Αν κάποιος καλλιτέχνης του περασμένου αιώνα αξίζει ένα βιογραφικό αφιέρωμα, τότε αυτός είναι ο Άντι Γουόρχολ.
Ήταν ο απόλυτος εκφραστής του 20ού αιώνα και γνώριζε καλά πώς να ερμηνεύει την κοινωνία, την αμερικανική τουλάχιστον και ο ίδιος ήταν η «προσωποποίηση της αυτοδημιούργητης διασημότητας». Ο Άντι Γουόρχολ παραμένει μέχρι σήμερα ένας από τους πιο επιδραστικούς καλλιτέχνες για τις σύγχρονες τέχνες και τον πολιτισμό.
O Άντι Γουόρχολ (Andy Warhol – Andrew Warhola), γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου 1928. Είναι ο πιο αναγνωρίσιμος και αυτοδημιούργητος Αμερικανός καλλιτέχνης. Ήταν ζωγράφος, γλύπτης, κινηματογραφιστής, συγγραφέας και συλλέκτης, πρωτοπόρος του κινήματος της Ποπ Αρτ. Του άρεσε κάθε τι παράδοξο και αντισυμβατικό.
Γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου 1928, στο Όκλαντ, μια γειτονιά του Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια.
Οι γονείς του ήταν Σλοβάκοι μετανάστες. Ο πατέρας του, Αντρέι Γουαρχόλα, ήταν ανθρακωρύχος και η μητέρα του, Τζούλια, ήταν κεντήστρα. Ήταν πιστοί της Σλοβακικής Βυζαντινής Καθολικής Εκκλησίας και διατήρησαν την κουλτούρα της πατρίδας τους, ζώντας μέσα στον θύλακα Ανατολικοευρωπαίων της πόλης.
Ήταν το μικρότερο από τα 4 παιδιά τους. Ο πατέρας του πέθανε από περιτονίτιδα, όταν ο Άντι ήταν 14 ετών, αλλά είχε καταφέρει να μαζέψει αρκετές οικονομίες για να μπορέσει ο γιος του να πάει στο κολέγιο. Είχε καταλάβει ότι ο «βενιαμίν» του αν και δυσλεκτικός, ήταν ασυνήθιστο και ταλαντούχο παιδί.
Η μητέρα του, που είχε κι εκείνη καλλιτεχνικές τάσεις, του έμαθε να ζωγραφίζει και του έκανε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής. Ήταν επίσης λάτρης του κινηματογράφου από μικρός. Όταν η μητέρα του τού αγόρασε μια φωτογραφική μηχανή σε ηλικία 9 ετών, έφτιαξε στο υπόγειό τους ένα σκοτεινό δωμάτιο για να βγάζει τις φωτογραφίες του.
Παρακολούθησε δωρεάν μαθήματα στο Ινστιτούτο Κάρνεγκι του Πίτσμπουργκ και σπούδασε εφαρμοσμένες τέχνες, εικονογραφικό σχέδιο και γραφιστική.
Όταν αποφοίτησε το 1949, έχοντας στο χέρι το πτυχίο των Καλών Τεχνών, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να γίνει επαγγελματίας καλλιτέχνης. Τότε άλλαξε και την κατάληξη του ονόματός του από Γουορχόλα σε Γουόρχολ. Κέρδισε τα πρώτα του χρήματα σχεδιάζοντας παπούτσια για τον βιοτέχνη Israel Miller. Για να χτίσει την καριέρα που ονειρευόταν, συναναστρεφόταν με πλούσιους συλλέκτες και ιδιοκτήτες γκαλερί. Τότε άρχισε να φτιάχνει βιβλιαράκια που τα δώριζε σε ανθρώπους που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν να γίνει γνωστός. Κάποια στιγμή τον πρόσεξε ο Αλέξανδρος Ιόλας, και τον προώθησε στο περιοδικό “Glamour” σαν εικονογράφο. Ο γνωστός Έλληνας γκαλερίστας τον βοηθάει ακόμα να διοργανώσει την πρώτη του έκθεση με εικονογραφήσεις των έργων του Τρούμαν Καπότε, του Αμερικανού συγγραφέα για τον οποίο ο Γουόρχολ έτρεφε έναν εμμονικό θαυμασμό. Κι αυτό ήταν η αρχή της καριέρας του πιο πετυχημένου καλλιτέχνη όλων των εποχών.
Κέρδισε πολλά βραβεία για το ιδιόρρυθμο και εκκεντρικό του στυλ, χρησιμοποιώντας την τεχνική στυπώματος και σφραγίδες από καουτσούκ για να δημιουργεί τα σχέδιά του. Ως τα τέλη της δεκαετίας αναδεικνύεται σε έναν από τους πιο ακριβοπληρωμένους γραφίστες της Νέας Υόρκης.
Τα ‘60s και η Pop art
Δεν άργησε να γίνει σύμβολο του νεωτερισμού προκαλώντας αντιδράσεις στους συντηρητικούς κύκλους των φιλότεχνων. Το σημαντικότερο όλων όμως, ήταν ότι πρωτοστάτησε σε ένα νέο καλλιτεχνικό κίνημα, την «Pop Art»: το κίνημα που κατόρθωσε να παντρέψει την υψηλή με την εμπορική τέχνη.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’50, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε περισσότερο στη ζωγραφική και το 1961 παρουσίασε δημόσια τα πρώτα σχέδια της ποπ-αρτ ζωγραφικής του. Οι πίνακες απεικόνιζαν καταναλωτικά αγαθά ευρείας κατανάλωσης, επηρεασμένος από τις εμπορικές διαφημίσεις της εποχής. Το 1962, παρουσίασε σε έκθεση τις εμβληματικές κονσέρβες σούπας Cambell, (32 πορτρέτα κονσέρβας με σούπα Campbell με 32 διαφορετικές γεύσεις), όπως επίσης και τα μπουκάλια της Coca-cola, τις ηλεκτρικές σκούπες και τα χάμπουργκερς. Μεγάλη επιτυχία είχαν επίσης και τα έργα του “Green Coca-Cola Bottles” (1962), “192 One Dollar Bills” (1962), “24 Statues of Liberty (1962), οι 30 Mona Lisas (1963) και “Brillo Soap Pads Box” (1964).
Ζωγράφισε επίσης προσωπογραφίες διάσημων σε φανταχτερά χρώματα και συχνά ως μεταξοτυπίες, όπως αυτή της Marilyn Monroe, που είναι και το πιο αναγνωρίσιμο έργο του, της Elizabeth Taylor, του John Lennon, των Jackie και John Kennedy, του James Dean, του Mick Jagger και του Mao Tse-Tung, που ήταν οι πιο αγαπημένοι του. Τα πορτρέτα ήταν φόρος τιμής αλλά και κριτική της φήμης. Η επανάληψη έκανε τον εικονιζόμενο καταναλωτικό αγαθό: Το τίμημα της διασημότητας. Αυτά του έφεραν και τη μεγαλύτερη επιτυχία, που μεταφράστηκε σε μεγάλη δόξα και πολλά χρήματα. Όλοι οι πλούσιοι και διάσημοι, ήθελαν να τους κάνει ο Άντυ Γουόρχολ ένα παρόμοιο πορτραίτο και τον πλήρωναν πλουσιοπάροχα. Ήταν πολύ παραγωγικός καλλιτέχνης και του άρεσε πάντα να παίρνει ρίσκα με τις δουλειές του.
«Το να βγάζεις χρήματα είναι τέχνη, το να δουλεύεις είναι τέχνη, και οι καλές μπίζνες είναι η καλύτερη τέχνη»
Εκτός της ζωγραφικής και των εφαρμοσμένων τεχνών, είχε και άλλα ταλέντα, όπως γλυπτική, κατασκευή παπουτσιών, μουσικός παραγωγός, και πειραματίστηκε και με τη ψηφιακή τέχνη. Χρησιμοποίησε υπολογιστές για να δημιουργήσει το μουσικό βίντεο “You are the one”, με πρωταγωνίστρια τη φίλη του, Debbie Harry. Ανέβασε μια φορά και ένα πολύ πρωτότυπο θεατρικό έργο στη Νέα Υόρκη τον Αύγουστο του 2001, παρουσιάζοντας τις τηλεφωνικές του συνομιλίες με την ηθοποιό και καλλιτέχνιδα Brigid Berlin, καθώς επίσης και το μιούζικαλ “Man on the Moon”, που έγραψε μαζί με τον John Phillips των “Mamas and the Papas”.
Το θρυλικό “Factory”
Το 1964 άνοιξε το δικό του καλλιτεχνικό στούντιο και το ονόμασε “The Factory”, μια τεράστια αποθήκη καλυμμένη με φύλλα αλουμινίου και βαμμένη με ασημί χρώμα. Αρχικά βρισκόταν σε ένα βιομηχανικό χώρο της 47ης Λεωφόρου αλλά αργότερα μεταφέρθηκε δυο φορές σε άλλη διεύθυνση. Έγινε γρήγορα το πιο αγαπημένο στέκι καλλιτεχνών, διασήμων, κουλτουριάρηδων, σελέμπριτις, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων. Φορούσε γυαλιά με χοντρό σκελετό που τον έκαναν να μοιάζει με κουκουβάγια και ντυνόταν με μαύρα τζινς, μαύρα ζιβάγκο ή t-shirt και μαύρα πέτσινα μπουφάν.
Μέσα στο “Factory” τον αποκαλούσαν Drella, παρατσούκλι που του έδωσαν συνδυάζοντας τον Dracula και τη Cinderella, υπογραμμίζοντας έτσι τις δύο πλευρές της προσωπικότητάς του.
Βρισκόταν συνεχώς ανάμεσα σε «αυλικούς», ωραίες γυναίκες, ναρκωτικά, σεξ, πάρτι με εκκωφαντική μουσική, και μαζεύει σ’ εκείνο τον χώρο ταλαντούχα αλλά ιδιότροπα παιδιά των πολύ πλούσιων οικογενειών της Νέας Υόρκης, τα οποία τα χρησιμοποιούσε σε διάφορες δραστηριότητες, ανάλογα με την έμπνευσή του.
Εκεί γνωρίζει και τον Lou Reed, και γίνεται φίλος του και μάνατζερ της μπάντας του, των Velvet Underground και σχεδιάζει το εξώφυλλο του πρώτου τους δίσκου, «The Velvet Underground & Nico”. Αριστούργημα τέχνης παραμένει η περίφημη «Μπανάνα», το εξώφυλλο του δίσκου. Το εξώφυλλο του άλμπουμ των Rolling Stones “Sticky Fingers” ήταν δικό του. Όπως επίσης και τα εξώφυλλα δίσκων τεράστιων καλλιτεχνών όπως της Αρίθα Φράνκλιν, της Λίζα Μινέλι, του Τζον Λένον και των Ρόλινγκ Στόουνς και της Blondie, που ήταν η αγαπημένη του μούσα.
Το 1969 ίδρυσε το περιοδικό μόδας “ inter/VIEW” μαζί με τον Βρετανό δημοσιογράφο John Wilcock, που φιλοξενούσε συνεντεύξεις με διασημότητες. Οι οδηγίες που είχε δώσει στους συνεργάτες του περιοδικού, ήταν να φτιάξουν ένα μουσικό περιοδικό με συνεντεύξεις-πορτρέτα, αλλά στα όρια της πορνογραφίας. Φέτος το “Interview” γιόρτασε τα 50 του χρόνια.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ στράφηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας πειραματικές ταινίες που χαρακτηρίζονταν από το ερωτικό στοιχείο και την ασυνήθιστη διάρκειά τους. The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965), Loves of Ondine (1968) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική «του βαρετού». Το 1965 αποφάσισε να εφεύρει μια σταρ και μετέτρεψε την πανέμορφη κληρονόμο, Έντι Σέτζγουικ, από απλή θαμώνα σε διασημότητα. Εκείνος εκμεταλλευόταν την ομορφιά και τη γοητεία της, και την έβαλε να παίζει σε αυτοσχέδιες ταινίες με έντονο ερωτικό περιεχόμενο.
Ο πατέρας των reality
Φωτογραφίζει και κινηματογραφεί οτιδήποτε συμβαίνει στο “Factory”, αδιαφορεί για το τι θεωρείται «εμπορικό» και τι όχι, δεν υιοθετεί καμία κινηματογραφική νόρμα και κάνει πρωταγωνιστές του underground πρόσωπα ή παρακμιακές ντίβες. Το 1964 κυκλοφόρησε η ταινία του “Sleep”, που απεικονίζει τον ποιητή και εραστή του Τζον Τζιόρνο, να κοιμάται 5 ώρες και 21 λεπτά, και στην ταινία “Eat” δείχνει έναν άντρα να τρώει ένα και μόνο μανιτάρι για 45 λεπτά. Κινηματογραφεί περισσότερες από 260 ταινίες και τα «πλάνα του» τρέχουν σε πραγματικούς χρόνους.
Προσωπική ζωή
Ο Άντι Γουόρχολ ήταν ομοφυλόφιλος, αλλά του άρεσε να δημιουργεί μυστήριο γύρω από την σεξουαλική του ζωή. Μάλιστα κάποτε είχε πει ότι δεν είχε σεξουαλική ζωή πριν γίνει 25 ετών. Ο Γουόρχολ άρχισε να εξερευνά την σεξουαλική του ταυτότητα όταν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1949, (η κλειστή κοινωνία της γενέτειράς του θεωρούσε την ομοφυλοφιλία έγκλημα), και ο πρώτος του έρωτας ήταν ένας νεαρός καλλιτέχνης, ο Τόμι Τζάκσον και οι δυο τους αντάλλασσαν καρτ-ποστάλ. Ο πρώτος πραγματικός εραστής του Γουόρχολ ήταν, σύμφωνα με το δημοσίευμα της Daily Mail, ο 20χρονος Κάρλτον Άλφρεντ Γουίλερς. Η μακροβιότερη σχέση του ήταν με τον Τζεντ Τζόνσον για 11 χρόνια.
Αγαπούσε πολύ τις γάτες. Στο διαμέρισμα που μοιραζόταν με τη μητέρα του το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, είχε πάνω από 20 γάτες. Είχε φτιάξει και έργα αφιερωμένα στις γάτες, όπως το «25 cats named Sam».
15 λεπτά δημοσιότητας
Η πιο διάσημη ρήση του «Στο μέλλον, ο καθένας θα είναι διάσημος σε όλο τον κόσμο για 15 λεπτά», που φημολογείται ότι την είπε το 1968 κατά τη διάρκεια μιας έκθεσης στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Στοκχόλμη, μπορεί και να μην είναι στ’ αλήθεια δική του.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι την είπε ο Pontus Hultén, διάσημος επιμελητής τέχνης, που βρίσκονταν εκεί. Επίσης, ο φωτογράφος Nat Finkelstein διεκδικεί την πατρότητά της. Το 1966 φωτογράφιζε τον Γουόρχολ για το προμοτάρισμα ενός βιβλίου του. Το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί προσπαθούσε να φωτογραφηθεί μαζί του. Ο Γουόρχολ τότε είπε ότι: «Όλοι θέλουν να γίνουν διάσημοι» και ο Nat Finkelstein απάντησε: «Ναι Άντι, για περίπου 15 λεπτά».
Η απόπειρα δολοφονίας
Στις 3 Ιουνίου 1968 μια ψυχικά διαταραγμένη γυναίκα, η ηθοποιός, ακτιβίστρια και φεμινίστρια Βαλερί Σολάνα, τον πυροβολεί 3 φορές στο ατελιέ του, γιατί ο καλλιτέχνης αρνήθηκε να γυρίσει ταινία με σενάριο βασισμένο στο μανιφέστο της “Society For Cutting Up Men”. Και των δύο οι ζωές θα άλλαζαν για πάντα. Υποβλήθηκε σε πολλές χειρουργικές επεμβάσεις, και όταν βγήκε από το νοσοκομείο έπρεπε να φοράει χειρουργικό κορσέ για όλη του τη ζωή. Λέγεται ότι μετά την απόπειρα σταμάτησε να έχει και σεξουαλική ζωή.
Η απόπειρα έκανε τον Γουόρχολ να προσέχει περισσότερο. Έκοψε τις αμφεταμίνες κι άρχισε να τρώει ωμό σκόρδο. Συνέχισε να εμφανίζεται στα πάρτι της Νέας Υόρκης, αλλά τώρα προτιμούσε τη συντροφιά σταρ όπως η Λάιζα Μινέλι, η Λι Ράντζβιλντ (αδελφή της Τζάκι Κέννεντι), Μικ και Μπιάνκα Τζάγκερ, η Νταϊάνα Βρίλαντ, τον Τρούμαν Καπότε και τον σχεδιαστή μόδας Χάλστον. Αντί για το “Factory”, σύχναζε στο κλαμπ “Studio 54”. Το περιοδικό “Interview” που ίδρυσε το 1969, έκανε θραύση τη δεκαετία του ’70 με ιστορίες για τους πλούσιους, όμορφους και διάσημους. Ζωγράφιζε διασημότητες, όπως η Μπριζίτ Μπαρντό και η Νταϊάν φον Βίρστενμπεργκ, Τζιάνι Βερσάτσε, Ιμέλντα Μάρκος κ.ά, για 25.000 δολάρια ανά πορτρέτο.
Το 1970 γίνεται η πρώτη του αναδρομική έκθεση στο Μουσείο Τέχνης της Pasadena, που στη συνέχεια ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, ενώ ένα χρόνο μετά εκδίδει την αυτοβιογραφία του με τίτλο «H φιλοσοφία του Άντι Γουόρχολ». Το 1972 δημιουργεί την περίφημη σειρά πορτρέτων του Μάο Τσετούνγκ, την οποία εκθέτει στο Παρίσι. Τα επόμενα χρόνια πραγματοποιεί περιοδείες κι εκθέσεις σε όλο τον κόσμο, ενώ το 1984 συνεργάζεται με τον ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά, με τον οποίο ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση, και τον Φραντσέσκο Κλεμέντε σε 120 κοινά έργα, που εκτέθηκαν σε γκαλερί στη Ζυρίχη. Το 1986 δημιουργεί τον πίνακα «Άγαλμα της Ελευθερίας», με μια κρυφή εικόνα πάνω από το άγαλμα και τη μάρκα μιας εταιρείας μπισκότων στην αριστερή γωνία. Λίγο πριν το θάνατό του, το 1987, ολοκληρώνει και τη σειρά του για τον Λένιν, η οποία θα εκτεθεί δυο μέρες μετά το θάνατό του σε γκαλερί του Μονάχου.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Γουόρχολ άρχισε να λέει ότι πίστευε στο Θεό, αν και είχε μια περίεργη σχέση με τον καθολικισμό, και πήγαινε κάποιες φορές στην εκκλησία. Ασχολήθηκε ξανά με τη ζωγραφική το 1984. Εκείνη τη χρονιά, ο Αλέξανδρος Ιόλας τον προσέλαβε για να οργανώσουν μαζί μια έκθεση ζωγραφικής στο Μιλάνο με θέμα πίνακες βασισμένους σε θρησκευτικά θέματα, όπως ο Μυστικός Δείπνος του Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Ασχολήθηκε και με την τηλεόραση (πώς θα μπορούσε να αντισταθεί!). Ήταν ο παρουσιαστής στα τηλεοπτικά σόου “Andy Warhol’s TV” και “Andy Warhol’s Fifteen Minutes” στο MTV.
Είχε εμφανιστεί για λίγο στις ταινίες “Cocaine Cowboys” (1979) και Tootsie (1982). Το 2017 ο Evan Peters τον υποδύθηκε στο “American Horror Story: Cult episode “Valerie Solanas Died for Your Sins: Scumbag”.
Υπέφερε για καιρό από την χολή του. Όταν αποφασίζει να υποβληθεί σε εγχείρηση για να την αφαιρέσει, οι γιατροί ανακαλύπτουν ότι είχε νεκρωθεί από γάγγραινα, και δεν κατάφεραν να τον κρατήσουν στη ζωή. Πέθανε την επόμενη μέρα, στις 22 Φεβρουαρίου 1987 σε ηλικία 58 ετών, στη Νέα Υόρκη.
Η κληρονομιά του
Η ζωή του έχει γίνει ντοκιμαντέρ περισσότερες φορές από κάθε άλλου καλλιτέχνη στον κόσμο. Έχουν γυριστεί τουλάχιστον 14 ταινίες γύρω από τη ζωή του. Οι ηθοποιοί που τον έχουν υποδυθεί καλύτερα είναι οι Jared Harris στην ταινία “I Shot Andy Warhol”, ο Guy Pearce στο “Factory Girl”, ο David Bowie στο “Basquiat”, ο Greg Travis στο “Watchmen”, ο Sean Sullivan στο “54” και ο Mark Bringleson, στο “Austin Powers: International Man of Mystery”.
Οι κριτικοί τέχνης θεωρούν ότι είχε επηρεαστεί από τους: Robert Rauschenberg, Jasper Johns, Marcel Duchamp, Frank Stella, John Cage, Georgia O’Keeffe, Man Ray, Dada, Abstract Expressionism και ότι επηρέασε τους: Damien Hirst, Jeff Koons, Gerhard Richter, Wolfgang Tillmans, Deborah Azzopardi, Pop Art, Neo-Expressionism.
Συγγραφικό έργο: “Andy Warhol’s Index” (New York, 1967), “a: A Novel” (New York, 1968), “The Philosophy of Andy Warhol (From A to B and Back Again)”, (1975), “Andy Warhol’s Exposures” (1979), “POPism: The Warhol ’60s” (1983), “America” (1985), “The Andy Warhol Diaries” (1989)
«Ο σκοπός δεν είναι να ζήσουμε για πάντα,
αλλά να δημιουργήσουμε κάτι που θα ζει για πάντα».
Όλο το έργο του Άντι Γουόρχολ βρίσκεται στο Andy Warhol Museum, στο Πίτσμπουργκ. Στη διαθήκη του υπαγόρευσε όλη η περιουσία του, εκτός από κάποια ποσά σε συγγενείς του, να χρησιμοποιηθεί για να δημιουργεί ένα ίδρυμα «για την προώθηση των παραστατικών τεχνών», πράγμα που έγινε. Το 1987 ιδρύθηκε το “Andy Warhol Foundation”. Στη Σλοβακία, επίσης, βρίσκεται ένα μουσείο αφιερωμένο στο έργο και τη ζωή του.
Φέτος κυκλοφόρησε βιογραφία του γραμμένη από τον κριτικό τέχνης Blake Gopnik με τον τίτλο «Warhol».