Η ταραχώδης ζωή, τα κινηματογραφικά παιδικά χρόνια, η απροσδόκητη καριέρα, τα αχαλίνωτα πάθη, τα παιχνίδια της ζωής, οι καταχρήσεις και η ασθένεια.
Πριν πενήντα οκτώ χρόνια, στις 10 Οκτώβρη, «έσβησε» ένα από τα λαμπρότερα αστέρια του γαλλικού ρεπερτορίου, μια γυναίκα που έμεινε στην ιστορία, η Εντιθ Πιάφ. Μια γυναίκα που ταλανίστηκε στη ζωή της, η οποία έμοιαζε με ταινία του κινηματογράφου αλλά παρόλα αυτά δεν τα παράτησε και «δεν μετάνιωσε για τίποτα»
Τα κινηματογραφικά παιδικά και εφηβικά χρόνια
Γεννήθηκε στις 19 Δεκέμβρη του 1915, το όνομα της το πήρε από την Εντίθ Κάβελ, μια νοσοκόμα που εκτελέστηκε εξαιτίας της ανθρωπιστικής της δράσης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Φαινόταν, ήδη, από την βρεφική της ηλικία πως θα περνούσε ουκ ολίγα στη ζωή της αλλά και η καλλιτεχνική της φύση καθώς προερχόταν από πατέρα ακροβάτη και μητέρα τραγουδίστρια. Βέβαια η τελευταία, εγκατέλειψε την μικρή Εντιθ η οποία τα πρώτα της χρόνια τα πέρασε με την γιαγιά της , από την πλευρά της μητέρας της. Μετά από δυο χρόνια ο πατέρας της την πήγε στην δική του μητέρα, οπού διατηρούσε οίκο ανοχής.
Έκτος από το πλέον ακατάλληλο περιβάλλον για την ανατροφή ενός παιδιού στο οποίο ζούσε η μικρή Εντίθ, σε μικρή ηλικία τυφλώθηκε. Μια περιπέτεια η οποία ανέδειξε την δύναμη της καθώς αναγκάστηκε να αναρρώσει μόνη της χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Σε ηλικία περίπου επτά ετών ο πατέρα της την παίρνει μαζί του στις περιοδείες του, ενώ την εντάσσει σε ένα νούμερο ώστε να τον συνοδεύει με την φωνή της. Ο ίδιος είχε πει πως σκοπός του ήταν η κόρη να ακολουθήσει τα χνάρια του στην ακροβατική κάτι το οποίο αποδείχθηκε «όνειρο απατηλό» εφόσον παρόλες τις προσπάθειες τόσο του ίδιου όσο και της Εντιθ, η κόρη του δεν διέθετε κανένα ταλέντο στο συγκεκριμένο τομέα.
Η αρχή της καριέρας της ως «μικρό σπουργίτι»
Το τραγούδι ήταν αυτό που ήθελε να ακολουθήσει από μικρή, όπου το ταλέντο της ξεχείλιζε σε αφθονία. Για αυτό σε ηλικία δεκαπέντε ετών αποφασίζει να κυνηγήσει το όνειρο της, μετακομίζοντας στο Παρίσι. Μερικά χρόνια αργότερα, την μικρή τραγουδίστρια την ανακαλύπτει ο Λεπλέ, ένας ιδιοκτήτης καμπαρέ, ο οποίος μαγεμένος από την φωνή της αποφασίζει να την αναλάβει, της αλλάζει τα ρούχα και την εμφάνιση. Υπογράφουν άμεσα ένα συμβόλαιο στο οποίο υπάρχει ένας όρος, η αλλαγή του επιθέτου της, ο Λεπλέ αναγράφει στο συμβόλαιο «mome Piaf», δηλαδή στο μικρό σπουργίτι. Έτσι, η Εντιθ μετατρέπεται σε ένα σπουργίτι που θα ανοίξει τα φτερά του κατακτώντας τον κόσμο, στην γνωστή σε όλους μας, Εντιθ Πιαφ.
Ο πρώτος έρωτας και συνεχείς δοκιμασίες
Όταν η Εντιθ είναι δεκαεπτά ετών γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον Λουι Ντυπόν με τον οποίο συζούν το 1933 φέρνουν στη ζωή ένα κοριτσάκι, την Μαρσέλ. Η Εντιθ λατρεύει την κόρη της και περνάει χρόνο μαζί της εν αντιθέσει με τη δική της μητέρα όπου την εγκατέλειψε. Η μοίρα, όμως, έχει άλλα σχέδια, όσο κι αν ήθελε η Εντιθ να μην στερηθεί την κόρη της όπως συνέβη με την ίδιο, η μικρή Μαρσέλ αρρωσταίνει από μηνιγγίτιδα και σε ηλικία δυο ετών πεθαίνει. Αυτή η πρώτη απώλεια δεν έπαψε να σημαδεύει την νεαρή τραγουδίστρια. Βέβαια κακεντρεχή σχόλια ακούγονταν περί ανευθυνότητας της Εντιθ να φροντίσει την κόρη της και την ήθελαν να κοιμάται με πολλούς άνδρες για να καταφέρει, ελλείψει χρημάτων, να κηδέψει την μικρή. Μετά τον πρώτο δίσκο της, το 1935, παρόλη την αίσθηση που έχει κάνει στον καλλιτεχνικό χώρο και μη, μια ακόμη περιπέτεια περιμένει την Εντιθ. Ο μέντορας της, ο Λεπλέ, φονεύεται και η ίδια θεωρείται κατηγορούμενη. Έπειτα από μια κουραστική και μακρά διαδικασία, εν τέλει αθωώνεται. Η τραγουδίστρια, βαθιά πληγωμένη αποφασίζει να φύγει για την επαρχεία.
Η δυνατή επιστροφή και η εξάπλωση της φήμης της
Δύο χρόνια αργότερα, η Εντιθ Πιαφ επιστρέφει και γίνεται γνωστή από τα τραγούδια της, όχι πια μόνο στον Γαλλόφωνο χώρο αλλά και παγκοσμίως, καθώς την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η φωνή της παρηγορούσε όλους τους βασανισμένους ανθρώπους δίνοντας τους ελπίδα. Την ίδια περίοδο κάνει την πρώτη της ταινία, οπού φυσικά γνώρισε μεγάλη ανταπόκριση. Με το πέρας του πολέμου, η φήμη της εξαπλώνεται και αρχίζει τις παγκόσμιες περιοδείες. Το έτος του 1945 αποτέλεσε βασικό σημείο για την καριέρα της εφόσον τότε γράφει και ερμηνεύει τα γνωστά τραγούδια της «la vie en rose» « les 3 cloches».Παρόλο που το πρώτο στην αρχή δεν έτυχε της σημασίας που απαιτούταν, έπειτα συναπάντησαν μεγάλη αναγνωσιμότητα. Το ίδιο έτος, γνωρίζει και εντυπωσιάζεται από τον Υβ Μονταν του οποίου αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του.
Τα αχαλίνωτα πάθη και τα παιχνίδια της μοίρας
Τον επόμενο χρόνο, έρχεται στην Αθήνα, γνωρίζοντας σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, εδώ γνωρίζει και ερωτεύεται τον εικοσιπεντάχρονο, τότε, Δημήτρη Χορν. Ο έρωτας της όμως είναι μονόπλευρος. Η ίδια, μάλιστα, του γράφει σε μια επιστολή «Σ’ αγαπώ όπως δεν αγάπησα ποτέ κανέναν, Τάκη, μη μου πληγώσεις την καρδία.»
Εν συνέχεια κάνει σχέση με τον πυγμάχο Μαρσελ Σερνταλ, ο έρωτας τους δίνει λαβή στον τύπο να οργιάσει. Το 1949, ο αγαπημένος της σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα, στην πτήση του από Παρίσι Νέα Υόρκη για να την συναντήσει. Για τον έρωτα της ζωής της, η Εντιθ Πιαφ γράφει τον «ύμνο στην αγάπη», όπου το ερμηνεύει πρώτη φορά στο καμπαρέ «Βερσαλλίες» στη Νέα Υόρκη στις 14 Σεπτεμβρίου 1949. Το δυστύχημα του της στοίχησε, την έριξε για άλλη μια φορά στον «τέρας της κατάθλιψης» με το οποίο πολέμα ήδη από τα δεκαεννιά της.
Το 1951 γράφει το γνωστό τραγούδι της «Padam.. Padam» ενώ αντιμετωπίζει σοβαρούς πόνους εξαιτίας των δυο σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων της οπού έλαβαν χώρα την ίδιο χρονιά.
Ένα χρόνο αργότερα παντρεύεται τον Γάλλο ηθοποιό, Ζακ Πιλς, με κουμπάρα την Μάρλεν Ντιτριχ. Τα επόμενα χρόνια, συνεχίζει την παγκοσμίου φήμης καριέρα της, ερμηνεύοντας ορισμένες από την επιτυχίες της αλλά και νέες όπως το «La foule» «Sous le ciel de Paris» «Les amants d’un jour» και τα πασίγνωστα «Non, je ne regrette rien» και « Heaven Have Mercy». Το ζευγάρι, όμως, θα χωρίσει το 1957.
Περί το 1958 συνάπτει σχέση με τον Ζωρζ Μουστάκι, τον οποίο επίσης βοηθά με την καριέρα του. Το 1960 γνωρίζει, ερωτεύεται και παντρεύεται τον κατά είκοσι χρόνια νεότερο της, Έλληνα κομμωτή – τραγουδιστή Θεοφάνη Λαμπούκα όπου τον κάνει γνωστό στο ευρύ κοινό με το «Theo Sarapo» το 1962.
Μαζί κάνουν περιοδείες και ο ίδιος ερμηνεύει τραγούδια μαζί με την αγαπημένη του, ιδίως με το ευρέως αγαπητό ντουέτο τους«À quoi ça sert l’amour» (Αυτοί που αγαπήθηκαν). Ο τελευταίος σύζυγος της Εντιθ κηδεύτηκε στην πόλη της αγαπημένης του, το 1970, στον τάφο μαζί με τον πατέρα της και την κόρη της με την επιγραφή «Η αγάπη τα κατακτά όλα».
Το 1962, ακόμη, πραγματοποιείται η ιστορική συνεργασία της Εντιθ Πιαφ με τον Μίκη Θεοδωράκη. Η ερμηνεία της «όμορφης πόλης» τόσο στα ελληνικό όσο και στα γαλλικά μαγεύει μέχρι και σήμερα τους ακροατές. Το τραγούδι αρχής από «οι εραστές του τερουέλ» χάρισε στην τραγουδίστρια το πρώτο βραβείο της ακαδημίας Charlescros.
Η καταχρήσεις, η ασθένεια και το επίγειο τέλος «του σπουργιτιού»
Η πολυτάραχη ζωή της Εντιθ Πιαφ την οδήγησε συχνά στην κατάθλιψη και στην μάχη με ψυχικά νοσήματα κι όχι μόνο. Η χορήγηση μορφίνης ως παυσίπονο για να καταπολεμήσει τους φρικτούς πόνους μετά από τα τροχαία ατυχήματα την έκαναν να εθιστεί στο συγκεκριμένο ναρκωτικό.
Η χορήγηση μορφίνης ως φαρμακευτική αρωγή και ως συνέχεια του εθισμού της σε αυτήν σε συνδυασμό το αλκοόλ φέρνει τη υγεία της σε πολύ άσχημη κατάσταση. Το 1959 η τραγουδίστρια καταρρέει πάνω στη σκηνή και οι ιατροί της χορηγούν ξανά μορφίνη. Η Εντιθ Πιαφ αποδυναμώνεται ακόμη περισσότερο το 1960 μετά από ένα ακόμη ατύχημα. Οι συνεχείς περιοδείες της σε όλο τον κόσμο την κάνουν να αδυνατεί να σταθεί. Αρχίζει να τρεκλίζει και τα παραπατά επί σκηνής.
Ώσπου στα 48 της πεθαίνει από κύρωση του ήπατος. Στις 10 Οκτώβρη του 1963, την ίδιο μέρα που πεθαίνει κι ο φίλος της Ζαν Κοκτώ, το «μικρό σπουργίτι» αποδημεί αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας τον καλλιτεχνικό χώρο φτωχότερο. Ο αρχιεπίσκοπος του Παρισιού αρνείται να κάνει την τελετή εξαιτίας τη «άστατης» ζωής της τραγουδίστριας. Παρόλα αυτά η αγαπητή τραγουδίστρια κηδεύτηκε δίπλα στην κόρη της στο Περ Λασέζ, ενώ στην τελετή υπήρξε κοσμοσυρροή. Στον τάφο της αναγράφεται «Madame Laboukas dite Edith Piaf», δηλαδή «Κυρία Λαμπούκα, γνωστή ως Εντιθ Πιαφ».
Πριν από επτά χρονιά, δηλαδή πενήντα ένα χρόνια μετά τον θάνατο της, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία οργάνωσε προς τιμή της τελετή στην εκκλησία όπου γεννήθηκε και βαπτίστηκε, St. Jean – Baptiste του Μπελβίλ.
Από τις γειτονίες του Παρισίου στην αιωνιότητα
Η ζωή της πράγματι ήταν κινηματογραφική για αυτό και ακολούθησαν ταινίες και βιβλία για την ζωή της. Το 1983 «Η Εντιθ και η Μαρσελ», το 2006 «ζωή σαν τριαντάφυλλο» με την Κοτιγιάρ να ερμηνεύει την σπουδαία τραγουδίστρια κατακτώντας το όσκαρ Α γυναικείου ρόλου. Με τον προσωπικό της φίλο Αλεν Ντε Λον να μας χάρισε, σαραντα επτά χρόνια μετά τον θάνατο της, μια συγκλονιστική ταινία «Εντιθ Πιαφ μια ζωή με ροζ και μαύρο» (Edith Piaf en vie en rose et noir).
Η μικρή Γαλλίδα τραγουδίστρια κατέκτησε όλο τον κόσμο με την αγγελική της φωνή. 58 χρόνια μετά τον θάνατο της κι όμως τα τραγούδια της ηχούν ακόμη. Μια γυναίκα που έγινε γνωστή όχι μόνο για το ταλέντο της αλλά και για την κοσμοθεωρία της, που μέσα από τους στίχους της περνούσε σπουδαία διαχρονικά μηνύματα τα οποία μένουν ανεξίτηλα στις καρδίες μας.
Μια γυναίκα που μας έμαθε τι είναι η αγάπη, κάτι το ανεξήγητο, λυπηρό αλλά πάντα υπέροχο, παντοτινό. Μια καλλιτέχνης που δεν φοβήθηκε να αγαπήσει, να πληγωθεί και να ξανά ερωτευθεί, που έζησε «την ζωή με το κουτάλι» αλλά «όχι, δεν μετάνιωσε για τίποτα» από όσα έκανε. Τα τραγούδια της είχαν βαθύ νόημα και ό τρόπος εκτέλεσης τους δεν μπορούσε παρά να συγκινήσει. Η κραυγή της στο «Heaven Have Mercy» αντηχεί τόσο στα αυτιά όσο και στις καρδίες μας. Η Εντιθ Πιαφ, κατέκτησε τον κόσμο, οι ερμηνείες της, ακόμη και τα τελευταία χρόνια όπου η υγεία της χώλαινε, έκανε το ακροατήριο να ανατριχιάσει. Δεν μπορεί παρά να αποτελεί σπουδαία πολιτισμική κληρονομία για τον ανθρώπινο είδος. Όλοι οφείλουν να ακούσουν τα τραγούδια της, τα τραγούδια ενός σπουργιτιού που κατάφερε να γράψει το όνομα της με χρυσά γράμματα στην παγκόσμια ιστορία.
Σε ευχαριστούμε Εντιθ,
Η ταραχώδης ζωή, τα κινηματογραφικά παιδικά χρόνια, η απροσδόκητη καριέρα, τα αχαλίνωτα πάθη, τα παιχνίδια της ζωής, οι καταχρήσεις και η ασθένεια.
Πριν πενήντα οκτώ χρόνια, στις 10 Οκτώβρη, «έσβησε» ένα από τα λαμπρότερα αστέρια του γαλλικού ρεπερτορίου, μια γυναίκα που έμεινε στην ιστορία, η Εντιθ Πιάφ. Μια γυναίκα που ταλανίστηκε στη ζωή της, η οποία έμοιαζε με ταινία του κινηματογράφου αλλά παρόλα αυτά δεν τα παράτησε και «δεν μετάνιωσε για τίποτα»
Τα κινηματογραφικά παιδικά και εφηβικά χρόνια
Γεννήθηκε στις 19 Δεκέμβρη του 1915, το όνομα της το πήρε από την Εντίθ Κάβελ, μια νοσοκόμα που εκτελέστηκε εξαιτίας της ανθρωπιστικής της δράσης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Φαινόταν, ήδη, από την βρεφική της ηλικία πως θα περνούσε ουκ ολίγα στη ζωή της αλλά και η καλλιτεχνική της φύση καθώς προερχόταν από πατέρα ακροβάτη και μητέρα τραγουδίστρια. Βέβαια η τελευταία, εγκατέλειψε την μικρή Εντιθ η οποία τα πρώτα της χρόνια τα πέρασε με την γιαγιά της , από την πλευρά της μητέρας της. Μετά από δυο χρόνια ο πατέρας της την πήγε στην δική του μητέρα, οπού διατηρούσε οίκο ανοχής.
Έκτος από το πλέον ακατάλληλο περιβάλλον για την ανατροφή ενός παιδιού στο οποίο ζούσε η μικρή Εντίθ, σε μικρή ηλικία τυφλώθηκε. Μια περιπέτεια η οποία ανέδειξε την δύναμη της καθώς αναγκάστηκε να αναρρώσει μόνη της χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Σε ηλικία περίπου επτά ετών ο πατέρα της την παίρνει μαζί του στις περιοδείες του, ενώ την εντάσσει σε ένα νούμερο ώστε να τον συνοδεύει με την φωνή της. Ο ίδιος είχε πει πως σκοπός του ήταν η κόρη να ακολουθήσει τα χνάρια του στην ακροβατική κάτι το οποίο αποδείχθηκε «όνειρο απατηλό» εφόσον παρόλες τις προσπάθειες τόσο του ίδιου όσο και της Εντιθ, η κόρη του δεν διέθετε κανένα ταλέντο στο συγκεκριμένο τομέα.
Η αρχή της καριέρας της ως «μικρό σπουργίτι»
Το τραγούδι ήταν αυτό που ήθελε να ακολουθήσει από μικρή, όπου το ταλέντο της ξεχείλιζε σε αφθονία. Για αυτό σε ηλικία δεκαπέντε ετών αποφασίζει να κυνηγήσει το όνειρο της, μετακομίζοντας στο Παρίσι. Μερικά χρόνια αργότερα, την μικρή τραγουδίστρια την ανακαλύπτει ο Λεπλέ, ένας ιδιοκτήτης καμπαρέ, ο οποίος μαγεμένος από την φωνή της αποφασίζει να την αναλάβει, της αλλάζει τα ρούχα και την εμφάνιση. Υπογράφουν άμεσα ένα συμβόλαιο στο οποίο υπάρχει ένας όρος, η αλλαγή του επιθέτου της, ο Λεπλέ αναγράφει στο συμβόλαιο «mome Piaf», δηλαδή στο μικρό σπουργίτι. Έτσι, η Εντιθ μετατρέπεται σε ένα σπουργίτι που θα ανοίξει τα φτερά του κατακτώντας τον κόσμο, στην γνωστή σε όλους μας, Εντιθ Πιαφ.
Ο πρώτος έρωτας και συνεχείς δοκιμασίες
Όταν η Εντιθ είναι δεκαεπτά ετών γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον Λουι Ντυπόν με τον οποίο συζούν το 1933 φέρνουν στη ζωή ένα κοριτσάκι, την Μαρσέλ. Η Εντιθ λατρεύει την κόρη της και περνάει χρόνο μαζί της εν αντιθέσει με τη δική της μητέρα όπου την εγκατέλειψε. Η μοίρα, όμως, έχει άλλα σχέδια, όσο κι αν ήθελε η Εντιθ να μην στερηθεί την κόρη της όπως συνέβη με την ίδιο, η μικρή Μαρσέλ αρρωσταίνει από μηνιγγίτιδα και σε ηλικία δυο ετών πεθαίνει. Αυτή η πρώτη απώλεια δεν έπαψε να σημαδεύει την νεαρή τραγουδίστρια. Βέβαια κακεντρεχή σχόλια ακούγονταν περί ανευθυνότητας της Εντιθ να φροντίσει την κόρη της και την ήθελαν να κοιμάται με πολλούς άνδρες για να καταφέρει, ελλείψει χρημάτων, να κηδέψει την μικρή. Μετά τον πρώτο δίσκο της, το 1935, παρόλη την αίσθηση που έχει κάνει στον καλλιτεχνικό χώρο και μη, μια ακόμη περιπέτεια περιμένει την Εντιθ. Ο μέντορας της, ο Λεπλέ, φονεύεται και η ίδια θεωρείται κατηγορούμενη. Έπειτα από μια κουραστική και μακρά διαδικασία, εν τέλει αθωώνεται. Η τραγουδίστρια, βαθιά πληγωμένη αποφασίζει να φύγει για την επαρχεία.
Η δυνατή επιστροφή και η εξάπλωση της φήμης της
Δύο χρόνια αργότερα, η Εντιθ Πιαφ επιστρέφει και γίνεται γνωστή από τα τραγούδια της, όχι πια μόνο στον Γαλλόφωνο χώρο αλλά και παγκοσμίως, καθώς την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η φωνή της παρηγορούσε όλους τους βασανισμένους ανθρώπους δίνοντας τους ελπίδα. Την ίδια περίοδο κάνει την πρώτη της ταινία, οπού φυσικά γνώρισε μεγάλη ανταπόκριση. Με το πέρας του πολέμου, η φήμη της εξαπλώνεται και αρχίζει τις παγκόσμιες περιοδείες. Το έτος του 1945 αποτέλεσε βασικό σημείο για την καριέρα της εφόσον τότε γράφει και ερμηνεύει τα γνωστά τραγούδια της «la vie en rose» « les 3 cloches».Παρόλο που το πρώτο στην αρχή δεν έτυχε της σημασίας που απαιτούταν, έπειτα συναπάντησαν μεγάλη αναγνωσιμότητα. Το ίδιο έτος, γνωρίζει και εντυπωσιάζεται από τον Υβ Μονταν του οποίου αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του.
Τα αχαλίνωτα πάθη και τα παιχνίδια της μοίρας
Τον επόμενο χρόνο, έρχεται στην Αθήνα, γνωρίζοντας σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, εδώ γνωρίζει και ερωτεύεται τον εικοσιπεντάχρονο, τότε, Δημήτρη Χορν. Ο έρωτας της όμως είναι μονόπλευρος. Η ίδια, μάλιστα, του γράφει σε μια επιστολή «Σ’ αγαπώ όπως δεν αγάπησα ποτέ κανέναν, Τάκη, μη μου πληγώσεις την καρδία.»
Εν συνέχεια κάνει σχέση με τον πυγμάχο Μαρσελ Σερνταλ, ο έρωτας τους δίνει λαβή στον τύπο να οργιάσει. Το 1949, ο αγαπημένος της σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα, στην πτήση του από Παρίσι Νέα Υόρκη για να την συναντήσει. Για τον έρωτα της ζωής της, η Εντιθ Πιαφ γράφει τον «ύμνο στην αγάπη», όπου το ερμηνεύει πρώτη φορά στο καμπαρέ «Βερσαλλίες» στη Νέα Υόρκη στις 14 Σεπτεμβρίου 1949. Το δυστύχημα του της στοίχησε, την έριξε για άλλη μια φορά στον «τέρας της κατάθλιψης» με το οποίο πολέμα ήδη από τα δεκαεννιά της.
Το 1951 γράφει το γνωστό τραγούδι της «Padam.. Padam» ενώ αντιμετωπίζει σοβαρούς πόνους εξαιτίας των δυο σοβαρών τροχαίων ατυχημάτων της οπού έλαβαν χώρα την ίδιο χρονιά.
Ένα χρόνο αργότερα παντρεύεται τον Γάλλο ηθοποιό, Ζακ Πιλς, με κουμπάρα την Μάρλεν Ντιτριχ. Τα επόμενα χρόνια, συνεχίζει την παγκοσμίου φήμης καριέρα της, ερμηνεύοντας ορισμένες από την επιτυχίες της αλλά και νέες όπως το «La foule» «Sous le ciel de Paris» «Les amants d’un jour» και τα πασίγνωστα «Non, je ne regrette rien» και « Heaven Have Mercy». Το ζευγάρι, όμως, θα χωρίσει το 1957.
Περί το 1958 συνάπτει σχέση με τον Ζωρζ Μουστάκι, τον οποίο επίσης βοηθά με την καριέρα του. Το 1960 γνωρίζει, ερωτεύεται και παντρεύεται τον κατά είκοσι χρόνια νεότερο της, Έλληνα κομμωτή – τραγουδιστή Θεοφάνη Λαμπούκα όπου τον κάνει γνωστό στο ευρύ κοινό με το «Theo Sarapo» το 1962.
Μαζί κάνουν περιοδείες και ο ίδιος ερμηνεύει τραγούδια μαζί με την αγαπημένη του, ιδίως με το ευρέως αγαπητό ντουέτο τους«À quoi ça sert l’amour» (Αυτοί που αγαπήθηκαν). Ο τελευταίος σύζυγος της Εντιθ κηδεύτηκε στην πόλη της αγαπημένης του, το 1970, στον τάφο μαζί με τον πατέρα της και την κόρη της με την επιγραφή «Η αγάπη τα κατακτά όλα».
Το 1962, ακόμη, πραγματοποιείται η ιστορική συνεργασία της Εντιθ Πιαφ με τον Μίκη Θεοδωράκη. Η ερμηνεία της «όμορφης πόλης» τόσο στα ελληνικό όσο και στα γαλλικά μαγεύει μέχρι και σήμερα τους ακροατές. Το τραγούδι αρχής από «οι εραστές του τερουέλ» χάρισε στην τραγουδίστρια το πρώτο βραβείο της ακαδημίας Charlescros.
Η καταχρήσεις, η ασθένεια και το επίγειο τέλος «του σπουργιτιού»
Η πολυτάραχη ζωή της Εντιθ Πιαφ την οδήγησε συχνά στην κατάθλιψη και στην μάχη με ψυχικά νοσήματα κι όχι μόνο. Η χορήγηση μορφίνης ως παυσίπονο για να καταπολεμήσει τους φρικτούς πόνους μετά από τα τροχαία ατυχήματα την έκαναν να εθιστεί στο συγκεκριμένο ναρκωτικό.
Η χορήγηση μορφίνης ως φαρμακευτική αρωγή και ως συνέχεια του εθισμού της σε αυτήν σε συνδυασμό το αλκοόλ φέρνει τη υγεία της σε πολύ άσχημη κατάσταση. Το 1959 η τραγουδίστρια καταρρέει πάνω στη σκηνή και οι ιατροί της χορηγούν ξανά μορφίνη. Η Εντιθ Πιαφ αποδυναμώνεται ακόμη περισσότερο το 1960 μετά από ένα ακόμη ατύχημα. Οι συνεχείς περιοδείες της σε όλο τον κόσμο την κάνουν να αδυνατεί να σταθεί. Αρχίζει να τρεκλίζει και τα παραπατά επί σκηνής.
Ώσπου στα 48 της πεθαίνει από κύρωση του ήπατος. Στις 10 Οκτώβρη του 1963, την ίδιο μέρα που πεθαίνει κι ο φίλος της Ζαν Κοκτώ, το «μικρό σπουργίτι» αποδημεί αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας τον καλλιτεχνικό χώρο φτωχότερο. Ο αρχιεπίσκοπος του Παρισιού αρνείται να κάνει την τελετή εξαιτίας τη «άστατης» ζωής της τραγουδίστριας. Παρόλα αυτά η αγαπητή τραγουδίστρια κηδεύτηκε δίπλα στην κόρη της στο Περ Λασέζ, ενώ στην τελετή υπήρξε κοσμοσυρροή. Στον τάφο της αναγράφεται «Madame Laboukas dite Edith Piaf», δηλαδή «Κυρία Λαμπούκα, γνωστή ως Εντιθ Πιαφ».
Πριν από επτά χρονιά, δηλαδή πενήντα ένα χρόνια μετά τον θάνατο της, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία οργάνωσε προς τιμή της τελετή στην εκκλησία όπου γεννήθηκε και βαπτίστηκε, St. Jean – Baptiste του Μπελβίλ.
Από τις γειτονίες του Παρισίου στην αιωνιότητα
Η ζωή της πράγματι ήταν κινηματογραφική για αυτό και ακολούθησαν ταινίες και βιβλία για την ζωή της. Το 1983 «Η Εντιθ και η Μαρσελ», το 2006 «ζωή σαν τριαντάφυλλο» με την Κοτιγιάρ να ερμηνεύει την σπουδαία τραγουδίστρια κατακτώντας το όσκαρ Α γυναικείου ρόλου. Με τον προσωπικό της φίλο Αλεν Ντε Λον να μας χάρισε, σαραντα επτά χρόνια μετά τον θάνατο της, μια συγκλονιστική ταινία «Εντιθ Πιαφ μια ζωή με ροζ και μαύρο» (Edith Piaf en vie en rose et noir).
Η μικρή Γαλλίδα τραγουδίστρια κατέκτησε όλο τον κόσμο με την αγγελική της φωνή. 58 χρόνια μετά τον θάνατο της κι όμως τα τραγούδια της ηχούν ακόμη. Μια γυναίκα που έγινε γνωστή όχι μόνο για το ταλέντο της αλλά και για την κοσμοθεωρία της, που μέσα από τους στίχους της περνούσε σπουδαία διαχρονικά μηνύματα τα οποία μένουν ανεξίτηλα στις καρδίες μας.
Μια γυναίκα που μας έμαθε τι είναι η αγάπη, κάτι το ανεξήγητο, λυπηρό αλλά πάντα υπέροχο, παντοτινό. Μια καλλιτέχνης που δεν φοβήθηκε να αγαπήσει, να πληγωθεί και να ξανά ερωτευθεί, που έζησε «την ζωή με το κουτάλι» αλλά «όχι, δεν μετάνιωσε για τίποτα» από όσα έκανε. Τα τραγούδια της είχαν βαθύ νόημα και ό τρόπος εκτέλεσης τους δεν μπορούσε παρά να συγκινήσει. Η κραυγή της στο «Heaven Have Mercy» αντηχεί τόσο στα αυτιά όσο και στις καρδίες μας. Η Εντιθ Πιαφ, κατέκτησε τον κόσμο, οι ερμηνείες της, ακόμη και τα τελευταία χρόνια όπου η υγεία της χώλαινε, έκανε το ακροατήριο να ανατριχιάσει. Δεν μπορεί παρά να αποτελεί σπουδαία πολιτισμική κληρονομία για τον ανθρώπινο είδος. Όλοι οφείλουν να ακούσουν τα τραγούδια της, τα τραγούδια ενός σπουργιτιού που κατάφερε να γράψει το όνομα της με χρυσά γράμματα στην παγκόσμια ιστορία.
Σε ευχαριστούμε Εντιθ,