Αποδεικνύοντας έμπρακτα την υποκριτική τους δεινότητα, αγαπημένοι καταξιωμένοι ηθοποιοί, μεταξύ των οποίων η Μερίλ Στριπ, ο Μπενίσιο Ντελ Τόρο και η Έλεν Μίρεν, έχουν υποδυθεί μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες, υποβαλλόμενοι σε διάφορες δοκιμασίες, τόσο σχετικά με την εξωτερική τους εμφάνιση όσο και με τον τρόπο που μιλούν και κινούνται στον χώρο. Ας δούμε, όμως, μερικές από αυτές τις αξιομνημόνευτες ενσαρκώσεις ιστορικών προσώπων…
- Μέριλ Στριπ ως Μάργκαρετ Θάτσερ (στην ταινία: The Iron Lady)
Υποδυόμενη τη Σιδηρά Κυρία της Μεγάλης Βρετανίας, η Μέριλ Στριπ (Meryl Streep) κατάφερε να κερδίσει ένα Όσκαρ, μια Χρυσή Σφαίρα και ένα BAFTA, ενώ έλαβε υποψηφιότητα και για Screen Actors Guild Award. Η ταινία περιστρέφεται γύρω από την ηλικιωμένη και χτυπημένη από τη νόσο Αλτσχάιμερ, πρώην Βρετανίδα Πρωθυπουργό, η οποία αναπολεί την πολιτική της σταδιοδρομία, γεγονότα που τη στιγμάτισαν και τη διαμόρφωσαν, αλλά και επέδρασαν τόσο στην καριέρα της όσο και στην προσωπική της ζωή. Η σκηνοθέτης της ταινίας, Φιλίντα Λόιντ, επέλεξε να δομίσει την ταινία της σε συνεχή φλας μπακ, τα οποία δικαιολογούν τη σύγχυση που επικρατεί στο μυαλό της Θάτσερ, που μπερδεύει παροντικά και παρελθοντικά πρόσωπα και γεγονότα, από την παιδική της ηλικία ως την άνοδό της στον πρωθυπουργικό θώκο. Για την ταινία, η Μέριλ Στριπ φέρεται να έλαβε το αστρονομικό ποσό του 1 εκατομμυρίου δολαρίων, το οποίο δώρισε ακέραιο στο National Women’s History Museum.
- Μπρούνο Γκανζ ως Αδόλφος Χίτλερ (στην ταινία: Der Untergang)
Γνωστή σε αρκετούς λόγω των παρωδιών που βασίζονται σε αποσπάσματα της ταινίας, η ερμηνεία του εμβληματικού Ελβετού ηθοποιού Μπρούνο Γκανζ (Bruno Ganz) θεωρείται μια από τις καλύτερες στην καριέρα του. Η ταινία πραγματεύεται τις τελευταίες μέρες του Γερμανού δικτάτορα, ιδωμένες υπό το πρίσμα της Τράουντλ Γιούνγκε, της Γερμανίδας γραμματέας του, ενώ, για την απόδοση των ιστορικών γεγονότων και την αληθοφάνεια τής ατμόσφαιρας του Βερολίνου του 1940, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από αυτόπτες μάρτυρες, επιζόντες και μη και από άλλες ιστορικές πηγές. Για τον ρόλο του στην ταινία, ο Μπρούνο Γκανζ μελέτησε ασθενείς , οι οποίοι πάσχουν από τη νόσο Πάρκινσον.
- Μαντόνα ως Εβίτα Περόν (στην ταινία: Evita)
Με συμπρωταγωνιστές της τον Αντόνιο Μπαντέρας (Antonio Banderas) στο ρόλο του Τσε Γκεβάρα και τον Τζόναθαν Πράις (Jonathan Pryce) στον ρόλο του Χουάν Περόν, η Μαντόνα (Madonna) ενσάρκωσε την Εύα Περόν, την Πρώτη Κυρία της Αργεντινής, η οποία, χάρη στη δημοφιλία της, έμεινε γνωστή στην ιστορία με το προσωνύμιο Εβίτα. Αφηγητής του έργου είναι ένας νεαρός ονόματι Τσε, ένας χαρακτήρας βασισμένος στον Αργεντίνο Τσε Γκεβάρα, ο οποίος λειτουργεί συμβολικά, προσωποποιώντας τον ανώνυμο Αργεντίνο πόλιτη.
Τα τραγούδια της ταινίας υπογράφουν οι Άντριου Λόιντ Βέμπερ και Τιμ Ράις. Αρχικά, ο ρόλος προορίζονταν για τη Μισέλ Φάιφερ, αλλά τελικά επιλέχθηκε η Μαντόνα, η οποία έστειλε στον σκηνοθέτη της ταινίας, Άλαν Πάρκερ, μια επιστολή, όπου παραλλήλιζε τη δική της ζωή μ’ αυτή της Περόν.
- Ελίζαμπεθ Τέιλορ ως Κλεοπάτρα (στην ταινία: Cleopatra)
Υποδυόμενη την Κλεοπάτρα Ζ΄ Φιλοπάτωρ, το τελευταίο μέλος της δυναστείας των Πτολεμαίων και τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ (Elizabeth Taylor) εμφανίστηκε πλάι σε εμβληματικούς ηθοποιούς της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, όπως ο Ρίτσαρντ Μπάρτον και ο Ρεξ Χάρισον. Η Τέιλορ φόρεσε εξήντα πέντε διαφορετικά φορέματα, ενώ η ταινία, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, χαρακτηρίστηκε μια από τις ακριβότερες στην ιστορία του σινεμά. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, οι δυο συμπρωταγωνιστές συνήψαν ερωτικό δεσμό, ο οποίος τους εξώθησε να χωρίσουν τους συζύγους τους και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα διάσημο ειδύλλιο, που οδήγησε σε δυο γάμους και δυο διαζύγια μεταξύ τους, αλλά και σε μια σχέση αγάπης, η οποία παρά την ατυχή κατάληξη έμεινε παντοτινή.
- Γκάρι Όλντμαν ως Γουίνστον Τσόρτσιλ (στην ταινία: Darkest Hour)
Μεταμορφωμένος στον Βρετανό Πρωθυπουργό, ο Γκάρι Όλντμαν (Gary Oldman) κατάφερε να αποκτήσει το «χρυσό αγαλματίδιο», το οποίο παρά τις πολλές και επιτυχημένες εμφανίσεις του σε ταινίες, δεν είχε κερδίσει. Η ταινία εξιστορεί τις πρώτες εβδομάδες της πρωθυπουργίας του Τσόρτσιλ, όταν οι Ναζί είχαν αρχίσει να καταλαμβάνουν την Ευρώπη και ο ίδιος έπρεπε, υπό την ύπαρξη πολλών χιλιάδων στρατιωτών εγκλωβισμένων στη Δουνκέρκη, να αποφασίσει αν θα συνθηκολογήσει με τους Ναζί ή θα τους αντιμετωπίσει στο πεδίο της μάχης. Σε συνέντευξή του στο Graham Norton Show, ο Όλντμαν αποκάλυψε πως κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας κάπνιζε δώδεκα τσιγάρα την ημέρα, ενώ για σχεδόν έναν χρόνο μελετούσε τον τρόπο της ομιλίας, του περπατήματος και της γενικότερης κίνησης του Τσόρτσιλ.
- Μπεν Κίνγκσλεϊ ως Μαχάτμα Γκάντι (στην ταινία: Gandhi)
«Μεταμορφωμένος» στον ειρηνιστή Ινδό ηγέτη, ο Μπεν Κίνγκσλεϊ (Ben Kingsley) κατάφερε να ενσαρκώσει έναν από τους χαρακτηριστικότερους ρόλους της καριέρας του. Η ταινία πραγματεύεται σχεδόν όλη τη ζωή του Γκάντι, από το έτος 1893 ως τη δολοφονία του, το 1948, και την μεταστροφή του από απλός δικηγόρος σε ηγέτη και ελευθερωτή της πατρίδας του. Κατά τη διάρκεια της σκηνής με την κηδεία, εμφανίστηκαν τριακόσιες χιλιάδες κομπάρσοι, από τους οποίους οι διακόσιες χιλιάδες ήταν εθελοντές και οι υπόλοιποι πληρώθηκαν με μια πολύ μικρή αμοιβή. Ο ίδιος ο Κίνγκσλεϊ κέρδισε ένα Όσκαρ, μετρώντας ήδη δεκαπέντε χρόνια στον χώρο της υποκριτικής, ενώ η απόδοση του Ινδού ακτιβιστή, τον καθιέρωσε ως τον πιο φημισμένο ηθοποιό της γενιάς του.
- Ντάνιελ Ντέι Λούις ως Αβραάμ Λίνκολν (στην ταινία: Lincoln)
Με την συγκλονιστική ερμηνεία του, αλλά και την εκπληκτική ομοιότητα των δυο αντρών, ο Ντάνιελ Ντέι Λούις (Daniel Day Lewis) οδηγήθηκε στο βάθρο των νικητών, κερδίζοντας το πολυπόθητο Όσκαρ. Η ταινία μας μεταφέρει στο μακρινό 1865, όταν ο αμερικανικός εμφύλιος βάδιζε προς το τέλος του και ο επανεκλεγείς πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν, επιχειρούσε να περάσει από τη βουλή τη δέκατη τρίτη συνταγματική τροπολογία, η οποία καταργούσε τη δουλεία. Τα γυρίσματα της ταινίας διήρκησαν τρεις μήνες, ενώ ο ίδιος ο Σπίλμπεργκ έκανε έρευνα για την ταινία για σχεδόν δώδεκα χρόνια. Ο ρόλος είχε προταθεί και στον Λίαμ Νίσον, ο οποίος αρνήθηκε, ενώ ο Ντάνιελ Ντέι Λούις είχε εξ αρχής αρνηθεί και αυτός τον ρόλο, φοβούμενος πως δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στο ύψος των απαιτήσεων.
- Πίτερ Ο Τουλ ως Λόρενς της Αραβίας (στην ταινία: Lawrence of Arabia)
Ξεκινώντας με τον απροσδόκητο θάνατό του, με ένα αριστοτεχνικό φλας μπακ, η ταινία πραγματεύεται τη ζωή του Τόμας Έντουαρντ Λόρενς, ενός αξιωματικού του βρετανικού στρατού, ο οποίος κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ανέλαβε να κατασκοπεύσει τον άτακτο στρατό των διαφόρων αραβικών φυλών στη Σαουδική Αραβία, καταλήγοντας να ενώνει τις αραβικές φατρίες σε νικηφόρες μάχες εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο Πίτερ Ο’ Τουλ (Peter O’ Toole) ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με τον συμπρωταγωνιστή του Ομάρ Σαρίφ, με τον τελευταίο να θυμάται σε συνέντευξή του: «ο Πίτερ κι εγώ γίναμε σχεδόν αμέσως αδέλφια. Μου είχε πει: «Αποκλείεται να σε λένε Ομάρ Σαρίφ, καθώς κανένας δεν θα μπορούσε να ονομάζεται έτσι. Προφανώς σε λένε Φρέντι ή κάτι τέτοιο!» Μέχρι το τέλος της ζωής μας δεν με φώναζε ποτέ Ομάρ, αλλά Φρέντι».
- Μπενίσιο Ντελ Τόρο ως Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα (στην ταινία: Che)
Στην επική βιογραφική ταινία, η οποία χωρίζεται σε δυο μέρη, ο Μπενίσιο Ντελ Τόρο (Benicio Del Toro) δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας ενσαρκώνοντας τον Αργεντίνο επαναστάτη. Στην πρώτη ταινία κεντρικό θέμα είναι η γνωριμία του Γκεβάρα με τον Φιντέλ Κάστρο και η διεξαγωγή του αντάρτικου στα βουνά της Κούβας, ενώ στη δεύτερη η δράση μεταφέρεται στη Βολιβία, όπου ο Τσε έχει μεταβεί με σκοπό να βοηθήσει τους Βολιβιανούς στην επανάστασή τους, καλύπτοντας το χρονικό διάστημα από το 1966 ως τη χρονιά της εκτέλεσής του.
Για τον ρόλο του, ο Ντελ Τόρο μελετούσε την μορφή του Τσε και τα γεγονότα της ζωής του για σχεδόν επτά χρόνια, ενώ, δεύτερη επιλογή σε περίπτωση που ο Ντελ Τόρο αρνιόταν να συμμετάσχει στην ταινία, ήταν ο Βαλ Κίλμερ.
- Έλεν Μίρεν ως Ελισάβετ Β΄ (στην ταινία: The Queen)
Σε μια εξαιρετική απεικόνιση της Βρετανίδας μονάρχη, η Έλεν Μίρεν (Helen Mirren) αποδεικνύει το πηγαίο υποκριτικό της ταλέντο. Η ταινία εξιστορεί τα γεγονότα μετά τον θάνατο της πριγκίπισσας Νταϊάνα, όταν η Αγγλία ήταν βυθισμένη στο πένθος και ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ προσπαθούσε να πείσει τη βασίλισσα Ελισάβετ να συμμετάσχει στο δημόσιο πένθος, προκειμένου να αποφευχθεί οποιοσδήποτε κίνδυνος του θεσμού της μοναρχίας. Στην ταινία χρησιμοποιήθηκαν μερικά από τα προσωπικά κοσμήματα της Ελισάβετ Β΄, ενώ η ίδια η Μίρεν σε συνέντευξή της δήλωσε πως το να μεταμορφωθεί στη Βρετανίδα βασίλισσα ήταν σχεδόν φυσικό, καθώς η λευκή περούκα και τα λεπτά και σχεδόν σφικτά χείλη της χαρίζουν μια αρκετά κοντινή οπτική ομοιότητα.