Είναι από τις περιπτώσεις καλλιτεχνών , όπου ακούγοντας τα τραγούδια της σε ταξιδεύει με την φωνή της και αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στη Γαλλία. Ακόμη και αυτοί που δεν γνωρίζουν την γλώσσα στην οποία τραγουδούσε κατάφερε να τους συγκινεί με το συναίσθημα της φωνής της. Με μία ζωή καθόλου εύκολη ‘σαν τριαντάφυλλο’ ,όπως τραγουδάει και σε ένα από τα πιο γνωστά της τραγούδια , από την γέννηση της μέχρι και τον –πρόωρο- θάνατο έζησε μεγάλες δυσκολίες. Την θαύμασαν εκατομμύρια άνθρωποι για το εύρος και την βραχνάδα της φωνής της , αλλά επίσης σκανδάλισε και πολύ κόσμο με την άστατη ερωτική της ζωή.
Τα πρώτα χρόνια.
Η Edith Piaf γεννιέται στο Παρίσι στις 19 Δεκεμβρίου 1915 με το πραγματικό της όνομα να είναι, Εdith Giovanna Gassion, με τους γονείς της να την ονομάζουν έτσι από την περίφημη Βρετανή νοσοκόμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου Edith Cavell, η οποία εκτελέστηκε για τη βοήθεια που παρείχε σε Γάλλους στρατιώτες που δραπέτευαν από τη γερμανική αιχμαλωσία. Η μητέρα της, Annetta Giovanna Maillard, ήταν η Ιταλίδα τραγουδίστρια «Line Marsa», ενώ ο πατέρας της, Louis-Alphonse Gassion, ήταν ακροβάτης του δρόμου. Οι γονείς της σύντομα θα παρατούσαν τη μικρή Εντίθ, με τη γιαγιά της -η οποία είχε στην κατοχή της οίκο ανοχής- να αναλαμβάνει για ένα διάστημα την τύχη της. Το 1929 πάντως, σε ηλικία 14 ετών, η Εντίθ ακολουθεί τον πατέρα της στις παραστάσεις δρόμου και στο τσίρκο όπου εργαζόταν, οργώνοντας όλη τη γαλλική επικράτεια. Ο πατέρας της ήθελε η κόρη του να ασχοληθεί με το τσίρκο αλλά κατάλαβε ότι δεν είχε κάποιο ταλέντο στο σώμα , αλλά στην φωνή.
Η Πιαφ σύντομα θα αποχωριζόταν και τον πατέρα της, όταν αποφάσισε να ακολουθήσει τη δική της καριέρα ως τραγουδίστρια του δρόμου στο Παρίσι, σε ηλικία 15 ετών. Στα 17 της συναντά τον Louis Dupont, με τον οποίο ζουν μαζί για ένα χρόνο και τον Δεκέμβριο του 1933 κάνουν ένα κοριτσάκι την Μαρσέλ. Οι δυο τους σύντομα χώρισαν και το κοριτσάκι έμεινε με την μητέρα του η οποία την έπαιρνε μαζί της στις δουλειές και δεν την πρόσεχε καθόλου με αποτέλεσμα να αρρωστήσει και να πεθάνει από μηνιγγίτιδα 2 χρόνια αργότερα.
Η καριέρα της στο τραγούδι.
Συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους του Παρισιού και γνωρίζει τον Louis Leplée, διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία. Την βαφτίζει «Môme Piaf» (μικρό σπουργίτι) και το 1935 βγάζει τον πρώτο της δίσκο. Αργότερα ο μέντορας της δολοφονείται. Η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον δολοφόνο αλλά δεν τον καταδίδει. Αν και αθωώθηκε με τη βοήθεια του νέου συντρόφου ,Raymond Asso, που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, φεύγει για να ζήσει στην επαρχία αλλά επιστρέφει στο Παρίσι δύο χρόνια αργότερα.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και τη γερμανική κατοχή, δίνει συναυλίες για αιχμαλώτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν. Γύρω στα 23 της είναι πια μια μεγάλη προσωπικότητα και γυρίζει την πρώτη της ταινία, που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα τέλη του 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της La vie en rose, που στην αρχή περνά απαρατήρητη, μέχρι σήμερα όμως είναι από τα πιο γνωστά γαλλικά τραγούδια όλων των εποχών. Στην διάρκεια της καριέρας της γράφει περίπου 80 τραγούδια και ερμήνευσε περισσότερα από 200.
Μετά το τέλος του πολέμου η φήμη της έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο. Η ίδια κάνει περιοδείες σε όλη την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Λατινική Αμερική , μεγαλώνοντας έτσι το κοινό που την θαυμάζει. Στην αρχή το Αμερικανικό κοινό είναι κάπως διστακτικό μαζί της λόγω της μαυροφορεμένης της εμφάνισης αλλά οι ερμηνείες της συγκέντρωσαν διθυραμβικές κριτικές με αποτέλεσμα να την λατρέψουν και εκεί. Από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της θεωρούνται το ‘La vie en rose’ που ηχογραφήθηκε το 1945 και το ‘Non, je ne regrette rien’ (‘όχι , δεν μετανιώνω για τίποτα.) του 1956.
Προσωπική ζωή.
Η ερωτική της ζωή υπήρξε πολυτάραχη. Παντρεύτηκε 2 φορές, με την πρώτη να είναι με τον τραγουδιστή Jacques Pills το 1952 , ο οποίος κράτησε λιγότερο από 5 χρόνια και ο δεύτερος γάμος έγινε το 1962 με το Theo Sarapo (Θεοφάνη Λαμπουκά) έναν Έλληνα κομμωτή και performer , ο οποίος κράτησε μέχρι και τον θάνατό της το 1963.
Στα 30 της ερωτεύεται τον άσημο τότε Yves Montand και προωθεί η ίδια την καριέρα του. Το 1956 ερωτεύεται με τον τραγουδοποιό Georges Moustaki ο οποίος συνθέτει για εκείνη το τραγούδι ‘Milord’ , το οποίο γίνεται μεγάλη επιτυχία. Στην διάρκεια της ζωής της είχε πολλούς συντρόφους και ερωτευόταν συνέχεια. Λεγόταν πως βαριόταν συχνά από τους έρωτες της καθώς έψαχνε να βρει το τέλειο . Ένας από τους μεγαλύτερους έρωτες της ζωής της ,σύμφωνα με τα λεγόμενα της, ήταν ο μποξέρ Marcel Cedan , o οποίος το 1949 , στο αποκορύφωμα του έρωτα τους, βρίσκει τραγικό θάνατο σε αεροπορικό δυστύχημα , ενώ πήγαινε να την επισκεφθεί. Ο θάνατος του την βυθίζει στην κατάθλιψη και δεν τον ξεπερνάει ποτέ.
Η Piaf με τον Marcel
Ο εθισμός στο αλκοόλ και τα ατυχήματα.
Μετά τον θάνατο του Marcel , έχει τρία σοβαρά ατυχήματα τα οποία της δημιουργούν εθισμό στην μορφίνη και σε συνδυασμό με το αλκοόλ χειροτερεύει περισσότερο την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της. Το 1952 όντας παντρεμένη με τον Jacques Pills , σε μια από τις τουρνέ της στην Αμερική , ακολουθεί πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης, μα οι ουσίες την έχουν καταβάλει. Παρ’ αυτά κάνει εξαιρετικές ηχογραφήσεις. Τα επόμενα δύο χρόνια μένει κλεισμένη σπίτι της σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, μα το 1955, μόλις μαθαίνει πως θα τραγουδήσει στο θέατρο Olympia, βρίσκει την δύναμη και δίνει μια εκπληκτική παράσταση. Το δεύτερο σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Πιαφ. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.
Σε μία συναυλία στην Στοκχόλμη στα τέλη του ’50, καταρρέει στην σκηνή και οι γιατροί που τον εξετάζουν βρίσκουν πως έχει ανίατο καρκίνο. Συνεχίζει όμως απτόητη τις συναυλίες , έχοντας πάντα στο πλευρό της μία νοσοκόμα η οποία της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους. Το 1960 τραγουδά με επιτυχία το «Non, Je Ne Regrette Rien» του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή.
Η Πιαφ πεθαίνει σχεδόν την ίδια μέρα με τον φίλο της Jean Cocteau στις 10 Οκτωβρίου του 1963 , στα 48 της χρόνια από κίρρωση. Ο σύζυγός της μεταφέρει την ίδια ημέρα του θανάτου της τη σορό της στη «δική της πόλη», το Παρίσι. Ο τάφος της βρίσκεται στο Κοιμητήριο του Παρισιού Père Lachaise. Στο τέλος της ζωής της δεν είχε αποκτήσει περιουσία αφήνοντας στον σύζυγό της μόνο χρέη αλλά και μια τεράστια ιστορία.
Πολλοί καλλιτέχνες επανεκτελούν τραγούδια της μέχρι και σήμερα. Στο Παρίσι υπάρχει επίσης μουσείο με το όνομά της «Musée Edith Piaf», στο οποίο μπορεί κανείς να δει διάφορα προσωπικά αντικείμενα της καλλιτέχνιδας, όπως ένα από τα φορέματά της και τη συλλογή από πορσελάνες της. Το 2006 ο σκηνοθέτης Olivier Dahan γυρίζει τη ζωή της Γαλλίδας τραγουδίστριας σε ταινία με τίτλο La Môme (Το νεαρό κορίτσι). Στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Ζωή σαν τριαντάφυλλο». Στον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας, που εμφανίστηκε και στο Φεστιβάλ κινηματογράφου στο Βερολίνο, παίζει η Γαλλίδα ηθοποιός Marion Cotillard, ρόλο για τον οποίο κέρδισε το 2008 το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου, αλλά και Χρυσή Σφαίρα και το Βρετανικό BAFTA.
Η ζωή της ήταν πολυτάραχη και γεμάτη δυσκολίες και ατυχήματα αλλά μέσα από όλα αυτά , η σπουδαία αυτή ερμηνεύτρια βρήκε την δύναμη και την έμπνευση για να αποτελεί σήμερα ένα από τα πιο γνωστά ονόματα που έβγαλε ποτέ η Γαλλία.
Είναι από τις περιπτώσεις καλλιτεχνών , όπου ακούγοντας τα τραγούδια της σε ταξιδεύει με την φωνή της και αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι στη Γαλλία. Ακόμη και αυτοί που δεν γνωρίζουν την γλώσσα στην οποία τραγουδούσε κατάφερε να τους συγκινεί με το συναίσθημα της φωνής της. Με μία ζωή καθόλου εύκολη ‘σαν τριαντάφυλλο’ ,όπως τραγουδάει και σε ένα από τα πιο γνωστά της τραγούδια , από την γέννηση της μέχρι και τον –πρόωρο- θάνατο έζησε μεγάλες δυσκολίες. Την θαύμασαν εκατομμύρια άνθρωποι για το εύρος και την βραχνάδα της φωνής της , αλλά επίσης σκανδάλισε και πολύ κόσμο με την άστατη ερωτική της ζωή.
Τα πρώτα χρόνια.
Η Edith Piaf γεννιέται στο Παρίσι στις 19 Δεκεμβρίου 1915 με το πραγματικό της όνομα να είναι, Εdith Giovanna Gassion, με τους γονείς της να την ονομάζουν έτσι από την περίφημη Βρετανή νοσοκόμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου Edith Cavell, η οποία εκτελέστηκε για τη βοήθεια που παρείχε σε Γάλλους στρατιώτες που δραπέτευαν από τη γερμανική αιχμαλωσία. Η μητέρα της, Annetta Giovanna Maillard, ήταν η Ιταλίδα τραγουδίστρια «Line Marsa», ενώ ο πατέρας της, Louis-Alphonse Gassion, ήταν ακροβάτης του δρόμου. Οι γονείς της σύντομα θα παρατούσαν τη μικρή Εντίθ, με τη γιαγιά της -η οποία είχε στην κατοχή της οίκο ανοχής- να αναλαμβάνει για ένα διάστημα την τύχη της. Το 1929 πάντως, σε ηλικία 14 ετών, η Εντίθ ακολουθεί τον πατέρα της στις παραστάσεις δρόμου και στο τσίρκο όπου εργαζόταν, οργώνοντας όλη τη γαλλική επικράτεια. Ο πατέρας της ήθελε η κόρη του να ασχοληθεί με το τσίρκο αλλά κατάλαβε ότι δεν είχε κάποιο ταλέντο στο σώμα , αλλά στην φωνή.
Η Πιαφ σύντομα θα αποχωριζόταν και τον πατέρα της, όταν αποφάσισε να ακολουθήσει τη δική της καριέρα ως τραγουδίστρια του δρόμου στο Παρίσι, σε ηλικία 15 ετών. Στα 17 της συναντά τον Louis Dupont, με τον οποίο ζουν μαζί για ένα χρόνο και τον Δεκέμβριο του 1933 κάνουν ένα κοριτσάκι την Μαρσέλ. Οι δυο τους σύντομα χώρισαν και το κοριτσάκι έμεινε με την μητέρα του η οποία την έπαιρνε μαζί της στις δουλειές και δεν την πρόσεχε καθόλου με αποτέλεσμα να αρρωστήσει και να πεθάνει από μηνιγγίτιδα 2 χρόνια αργότερα.
Η καριέρα της στο τραγούδι.
Συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους του Παρισιού και γνωρίζει τον Louis Leplée, διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία. Την βαφτίζει «Môme Piaf» (μικρό σπουργίτι) και το 1935 βγάζει τον πρώτο της δίσκο. Αργότερα ο μέντορας της δολοφονείται. Η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον δολοφόνο αλλά δεν τον καταδίδει. Αν και αθωώθηκε με τη βοήθεια του νέου συντρόφου ,Raymond Asso, που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, φεύγει για να ζήσει στην επαρχία αλλά επιστρέφει στο Παρίσι δύο χρόνια αργότερα.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και τη γερμανική κατοχή, δίνει συναυλίες για αιχμαλώτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν. Γύρω στα 23 της είναι πια μια μεγάλη προσωπικότητα και γυρίζει την πρώτη της ταινία, που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα τέλη του 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της La vie en rose, που στην αρχή περνά απαρατήρητη, μέχρι σήμερα όμως είναι από τα πιο γνωστά γαλλικά τραγούδια όλων των εποχών. Στην διάρκεια της καριέρας της γράφει περίπου 80 τραγούδια και ερμήνευσε περισσότερα από 200.
Μετά το τέλος του πολέμου η φήμη της έχει εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο. Η ίδια κάνει περιοδείες σε όλη την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Λατινική Αμερική , μεγαλώνοντας έτσι το κοινό που την θαυμάζει. Στην αρχή το Αμερικανικό κοινό είναι κάπως διστακτικό μαζί της λόγω της μαυροφορεμένης της εμφάνισης αλλά οι ερμηνείες της συγκέντρωσαν διθυραμβικές κριτικές με αποτέλεσμα να την λατρέψουν και εκεί. Από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της θεωρούνται το ‘La vie en rose’ που ηχογραφήθηκε το 1945 και το ‘Non, je ne regrette rien’ (‘όχι , δεν μετανιώνω για τίποτα.) του 1956.
Προσωπική ζωή.
Η ερωτική της ζωή υπήρξε πολυτάραχη. Παντρεύτηκε 2 φορές, με την πρώτη να είναι με τον τραγουδιστή Jacques Pills το 1952 , ο οποίος κράτησε λιγότερο από 5 χρόνια και ο δεύτερος γάμος έγινε το 1962 με το Theo Sarapo (Θεοφάνη Λαμπουκά) έναν Έλληνα κομμωτή και performer , ο οποίος κράτησε μέχρι και τον θάνατό της το 1963.
Στα 30 της ερωτεύεται τον άσημο τότε Yves Montand και προωθεί η ίδια την καριέρα του. Το 1956 ερωτεύεται με τον τραγουδοποιό Georges Moustaki ο οποίος συνθέτει για εκείνη το τραγούδι ‘Milord’ , το οποίο γίνεται μεγάλη επιτυχία. Στην διάρκεια της ζωής της είχε πολλούς συντρόφους και ερωτευόταν συνέχεια. Λεγόταν πως βαριόταν συχνά από τους έρωτες της καθώς έψαχνε να βρει το τέλειο . Ένας από τους μεγαλύτερους έρωτες της ζωής της ,σύμφωνα με τα λεγόμενα της, ήταν ο μποξέρ Marcel Cedan , o οποίος το 1949 , στο αποκορύφωμα του έρωτα τους, βρίσκει τραγικό θάνατο σε αεροπορικό δυστύχημα , ενώ πήγαινε να την επισκεφθεί. Ο θάνατος του την βυθίζει στην κατάθλιψη και δεν τον ξεπερνάει ποτέ.
Η Piaf με τον Marcel
Ο εθισμός στο αλκοόλ και τα ατυχήματα.
Μετά τον θάνατο του Marcel , έχει τρία σοβαρά ατυχήματα τα οποία της δημιουργούν εθισμό στην μορφίνη και σε συνδυασμό με το αλκοόλ χειροτερεύει περισσότερο την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της. Το 1952 όντας παντρεμένη με τον Jacques Pills , σε μια από τις τουρνέ της στην Αμερική , ακολουθεί πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης, μα οι ουσίες την έχουν καταβάλει. Παρ’ αυτά κάνει εξαιρετικές ηχογραφήσεις. Τα επόμενα δύο χρόνια μένει κλεισμένη σπίτι της σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, μα το 1955, μόλις μαθαίνει πως θα τραγουδήσει στο θέατρο Olympia, βρίσκει την δύναμη και δίνει μια εκπληκτική παράσταση. Το δεύτερο σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Πιαφ. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.
Σε μία συναυλία στην Στοκχόλμη στα τέλη του ’50, καταρρέει στην σκηνή και οι γιατροί που τον εξετάζουν βρίσκουν πως έχει ανίατο καρκίνο. Συνεχίζει όμως απτόητη τις συναυλίες , έχοντας πάντα στο πλευρό της μία νοσοκόμα η οποία της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους. Το 1960 τραγουδά με επιτυχία το «Non, Je Ne Regrette Rien» του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή.
Η Πιαφ πεθαίνει σχεδόν την ίδια μέρα με τον φίλο της Jean Cocteau στις 10 Οκτωβρίου του 1963 , στα 48 της χρόνια από κίρρωση. Ο σύζυγός της μεταφέρει την ίδια ημέρα του θανάτου της τη σορό της στη «δική της πόλη», το Παρίσι. Ο τάφος της βρίσκεται στο Κοιμητήριο του Παρισιού Père Lachaise. Στο τέλος της ζωής της δεν είχε αποκτήσει περιουσία αφήνοντας στον σύζυγό της μόνο χρέη αλλά και μια τεράστια ιστορία.
Πολλοί καλλιτέχνες επανεκτελούν τραγούδια της μέχρι και σήμερα. Στο Παρίσι υπάρχει επίσης μουσείο με το όνομά της «Musée Edith Piaf», στο οποίο μπορεί κανείς να δει διάφορα προσωπικά αντικείμενα της καλλιτέχνιδας, όπως ένα από τα φορέματά της και τη συλλογή από πορσελάνες της. Το 2006 ο σκηνοθέτης Olivier Dahan γυρίζει τη ζωή της Γαλλίδας τραγουδίστριας σε ταινία με τίτλο La Môme (Το νεαρό κορίτσι). Στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Ζωή σαν τριαντάφυλλο». Στον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας, που εμφανίστηκε και στο Φεστιβάλ κινηματογράφου στο Βερολίνο, παίζει η Γαλλίδα ηθοποιός Marion Cotillard, ρόλο για τον οποίο κέρδισε το 2008 το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου, αλλά και Χρυσή Σφαίρα και το Βρετανικό BAFTA.
Η ζωή της ήταν πολυτάραχη και γεμάτη δυσκολίες και ατυχήματα αλλά μέσα από όλα αυτά , η σπουδαία αυτή ερμηνεύτρια βρήκε την δύναμη και την έμπνευση για να αποτελεί σήμερα ένα από τα πιο γνωστά ονόματα που έβγαλε ποτέ η Γαλλία.