Από το ξεκίνημά του μέχρι και σήμερα κατάφερε να αφήσει όχι μονάχα το μουσικό του χνάρι αλλά να δημιουργήσει τη δική του μουσική “σχολή” στην εγχώρια σκηνή. Ο Γιώργος Δημητριάδης έχοντας συμπληρώσει 20 και πλέον χρόνια στη δισκογραφία κυκλοφορεί εδώ και λίγο καιρό το νέο του digital single, “Δε με νοιάζει“, που στάθηκε η αφορμή για τη συνέντευξη αυτή. Ένας ερμηνευτής που δίνει το παρών σε μια κρίσιμη καμπή του βίου μας. Το σημερινό τραγούδι, η rock, τα talent shows, η νέα γενιά Ελλήνων τραγουδιστών καθώς και η παρούσα κατάσταση που βιώνουμε είναι τα σημεία αναφοράς της κουβέντας μας.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο σας δυναμικό digital single “Δεν με νοιάζει” σε μουσική και στίχους δικούς σας. Ποια είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του;
Αλήθεια πώς μας προλαβαίνει η ζωή με τα δικά της αναπάντεχα όπως αυτή η μεγάλη παγκόσμια δοκιμασία με τον αόρατο εχθρό, τον κορονοϊό. Κυκλοφόρησα ένα έντονο, δυνατό, άμεσα ερωτικό τραγούδι να υποδεχθούμε την άνοιξη αλλά έστω μέσα σε αυτή την ταραχή και την απομόνωση καθενός από εμάς ας λειτουργήσει σαν ξόρκι, σαν βάλσαμο ψυχικής ανακούφισης κι αισιοδοξίας.Η κινητήρια δύναμη του είναι ο ερωτικός πόθος, βίωμα διαχρονικό και ελπίζω αιώνιο όσο στον πλανήτη θα υπάρχει το ανθρώπινο είδος. Ένα τραγούδι με έναν στίχο «λαϊκό», άμεσο, ειλικρινή, ευθύ και με μία δόση χιούμορ που τον συναντάς μονάχα σε παλιά λαϊκά τραγούδια και φυσικά στο αντίστοιχό τους, σε δυνατά rhythm n blues κομμάτια όπως το νέο μου single.
Όσο καλός κι αν είναι ένας στίχος που έρχεται στα χέρια σας, αν δεν μιλάει στην καρδιά σας, είναι εύκολο να του δώσετε την πρέπουσα σημασία ώστε να το μελοποιήσετε και να το ερμηνεύσετε ο ίδιος;
Σωστά το επισημαίνετε. Το θέμα πάντα είναι πρώτα να νιώσω πως ό,τι βλέπω γραμμένο σε μία κόλλα χαρτί να μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να το τραγουδά. Να ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία μου και πάνω απ’ όλα αυτό που διαβάζω να είναι πολύ καλό πρώτιστα. Ένας καλός στίχος είναι η αφετηρία για ένα καλό τραγούδι, είναι η έμπνευση για την σύνθεση και εάν η σύνθεση δεν είναι καλή τότε συμπαρασύρει και τον στίχο.
Η rock, από το πρώτο δισκογραφικό ξεκίνημα, ήταν και είναι η πιο προσωπική κι ενδιαφέρουσα γωνιά του Γιώργου Δημητριάδη. Είναι το είδος που σας αντιπροσωπεύει περισσότερο ως καλλιτέχνη ή ταιριάζει και στην ιδιοσυγκρασία σας γενικότερα;
Θα έλεγα πως η ροκ που είναι ένας τεράστιος χώρος που μέσα του συνυπάρχουν πολλές διαφορετικές μουσικές διαδρομές είναι η δική μου ας πούμε μουσική, πολιτισμική παράδοση. Μέσα σε αυτόν τον χώρο έμαθα από τότε που πιτσιρικάς αγόραζα δίσκους και τους ξετίναζα στο παίξιμο πως ο καθένας μπορεί να βρει τον δικό του δρόμο, να δείξει το δικό του πρόσωπο, την ψυχή του. Στη χώρα μας παραδόξως, όπως σε πολλά άλλα πράγματα, υπάρχει μία παρανόηση σχετικά με το τι είναι η ροκ μουσική δηλαδή περιορίζεται σε πολύ συγκεκριμένα πράγματα, ενώ στην πραγματικότητα είναι τόσα πολλά και διαφορετικά. Την αγάπησα αυτή τη μουσική σε πολλές της φάσεις και περιόδους, μου ταίριαζε αισθητικά, ψυχολογικά, αγάπησα και αγαπώ τους ήρωες της, τους πρίγκιπες της, πρόσωπα ενδιαφέροντα, καλλιεργημένα, με ζωή πληθωρική.
Τι σημαίνει το rock για εσάς; Θεωρείτε πως υπάρχει, σήμερα, rock μουσική κουλτούρα στην ελληνική δισκογραφία με την αυθεντική έννοια του όρου;
Στην ουσία να κάνεις αυτό που σου υπαγορεύει η ψυχή σου. Να είσαι αυθεντικός, ειλικρινής και να μη δίνεις λογαριασμό σε κανέναν για τη μουσική που αγαπάς και παίζεις και το βασικό να μην ξεπουλιέσαι. Είναι γεγονός πως αλλάζουν τα πράγματα, βγαίνουν νέες τάσεις, καλές και κακές, όλα αυτά βέβαια μέσα σε ένα περιβάλλον που πλέον δεν εξυπηρετεί την κλασσική δισκογραφία έτσι όπως την ξέραμε. Αλλάζουν και τα γούστα επίσης και μην ξεχνάμε πως γενικά η μουσική δημιουργία έχει πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη μορφή Τέχνης με τις κατακλυσμιαίες αλλαγές στον τρόπο προσφοράς της και ζήτησης. Υπάρχουν κάποια σχήματα που μου αρέσουν αλλά όταν έχεις ένα ραδιόφωνο που παίζει playlist δυστυχώς αυτά δεν ακούγονται στο ευρύτερο κοινό.
Το 2015 συμπληρώσατε 20 χρόνια στη δισκογραφία. Ο χρόνος ή ο κόσμος έχει υπάρξει ο καλύτερος κριτής στη μακρά αυτή πορεία σας;
Ο κόσμος είναι ο χρόνος, μέσα στον καθένα μας μετρούν οι ώρες, τα λεπτά, οι μέρες, τα χρόνια, ο δικός μας εσωτερικός χρόνος που μέσα του αλλάζουμε και ξαφνικά μετά από χρόνια ακούμε κάτι που ίσως παλιά είχαμε αγνοήσει, ή ακόμα δεν μας άρεσε ή και είχαμε βαρεθεί να ακούμε, νιώθουμε πως ναι, τώρα μας αρέσει επειδή πλέον βλέπουμε αλλιώτικα τη ζωή. Αυτό εγώ θεωρώ κριτή κι ας μην έχει σχέση τόσο με την ποιότητα ή μη. Η αντοχή μίας μουσικής στον χρόνο καμιά φορά δεν έχει να κάνει με τα κριτήρια με τα οποία σε μία συγκεκριμένη στιγμή στη ζωή μας κρίνουμε κάποια πράγματα. Γιατί απλά αλλάζουμε εμείς και τα κριτήρια μας. Κι έτσι θα έρχεται μία στιγμή που κάποιος θα σου γράψει στο youtube πως ανακάλυψε κάτι δικό σου παλιό και θα χτυπιέται που τόσα χρόνια το είχε αγνοήσει ή δεν είχε μάθει γι’αυτό.
Κρατάτε μια πολύ συγκεκριμένη καλλιτεχνική γραμμή όλα αυτά τα χρόνια. Εννοώ, πως εμφανίζεστε μόνο όταν έχετε να μοιραστείτε κάτι ουσιαστικό με το κοινό σας. Πόσο εποικοδομητικό είναι αυτό για τον τραγουδοποιό Γιώργο Δημητριάδη;
Σας ευχαριστώ για την ερώτηση αυτή γιατί μου δίνετε την ευκαιρία να εξηγήσω γιατί δεν παίζω συχνά. Θα απαντήσω πως από την εποχή των μεγάλων μου επιτυχιών επιδίωξη μου ήταν να παίζω συχνά σε καλά events, καλοκαίρι και χειμώνα αλλά όταν μετά από μία σειρά ετών που δεν είχα συναυλίες εξαιτίας των καλλιτεχνικών γραφείων που είχαν φτιάξει το δικό τους κύκλωμα και λογική στον χώρο των συναυλιών παραιτήθηκα από οποιαδήποτε μάταιη προσπάθεια να αγχώνομαι και να στενοχωριέμαι για τον ουσιαστικό μου αποκλεισμό από μεγάλα events. Το αποτέλεσμα ήταν στα επόμενα χρόνια όποτε έπαιζα, φυσικά σε μικρούς χώρους η προσέλευση ήταν μετρημένη, μικρή την στιγμή που στο ραδιόφωνο ακούγονταν πολλά δικά μου τραγούδια. Όλα αυτά ήταν το αποτέλεσμα της κακής διαχείρισης από την εταιρία και τα γραφεία για λόγους που δεν κατάλαβα ποτέ μου να σας πω την αλήθεια. Από ένα σημείο και μετά αποφάσισα να παίζω μόνο όταν νιώσω πραγματικά την ανάγκη και όχι να σέρνομαι σε άκαρπα τηλεφωνήματα και άσκοπες συνεννοήσεις με απατεώνες, καιροσκόπους και ανίκανους. Ωστόσο πλέον δεν με απασχολεί διόλου αλλά εφόσον με ρωτήσατε σας απάντησα.
Ήσασταν φιλόδοξος στο πρώτο ξεκίνημά σας;
Ναι ήμουν και είμαι. Η φιλοδοξία μου είναι να κάνω καλή μουσική, να μπαίνω στο στούντιο για δουλειά και δημιουργία. Τίποτε άλλο πέραν αυτού δεν με ενδιαφέρει.
Μπορείτε να θυμηθείτε την πρώτη φορά που γράψατε ένα τραγούδι; Περιγράψτε την.
Είναι κάτι που δεν ξεχνιέται. Βρισκόμουν σε μία δραματικά μεταβατική περίοδο στη ζωή μου στη Θεσσαλονίκη, λίγο καιρό πριν κατεβώ στην Αθήνα και είχα γυρίσει αργά το βράδυ σε ένα κοινοβιακό παλιό σπίτι όπου έμενα για ένα σύντομο διάστημα. Θυμάμαι ήμουν πολύ στενοχωρημένος με μία ερωτική μου υπόθεση, σκασμένος θα έλεγα, πήρα την κιθάρα μου και άρχισα να παίζω και φαίνεται για να απαλύνω το ερωτικό μου ζόρι μου βγήκε μία γλυκιά μελωδία. Κάθε εμπόδιο για καλό που λένε.
Αν ξεκινούσατε σήμερα την καριέρα σας, θα ήταν πιο εύκολα ή πιο δύσκολα τα πράγματα πιστεύετε; Γιατί;
Άλλες εποχές, άλλες δυσκολίες και δυνατότητες. Σήμερα π.χ. ενώ υπάρχει άπλετος χώρος δημοσιοποίησης μουσικών έργων παράλληλα είναι και τρομακτικά πληθωρική η προσφορά λόγω αυτής της ευκολίας με αποτέλεσμα σύγχυση.
Από τη νέα γενιά Ελλήνων τραγουδοποιών, με ποιον/ποιους θα συνεργαζόσασταν ευχαρίστως είτε δισκογραφικά είτε επί σκηνής;
Αυτή την εποχή έχω διακρίνει κυρίως μπάντες όπως τους Sidetrack, Χάρλοκ, Bazzooka, Κώστα Τηλαβερίδη και τον Κύριο Κ. Από όσα έχω προλάβει να ακούσω στο YouTube έχω δει νέους τραγουδοποιούς να κινούνται σε ή προς μία ‘έντεχνη’ κατεύθυνση που ομολογώ μουσικά δεν με ενδιαφέρει. Δεν έχω διακρίνει πάντως κάτι πραγματικά ενδιαφέρον ή ακόμα και σπουδαίο. Είναι η εποχή μάλλον. Η εποχή που πιο σημαντικό είναι να σε βλέπουν χιλιάδες τηλεθεατές να τραγουδάς παρά να κάθεσαι και να γράφεις ένα τραγούδι που θα πεις ο ίδιος. Όταν γενιές επί γενεών έχουν γαλουχηθεί στα talent shows το αποτέλεσμα δυστυχώς και με λυπεί είναι αυτό της μετριότητος.
Ποιο τραγούδι, ελληνικό ή ξένο, σας αρέσει να τραγουδάτε κάθε φορά στους χώρους όπου εμφανίζεστε;
Όπως καταλαβαίνετε έχοντας πίσω μου μία μεγάλη δισκογραφία φυσικά παρουσιάζω τα τραγούδια μου επειδή κάθε εμφάνιση την υπηρετώ ως μία συναυλία και όχι σαν πρόγραμμα διασκέδασης γεμάτο με covers. Ωστόσο σε κάθε set list βάζω κάθε φορά κάποιες μουσικές που με έχουν επηρεάσει, τραγούδια που έχω αγαπήσει, τις δικές μου μουσικές πηγές έμπνευσης.
Ποιος ο απόηχος που σας μένει από τα διάφορα μουσικά talent shows στην τηλεόραση; Έχουν λόγο ύπαρξης, κατά τη γνώμη σας, με τα δεδομένα που επικρατούν στη δισκογραφία;
Θα σας απαντήσω ειλικρινά. Δεν τα παρακολουθώ. Οι λόγοι ύπαρξης τους είναι διάφοροι και οφείλονται αφενός στο τέλος της δισκογραφίας έτσι όπως την ξέραμε, στην ίδια την επιθυμία για πρόσκαιρη δημοσιότητα γιατί εκτός από κάποιες εξαιρέσεις ποιος θυμάται μετά όλα αυτά τα παιδιά, και φυσικά αυτό το ίδιο το θέαμα, η τηλεόραση δημιουργεί η ίδια τους λόγους ύπαρξης αυτών των talent shows χρησιμοποιώντας πολύ γνωστά ονόματα της show biz και σε τελευταία ανάλυση αυτοί που εξυπηρετούνται είναι τα κανάλια και οι δημοφιλείς πανελίστες.
Εν μέσω κρίσης για τη χώρα μας και όχι μόνο, υπάρχει κάτι που σας κάνει αισιόδοξο για το μέλλον.
Σε αυτές τις οδυνηρές ημέρες του κορονοϊού αυτό που θα με κάνει περισσότερο αισιόδοξο είναι να φερθούμε σαν ώριμοι πολίτες με συναίσθηση της ευθύνης που πρέπει να έχουμε για τους συνανθρώπους μας, για τους δικούς μας ανθρώπους επίσης και φυσικά για εμάς τους ίδιους όπως και η ίδια η παγκόσμια επιστήμη που θα βρει κάποια στιγμή την ίαση από αυτό το ύπουλο πράγμα και το εμβόλιο. Αν δεν παλέψω να είμαι αισιόδοξος, παραμονεύει η παράνοια. Δεν υπάρχει άλλη λύση.
Τι είναι εκείνο που σας «ενοχλεί» σε μια πρωινή βόλτα στο κέντρο της Αθήνας; Και τι είναι εκείνο που αγαπάτε να βλέπετε καθημερινά;
Μένω εκτός κέντρου και προτιμώ να περιφέρομαι στην εξοχή. Ο καθαρός της αέρας, οι ήχοι της με ηρεμούν. Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να βλέπω μία πόλη που κυριαρχεί η επιθυμία της καταστροφής, της βρωμιάς, της μουτζούρας επάνω σε κτήρια, μνημεία, Πανεπιστήμια, όλη αυτή η ψυχασθενική ανάγκη του μηδενισμού και του ‘πουτάνα όλα’. Δεν είναι αυτή η πόλη μου. Είναι κάτι άλλο. Με πίκρα σας τα λέω αυτά γιατί παλιά απολάμβανα τις βόλτες μου στο κέντρο και είναι κάτι που μου λείπει αλλά όταν ξανά η Αθήνα μας αποκτήσει ένα κανονικό πρόσωπο.
Η μουσική, λένε, είναι η καλύτερη συντροφιά! Αν ήσασταν ζωγράφος, πώς θα την απεικονίζατε/παριστάνατε;
Σαν έναν ουρανό γεμάτο πεφταστέρια μέσα στο δωμάτιο μου με την αστρόσκονη τους γεμάτη μικρές Μούσες να χορεύουν γύρω μου.
Άμεσα μουσικά σχέδια;
Λόγω της πρωτόγνωρης κατάστασης που όλοι μας βιώνουμε φυσικά εμφανίσεις δεν πρόκειται να γίνουν. Η δημιουργία όμως μέσα σε αυτόν τον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο δυναμώνει και στο επόμενο διάστημα θα κυκλοφορήσει το επόμενο μου single. Περνάμε μία Οδύσσεια που θα έχει ένα τέλος. Ελπίζω μέχρι εκείνο το σημείο να μην χρειαστούν πολλοί τόμοι.