Μετά το πέρας της παράστασης στο θέατρο Διάνα, σκεφτόμουν συνεχώς τα λόγια του Μενέλαου Λουντέμη από το μυθιστόρημα «Οδός Αβύσσου αριθμός 0» : «…στη ζωή υπάρχει κάτι πιο αβάσταχτο από το θάνατο… Ο αβάσταχτος πόνος που δε σε πάει στο θάνατο. Αλλά να κάνεις φιλοσοφία του πόνου πάνω σε μία άπονη ζωή είναι σα να θέλεις να ανάψεις φωτιά πάνω στη στάχτη».
Η Βάσια Αργέντη έχει κατανοήσει αυτόν τον «πόνο» και προσπαθεί να τον μαλακώσει με τη συγγραφή ενός έργου που αναφέρεται σε μία από τις πολλές πληγές του σύγχρονου ανθρώπου, την προσφυγιά. Παράλληλα, ένας νεαρός φοιτητής κυνηγά το όνειρο για ένα καλύτερο αύριο.
Η μητέρα της Νούρα αφηγείται την ιστορία της με βαθύ πόνο ψυχής, έχει χάσει ένα παιδί, αγνοείται ο άντρας της, είναι χωρίς πατρίδα και παλεύει να μείνει ζωντανή μαζί με τη μικρή της κόρη. Η «αόρατη» μικρή Νούρα είναι η ελπίδα, είναι η σανίδα σωτηρίας για τη μητέρα, αντιπροσωπεύει όλα όσα έχασε και όλα όσα ελπίζει. Η μάνα θέλει μία ζωή ήρεμη, χωρίς φόβο. Η ίδια έχει εξαπατηθεί από σωτήρες-αλήτες, έχει καταπατηθεί η αξιοπρέπειά της, αλλά η όποια ελπίδα της σβήνει με μία σφαίρα από έναν εξαπατημένο και εξαγριωμένο Έλληνα.
Ο Αλέξανδρος, δεν έχει τυχαία το όνομα του μεγάλου στρατηλάτη, επιδιώκει έναν καλύτερο κόσμο. Έχει όνειρα, φιλοδοξίες, φαίνεται πως έχει ψυχή, αλλά η αληθινή ζωή τον κάνει συμφεροντολόγο και πολέμιο του ίδιου του του εαυτού. Δίπλα του, ο «αόρατος» Μάριος, φίλος από τα φοιτητικά χρόνια, αντιπροσωπεύει την ελληνική πραγματικότητα, την πεποίθηση πως οι ξένοι φταίνε για τη δική μας αποτυχία. Η «αόρατη» μάνα του είναι η συνείδησή του, η οποία σιγά σιγά χάνεται. Ο Αλέξανδρος είναι θυμωμένος με τον πατέρα του που έφυγε νωρίς, με τον κοινωνικό του περίγυρο που του επιβάλει μία ζωή που δεν θέλει, με τον πρόσφυγα Σύριο που του πήρε την υποτροφία «μέσα από τα χέρια». Κάπως και κάπου πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη για όλους.
Η Αργέντη έχει δημιουργήσει δυνατούς χαρακτήρες είτε είναι παρόντες στη σκηνή είτε όχι. Καταφέρνει να κάνει έντονη την παρουσία των «αόρατων» προσώπων. Παράλληλα με την αφήγηση της ιστορίας της μικρής Νούρα από τη μητέρα της, έρχεται στο προσκήνιο η ιστορία μίας άλλης γυναίκας που γνώρισε την προσφυγιά, της γιαγιάς του Αλέξανδρου.
Η Αργέντη δεν είναι μόνο η συγγραφέας του έργου, αλλά έχει αναλάβει και την σκηνοθεσία της παράστασης. Ξετυλίγει το νήμα σιγά σιγά με εικόνες πικρής αλήθειας που κάπως αναγκάζουν το θεατή να βιώσει τη σκληρότητα της ζωής μακριά από τη ζεστασιά του καναπέ του.
Σημαντική βοήθεια στο όλο εγχείρημα είναι τα σκηνικά από τους ArtInArtπου αφήνουν έντονη την αίσθηση του εγκλωβισμού σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, ειδικά με τα διαφανή ορθογώνια κουτιά, οι φωτισμοί του Μανώλη Μπράτση, ο οποίος έχει συλλάβει το εσωτερικό σκοτάδι των ηρώων. Η μουσική του Ανδρέα Καρανίκα, την οποία έγραψε ειδικά για την παράσταση γαληνεύει τους ταραγμένους ήρωες, ενώ η Ανδριάνα Μπάμπαλη, με τη μελωδική φωνή της είναι μία όαση μέσα σε τόσο θυμό και πόνο.
Η Μαριάννα Τουμασάτου αναμετριέται με έναν ρόλο διαφορετικό από αυτούς που μας έχει συνηθίσει στο θέατρο. «Τσαλακώνεται» και γίνεται η χαροκαμένη μάνα, ο άνθρωπος χωρίς πατρίδα, αλλά που συνεχίζει να ελπίζει : «Τι είμαστε οι άνθρωποι μαμά; Μισός γκρεμός μισή αγκαλιά.»
Ο Γιάννης Χαντέλης, που έχει δείξει τις υποκριτικές του ικανότητες από τις προηγούμενες δουλειές του («Άλφα εις την ν, όταν η ψυχή συναντάει το σύμπαν» και «Να μ’ αγαπάς τα Σάββατα»), μπορεί να ανεβάσει ακόμη πιο ψηλά τον πήχη.
Οι Θεώνη Φύτρου και Δανάη Αλυσανδράτου λειτουργούν σαν ένα πρόσωπο, δεν αγγίζονται, είναι μακριά η μία με την άλλη σε ευθεία απόσταση μέσα στα διαφανή ορθογώνια κουτιά ως τη στιγμή που ο όλος ο θίασος γίνεται ένα.
Ευχάριστη έκπληξη η Ανδριάνα Μπάμπαλη, ως μικρή Νούρα, που «σβήνει» με τόση φυσικότητα στην αγκαλιά της μητέρας της.«Έφτασε η ώρα μαμά. Πάμε πάλι πίσω. Μην μου κλαις μαμά. Στις χούφτες μας έχω φυλάξει λίγο ήλιο …».
Άποψή μας είναι πως η συγκεκριμένη παράσταση δεν απευθύνεται μόνο σε ενήλικο κοινό. Καλόν είναι να δουν την παράσταση και έφηβοι, μαθητές. Πρόκειται για μία δυνατή παράσταση που μπορεί να προσφέρει συμπληρωματική διδασκαλία στο μάθημα της Ιστορίας και όχι μόνο.
Ταυτότητα παράστασης:
Πρωτότυπο κείμενο – Σκηνοθεσία : Βάσια Αργέντη
Πρωτότυπη μουσική: Ανδρέας Καρανίκας
Ερμηνεύουν :Μαριάννα Τουμασάτου, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Γιάννης Χαντέλης, Θεώνη Φύτρου, Δανάη Αλυσανδράτου
Σκηνικά: Art In Art
Σκηνική Επιμέλεια: Βάσια Αργέντη
Σχεδιασμός φωτισμών: Μανώλης Μπράτσης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκη Καρνάτσου
Φωτογραφία: Άμπερ Ντόκου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Διάρκεια: 75′ (χωρίς διάλειμμα)
Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ, 18 ευρώ, 12 ευρώ (φοιτητικό, άνεργοι, ατέλειες)
Προπώληση: Ταμεία Θεάτρου και 210-3626596
Θέατρο Διάνα
Ιπποκράτους 7, Αθήνα
Μετά το πέρας της παράστασης στο θέατρο Διάνα, σκεφτόμουν συνεχώς τα λόγια του Μενέλαου Λουντέμη από το μυθιστόρημα «Οδός Αβύσσου αριθμός 0» : «…στη ζωή υπάρχει κάτι πιο αβάσταχτο από το θάνατο… Ο αβάσταχτος πόνος που δε σε πάει στο θάνατο. Αλλά να κάνεις φιλοσοφία του πόνου πάνω σε μία άπονη ζωή είναι σα να θέλεις να ανάψεις φωτιά πάνω στη στάχτη».
Η Βάσια Αργέντη έχει κατανοήσει αυτόν τον «πόνο» και προσπαθεί να τον μαλακώσει με τη συγγραφή ενός έργου που αναφέρεται σε μία από τις πολλές πληγές του σύγχρονου ανθρώπου, την προσφυγιά. Παράλληλα, ένας νεαρός φοιτητής κυνηγά το όνειρο για ένα καλύτερο αύριο.
Η μητέρα της Νούρα αφηγείται την ιστορία της με βαθύ πόνο ψυχής, έχει χάσει ένα παιδί, αγνοείται ο άντρας της, είναι χωρίς πατρίδα και παλεύει να μείνει ζωντανή μαζί με τη μικρή της κόρη. Η «αόρατη» μικρή Νούρα είναι η ελπίδα, είναι η σανίδα σωτηρίας για τη μητέρα, αντιπροσωπεύει όλα όσα έχασε και όλα όσα ελπίζει. Η μάνα θέλει μία ζωή ήρεμη, χωρίς φόβο. Η ίδια έχει εξαπατηθεί από σωτήρες-αλήτες, έχει καταπατηθεί η αξιοπρέπειά της, αλλά η όποια ελπίδα της σβήνει με μία σφαίρα από έναν εξαπατημένο και εξαγριωμένο Έλληνα.
Ο Αλέξανδρος, δεν έχει τυχαία το όνομα του μεγάλου στρατηλάτη, επιδιώκει έναν καλύτερο κόσμο. Έχει όνειρα, φιλοδοξίες, φαίνεται πως έχει ψυχή, αλλά η αληθινή ζωή τον κάνει συμφεροντολόγο και πολέμιο του ίδιου του του εαυτού. Δίπλα του, ο «αόρατος» Μάριος, φίλος από τα φοιτητικά χρόνια, αντιπροσωπεύει την ελληνική πραγματικότητα, την πεποίθηση πως οι ξένοι φταίνε για τη δική μας αποτυχία. Η «αόρατη» μάνα του είναι η συνείδησή του, η οποία σιγά σιγά χάνεται. Ο Αλέξανδρος είναι θυμωμένος με τον πατέρα του που έφυγε νωρίς, με τον κοινωνικό του περίγυρο που του επιβάλει μία ζωή που δεν θέλει, με τον πρόσφυγα Σύριο που του πήρε την υποτροφία «μέσα από τα χέρια». Κάπως και κάπου πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη για όλους.
Η Αργέντη έχει δημιουργήσει δυνατούς χαρακτήρες είτε είναι παρόντες στη σκηνή είτε όχι. Καταφέρνει να κάνει έντονη την παρουσία των «αόρατων» προσώπων. Παράλληλα με την αφήγηση της ιστορίας της μικρής Νούρα από τη μητέρα της, έρχεται στο προσκήνιο η ιστορία μίας άλλης γυναίκας που γνώρισε την προσφυγιά, της γιαγιάς του Αλέξανδρου.
Η Αργέντη δεν είναι μόνο η συγγραφέας του έργου, αλλά έχει αναλάβει και την σκηνοθεσία της παράστασης. Ξετυλίγει το νήμα σιγά σιγά με εικόνες πικρής αλήθειας που κάπως αναγκάζουν το θεατή να βιώσει τη σκληρότητα της ζωής μακριά από τη ζεστασιά του καναπέ του.
Σημαντική βοήθεια στο όλο εγχείρημα είναι τα σκηνικά από τους ArtInArtπου αφήνουν έντονη την αίσθηση του εγκλωβισμού σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, ειδικά με τα διαφανή ορθογώνια κουτιά, οι φωτισμοί του Μανώλη Μπράτση, ο οποίος έχει συλλάβει το εσωτερικό σκοτάδι των ηρώων. Η μουσική του Ανδρέα Καρανίκα, την οποία έγραψε ειδικά για την παράσταση γαληνεύει τους ταραγμένους ήρωες, ενώ η Ανδριάνα Μπάμπαλη, με τη μελωδική φωνή της είναι μία όαση μέσα σε τόσο θυμό και πόνο.
Η Μαριάννα Τουμασάτου αναμετριέται με έναν ρόλο διαφορετικό από αυτούς που μας έχει συνηθίσει στο θέατρο. «Τσαλακώνεται» και γίνεται η χαροκαμένη μάνα, ο άνθρωπος χωρίς πατρίδα, αλλά που συνεχίζει να ελπίζει : «Τι είμαστε οι άνθρωποι μαμά; Μισός γκρεμός μισή αγκαλιά.»
Ο Γιάννης Χαντέλης, που έχει δείξει τις υποκριτικές του ικανότητες από τις προηγούμενες δουλειές του («Άλφα εις την ν, όταν η ψυχή συναντάει το σύμπαν» και «Να μ’ αγαπάς τα Σάββατα»), μπορεί να ανεβάσει ακόμη πιο ψηλά τον πήχη.
Οι Θεώνη Φύτρου και Δανάη Αλυσανδράτου λειτουργούν σαν ένα πρόσωπο, δεν αγγίζονται, είναι μακριά η μία με την άλλη σε ευθεία απόσταση μέσα στα διαφανή ορθογώνια κουτιά ως τη στιγμή που ο όλος ο θίασος γίνεται ένα.
Ευχάριστη έκπληξη η Ανδριάνα Μπάμπαλη, ως μικρή Νούρα, που «σβήνει» με τόση φυσικότητα στην αγκαλιά της μητέρας της.«Έφτασε η ώρα μαμά. Πάμε πάλι πίσω. Μην μου κλαις μαμά. Στις χούφτες μας έχω φυλάξει λίγο ήλιο …».
Άποψή μας είναι πως η συγκεκριμένη παράσταση δεν απευθύνεται μόνο σε ενήλικο κοινό. Καλόν είναι να δουν την παράσταση και έφηβοι, μαθητές. Πρόκειται για μία δυνατή παράσταση που μπορεί να προσφέρει συμπληρωματική διδασκαλία στο μάθημα της Ιστορίας και όχι μόνο.
Ταυτότητα παράστασης:
Πρωτότυπο κείμενο – Σκηνοθεσία : Βάσια Αργέντη
Πρωτότυπη μουσική: Ανδρέας Καρανίκας
Ερμηνεύουν :Μαριάννα Τουμασάτου, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Γιάννης Χαντέλης, Θεώνη Φύτρου, Δανάη Αλυσανδράτου
Σκηνικά: Art In Art
Σκηνική Επιμέλεια: Βάσια Αργέντη
Σχεδιασμός φωτισμών: Μανώλης Μπράτσης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκη Καρνάτσου
Φωτογραφία: Άμπερ Ντόκου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Διάρκεια: 75′ (χωρίς διάλειμμα)
Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ, 18 ευρώ, 12 ευρώ (φοιτητικό, άνεργοι, ατέλειες)
Προπώληση: Ταμεία Θεάτρου και 210-3626596
Θέατρο Διάνα
Ιπποκράτους 7, Αθήνα