«Για μένα το πρόβλημα του Αλέκου ήταν βασικά ένα: Είχε πολλά ταλέντα, που στριμώχνονταν συνέχεια μέσα του, προσπαθώντας να πάρει κάποιο από όλα σειρά. Έγραφε κωμωδίες, αλλά αν τον κλείδωνε κάποιος για μερικές ώρες ή για μερικούς μήνες σε ένα γραφείο, θα μπορούσε να μπει άνετα στο μαγικό αυλάκι της πεζογραφίας, οδοιπορώντας κάπου ανάμεσα στον Μαρκ Τουαίν και στον Τσέχοφ. Σκηνοθετούσε ταινίες του Φίνου και την ίδια ώρα έγραφε μερικά από τα πιο ρομαντικά τραγούδια του ελληνικού πενταγράμμου», είχε πει ο Φρέντυ Γερμανός. Ο Σακελλάριος περνούσε μέσα από τις ταινίες του, που είχαν χαρακτηριστεί από κάποιους «ελαφρές», δηκτικά κοινωνικά και πολιτικά σχόλια. Με αριστουργηματικό τρόπο καυτηρίαζε τους προδότες, τους ανήθικους και τους διεφθαρμένους της εποχής του. Πίσω από τις ατάκες των πρωταγωνιστών στους «Γερμανούς ξανάρχονται», την «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», την «Κόρη μου τη σοσιαλίστρια», τη «Θεία από το Σικάγο», το «Καλώς ήρθε το δολλάριο» κ.ά., σχολιάζει όλα τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας των περασμένων δεκαετιών.
Το όνομά του ήταν συνώνυμο της επιτυχίας τα χρυσά χρόνια του ελληνικού κινηματογράφου. Οι ταινίες και τα θεατρικά του έργα, όσο και τα τραγούδια του έκαναν ρεκόρ εισπράξεων, κυρίως τη δεκαετία του 1960. Άφησε παρακαταθήκη στους νεότερους καλλιτέχνες ένα τεράστιο έργο, που περιλαμβάνει πάνω από 2.000 τραγούδια, 185 θεατρικά έργα και περισσότερες από 100 κινηματογραφικές ταινίες. Όταν κάποιος Γάλλος δημοσιογράφος σε μια συνέντευξή του, τον ρώτησε πόσα έργα έχει γράψει μέχρι τότε, ο Σακελλάριος του απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: 145. Ο δημοσιογράφος έφυγε και δεν δημοσίευσε ποτέ τη συνέντευξη αυτή, διότι θεώρησε ότι ο Σακελλάριος τον κορόιδευε.
Γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1913 και είχε γονείς τον Πύρρο Σακελλάριο και την Ελένη Ζάππα, απόγονο του γνωστού εθνικού ευεργέτη. Είχε δύο αδελφές, τη Μίκα και την Ευγενία. Έζησε όμορφα παιδικά χρόνια, αλλά κάποια στιγμή η οικογένεια έχασε όλη την περιουσία της και ήρθε η πτώχευση και η πείνα.
Δεν ήταν ποτέ καλός μαθητής και περνούσε τις τάξεις με το ζόρι. Όταν αποφοίτησε από το 8ο γυμνάσιο Αθηνών και ήταν συμμαθητής με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κατάφερε να μπει στη Νομική Σχολή αλλά δικηγόρος δεν έγινε ποτέ, γιατί αγαπούσε τη δημοσιογραφία και το γράψιμο. Η πρώτη του δουλειά σαν δημοσιογράφος ήταν στην «Καθημερινή», έπειτα από γράμμα που έστειλε στον διευθυντή Γεώργιο Βλάχο. Αργότερα εργάστηκε σε μεγάλες εφημερίδες της εποχής, καθώς και σε διάφορα περιοδικά.
Το 1935 έγραψε, κατόπιν παραγγελίας του κορυφαίου κωμικού του ελαφρού μουσικού θεάτρου της περιόδου, Πέτρου Κυριακού, το πρώτο θεατρικό του έργο «Ο βασιλιάς του Χαλβά», και μ’ αυτό καθιερώνεται ως θεατρικός συγγραφέας.
Η συνεργασία με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, (που ξεκίνησε με την επιθεώρηση «Παύσατε Πυρ», ήταν θρυλική και εξαιρετικά επιτυχημένη. Ήταν πολυγραφότατοι και μαζί έγραψαν θεατρικά έργα, σενάρια, τραγούδια και επιθεωρήσεις. Τους ονόμασαν «Οι «Διόσκουροι του ελληνικού θεάτρου». Έγραψαν μαζί αμέτρητα σενάρια και τραγούδια που έγιναν όλα μεγάλες επιτυχίες. «Άστα τα μαλλάκια σου», «Θα σε πάρω να φύγουμε», «Μάρω-Μάρω μια φορά είν’ τα νιάτα», «Άλα, άνοιξε κι άλλη μπουκάλα», «Το μονοπάτι», «Βρε Μανώλη Τραμπαρίφα», «Ένα βράδυ που ‘βρεχε», «Άρχισαν τα όργανα», «Έχω ένα μυστικό», «Υπομονή», «Σήκω χόρεψε συρτάκι» και πολλά άλλα. Συνεργάστηκε με συνθέτες όπως τους Σουγιούλ, Χατζιδάκι, Σπανός, Χιώτη, Πλέσσα, Ζαμπέτα, Κατσαρό, Σακελλαρίδη, Καπνίση, Χατζηνάσιο, κ.ά.
Όταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη το 1959 τραγουδά τα «Έχω ένα μυστικό» και «Γκρίζο γατί» (Νιάου βρε γατούλα), το βινύλιο των 45 στροφών στο οποίο κυκλοφόρησαν αυτά τα τραγούδια, γίνεται ο πρώτος χρυσός δίσκος στην Ελλάδα, ξεπερνώντας τις 75.000 πωλήσεις.
https://youtu.be/BEQI_Pe1vsM
Θέατρο και Επιθεώρηση
Για το θέατρο έγραψε 185 έργα πολλά από τα οποία ήταν κι αυτά σε συνεργασία με το «έτερό του ήμισυ» Χρήστο Γιαννακόπουλο, καθώς και επιθεωρήσεις, οπερέττες, βαριετέ και μουσικές κωμωδίες. Ενδεικτικά κάποια από τα έργα του: «Μαρία Πενταγιώτισσα», «Ένας ήρωας με παντούφλες», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Δεσποινίς ετών 39», «Ο Ηλίας του 16ου», «Αλοίμονο στους νέους», «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Υπάρχει και φιλότιμο», «Μπράβο Κολονέλο», «Άνθρωποι… Άνθρωποι», «Η Μουσαφίρισσα», «Το Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Η Λίζα τα ‘κανε θάλασσα», «Μποέμ της Αθήνας».
Κινηματογράφος
Ο Σακελλάριος ήταν φαινόμενο για τον ελληνικό σινεμά, αφού ήταν ταυτόχρονα σκηνοθέτης, σεναριογράφος και στιχουργός των τραγουδιών που ακούγονταν στις ταινίες του, και μαζί με τον Φιλ. Φίνο έκαναν μνημειώδεις ταινίες για τον ποιοτικό εμπορικό κινηματογράφο.
Το 1946 ξεκίνησε λαμπρή καριέρα και στον κινηματογράφο, όταν μετά από παράκληση του Φίνου σκηνοθέτησε την ταινία «Παπούτσι από τον τόπο σου», σε σενάριο δικό του και του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Γύριζε στον κινηματογράφο τα θεατρικά του έργα που είχαν δοκιμαστεί στο σανίδι, και αργότερα έγραψε κινηματογραφικά σενάρια για ταινίες – σταθμούς όπως, «Λατέρνα φτώχια και φιλότιμο», «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Η θεία απ’ το Σικάγο» κ.ά. Ήταν κυνηγός ταλέντων, του χρωστούν την καριέρα τους σημαντικοί πρωταγωνιστές. (Τζ. Καρέζη, Αλ.Βουγιουκλάκη, Β. Λογοθετίδη, Γ. Βασιλειάδου, Β. Αυλωνίτη. κ.ά.). Γνωστότερα από τα σενάρια του είναι: «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», «’Ενας ήρως με παντούφλες», «Ένα βότσαλο στη λίμνη», «Σάντα Τσικίτα», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Δεσποινίς ετών 39», «Ούτε γάτα, ούτε ζημιά», «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», «Η θεία απ’ το Σικάγο», «Η καφετζού», «Η κυρά μας η μαμή»,» Ο Ηλίας του 16ου», «Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο», «Τα κίτρινα γάντια», «Αλίμονο στους νέους», «Η Αλίκη στο ναυτικό», «Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης», «Χτυποκάρδια στο θρανίο», «Το δόλωμα», «Υπάρχει και φιλότιμο».
Όμως ασχολήθηκε και με την τηλεόραση από τα πρώτα της βήματα στην Ελλάδα. Έγραψε και σκηνοθέτησε περισσότερες από 40 τηλεοπτικές κωμωδίες, ενώ παρουσίασε και αρκετές ψυχαγωγικές εκπομπές, και το 1987 είχε γυρίσει 4 βιντεοταινίες.
Τιμήθηκε με πολλά ελληνικά και ξένα βραβεία για όλο το εύρος της δημιουργίας του. Τιμήθηκε με το «Έπαθλο Ξενόπουλου» για τα θεατρικά του έργα «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Ένα βότσαλο στη λίμνη», «Ο Σπαγγοραμένος». Η ταινία του «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» ψηφίστηκε ως η καλύτερη ταινία της πενταετίας 1955-60 (μαζί με τη Στέλλα και το Δράκο).
Στην προσωπική του ζωή, που ήθελε να την κρατάει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ο Αλέκος Σακελλάριος έκανε τρεις γάμους και απέκτησε δύο κόρες. Ο πρώτος του γάμος κράτησε τριάντα χρόνια μέχρι το 1969, όταν η γυναίκα του, Ματούλα Ντάβαρη, έφυγε από τη ζωή. Του χάρισε τα δυο του παιδιά, την Ελένη και την Ανή. Η δεύτερη σύζυγος του Αλέκου Σακελλάριου ήταν η ηθοποιός Νίκη Λινάρδου.
Τα τελευταία χρόνια (από τα τέλη του ’70 ως το 1991) ζούσε με την τρίτη σύζυγό του, Τίνα, η οποία έχει τη διαχείριση του έργου του συζύγου της, γράφοντας συνεχώς σενάρια, χρονογραφήματα και θεατρικά, τα περισσότερα εκ των οποίων δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, θεατρικό και χρονογραφικό, δεν εκδόθηκε ποτέ.
Λέει για τον σύζυγό της η κ. Σακελλάριου σε συνέντευξή της: «Το έχω πει πολλές φορές, ότι η ζωή μου με τον Αλέκο ήταν μια βόλτα στον παράδεισο. Ημουνα πολύ τυχερή που γνώρισα αυτό τον άνθρωπο, τον αγάπησα, με αγάπησε, ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος ευφυής. Ίσως πολύ πιο ευφυής απ’ όσο μπορείτε να φανταστείτε. Είχε απίστευτη αίσθηση του χιούμορ. Ηταν καλός άνθρωπος, με καλή διάθεση απέναντι στους ανθρώπους. Είχε προδοθεί πολλές φορές από τους ανθρώπους και είναι φυσικό. Όταν είσαι πολυπράγμων, όταν είσαι ένας άνθρωπος με ταλέντο, όταν είσαι και Ελληνας, δεν στο συγχωρούν πολύ εύκολα αυτό οι συνέλληνες. Ο νοών, νοείτω. Ο Αλέκος Σακελλάριος ήταν τόσο δυναμικός, τόσο πεισματάρης, που δεν σταμάταγε σε τίποτα».
Πριν από το θάνατό του, στις 28 Αυγούστου 1991, έγραψε μία αφηγηματική πολύ πλούσια αναδρομή/βιογραφία του, που αποτελεί άλλο ένα συγγραφικό του επίτευγμα, με τον τίτλο «Λες και ήταν χτες», ένα ανθολόγιο σπάνιων και ανέκδοτων στιγμών της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου.