Έχοντας αγαπήσει πραγματικά ένα οποιοδήποτε comic, πόσο μάλλον (και) ένα comic τόσο ιδιαίτερο όσο το “Watchmen”, θα χρειαζόμουν χιλιάδες λέξεις για να “μυήσω” κάποιον άσχετο και ίσως ακόμα περισσότερες για να κουβεντιάσω με κάποιον σχετικό. Όχι γιατί πρέπει, αλλά γιατί θέλω. Όσα λόγια κι αν βρω να πω, πάντα στο μυαλό μου θα ξεπηδάνε κι άλλα. Γιατί το παιδί που κρύβω μέσα μου έχει ξεφυλλίσει αμέτρητα τεύχη και θα μπορούσε κάλλιστα να μην είχε σταματήσει ποτέ να ταξιδεύει στις σελίδες τους. Και γιατί στην τελική δεν το κρύβω και τόσο καλά και συχνά είναι αυτό που σκέφτεται, μιλάει και γράφει για μένα. Όμως δεν σκοπεύω να σας κουράσω. Ή μάλλον σκοπεύω να αφήσω κάποιον άλλο να σας κουράσει αντί για μένα. Μπορεί να μη συμφωνώ απολύτως με τα λεγόμενά του αλλά αναγνωρίζω σε αυτά την ίδια αγάπη για τα comic, οπότε εγώ θα κρατήσω την άποψή μου για τον εαυτό μου αφήσω τον ίδιο να πει την ιστορία του.
Αυτά που ακολουθούν λοιπόν είναι, σε όσο το δυνατόν πιο πιστή μετάφραση, τα λόγια του Damon Lindelof προς τους οπαδούς του “Watchmen”, σε μια δημοσίευσή του στο Instagram, η οποία έπαιξε το ρόλο ανακοίνωσης και ταυτόχρονα απολογίας για τη νέα του δουλειά. Μια απολογία που γράφτηκε πολύ καιρό πριν ο Lindelof ολοκληρώσει τη δουλειά του και είναι πραγματικά απαραίτητη, σχεδόν κουραστική κι όμως ίσως όχι αρκετή για τους φίλους των υπέροχων ιστοριών του Alan Moore. Μια απολογία γεμάτη σεβασμό και γεμάτη ύβρι, που δεν αφήνει τίποτα περισσότερο να ειπωθεί και αποτελεί σίγουρα τον καλύτερο “πρόλογο” για τη νέα σειρά του HBO που θα προβληθεί μέσα στο 2019.
“Αγαπητοί οπαδοί του “Watchmen”,
Γεια σας. Λέγομαι Damοn Lindelof και είμαι συγγραφέας. Είμαι επίσης και ο ασυνείδητος μπάσταρδος που το τελευταίο διάστημα βεβηλώνει κάτι που αγαπάτε.
Αλλά δεν είμαι μόνο αυτά.
Είμαι ένα δωδεκάχρονο αγόρι και ο πατέρας μου μόλις μου έδωσε τα δύο πρώτα τεύχη, γκρινιάζοντας πως δεν είμαι ακόμα έτοιμος για αυτά, αλλά το βλέμμα του έχει μια σκανδαλιάρικη λάμψη. Το πρόσφατο διαζύγιο με τη μητέρα μου τον έχει κάνει ιδιότροπο, οπότε να’ μαι, στο κρεβάτι μου, με το φακό μου να φωτίζει τις σελίδες, να βλέπω τον Κωμικό να πέφτει ξανά και ξανά και ξανά. Ο γέρος είχε άδικο. Είμαι έτοιμος γι’ αυτό. Γιατί αυτό γράφτηκε ακριβώς για μένα.
Είμαι τριάντα οχτώ. Κάποιος μου δίνει τη δυνατότητα να διασκευάσω το “Watchmen” για την τηλεόραση. Η κινηματογραφική διασκευή έχει λιγότερο από ένα χρόνο που κυκλοφόρησε, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Του λέω πως δεν ενδιαφέρομαι και πως ίσως θα έπρεπε να αφήνει τους κοιμισμένους σκύλους να ξαπλώνουν με την ελπίδα ότι κάποιο λάστιχο αυτοκινήτου θα τους πατήσει, τινάζοντας το στομάχι τους. Δεν καταλαβαίνει την παραπομπή.
Βλέπω τον πατέρα μου να κουβεντιάζει με έναν άνδρα σε αναπηρικό καροτσάκι. Είμαι δεκαπέντε χρονών και βρισκόμαστε σε ένα συνέδριο κόμικ στη Νέα Υόρκη, σε μια εποχή που κανείς δεν θα παραδεχόταν ότι πηγαίνει σε συνέδρια κόμικ. Ή τουλάχιστον κανείς που να ήθελε να κάνει σεξ κάποια στιγμή στη ζωή του. Κι εγώ σίγουρα θα το ήθελα. Ο πατέρας μου παζαρεύει με τον πωλητή για να αποκτήσει τελικά, με τριάντα δολάρια, ένα αυθεντικό σενάριο της μεγάλης επερχόμενης ταινίας του “Watchmen”! Τώρα το διαβάζει φωναχτά, καθώς οι ήρωες μάχονται με τρομοκράτες στο άγαλμα της ελευθερίας. Κάτι δεν πάει καλά. Ο γέρος συνοφρυώνεται, σκανάροντας το κείμενο με μια μίξη απογοήτευσης και οργής, σαν ένα παιδί που μόλις έμαθε πως ο Άγιος Βασίλης δεν του έφερε το δώρο του φέτος και αντ’ αυτού λήστεψε το σπίτι του και έδειρε τους γονείς του. “Τι στο διάολο είναι αυτό;” μουρμουρίζει. Είναι η πρώτη φορά που βρίζει μπροστά μου.
Κάποιος άλλος μου δίνει τη δυνατότητα να διασκευάσω το “Watchmen” για την τηλεόραση. Είμαι σαράντα πλέον. Του λέω ότι κάποιος άλλος μου το ζήτησε πριν από κάνα χρόνο και αρνήθηκα. Απορεί γιατί είπα όχι. Του λέω πως ο Alan Moore έχει δηλώσει σαφώς κι επανειλημμένως ότι το “Watchmen” γράφτηκε για ένα συγκεκριμένο μέσο κι αυτό είναι το κόμικ, το οποίο και θα καταστρεφόταν αν μεταφραζόταν σε κινούμενες εικόνες. Ο άλλος σωπαίνει για μια στιγμή κι έπειτα αποκρίνεται: “Ποιος είναι ο Alan Moore;”
Είμαι είκοσι τριών και ζω στο Λος Άντζελες. Ο πατέρας μου πετάει από το Νιου Τζέρσεϊ για τα γενέθλιά μου και μου φέρνει ένα δώρο, μια νέα έκδοση του κόμικ των “Watchmen”. Μου εξηγεί ότι με αυτό τον τρόπο ο εκδότης διατηρεί τα δικαιώματα των χαρακτήρων. Μου λέει ότι ο Dan, o Adrian, ο Jon, ο Walter και η Laurie είναι όλοι τους δουλοπάροικοι και δουλεύουν τη γη για ένα φεουδάρχη που ποτέ δεν θα τους χαρίσει την ελευθερία τους. Ο πατέρας μου είναι αρκετά μεθυσμένος. Επιπλέον, είναι υποκριτής, αφού μου αγόρασε τη νέα έκδοση. “Ξέρω, ξέρω…” μου λέει, με την παλιά σκανδαλιάρικη λάμψη πίσω από τους παχύτερους πια φακούς των γυαλιών του. “Όμως είναι τόσο καταραμένα καλό.”
Ακόμα ένας άλλος μου δίνει τη δυνατότητα να διασκευάσω το “Watchmen” για την τηλεόραση. “Μόνο έναν πιλότο,” λέει, “Ας μην προτρέχουμε”. Είμαι σαράντα τριών πλέον και σκέφτομαι κάτι που διάβασα για τον Ορθόδοξο Ιουδαϊσμό. Παρ’ όλο που οι περισσότερες θρησκείες στηρίζονται στον ευαγγελισμό και τον προσηλυτισμό, ο Ορθόδοξος Ιουδαϊσμός δεν παρακαλεί. Αν κάποιος αλλόθρησκος επιθυμεί να προσηλυτιστεί, απορρίπτεται. Αν επιμείνει, απορρίπτεται ξανά, με ακόμα πιο σκληρό τρόπο. Αλλά αν έχει το θράσος να προσπαθήσει και τρίτη φορά; Βρίσκει μια χαραμάδα. Και αν είναι πρόθυμος να επενδύσει πάρα πολύ χρόνο, προσπάθεια, θυσία και πίστη, γίνεται αποδεκτός. Γιατί το σκέφτομαι αυτό; Έχω ήδη απορρίψει το “Watchmen” δύο φορές. Είμαι σαν τον Ορθόδοξο Ιουδαϊσμό. Αφήνω τη χαραμάδα. Και τώρα πια είμαι κι εγώ υποκριτής.
Στέκομαι πάνω από το κρεβάτι του πατέρα μου στο νοσοκομείο. Είμαι είκοσι εννιά, την τελευταία χρονιά που θεωρώ τον εαυτό μου “νέο”. Οι γιατροί αποσύνδεσαν το σωλήνα με το οξυγόνο πριν δυο ώρες και είπαν πως δεν θα άντεχε πάνω από δεκαπέντε λεπτά. Είναι κλισέ. Ζω μια αλληγορία. Είναι αναίσθητος, ανίκανος να μου μεταδώσει μια τελευταία σοφή συμβουλή ή να μου πει πως ένιωθε περήφανος για μένα, ακόμα κι αν δεν το παραδέχτηκε ποτέ. Δεν υπάρχει κάποιο μηχάνημα που να δείχνει τους αδύναμους παλμούς του. Δεν δέχεται μηχανική υποστήριξη. Κρατάω το κρύο χέρι του και προσπαθώ να μην προσευχηθώ, επειδή απεχθανόταν την ιδέα του Θεού, επομένως προσεύχομαι στους δικούς του θεούς. Προσεύχομαι στον Κτούλου. Προσεύχομαι στο 42, τον Αιώνιο Κοσμικό Αριθμό. Προσεύχομαι στον Δόκτωρ Μανχάταν, που βρίσκεται μακριά, σε κάποιον λιγότερο περίπλοκο γαλαξία. Η τηλεόραση είναι ανοιχτή και οι Lakers κερδίζουν το πρωτάθλημα. Ο πατέρας μου δεν νοιάστηκε ποτέ για το μπάσκετ. Δεν ήξερε καν τους κανόνες. Όταν πεθαίνει, καταλαβαίνω ότι τελικά ούτε κι εγώ ξέρω τους κανόνες. Κανείς δεν τους ξέρει.
Είμαι σαράντα πέντε και γράφω ένα γράμμα στους οπαδούς. Στους οπαδούς του “Watchmen”. Είναι αχρείαστα φλύαρο και υπερβολικά προσωπικό, όμως τίποτα δεν μπορεί να κερδίσει τη συμπάθεια των ανθρώπων όσο η διήγηση του θανάτου του πατέρα σου. Το να μοιράζεσαι τόσο προσωπικές λεπτομέρειες με ξένους σε κάνει να νιώθεις αξιολύπητος, αηδιαστικός και αδίστακτος. Μοιάζει με μια κραυγή για βοήθεια, μοιάζει απαραίτητο και λυτρωτικό. Ψάχνω ακόμα για έναν κομψό τρόπο να δραπετεύσω από αυτή τη συσκευή κβαντικής παρακολούθησης, μια συσκευή που σφετερίζομαι από τον κύριο Moore, ώστε να μπορέσω να μιλήσω σε αυτούς τους οπαδούς από τα βάθη της κρύας, ζαρωμένης μου καρδιάς. Ίσως θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω δεύτερο πρόσωπο αντί για τρίτο για να απευθυνθώ σε αυτούς, φέρνοντάς τους έτσι πιο κοντά μου.
Θα το θέλατε αυτό;
Πρώτον και κύριον, αν είστε θυμωμένοι που δουλεύω πάνω στο “Watchmen”, ζητώ συγγνώμη. Μπορεί να σκέφτεστε ότι δεν το εννοώ ή ότι δεν θα το έκανα. Το καταλαβαίνω, αλλά ελπίζω να μην ακυρώνει την απολογία που, με ειλικρίνεια και σεβασμό, σας προσφέρω.
Σεβασμός. Αυτό είναι το δεύτερο και ακόμα κυριότερο. Τρέφω απεριόριστο σεβασμό για τον Alan Moore. Διαθέτει ένα εκπληκτικό ταλέντο μυθικών διαστάσεων. Του έγραψα ένα γράμμα, εν μέρει παρόμοιο με αυτό εδώ, επειδή του όφειλα μια εξήγηση, σχετικά με το λόγο για τον οποίο αψηφώ τις επιθυμίες του, αλλά και για να του ζητήσω ταπεινά να μην μου ρίξει κάποια κατάρα, αφού κατέχει τη μαγεία και προφανώς, θα μπορούσε να το κάνει. Η απάντησή του, καθώς και το αν όντως απάντησε ποτέ, θα παραμείνει μεταξύ μας. Αρκεί να ειπωθεί, ακόμα και πριν το στείλω, πως ο κύριος Moore είχε καταστήσει σαφές ότι δεν επιθυμεί την παρέμβαση κανενός πάνω στη δουλειά του. Κάτι τέτοιο είναι ύβρις. Κι ακόμα χειρότερα, ανήθικο.
Υπάρχουν ένα εκατομμύριο τρόποι να δικαιολογήσει κανείς την ανήθικη συμπεριφορά. Θεωρώ ότι ο συνεργάτης του κυρίου Moore, ο εξαιρετικός καλλιτέχνης, Dave Gibbons, έχει εξ’ ίσου το δικαίωμα να παραχωρήσει την άδειά του για κάποια παρέμβαση στο αριστούργημά του και μάλιστα, είχε την ευγένεια να το κάνει. Άλλωστε και ο ίδιος ο κύριος Moore, στα πρώτα του βήματα βασίστηκε στις δημιουργίες άλλων: Batman, Superman, Captain Britain, Marvelman (για μένα δεν θα γίνει ποτέ “Miracleman”), Swamp Thing και The League of the Extraordinary Gentlemen, για να μην αναφέρω τους χαρακτήρες του The Charlton, στους οποίους βασίζονται οι χαρακτήρες του “Watchmen”… Άρα γιατί να μην μπορώ να κάνω κι εγώ το ίδιο;
Όχι. Όχι, δεν μπορώ. Δεν μπορώ να κάνω το ίδιο. Κι όμως…
Είμαι υποχρεωμένος.
Είμαι υποχρεωμένος, παρά την αναπόφευκτη αντίσταση και το μίσος που φυσιολογικά θα δεχτώ, αναλαμβάνοντας αυτό το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Αυτό το μένος θα είναι απίστευτα οδυνηρό λόγω της πηγής του. Εσείς είστε η πηγή του.
Οι αληθινοί οπαδοί.
Κάποτε είπα ότι αν κάποιος είναι πραγματικός οπαδός ενός πράγματος, δεν του επιτρέπεται να το μισήσει. Κάποιος διακεκριμένος συγγραφέας με μάλωσε για την αδιαλλαξία μου, απαντώντας πως το να είσαι ο δημιουργός ενός έργου δεν σου δίνει το δικαίωμα να ξεδιαλέγεις τους οπαδούς του.
Ο ίδιος συγγραφέας αργότερα κέρδισε Pulitzer στην τηλεοπτική κριτική. Εγώ αργότερα γνώρισα την ταπείνωση στα Χρυσά Βατόμουρα για το “Prometheus”.
Επομένως, σέβομαι την άποψή του. Στην τελική, ακόμα κι ο πιο θερμός, αιώνιος οπαδός των New York Jets, ας πούμε, έχει δικαίωμα να φωνάξει με όλη του τη δύναμη “ΕΙΣΤΕ ΧΑΛΙΑ, ΘΕΕ ΜΟΥ ΕΙΣΤΕ ΧΑΛΙΑ!” και θα το κάνει μάλιστα, φορώντας μια πανάκριβη φανέλα που ενδεχομένως του κόστισε έναν ολόκληρο μισθό.
Το θέμα είναι ότι αγαπάτε το “Watchmen”. Αυτό είναι που σας δίνει και το δικαίωμα να το μισείτε. Γιατί όπως και να’ χει…
Είστε ακόμα αληθινοί οπαδοί.
Αλλά όπως είπε ο αθάνατος P. W. Herman…
“Το ξέρω ότι είστε… Αλλά τι είμαι εγώ;”
Τι είμαι εγώ;
Είμαι κι εγώ ένας αληθινός οπαδός. Και δεν είμαι ο μόνος.
Αυτό που αγαπώ περισσότερο στην τηλεόραση είναι ότι το τελικό προϊόν δεν είναι αποτέλεσμα ενός μοναδικού οράματος, αλλά η συλλογική εμπειρία πολλών υπέροχων μυαλών. Έχω τη χαρά να κάθομαι κάθε μέρα σε ένα δωμάτιο με μια συγγραφική ομάδα πιο ποικίλη και μαχητική από οποιαδήποτε άλλη συμμετείχα στο παρελθόν. Σε αυτό το δωμάτιο, οι ετεροφυλόφιλοι λευκοί άντρες σαν εμένα, αποτελούν μειονότητα και καθώς το “Watchmen” θεωρείται (λανθασμένα) αποκλειστικά δικός μας τομέας, η κατανόηση του από τις οπτικές γωνίες ατόμων κάθε φύλου, χρώματος ή σεξουαλικής προτίμησης είναι τόσο πρωτοποριακή όσο και αναζωογονητική. Είμαστε αφοσιωμένοι στην ίδια στάση τόσο μπροστά, όσο και πίσω από τις κάμερες. Και ο καθένας που ενεπλάκη σε αυτό το έργο πραγματικά λατρεύει το “Watchmen”. Αλλά για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, θέλουμε και να…
Να το ταράξουμε;
Μόνο που μισώ αυτή τη λέξη γιατί δεν ταράζει και τόσο πολύ πια. Και πώς να παρουσιαστώ σαν πανκ ροκ την ώρα που είμαι άνετος στο κρεβάτι μου, με τη συντροφιά των Warner Brothers, της HBO και της DC; Για να λέμε την αλήθεια, όλοι, και ειδικά ο Geoff Johns (που είναι όσο αληθινός οπαδός γίνεται), είναι τρομερά εξυπηρετικοί. Σίγουρα έχει πλάκα να τα “χώνεις” στους εταιρικούς κολοσσούς για την εκμετάλλευση των συγγραφέων και των καλλιτεχνών, όμως όλοι γνωρίζουμε τι συνέβη με τον Jack Kirby κι όμως τρέχουμε για κάθε ταινία της Marvel… Οπότε ποια είναι η απάντηση στο πότε επιτρέπεται να σφετεριστείς κάτι;
Κι έτσι φτάνουμε στο πιο σημαντικό κομμάτι. Ίσως το μόνο κομμάτι που μετράει. Τις προθέσεις μας για δημιουργία.
Δεν σκοπεύουμε να “προσαρμόσουμε” τα δώδεκα τεύχη που ο κύριος Moore και ο κύριος Gibbons δημιούργησαν πριν τριάντα χρόνια. Αυτά είναι ιερά και δεν θα ανανεωθούν, δεν θα αναδημιουργηθούν, δεν θα αναπαραχθούν, δεν θα επαναληφθούν.
Ωστόσο, θα κάνουμε το remix τους. Επειδή τα μπάσα είναι πάρα πολύ καλά σε αυτά τα γνώριμα κομμάτια και θα ήμασταν ηλίθιοι να μην τα κρατήσουμε. Αυτά τα δώδεκα τεύχη αποτελούν την Παλαιά Διαθήκη μας. Όταν δημιουργήθηκε η Καινή Διαθήκη, δεν αναίρεσε ό,τι είχε προηγηθεί. Η Δημιουργία. Ο Κήπος της Εδέμ. Ο Αβραάμ και ο Ισαάκ. Ο Κατακλυσμός. Όλα συνέβησαν. Κι έτσι θα γίνει και με το “Watchmen”. Ο Κωμικός πέθανε. Ο Dan και η Laurie ερωτεύτηκαν. Ο Ozymandias έσωσε τον κόσμο και ο Dr. Manhattan τον εγκατέλειψε αμέσως αφότου διέλυσε τον Rorsach στο πολικό ψύχος της Ανταρκτικής.
Για να είμαστε σαφείς, το “Watchmen” είναι ο Κανών.
Ακριβώς όπως το έγραψε ο κύριος Moore, ακριβώς όπως το σχεδίασε ο κύριος Gibbons και ακριβώς όπως ο υπέροχος John Higgins το χρωμάτισε.
Αλλά δεν φτιάχνουμε ούτε ένα “sequel”. Αυτή η ιστορία θα διαδραματίζεται στον κόσμο που οι δημιουργοί της επιμελώς κατασκεύασαν… όμως ακολουθώντας την παράδοση του έργου που μας ενέπνευσε, αυτή η νέα ιστορία θα είναι αυθεντική. Πρέπει να δονείται με τη σεισμική δόνηση των δικών της τεκτονικών πλακών. Πρέπει να εγείρει νέα ερωτήματα και να εξερευνά τον κόσμο με άλλα μάτια. Αλλά πάνω από όλα, πρέπει να είναι σύγχρονη.
Η Παλαιά Διαθήκη ήταν επίκαιρη στα 80’s του Reagan, της Thatcher και του Gorbachev… Είμαστε αναγκασμένοι να συμβαδίζουμε με τον Trump, την May, τον Putin και το άλογο που καβαλάει μισόγυμνος. Και μιλώντας για Καβαλάρηδες, το Τέλος Του Κόσμου είναι εκτός συζήτησης (ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΤΩΡΑ ΣΤΟ HBO!), που σημαίνει ότι οι ήρωες και οι κακοί (αν μπορεί να γίνει ένας τέτοιος διαχωρισμός) παίζουν με διαφορετικούς στόχους και διαφορετικά ρίσκα. Το ύφος θα είναι φρέσκο και επικίνδυνο και ηλεκτρισμένο και παράλογο. Πολλοί περιγράφουν το “Watchmen” ως “σκοτεινό”, αλλά εγώ πάντα απολάμβανα το χιούμορ του, προσκυνώντας στο βωμό του είδους και ταυτόχρονα περιγελώντας το. Κι έτσι…
Κάποιοι χαρακτήρες θα είναι άγνωστοι. Νέα πρόσωπα. Νέες μάσκες για να τα καλύπτουν. Σκοπεύουμε ακόμα να επανεξετάσουμε τoν τελευταίο αιώνα κουστουμαρισμένης περιπέτειας μέσα από απροσδόκητα κι όμως οικεία μάτια… κι εδώ είναι που παίρνουμε τα μεγαλύτερα ρίσκα μας. Τα ρίσκα είναι επιτακτικά. Χρειάζομαι αυτό το αίσθημα στο στομάχι μου πριν πηδήξω από κάποιο μεγάλο ύψος χωρίς να ξέρω το βάθος του νερού από κάτω. Αν ήταν το σώμα μου να διαλυθεί από τη σύγκρουση, τουλάχιστον θα ήταν στο κυνήγι της δόξας. Κι ας είμαστε ειλικρινείς… Δεν υπάρχει ένα μικρό κομμάτι του εαυτού σας που θα ήθελε να με δει να σκάω σαν καρπούζι;
Ελπίζω όμως πως υπάρχει κι ένα κομμάτι που θέλει να βιώσει κάτι εντυπωσιακό. Κι όσον αφορά το τι θέλω εγώ; Θέλω την επιβεβαίωσή σας. Θέλω και να μην τη θέλω. Έχω παρατήσει το όπιο του Twitter, αλλά βρίσκω λίγη μεθαδόνη στο Reddit και στις εκπομπές. Θα διαβάζω και θα βλέπω και θα ακούω ό,τι έχετε να πείτε γιατί ακόμα κι αν εύχομαι να μην το έκανα…
Νοιάζομαι βαθύτατα για το τι πιστεύετε.
Και, δόξα τω Θεώ, φτάνουμε στο τέλος του μηνύματος. Τελειώματα. Και είμαι ΤΕΛΕΙΟΣ σε αυτά.
Ένας σοφός, μπλε άνδρας είπε κάποτε πως τίποτα δεν τελειώνει ποτέ.
Όμως ίσως να μην ήταν σοφός. Ίσως ήταν απλώς φοβισμένος και μόνος και λυπημένος που θα ζούσε να δει όσους και όσα αγάπησε ποτέ να πεθαίνουν. Οπότε ελπίζω πως αυτή δεν θα είναι η τελευταία μας αλληλογραφία συν-οπαδοί… στην τελική, πρόκειται απλά για έναν πιλότο και δεν θέλουμε να προτρέχουμε. Όμως, ίσως… αν όλα πάνε όπως ελπίζουμε… και αν είστε πρόθυμοι να μου δώσετε μια ευκαιρία, δεν θα είναι αυτό το τέλος…
Είναι η αρχή;
Με σεβασμό και ύβρι,
Damon”