Ο Βαγγέλης Καζαντζής είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση του ελληνικού πενταγράμμου που έχει σημειώσει τη δική του πορεία στη μουσική. Το κράμα παραδοσιακού και μοντέρνου ήχου εντοπίζεται και στη νέα του δισκογραφική δουλειά με τίτλο “Το μεταξύ μας διάστημα“, η οποία θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 21 Οκτωβρίου στο Six D.O.G.S. Με αυτή την αφορμή μας μιλά για το πάντρεμα των δύο ειδών, τον κοινωνικό ρόλο της μουσικής, την επιστροφή στις ρίζες και τα “αλλιώτικα” πράγματα που θα έρθουν.
Σας καλωσορίζω στο Μικρόφωνο! Αρχικά, πότε αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική;
Με τη μουσική άρχισα ν’ ασχολούμαι από μικρή ηλικία, μετά από προτροπή των γονιών μου και κατάλαβα ήδη από τον πρώτο καιρό, την αγάπη μου για αυτή την τέχνη. Έκτοτε όλα πήραν το δρόμο τους και παρόλο που κάποτε είχα στο μυαλό μου να την κρατήσω ως χόμπι, σήμερα ζω από αυτήν (κατά βάσιν, μέσω της διδασκαλίας).
Μόλις κυκλοφόρησε το πιο πρόσφατο άλμπουμ σας “Το μεταξύ μας διάστημα”. Πώς θα περιγράφατε την περίοδο της προετοιμασίας και τη διαδικασία των ηχογραφήσεων;
Γενικότερα η προετοιμασία και το στήσιμο ενός δίσκου, είναι μια από τις πιο όμορφες και δημιουργικές φάσεις, γιατί παίρνουν σάρκα και οστά τα νέα τραγούδια, που μέχρι τότε είναι μόνο μέσα στο μυαλό μου. Εκεί είναι που αρχίζει και το παιχνίδι, γιατί αισθητικά και ενορχηστρωτικά υπάρχουν άπειρες επιλογές. Έτσι αρχίζει η σύμπραξη με τους μουσικούς και γίνονται οι ηχογραφήσεις. Στον συγκεκριμένο δίσκο, χάρηκα περισσότερο αυτό το παιχνίδι, γιατί έγινε πιο ομαδικά και ζωντανά, σε σχέση με τις προηγούμενες μου δουλειές.
Εκτός από τον κυρίαρχο έντεχνο κορμό διακρίνεται και η επιρροή της ροκ. Τί σας ώθησε σε αυτό το “πάντρεμα”;
Αυτό γίνεται ακούσια, δεν είναι κάτι που προκαθορίζω. Έτσι κι αλλιώς τα ακούσματα που έχω πάνω στην «έντεχνη» μουσική, είναι μια παρένθεση σε σχέση με τα ροκ ακούσματα μου. Το να παίξω όμως ροκ σαν Αμερικάνος, δε μου λέει κάτι, μ ‘αρέσει η διαφορετικότητα και το πάντρεμα των στοιχείων, όταν αυτό γίνεται με φυσικό και καλαίσθητο τρόπο.
Πολλοί μουσικοί αποφεύγουν την ανάμειξη δύο ειδών που θεωρούνται διαφορετικά, εν προκειμένω o παραδοσιακός ήχος που εμφυσήσατε στο έντεχνο και τη rock. Έχετε έρθει αντιμέτωπος με καχυποψία ή κριτική γι αυτή σας την επιλογή;
Ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει ότι θέλει. Εγώ ας πούμε έχω σπουδάσει και συνεχίζω να σπουδάζω τούρκικο σάζι, αλλά στο δικό μου πρότζεκτ θέλω να παίξω σαν «Ευρωπαίος» και σαν κιθαρίστας και να κρατήσω απλά το ηχόχρωμα του οργάνου. Σε κάποιο άλλο, μπορεί να επιλέξω να χρησιμοποιήσω το σάζι με τον «παραδοσιακό» τρόπο, χωρίς σύγχρονες προσμίξεις. Είναι θέμα γούστου και αισθητικής…κάποιοι επιλέγουν να το κάνουν, κάποιοι όχι….κάποιοι κάνουν και τα δύο παράλληλα, εξαρτάται από το πρότζεκτ που τρέχει την κάθε φορά….όμως όταν κάτι γίνεται εις γνώσιν και έχει ωραία αισθητική, γιατί να μην γίνει? Προσωπικά, δεν έχει τύχει να έρθω αντιμέτωπος με αρνητικές κριτικές, αλλά ξέρω ότι σίγουρα πολλοί «κολλημένοι παραδοσιακοί» μουσικοί αποδοκιμάζουν τέτοιου είδους προσμίξεις.
Κι όμως, αρκετοί νέοι μουσικοί τολμούν να σκαλίζουν την παραδοσιακή μουσική και να την συνταιριάζουν με πιο σύγχρονες τάσεις. Ποιον θεωρείτε κύριο λόγο που όλο και περισσότεροι επιστρέφουν στις ρίζες;
Νομίζω πως η επιστροφή στην παράδοση και στη λαϊκότητα, είναι απόρροια της «απενοχοποίησης» της παραδοσιακής και λαϊκής μουσικής από τη «βλαχιά και τον τρεμπαναλισμό». Ο ελληνικός λαός πέρασε τη φάση που σνόμπαρε τις ρίζες του και αφού έφαγε και την «κλωτσιά» απ’ τον Δυτικό κόσμο, ως Ευρωπαίος που ήθελε να γίνει, θυμήθηκε ότι έχει και δικιά του παράδοση και χωριό και την ξανά έβαλε στα σαλόνια του στην Αθήνα! Επίσης, πιστεύω πως έπαιξε ρόλο και η ισοπέδωση και «αμερικανοποίηση» που έχουμε υποστεί, όπως και αρκετοί λαοί. Είναι η ανάγκη της ανάδειξης του διαφορετικού και της ταυτότητας…αλλά δυστυχώς πια, έγινε κι αυτό μόδα.Παρόλα αυτά, καλά κάνει ο κόσμος και πειραματίζεται, αρκεί όπως είπα πίσω απ’ αυτό να υπάρχει γνώση και ωραία αισθητική.
Ο νέος δίσκος μου φαίνεται πιο νευρώδης και με μεγαλύτερη ένταση συγκριτικά με τους προηγούμενους. Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι και η χρήση πολλών πνευστών. Πού οφείλονται αυτές οι επιλογές;
Ήταν απλά αυτό που ένιωθα την περίοδο που τα έγραφα, την οποία την χαρακτηρίζουν έντονα οι κοινωνικές εντάσεις. Ήθελα να βγάλω αυτή την ατμόσφαιρα στα τραγούδια και απλά το έκανα…με τη βοήθεια των μουσικών φυσικά.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Αργύρη Μπακιρτζή, το Γιάγκο Χαιρέτη και το Χρήστο Θηβαίο; Όταν συνθέσατε τα κομμάτια στα οποία συμμετείχαν είχατε στο μυαλό σας αυτούς ως ερμηνευτές;
Δεν τους είχα στο μυαλό μου εκ των προτέρων, δεν έχω πει ποτέ «θα γράψω ένα τραγούδι για τον τάδε…». Αυτό προκύπτει στην πορεία ή και κατά τη διάρκεια της σύνθεσης, που μπορεί για κάποιο λόγο παίζοντας το και τραγουδώντας το, να «ακούσω» τη φωνή κάποιου τραγουδιστή.
Οι στίχοι μοιάζουν συνδεδεμένοι με την κοινωνική πραγματικότητα. Ποιες σκέψεις και συναισθήματα σας κινητοποίησαν να εκφραστείτε με αυτό τον τρόπο στα κομμάτια που υπογράφετε στιχουργικά;
Τα κομμάτια στα οποία συμμετέχω στιχουργικά, είναι αποτέλεσμα της απογοήτευσης που νιώθω για την κοινωνία μας…και από πλευράς «ηγεσιών» αλλά και της πλειοψηφίας των συνανθρώπων μου.
Η εποχή μας έχει τόσες προκλήσεις. Όχι και τόσο μακριά από εδώ άνθρωποι πνίγονται, στην αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, ξεκινούν νέοι πόλεμοι και η μισαλλοδοξία φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη. Από την άλλη η ρητορική περί “κανονικότητας” δίνει και παίρνει. Πώς σας επηρεάζει η επικαιρότητα ως δημιουργό;
Όντως, δεν υπάρχει καμία «κανονικότητα» σ ’όλο αυτό που συμβαίνει δίπλα μας και ανάμεσά μας, είναι ξεκάθαρα παράλογο και άδικο…και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως έχουμε και εμείς μερίδιο ευθύνης πάνω σ’ αυτό. Δεν πρέπει να σιωπούμε. Είναι τόσο «βαριά» αυτά που συμβαίνουν, που χωρίς να το καταλάβω επηρεάζομαι μουσικά και στιχουργικά. Αν κάποιο από τα «κοινωνικά» τραγούδια μου, καταφέρει να επηρεάσει και να προβληματίσει έστω και έναν άνθρωπο, είμαι πανευτυχής. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο νιώθω ότι μπορώ να συμβάλω στην κοινωνία.
Τελικά οι καλλιτέχνες πρέπει να παίρνουν θέση για κοινωνικοπολιτικά ζητήματα;
Τα τραγούδια έχουν δύναμη και μπορούν να αφυπνίσουν ή να αποχαυνώσουν τον κόσμο. Ο καθένας βέβαια, επιλέγει ελεύθερα τι θα πρεσβεύσει, δεν κατακρίνω κανέναν. Γενικότερα όμως, θεωρώ ότι ναι, οι καλλιτέχνες που μπορούν να επηρεάσουν αρκετό κόσμο με το βήμα που τους δίνεται, θα πρέπει να παίρνουν θέση σε τέτοια ζητήματα προς όφελος της κοινωνίας.
Ποιες συνθήκες σας οδήγησαν στη βερολινέζικη Monopol Records;
Η απογοήτευση μου από τις ελληνικές εταιρείες, σε συνδυασμό με την πρόταση του Τάκη Μητσίδη από το Βερολίνο, για την έκδοση της νέας δουλειάς στη Γερμανία, με οδήγησαν στη Μonopol.
Τη Δευτέρα 21 Οκτωβρίου θα παρουσιάσετε “Το μεταξύ μας διάστημα” στο Six D.O.G.S. Πώς νιώθετε γι αυτή την επερχόμενη εμφάνιση;
Ανυπομονώ να έρθει αυτή η μέρα για να παίξω το μεταξύ μας διάστημα ζωντανά, γιατί εκεί είναι η ουσία του πράγματος.
Τι πρέπει να περιμένει το κοινό από τη ζωντανή παρουσίαση του δίσκου;
Να περιμένει σε μία πιο «ορθάδικη» και ροκ κατάσταση, απ’ ότι μ’ έχει συνηθίσει, να παιχτεί φυσικά ο δίσκος, παλιότερα τραγούδια μου και ελάχιστες διασκευές. Μαζί μου, εκτός από τους Κωσταντή Πιστιόλη, Τάσσο Πέππα, Διονύση Μακρή και Πανο Ράπτη, θα είναι και ο Γιάγκος Χαιρέτης, που συμμετείχε ως ερμηνευτής στον δίσκο.
Ποια είναι τα σχέδια σας για το χειμώνα αλλά και πιο μακροπρόθεσμα;
Θα γίνουν κάποια live και θα συνεχίσω με τα επόμενα τραγούδια που έχουν ήδη αρχίσει να δουλεύονται. Ετοιμάζονται διάφορα «αλλιώτικα» πράματα!
Ευχαριστώ πολύ!
INFO:
«Το Μεταξύ μας διάστημα» περιέχει δέκα νέες συνθέσεις σε μουσική του Βαγγέλη Καζαντζή και σε στίχους του Βασίλη Μανέλα που σε ταξιδεύουν, σε προβληματίζουν και καταφέρνουν να «ξυπνήσουν» ποικίλα συναισθήματα. Τα έντεχνα και παραδοσιακά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τις συνθέσεις του Καζαντζή, αυτή τη φορά μπολιάζονται με ήχους δυτικούς, ροκ εξάρσεις αλλά και τζαζ στοιχεία. Τα τραγούδια ερμηνεύει ο ίδιος, ενώ συμμετέχει ο Αργύρης Μπακιρτζής, ο Γιάγκος Χαιρέτης και ο Χρήστος Θηβαίος σε τρία από αυτά.
Το άλμπουμ θα διατίθεται σε CD, ενώ είναι διαθέσιμο ψηφιακά στις παρακάτω πλατφόρμες:
Youtube || Spotify || I-tunes || Amazon || Napster