φτάνει μέχρι τον ημιτελικό του Mundial, όμως η ομάδα του γνωρίζει την ήττα από τη Βραζιλία και ο ίδιος αποβάλλεται και γίνεται “κόκκινο πανί” για τους συμπατριώτες του.
Σε ηλικία 22 ετών, ο Maradona θεωρείται ήδη ένας από τους καλύτερους παίχτες στον κόσμο και αναγκάζει την Barcelona να δαπανήσει 5 εκατομμύρια λίρες για να τον αποκτήσει, πραγματοποιώντας έτσι την πιο ακριβή μεταγραφή στην μέχρι τότε ιστορία του ποδοσφαίρου. Ωστόσο, τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε και η αδυναμία του να προσαρμοστεί στην Ισπανία, τον οδηγούν στην αποχώρηση μετά από δύο σεζόν, λίγες αλλά εξαιρετικές εμφανίσεις και ένα κύπελλο Ισπανίας.
Ο επόμενος σταθμός στην καριέρα του έμελλε να είναι και ο σημαντικότερος. Η έως τότε αδύναμη Napoli δίνει 6,9 εκατομμύρια λίρες στην Barcelona για να κάνει δικό της τον Αργεντινό αστέρα, ενώ οργιάζουν οι φήμες που θέλουν την ναπολιτάνικη μαφία να είναι αυτή η οποία καλύπτει το μεγαλύτερο ποσό της συμφωνίας, με την οποία ο Maradona έσπασε το δικό του ρεκόρ ακριβότερης μεταγραφής. Ο Maradona λατρεύεται από την πρώτη στιγμή από τους οπαδούς της νέας του ομάδας και μετατρέπει αστραπιαία την Napoli, από μια μικρομεσαία ομάδα του ιταλικού πρωταθλήματος σε μια παγκοσμίως αναγνωρίσιμη και αγαπητή ομάδα. Στις 7 σεζόν που παρέμεινε στην Ιταλία πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα, ένα κύπελλο, ένα super cup Ιταλίας κι ένα UEFA, όμως δεν είναι μόνο οι τίτλοι αυτοί που κάνουν τους Ναπολιτάνους να τον αγαπήσουν σαν θεό. Μπορεί οι κακές συνήθειες που τον συνόδευαν σε όλη του την καριέρα να αποτελούσαν καθημερινότητα, μπορεί το κάπνισμα, το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και οι ισχυρές σχέσεις με τη μαφία να έβλαψαν την εικόνα του, όμως η λατρεία προς το πρόσωπό του δεν θα μπορούσε να σβήσει με τίποτα. Μαγεύει το κοινό με τη φαντασία και την τεχνική του, παρουσιάζοντας σε κάθε αγώνα κάτι πρωτόγνωρο και ασύλληπτο για το μυαλό του απλού φιλάθλου. Είναι αδιαμφισβήτητα ο καλύτερος παίχτης της εποχής του και πλέον διεκδικεί τον “θρόνο” του καλύτερου όλων των εποχών.
Γιγαντώνει το μύθο του, οδηγώντας την εθνική ομάδα της χώρας του στην κατάκτηση του Mundial του 1986, στο οποίο πετυχαίνει δύο από τα διασημότερα γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου, απέναντι στην Αγγλία. Το πρώτο χρησιμοποιώντας αντικανονικά το χέρι του (ή “το χέρι του Θεού”, όπως δήλωσε αργότερα) και το δεύτερο περνώντας τους μισούς Άγγλους προτού στείλει τη μπάλα στα δίχτυα. Η επόμενη διοργάνωση διεξάγεται στην Ιταλία και με ηγέτη τον Maradona η Αργεντινή αποκλείει την διοργανώτρια σε έναν ημιτελικό που βρίσκει τους Ιταλούς διχασμένους, αφού ο “φτωχός” νότος γυρνάει την πλάτη στον “πλούσιο” βορρά και αποθεώνει τον Αργεντινό θρύλο. Η Αργεντινή φτάνει σε άλλον ένα τελικό, αντιμετωπίζοντας τη Δυτική Γερμανία, και γνωρίζει την ήττα, έπειτα από δύο κόκκινες κάρτες και ένα αμφισβητούμενο πέναλτι εις βάρος της, λίγο πριν τη λήξη του αγώνα.
Το 1991 ο Diegito συλλαμβάνεται για κατοχή ναρκωτικών και η καριέρα του πλησιάζει στη δύση της. Επιστρέφει στην Ισπανία για λογαριασμό της Σεβίλλης και την επόμενη σεζόν γυρνά στην πατρίδα του για να παίξει στην Newels Old Boys. Το 1994, στο τελευταίο Mundial της καριέρας του, βοηθά την χώρα του να προκριθεί από τη φάση των ομίλων με τρεις νίκες σε ισάριθμα παιχνίδια, όμως βρίσκεται θετικός στη χρήση αναβολικών και αποβάλλεται από τη συνέχεια της διοργάνωσης. Αυτό αποτελεί και το τελειωτικό χτύπημα για την καριέρα του, η οποία φτάνει στο τέλος της το 1997, μετά από δύο σεζόν με την αγαπημένη του Boca Juniors.
Η αγάπη του Maradona για το ποδόσφαιρο δεν τον άφησε να απομακρυνθεί από τα γήπεδα κι έτσι ακολούθησε καριέρα προπονητή, η οποία έφτασε στο υψηλότερο σημείο της όταν ανέλαβε την εθνική Αργεντινής στο Mundial του 2010, χωρίς όμως να καταφέρει να την οδηγήσει σε κάποια διάκριση. Πλέον, ασχολείται και με το διοικητικό κομμάτι, αφού είναι πρόεδρος της Dynamo Brest από τη Λευκορωσία.
Δεν είναι απαραίτητα ο καλύτερος παίχτης όλων των εποχών. Σίγουρα δεν είναι το ιδανικό πρότυπο για ένα παιδί που θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο. Όμως είναι αδιαμφισβήτητα ο ποδοσφαιριστής που λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος. Με την απαράμιλλη τεχνική του, την νοοτροπία “μόνος μου και όλοι σας” που τον συνόδευσε σε όλη του την καριέρα, την αλαζονεία και την αποφασιστικότητά του, τα ελαττώματα και τις ατέλειές του. Έζησε κι εξακολουθεί να ζει με τα λάθη του και να πληρώνει για αυτά. Μετά το τέλος της καριέρας του κατρακύλησε για τα καλά στον κόσμο των ναρκωτικών, η ζωή του κλονίστηκε και η φήμη του δέχτηκε ένα πολύ σοβαρό πλήγμα. Την εποχή που αγωνιζόταν με την φανέλα της Napoli βρισκόταν μπλεγμένος με διάφορες παράνομες δραστηριότητες. Είναι κοινό μυστικό άλλωστε ότι η μαφία του προσέφερε προστασία και χρήματα, όμως σαν αντάλλαγμα τον χρησιμοποιούσε για να επηρεάζει την έκβαση “στημένων” αγώνων για να κερδίζει χρήματα από παράνομο στοιχηματισμό. Ο ίδιος άνθρωπος ωστόσο, ήταν αυτός που όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στη διοίκηση της ομάδας του και ρίσκαρε το πανάκριβο συμβόλαιό του για να βοηθήσει ένα άρρωστο παιδί. Η ιδέα ενός φιλανθρωπικού αγώνα απορρίφθηκε αρχικά από τους διοικούντες της Napoli, από το φόβο τραυματισμού κάποιου παίχτη, όμως όταν ο πατέρας του παιδιού απευθύνθηκε στον Diego, εκείνος αψήφισε τους πάντες και οργάνωσε τον αγώνα χωρίς δεύτερη σκέψη, μαζεύοντας το απαιτούμενο ποσό. Ο ίδιος άνθρωπος ήταν αυτός που κέρδισε εκατομμύρια από το ποδόσφαιρο αλλά δεν σταμάτησε ποτέ να το αντιμετωπίζει σαν παιχνίδι, σαν διασκέδαση κι όχι σαν δουλειά. Ο ίδιος άνθρωπος ανάγκασε τους Ναπολιτάνους (και όχι μόνο) να του φτιάξουν άγαλμα και αμέτρητους φίλους του ποδοσφαίρου παγκοσμίως να τον θεοποιήσουν. Άλλους μεταφορικά κι άλλους κυριολεκτικά. Γιατί στο Rosario της Αργεντινής βρίσκεται η Inglesia Maradoniana, μια εκκλησία προς τιμήν του, η οποία έχει πάνω από 200.000 πιστούς, οι οποίοι σήμερα (30 Οκτωβρίου) γιορτάζουν τα δικά τους Χριστούγεννα και οφείλουν να ακολουθούν πιστά τις δικές τους 10 εντολές.
Το ποδόσφαιρο δεν παίζεται από αυτούς που θέλουν να “πουλήσουν”. Παίζεται από αυτούς που θέλουν να παίξουν, αυτούς που θέλουν να νικήσουν. Το ποδόσφαιρο δεν είναι τα εκατομμύρια, οι διαφημίσεις και οι χορηγοί. Είναι το πάθος, ο ενθουσιασμός, η αγάπη για το παιχνίδι, το θέαμα. Το ποδόσφαιρο στην πιο μαγευτική του μορφή παίχτηκε από τον Maradona. Το ποδόσφαιρο στην πιο αληθινή του μορφή είναι ο Maradona.