Το δεύτερο άρθρο της στήλης Shakespeare in motion είναι αφιερωμένο στην ταινία Richard III ( 1995), με πρωταγωνιστή τον Ίαν ΜακΚέλλεν.
Ο Ίαν ΜακΚέλεν έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τους ρόλους του ως Γκάνταλφ στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και του Μαγκνίτο στους «X-Men». Κάποιοι πιο ψαγμένοι, μπορεί να τον γνωρίζουν από την υπέροχη και ξεκαρδιστική σειρά «Vicious» του BBC. Βέβαια, στην Αγγλία ήταν γνωστός ως ένας από τους καλύτερους σαιξπηρικούς ηθοποιούς.
Το ταλέντο του εκδηλώνεται στην ταινία « Ριχάρδος ο Τρίτος» (1995).
Ένα από τα πιο διάσημα έργα του Σαίξπηρ- το οποίο κατατάσσετε στα ιστορικά- μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη στα μέσα της δεκαετίας του Ενενήντα και διαδραματίζεται στην πολυτάραχη δεκαετία του Τριάντα. Ο Ριχάρδος του Ίαν ΜακΚέλεν αντιπροσωπεύει τον πολιτικό φασισμό, ο οποίος ήταν στην ακμή του κατά τις δεκαετίες του ’30 και του ’40.
Πριν αυτή την εκ νέου ερμηνεία και τον σχετικό εκμοντερνισμό του « Ριχάρδου», υπήρχε η ταινία με τον Λόρενς Ολίβιε – με καρέ περούκα και κολάν- του 1955. Η ταινία αυτή αποτελεί μια πιστή μεταφορά του κειμένου στη μεγάλη οθόνη και εξελίσσετε περισσότερο ως ένα μαγνητοσκοπημένο θεατρικό.
Σε αυτό το άρθρο, θα ασχοληθούμε με την ταινία του ΜακΚέλεν. Το έργο είναι ένα ιστορικό διήγημα, το οποίο η φαντασία το βγάζει από την πραγματική ροή της Ιστορίας και το προσγειώνει σε μια αλλιώτικη εκδοχή της Αγγλίας.
Η ταινία αυτή είναι ένα πολιτικό δράμα που μελετά το χειρότερο σενάριο σε μια χώρα με παράδοση στον κοινοβουλευτισμό. Τι θα γινόταν, δηλαδή, αν το 1930 νικούσαν οι φασίστες στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σε μια συνέντευξή του στην Ντένβορ Ποστ, ο Ίαν ΜακΚέλεν αναφέρει για τον «Ριχάρδο τον Τρίτο» ότι: «Η προσέγγισή μου είναι να μην κάνω τίποτα που να εμποδίζει το κοινό να εκτιμήσει αυτό που εκτιμώ, αφαιρώντας τη δυσάρεστη αίσθηση ότι ο Σαίξπηρ, επειδή έγραψε πριν από 400 χρόνια, είναι δύσκολος. Σαν να πρέπει να ζητήσουμε συγνώμη για τον Σαίξπηρ…Ένας κριτικός είπε ότι ο «Ριχάρδος ο Τρίτος» δεν ήταν αυθεντικό. Αλλά ο Σαίξπηρ τα έκανε όλα με μοντέρνο χροιά. Θέλω απλώς να δανειστώ τον φασισμό για να δείξω ότι ο Ριχάρδος δεν ήταν απλώς ένας χαρισματικός κακοποιός. Πρέπει να τον πάρουμε στα σοβαρά.»
Πρώτα όμως, ας μιλήσουμε για το πρωτότυπο.
Ο «Ριχάρδος ο Τρίτος» του Σαίξπηρ καλύπτει τα τελευταία χρόνια των πολέμων των Ρόδων- δηλαδή, από εκτέλεση του αδερφού του Γεωργίου, Δούκα του Κλάρενς, το 1478, έως την ήττα του Ριχάρδου στο Bosworth Field το 1485. Στον θρόνο της Αγγλίας, όταν ο δραματουργός έγραφε, καθόταν η εγγονή του Ρίτσμοντ, ο οποίος νίκησε τον Ριχάρδο και έγινε βασιλιάς και θεωρούταν ως ο σωτήρας μιας Αγγλίας που την έσωσε από την διχόνοια και τον εμφύλιο σπαραγμό.
Ο Ριχάρδος είναι ένας χαρισματικός στρατηγός και πολιτικός, που παρά τις φυσικές του αδυναμίες ( είναι άσχημος, καμπούρης και κουτσός), εξαπολύει έναν μυστικό πόλεμο μηχανορραφιών κατά του αδερφών του Γεωργίου και Βασιλιά Εδουάρδου, της Βασίλισσας Ελισάβετ και της οικογένειας της, για να καταφέρει να κερδίσει τον θρόνο.
Μετά τον θάνατο του βασιλιά, ο Ριχάρδος γίνεται αντιβασιλέας και προστάτης του νεαρού πρίγκιπα Εδουάρδου. Με μια εξαιρετική επίδειξη ευγένειας και αφοσίωσης, ο Ρίτσαρντ έχει τον Πρίγκιπα Έντουαρντ και τον αδερφό του να παραμείνουν στον Πύργο. Ανακαλύπτοντας ότι ο Χέιστινγκς παραμένει πιστός στον πρίγκιπα, ο αντιήρωας τον καταγγέλλει ως προδότη και διατάζει την εκτέλεση του. Λίγο αργότερα, οι Rivers, Gray και Vaughan έχουν την ίδια μοίρα με τον Χέιστινγκς. Διατάζει τον Μπάκιγχαμ να διαβάλει τον νεκρό Έντουαρντ, υπονοώντας ότι τα παιδιά του αείμνηστου βασιλιά δεν είναι δικά του. Όταν οι πολίτες του Λονδίνου, με επικεφαλής τον Δήμαρχο, του προσφέρουν το στέμμα, ο Ρίτσαρντ το αποδέχεται με προσποιητή απροθυμία.
Για να εξασφαλίσει τη θέση του, ο νέος βασιλιάς προτείνει στο Μπάκιγχαμ να δολοφονήσει τους νεαρούς πρίγκιπες. Αλλά ο δούκας αποτροπιασμένος στη σκέψη μιας τέτοιας τερατώδους πράξης, αρνείται. Διαδίδει φήμες ότι η γυναίκα του είναι θανάσιμα άρρωστη και οργανώνει έναν ατιμωτικό θάνατο για τη Μαργαρίτα, την κόρη του Κλάρενςꞏ φυλακίζει τον γιο του Κλάρενς. Έπειτα, δεσμεύει τον Sir James Tyrrel να αναλάβει τη δολοφονία των μικρών πριγκίπων. Ο Μπάκιγχαμ, που τώρα αντιμετωπίστηκε περιφρονητικά και ο Ριχάρδος του αρνείται το δουκάτου Χέιφορντ, αποφασίζει να συμμαχήσει με τον Ρίτσμοντ, ο οποίος είναι στην Γαλλία και ετοιμάζεται να εισβάλει στην Αγγλία. Η Άννα πεθαίνει και ο Ρίτσαρντ ζητά να παντρευτεί την ανιψιά του, την Ελισάβετ της Υόρκης. Ο Ρίτσμοντ φτάνει στο Μίλφορντ ως επικεφαλής ενός ισχυρού στρατού. Μαζί με πολλούς ευγενείς, βαδίζει στην ενδοχώρα για να διεκδικήσει το θρόνο. Ο Μπάκιγχαμ συλλαμβάνεται και θανατώνεται.
Οι δύο στρατοί συνεδριάζει Bosworth Field, και οι δύο ηγέτες στρατοπεδεύουν στις δύο πλευρές του Πεδίου. Εκείνη τη νύχτα, εμφανίζονται τα φαντάσματα των θυμάτων του Ρίτσαρντ, κατηγορώντας τον και προφητεύοντας την ήττα του. Τόσο ο Ριχάρδος, όσο και ο Ρίτσμοντ, απευθύνονται στα στρατεύματά τους πριν την μάχη. Ο Ρίτσαρντ μάχεται με θάρρος, αλλά σκοτώνεται στην μάχη από τον Ρίτσμοντ, ο οποίος αποδέχεται το στέμμα και προτείνει να παντρευτεί την Ελίζαμπεθ της Υόρκης.
Ο Ριχάρδος είναι ο πρώτος «ήρωας κακοποιός» του Σαίξπηρ. Αυτοαποκαλούμενος ως αυτός που θα “ξεπεράσει τον Μακιαβέλλι”, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του κακοποιού της Ελισαβετιανής σκηνής. Ο πρωταγωνιστής του έργου είναι η επιτομή του «κακού-ανταγωνιστή», ο οποίος δεν έχει καμία αρετή και η ανηθικότητα του έρχεται ως αντίθεση στην ηθική του ήρωα-καλού.
Η ταινία εξελίσσεται- στο μεγαλύτερο βαθμό της- όπως και στο βιβλίο. Το καστ περιλαμβάνει μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου, όπως την Μάγκι Σμιθ και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ. Την ταινία σκηνοθέτησε ο Ρίτσαρντ Λοκραίην.
Η πρώτη σκηνή ξεκινά με την τελική μάχη στον εμφύλιο πόλεμο καθώς η οικογένεια της Υόρκης αναλαμβάνει το θρόνο από τον Χένρι VI και επαναφέρει τον βασιλιά Έντουαρντ IV (John Wood). Ωστόσο, ο μικρότερος αδερφός του Έντουαρντ, ο Ρίτσαρντ- Δούκας του Γκλούσεστερ- ζηλεύει και σχεδιάζει να τον ανατρέψει. Απομακρύνει με διάφορες δολοπλοκίες όλους όσους στέκονται ανάμεσα σε αυτόν και τον θρόνο. Τελικά, ορίζεται Βασιλιάς, αλλά οι ενέργειές του του κόστισαν βασικούς συμμάχους και τους οδήγησαν σε εξέγερση.
Ο Ρότζερ Ίμπερτ έγραψε για την ταινία ότι: « Αυτή είναι μια ταινία με φοβερή γοητεία. O ΜακΚέλεν την καταλαμβάνει σαν μια δηλητηριώδη αράχνη στη φωλιά του. Περιφέρεται πλαγίως σε όλη του τη ζωή, καπνίζει σαν να είναι τόσο απαραίτητο για αυτόν όσο η αναπνοή, σαγηνευτικός όταν θέλει να είναι, όταν θυμωμένος ο Ριχάρδος αποκαλύπτει το αρπακτικό μέσα του.»
Όπως αναφέραμε ήδη, η ταινία εξελίσσεται στην δεκαετία του 1930 και σε αυτή την φανταστική Αγγλία, που βρίσκεται στην εποχή της πραγματικής ναζιστικής Γερμανίας, ο σκηνοθέτης αντλεί ομοιότητες από την τελευταία. Ο Ίαν ΜακΚέλεν είναι ντυμένος για να μοιάζει με τον Χίτλερ: τα ανακατεμένα μαλλιά, το λεπτό μουστάκι και η ναζιστική στρατιωτική στολή, όπου η σβάστικά έχει αντικατασταθεί με το κεφάλι ενός αγριόχοιρου ( το οικόσημο του Ριχάρδου).
Οι ομοιότητες δεν σταματούν εκεί. Αφού ο Ριχάρδος δεχτεί το στέμμα από τον Δήμαρχο και τους υπόλοιπους ευγενής, βγάζει λόγο σε μια μεγάλη κομματική συγκέντρωση, η οποία θυμίζει τις ναζιστικές συγκεντρώσεις του Χίτλερ στην Γερμανία. Επίσης, οι κτιριακή και σκηνική αισθητική- που έχει επιλέξει ο σκηνοθέτης- θυμίζουν την Γερμανία του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο McKellen φαίνεται να διασκεδάζει παίζοντας αυτό το άθλιο και ανήθικο άτομο, προσφέροντας μια εκπληκτική ερμηνεία. Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που κάποιος θα βαρεθεί τον Ριχάρδο και το συνεχές κλείσιμο του ματιού προς το κοινό- ο ΜακΚέλεν σπάζει συνεχώς τον τέταρτο τοίχο για να μιλήσει απευθείας στον θεατή. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές και διασκεδαστικές σκηνές είναι όταν ο Ριχάρδος εισβάλει στο αρχηγείο των Λάνκαστερ με ένα τανκς. Μια πραγματικά «καρτουνίστικη» σκηνή που ταιριάζει απόλυτα σε έναν «καρτουνίστικο» κακό, όπως ο Ριχάρδος.
Υπάρχει κωμωδία στον « Ριχάρδο τον Τρίτο», αλλά το καλύτερο αστείο είναι στο τέλος, όπου πέφτοντας από ένα κτίριο και πριν τον τυλίξουν οι φλόγες που μαίνονται από κάτω του, ο Ρίτσαρντ φαίνεται να χαμογελά ειρωνικά. Το τραγούδι “I’m Sitting on Top of the World” συνοδεύει αυτή την αλληγορική πτώση προς την κόλαση.
Η ταινία είναι μια σπουδή στις κλασσικές έννοιες της «κακίας», της εξουσίας και του πολέμου. Τα σαιξπηρικά μοτίβα συνδυάζονται με μαεστρία με την σύγχρονη κινηματογραφία- σεξ, βία και εκρήξεις. Σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για μια συναρπαστική, εγκεφαλική άσκηση- μια περισσότερο συναρπαστική παρά συναισθηματική προσθήκη. Παραμένει, όμως, μια αξιοσημείωτη κινηματογραφική προσαρμογή του έργου του Βάρδου.
Σκηνοθεσία: Richard Loncraine
Σενάριο: Ian McKellen, Richard Loncraine
Παίζουν: Ian McKellen, Annette Bening, Jim Broadbent, Robert Downey Jr., Nigel Hawthorne, Kristin Scott Thomas, John Wood, Maggie Smith, Jim Carter, Edward Hardwicke, Adrian Dunbar, Tres Hanley, Dominic West, Roger Hammond, Tim McInnerny
Μουσική: Trevor Jones
Χώρα: UK
Έτος: 1995
Το δεύτερο άρθρο της στήλης Shakespeare in motion είναι αφιερωμένο στην ταινία Richard III ( 1995), με πρωταγωνιστή τον Ίαν ΜακΚέλλεν.
Ο Ίαν ΜακΚέλεν έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό από τους ρόλους του ως Γκάνταλφ στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και του Μαγκνίτο στους «X-Men». Κάποιοι πιο ψαγμένοι, μπορεί να τον γνωρίζουν από την υπέροχη και ξεκαρδιστική σειρά «Vicious» του BBC. Βέβαια, στην Αγγλία ήταν γνωστός ως ένας από τους καλύτερους σαιξπηρικούς ηθοποιούς.
Το ταλέντο του εκδηλώνεται στην ταινία « Ριχάρδος ο Τρίτος» (1995).
Ένα από τα πιο διάσημα έργα του Σαίξπηρ- το οποίο κατατάσσετε στα ιστορικά- μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη στα μέσα της δεκαετίας του Ενενήντα και διαδραματίζεται στην πολυτάραχη δεκαετία του Τριάντα. Ο Ριχάρδος του Ίαν ΜακΚέλεν αντιπροσωπεύει τον πολιτικό φασισμό, ο οποίος ήταν στην ακμή του κατά τις δεκαετίες του ’30 και του ’40.
Πριν αυτή την εκ νέου ερμηνεία και τον σχετικό εκμοντερνισμό του « Ριχάρδου», υπήρχε η ταινία με τον Λόρενς Ολίβιε – με καρέ περούκα και κολάν- του 1955. Η ταινία αυτή αποτελεί μια πιστή μεταφορά του κειμένου στη μεγάλη οθόνη και εξελίσσετε περισσότερο ως ένα μαγνητοσκοπημένο θεατρικό.
Σε αυτό το άρθρο, θα ασχοληθούμε με την ταινία του ΜακΚέλεν. Το έργο είναι ένα ιστορικό διήγημα, το οποίο η φαντασία το βγάζει από την πραγματική ροή της Ιστορίας και το προσγειώνει σε μια αλλιώτικη εκδοχή της Αγγλίας.
Η ταινία αυτή είναι ένα πολιτικό δράμα που μελετά το χειρότερο σενάριο σε μια χώρα με παράδοση στον κοινοβουλευτισμό. Τι θα γινόταν, δηλαδή, αν το 1930 νικούσαν οι φασίστες στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σε μια συνέντευξή του στην Ντένβορ Ποστ, ο Ίαν ΜακΚέλεν αναφέρει για τον «Ριχάρδο τον Τρίτο» ότι: «Η προσέγγισή μου είναι να μην κάνω τίποτα που να εμποδίζει το κοινό να εκτιμήσει αυτό που εκτιμώ, αφαιρώντας τη δυσάρεστη αίσθηση ότι ο Σαίξπηρ, επειδή έγραψε πριν από 400 χρόνια, είναι δύσκολος. Σαν να πρέπει να ζητήσουμε συγνώμη για τον Σαίξπηρ…Ένας κριτικός είπε ότι ο «Ριχάρδος ο Τρίτος» δεν ήταν αυθεντικό. Αλλά ο Σαίξπηρ τα έκανε όλα με μοντέρνο χροιά. Θέλω απλώς να δανειστώ τον φασισμό για να δείξω ότι ο Ριχάρδος δεν ήταν απλώς ένας χαρισματικός κακοποιός. Πρέπει να τον πάρουμε στα σοβαρά.»
Πρώτα όμως, ας μιλήσουμε για το πρωτότυπο.
Ο «Ριχάρδος ο Τρίτος» του Σαίξπηρ καλύπτει τα τελευταία χρόνια των πολέμων των Ρόδων- δηλαδή, από εκτέλεση του αδερφού του Γεωργίου, Δούκα του Κλάρενς, το 1478, έως την ήττα του Ριχάρδου στο Bosworth Field το 1485. Στον θρόνο της Αγγλίας, όταν ο δραματουργός έγραφε, καθόταν η εγγονή του Ρίτσμοντ, ο οποίος νίκησε τον Ριχάρδο και έγινε βασιλιάς και θεωρούταν ως ο σωτήρας μιας Αγγλίας που την έσωσε από την διχόνοια και τον εμφύλιο σπαραγμό.
Ο Ριχάρδος είναι ένας χαρισματικός στρατηγός και πολιτικός, που παρά τις φυσικές του αδυναμίες ( είναι άσχημος, καμπούρης και κουτσός), εξαπολύει έναν μυστικό πόλεμο μηχανορραφιών κατά του αδερφών του Γεωργίου και Βασιλιά Εδουάρδου, της Βασίλισσας Ελισάβετ και της οικογένειας της, για να καταφέρει να κερδίσει τον θρόνο.
Μετά τον θάνατο του βασιλιά, ο Ριχάρδος γίνεται αντιβασιλέας και προστάτης του νεαρού πρίγκιπα Εδουάρδου. Με μια εξαιρετική επίδειξη ευγένειας και αφοσίωσης, ο Ρίτσαρντ έχει τον Πρίγκιπα Έντουαρντ και τον αδερφό του να παραμείνουν στον Πύργο. Ανακαλύπτοντας ότι ο Χέιστινγκς παραμένει πιστός στον πρίγκιπα, ο αντιήρωας τον καταγγέλλει ως προδότη και διατάζει την εκτέλεση του. Λίγο αργότερα, οι Rivers, Gray και Vaughan έχουν την ίδια μοίρα με τον Χέιστινγκς. Διατάζει τον Μπάκιγχαμ να διαβάλει τον νεκρό Έντουαρντ, υπονοώντας ότι τα παιδιά του αείμνηστου βασιλιά δεν είναι δικά του. Όταν οι πολίτες του Λονδίνου, με επικεφαλής τον Δήμαρχο, του προσφέρουν το στέμμα, ο Ρίτσαρντ το αποδέχεται με προσποιητή απροθυμία.
Για να εξασφαλίσει τη θέση του, ο νέος βασιλιάς προτείνει στο Μπάκιγχαμ να δολοφονήσει τους νεαρούς πρίγκιπες. Αλλά ο δούκας αποτροπιασμένος στη σκέψη μιας τέτοιας τερατώδους πράξης, αρνείται. Διαδίδει φήμες ότι η γυναίκα του είναι θανάσιμα άρρωστη και οργανώνει έναν ατιμωτικό θάνατο για τη Μαργαρίτα, την κόρη του Κλάρενςꞏ φυλακίζει τον γιο του Κλάρενς. Έπειτα, δεσμεύει τον Sir James Tyrrel να αναλάβει τη δολοφονία των μικρών πριγκίπων. Ο Μπάκιγχαμ, που τώρα αντιμετωπίστηκε περιφρονητικά και ο Ριχάρδος του αρνείται το δουκάτου Χέιφορντ, αποφασίζει να συμμαχήσει με τον Ρίτσμοντ, ο οποίος είναι στην Γαλλία και ετοιμάζεται να εισβάλει στην Αγγλία. Η Άννα πεθαίνει και ο Ρίτσαρντ ζητά να παντρευτεί την ανιψιά του, την Ελισάβετ της Υόρκης. Ο Ρίτσμοντ φτάνει στο Μίλφορντ ως επικεφαλής ενός ισχυρού στρατού. Μαζί με πολλούς ευγενείς, βαδίζει στην ενδοχώρα για να διεκδικήσει το θρόνο. Ο Μπάκιγχαμ συλλαμβάνεται και θανατώνεται.
Οι δύο στρατοί συνεδριάζει Bosworth Field, και οι δύο ηγέτες στρατοπεδεύουν στις δύο πλευρές του Πεδίου. Εκείνη τη νύχτα, εμφανίζονται τα φαντάσματα των θυμάτων του Ρίτσαρντ, κατηγορώντας τον και προφητεύοντας την ήττα του. Τόσο ο Ριχάρδος, όσο και ο Ρίτσμοντ, απευθύνονται στα στρατεύματά τους πριν την μάχη. Ο Ρίτσαρντ μάχεται με θάρρος, αλλά σκοτώνεται στην μάχη από τον Ρίτσμοντ, ο οποίος αποδέχεται το στέμμα και προτείνει να παντρευτεί την Ελίζαμπεθ της Υόρκης.
Ο Ριχάρδος είναι ο πρώτος «ήρωας κακοποιός» του Σαίξπηρ. Αυτοαποκαλούμενος ως αυτός που θα “ξεπεράσει τον Μακιαβέλλι”, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του κακοποιού της Ελισαβετιανής σκηνής. Ο πρωταγωνιστής του έργου είναι η επιτομή του «κακού-ανταγωνιστή», ο οποίος δεν έχει καμία αρετή και η ανηθικότητα του έρχεται ως αντίθεση στην ηθική του ήρωα-καλού.
Η ταινία εξελίσσεται- στο μεγαλύτερο βαθμό της- όπως και στο βιβλίο. Το καστ περιλαμβάνει μεγάλα ονόματα του κινηματογράφου, όπως την Μάγκι Σμιθ και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ. Την ταινία σκηνοθέτησε ο Ρίτσαρντ Λοκραίην.
Η πρώτη σκηνή ξεκινά με την τελική μάχη στον εμφύλιο πόλεμο καθώς η οικογένεια της Υόρκης αναλαμβάνει το θρόνο από τον Χένρι VI και επαναφέρει τον βασιλιά Έντουαρντ IV (John Wood). Ωστόσο, ο μικρότερος αδερφός του Έντουαρντ, ο Ρίτσαρντ- Δούκας του Γκλούσεστερ- ζηλεύει και σχεδιάζει να τον ανατρέψει. Απομακρύνει με διάφορες δολοπλοκίες όλους όσους στέκονται ανάμεσα σε αυτόν και τον θρόνο. Τελικά, ορίζεται Βασιλιάς, αλλά οι ενέργειές του του κόστισαν βασικούς συμμάχους και τους οδήγησαν σε εξέγερση.
Ο Ρότζερ Ίμπερτ έγραψε για την ταινία ότι: « Αυτή είναι μια ταινία με φοβερή γοητεία. O ΜακΚέλεν την καταλαμβάνει σαν μια δηλητηριώδη αράχνη στη φωλιά του. Περιφέρεται πλαγίως σε όλη του τη ζωή, καπνίζει σαν να είναι τόσο απαραίτητο για αυτόν όσο η αναπνοή, σαγηνευτικός όταν θέλει να είναι, όταν θυμωμένος ο Ριχάρδος αποκαλύπτει το αρπακτικό μέσα του.»
Όπως αναφέραμε ήδη, η ταινία εξελίσσεται στην δεκαετία του 1930 και σε αυτή την φανταστική Αγγλία, που βρίσκεται στην εποχή της πραγματικής ναζιστικής Γερμανίας, ο σκηνοθέτης αντλεί ομοιότητες από την τελευταία. Ο Ίαν ΜακΚέλεν είναι ντυμένος για να μοιάζει με τον Χίτλερ: τα ανακατεμένα μαλλιά, το λεπτό μουστάκι και η ναζιστική στρατιωτική στολή, όπου η σβάστικά έχει αντικατασταθεί με το κεφάλι ενός αγριόχοιρου ( το οικόσημο του Ριχάρδου).
Οι ομοιότητες δεν σταματούν εκεί. Αφού ο Ριχάρδος δεχτεί το στέμμα από τον Δήμαρχο και τους υπόλοιπους ευγενής, βγάζει λόγο σε μια μεγάλη κομματική συγκέντρωση, η οποία θυμίζει τις ναζιστικές συγκεντρώσεις του Χίτλερ στην Γερμανία. Επίσης, οι κτιριακή και σκηνική αισθητική- που έχει επιλέξει ο σκηνοθέτης- θυμίζουν την Γερμανία του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο McKellen φαίνεται να διασκεδάζει παίζοντας αυτό το άθλιο και ανήθικο άτομο, προσφέροντας μια εκπληκτική ερμηνεία. Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που κάποιος θα βαρεθεί τον Ριχάρδο και το συνεχές κλείσιμο του ματιού προς το κοινό- ο ΜακΚέλεν σπάζει συνεχώς τον τέταρτο τοίχο για να μιλήσει απευθείας στον θεατή. Μία από τις πιο χαρακτηριστικές και διασκεδαστικές σκηνές είναι όταν ο Ριχάρδος εισβάλει στο αρχηγείο των Λάνκαστερ με ένα τανκς. Μια πραγματικά «καρτουνίστικη» σκηνή που ταιριάζει απόλυτα σε έναν «καρτουνίστικο» κακό, όπως ο Ριχάρδος.
Υπάρχει κωμωδία στον « Ριχάρδο τον Τρίτο», αλλά το καλύτερο αστείο είναι στο τέλος, όπου πέφτοντας από ένα κτίριο και πριν τον τυλίξουν οι φλόγες που μαίνονται από κάτω του, ο Ρίτσαρντ φαίνεται να χαμογελά ειρωνικά. Το τραγούδι “I’m Sitting on Top of the World” συνοδεύει αυτή την αλληγορική πτώση προς την κόλαση.
Η ταινία είναι μια σπουδή στις κλασσικές έννοιες της «κακίας», της εξουσίας και του πολέμου. Τα σαιξπηρικά μοτίβα συνδυάζονται με μαεστρία με την σύγχρονη κινηματογραφία- σεξ, βία και εκρήξεις. Σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για μια συναρπαστική, εγκεφαλική άσκηση- μια περισσότερο συναρπαστική παρά συναισθηματική προσθήκη. Παραμένει, όμως, μια αξιοσημείωτη κινηματογραφική προσαρμογή του έργου του Βάρδου.
Σκηνοθεσία: Richard Loncraine
Σενάριο: Ian McKellen, Richard Loncraine
Παίζουν: Ian McKellen, Annette Bening, Jim Broadbent, Robert Downey Jr., Nigel Hawthorne, Kristin Scott Thomas, John Wood, Maggie Smith, Jim Carter, Edward Hardwicke, Adrian Dunbar, Tres Hanley, Dominic West, Roger Hammond, Tim McInnerny
Μουσική: Trevor Jones
Χώρα: UK
Έτος: 1995