Ένα ιδιοφυής μουσικός που άλλαξε τα δεδομένα στην έβδομη τέχνη.
Πολλοί λένε πως η μουσική είναι η παγκόσμια γλώσσα, είναι ο τρόπος να επικοινωνούν οι λαοί μεταξύ τους και να έρθουν πιο κοντά. Ας αναλογιστούμε τότε, πόσο ακόμη πιο σημαντική είναι αυτή η παραδοχή, για όσους τη συμμερίζονται τουλάχιστον, όταν μια εικόνα ενδύεται τη μουσική με έναν αβίαστο και αρμονικό τρόπο· ώστε η σύζευξη αυτή, να φαντάζει πλέον αδιαίρετη, αποδίδοντας μία οπτικοακουστική ευμορφία της τέχνης για την ψυχική τέρψη των θεατών. Ο Ένιο Μορικόνε, υπήρξε ένας πρωτοπόρος του εγχειρήματος αυτού, ένας γητευτής των εικόνων που άλλοτε τις εξημέρωνε και άλλοτε τις εξύψωνε· ένας φωτεινός συμπαραστάτης της έβδομης τέχνης που κατάφερε να την απογειώσει, στρώνοντάς της κόκκινο χαλί, σμιλευμένο με τις ιδιοφυείς νότες της μουσικής του.
Τα παιδικά χρόνια
Γεννημένος στη Ρώμη στις 10 Νοεμβρίου του 1928, γιος του τρομπετίστα και πρώτου του δασκάλου, Μάριο Μορικόνε, από τα έξι του κιόλας χρόνια ξεκίνησε την ενασχόλησή του με την μουσική, ενώ σε ηλικία περίπου 12 ετών, έγινε δεκτός στην Ακαδημία της Αγίας Καικιλίας όπου ακολούθησε μαθήματα τρομπέτας. Η έντονη καλλιτεχνική του ανησυχία, σύντομα τον οδήγησε στην ανάγκη να ζητήσει τη μεταγραφή του στο τμήμα σύνθεσης, κάτι που τελικά το κατάφερε παρά τις αντιδράσεις, καθότι οι τρομπετίστες δε συνήθιζαν να γίνονται συνθέτες.
Το έργο του
Η επιθυμία του αυτή να ασχοληθεί με την σύνθεση, αποδείχτηκε ουσιαστικά και η καθοριστικότερη επιλογή της ζωής του, ανοίγοντας έναν λαμπρό, καινοτόμο δρόμο για τη μουσική και τον κινηματογράφο. Περισσότερες από 500 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, καθώς και σύγχρονα έργα κλασσικής μουσικής, είναι το πλούσιο και αξιοσημείωτο έργο που άφησε πίσω του· έργο θαυμαστό μα και διακεκριμένο. Τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της συνεισφοράς του στην τέχνη της μουσικής για ταινίες. Υποψήφιος για άλλα πέντε Όσκαρ την περίοδο 1979-2001. Όσκαρ καλύτερης πρωτότυπης μουσικής το 2016 για τη μουσική της ταινίας «Μισητοί 8». Τρία βραβεία Γκράμι, τρεις Χρυσές Σφαίρες, έξι BAFTA, δύο Βραβεία Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, ένα τιμητικό Χρυσό Λέοντα ήταν μερικές μόνο από τις διακρίσεις του.
Η πρώιμη επιτυχία
Στα τέλη του 1950 ξεκινάει και η επαγγελματική του πλέον σταδιοδρομία ως ενορχηστρωτής στούντιο για την RCA συνθέτοντας πάνω από 500 τραγούδια και συνεργαζόμενος με σημαντικός μουσικούς όπως οι Πωλ Άνκα, Τσετ Μπέικερ και Μίνα. Λίγα χρόνια αργότερα όμως έρχεται η παγκόσμια αναγνώριση. Η συνεργασία του με τους Ιταλούς σκηνοθέτες Σέρτζιο Λεόνε, Ντούτσιο Τέσαρι και Σέρτζιο Κορμπούτσι, επενδύοντας τη μουσική του στα τότε λεγόμενα σπαγγέτι γουέστερν(τίτλος που απεχθανόταν ο ίδιος) απογειώνει το οπτικοακουστικό αποτέλεσμα των ταινιών, προσφέροντας ταυτόχρονα μια αίγλη στον Ιταλικό κινηματογράφο. «Η Τριλογία των δολαρίων» άλλωστε (Για Μια Χούφτα Δολάρια, Μονομαχία Στο Ελ Πάσο και Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος).αποδεικνύεται μια αποστομωτική απάντηση στους επικριτές του είδους.
Καινοτόμος, πολύπλευρος και οξυδερκής
Μέχρι το 1970 ο Μορικόνε έχει συνθέσει μουσική για πολλά είδη ταινιών, από κωμωδίες μέχρι δράμα, θρίλερ και ιστορικές ταινίες, χρησιμοποιώντας σε πολλές περιπτώσεις αντισυμβατικά μουσικά όργανα όπως, εβραϊκή άρπα, τρομπέτες μαριάτσι, αγγλικό κόρνο και οκαρίνα. Η μουσική του αρκετές φορές συνοδευόταν από φυσικούς ήχους, όπως σφυρίγματα, ήχοι από χτύπημα μαστιγίου, κρότος όπλου και ήχοι εμπνευσμένοι από άγρια ζώα, περιλαμβανομένων των κογιότ. Αρκετές από τις συνθέσεις του γνώρισαν εμπορική επιτυχία, «Ο Καλός, ο Κακός και ο Άσχημος» και το «A Man with Harmonica» ήταν ενδεικτικά φιλμ της επιτυχίας του. Παράλληλα με την «κινηματογραφική» του, επαγγελματική σταδιοδρομία, από το 1964 συμμετέχει ως τρομπετίστας και συνθέτης στο «αβάν-γκαρντ», συγκρότημα ελεύθερου αυτοσχεδιασμού.
Η απόλυτη καταξίωση
Στο τέλος της δεκαετίας του 70 έχει φτάσει η ώρα του Ένιο να περάσει στην άλλη όχθη Ατλαντικού και να γράψει μουσική για την κορυφαία, βιομηχανία κινηματογράφου στον πλανήτη, συνθέτοντας για τις ταινίες σπουδαίων σκηνοθετών της εποχής όπως, ο Τζον Κάρπεντερ, ο Μπράιαν ντε Πάλμα, ο Μπάρι Λέβινσον, ο Μάικ Νίκολς και ο Όλιβερ Στόουν, ενώ συνεργάζεται επίσης και με τον Ιταλό σκηνοθέτη Τζουζέπε Τορνατόρε. Αρκετές από τις ταινίες του κερδίζουν Όσκαρ, όπως τα Days of Heaven, The Mission, Οι Αδιάφθοροι, Cinema Paradiso και Bugsy. Και τον 21ο αιώνα όμως, η μουσική του Μορικόνε χρησιμοποιείται εκ νέου στην τηλεόραση και σε ταινίες συνεργαζόμενος με τον Κουέντιν Ταραντίνο: Kill Bill (2003), Death Proof (2007), Άδοξοι Μπάσταρδοι (2009) και Django: Ο Τιμωρός (2012).
Ο επίλογος
Ο Ένιο Μορικίονε έφυγε πλήρεις ημερών στα 91 του χρόνια, αφήνοντα πίσω του μια πολύτιμη και αξιομνημόνευτη παρακαταθήκη. Το μεγαλύτερο επίτευγμά του όμως ήταν η αποδοχή και η αγάπη που εισέπραξε από τον κόσμο· ανθρώπους που τους περισσότερους ποτέ του δεν γνώρισε από κοντά, αλλά δεν αμέλησε να μνημονεύσει στο τελευταίο του γράμμα(προσωπικός του επικήδειος), απευθυνόμενος σε κοντινού φίλους αλλά και σε άλλους, που είναι πιο μακριά. Απευθυνόμενος όμως και στους ανθρώπους του, στην αγαπημένη του σύζυγο Maria Travia, στα παιδιά του Μάρκο, Αλεσάντρα, Αντρέα και Τζιοβάνι, στα εγγόνια του Φραντσέσκα, Βαλεντίνα, Φραντσέσκο και Λούκα και σε όσους υπήρξαν σημαντικοί πλάι του και άξιοι συνοδοιπόροι στη ζωή του.
Το γράμμα
“Εγώ, ο Ένιο Μορικόνε, πέθανα.
Το ανακοινώνω σε όλους τους φίλους, που βρίσκονταν πάντα δίπλα μου αλλά και σε αυτούς που βρίσκονται λίγο πιο μακριά, τους οποίους αποχαιρετώ με πολλή αγάπη. Είναι αδύνατον να κατονομάσω όλους αυτούς.
Αλλά μια ειδική αναφορά θέλω να κάνω στους Πεπούτσο και τη Ρομπέρτα, τους αδελφικούς φίλους που ήταν παρόντες στα τελευταία χρόνια της ζωής μας. Υπάρχει μόνο ένας λόγος που με σπρώχνει να τους χαιρετίσω όλους με αυτόν τον τρόπο και να έχω μια κηδεία σε κλειστό κύκλο: δε θέλω να ενοχλώ.
Αποχαιρετώ με πολλή αγάπη την Ίνες, τη Λάουρα, τη Σάρα, τον Έντζο και τον Νόρμπερτ, με τους οποίους εγώ και η οικογένειά μου μοιραστήκαμε ένα μεγάλο μέρος από τη ζωή μας.
Θέλω να εκφράσω την αγάπη μου για τις αδερφές μου, Αντριάνα, Μαρία και Φράνκα, και τους αγαπημένους τους, και να τους θυμίσω πόσο τις αγαπούσα.
Ένα βαθύ και έντονο αντίο στα παιδιά μου, Μάρκο, Αλεσάντρα, Αντρέα και Τζιοβάνι, στη νύφη μου, Μόνικα και στα εγγόνια μου, Φραντσέσκα, Βαλεντίνα, Φραντσέσκο και Λούκα. Ελπίζω να γνωρίζουν πόσο πολύ τους αγάπησα.
Αποχαιρετώ τελευταία (αλλά όχι λιγότερο σημαντική) τη Μαρία. Θυμάμαι ξανά την απίστευτη αγάπη που μας κράτησε μαζί και στεναχωριέμαι που την αφήνω. Σε αυτήν, το πιο επίπονο αντίο”.
«Όλοι θα πεθάνουν. Δεν φοβάμαι ιδιαίτερα γι’ αυτό. Αυτό που με τρομάζει είναι ότι αν “φύγω” πριν από τη σύζυγό μου, θα την αφήσω μόνη και το αντίστροφο. Το ιδανικό θα ήταν να πεθάνουμε μαζί».
Ένιο Μορικόνε