Τραγουδιστής, κιθαρίστας, τραγουδοποιός και ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος των Beatles, ο Τζον Λένον διακρίθηκε για την ακτιβιστική του δράση και την μάχη του ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, γράφοντας την δική του ιστορία στον χώρο της μουσικής.
Η παιδική του ηλικία, η σχέση του με την μουσική και ο δρόμος προς τους Beatles
Ο Τζον Ουίνστον Όνο Λένον, -κατά κόσμον Τζον Λένον-, γεννήθηκε στο Λίβερπουλ της Μεγάλης Βρετανίας στις 9 Οκτωβρίου 1940. Πατέρας του ήταν ο Άλφρεντ Λένον, ο οποίος εργαζόταν ως σερβιτόρος σε πλοία που πραγματοποιούσαν ταξίδια στον Ατλαντικό Ωκεανό, κατά την διάρκεια των οποίων φέρεται ότι τραγουδούσε και συμμετείχε σε μουσικές συναυλίες, και μητέρα του η Τζούλια Στάνλεϋ, η οποία ήταν κόρη αξιωματικού και χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Ονομάστηκε Τζον προς τιμήν του παππού του, ενώ το όνομα Ουίνστον του δόθηκε προς τιμήν του Βρετανού Πρωθυπουργού Ουίνστον Τσώρτσιλ.
Μετά τον χωρισμό των γονιών του και την εγκατάλειψη της οικογενειακής εστίας από τον πατέρα του, η μητέρα του ανέθεσε την φροντίδα του μικρού Τζον στην αυστηρή μεν, αλλά στοργική θεία Μίμη και τον σύζυγό της, Τζωρτζ Σμιθ, οι οποίοι τον ανέθρεψαν σαν δικό τους παιδί με αμέριστη αγάπη και αφοσίωση. Τα αισθήματα ήταν αμοιβαία τόσο από την πλευρά του ζεύγους, όσο και του παιδιού, με αποτέλεσμα να αναπτύξουν μία πολύ δεμένη σχέση. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι η θεία Μίμη τού χάρισε το 1957 την πρώτη του κιθάρα, γεγονός που αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα στην σχέση του με την μουσική. Ωστόσο, η μοίρα είχε άλλα σχέδια και οι αγαπημένοι του θείοι έφυγαν πρόωρα από την ζωή. Πρώτος απεβίωσε ο Τζώρτζ Σμιθ από εγκεφαλική αιμορραγία και δεύτερη η θεία Μίμη σε τροχαίο ατύχημα το 1958, γεγονός που δεν ξεπεράστηκε καθόλου εύκολα από τον έφηβο τότε Τζον Λένον. Την ίδια χρονιά η μητέρα του βρήκε τραγικό θάνατο, όταν το αυτοκίνητο ενός μεθυσμένου αστυνομικού την παρέσυρε κοστίζοντάς της την ζωή.
Ως μαθητής, o Λένον υπήρξε δημοφιλής για τον ατίθασο χαρακτήρα του, τον οποίο ο ίδιος περιέγραψε λέγοντας: «Ήμουν εκείνος για τον οποίο όλοι οι γονείς έλεγαν στα παιδιά τους: το νου σου, μακριά από αυτόν». Εκείνη την εποχή ίδρυσε τη δική του ορχήστρα, χαρίζοντας της την ονομασία του σχολείου όπου φοιτούσε, “The Quarrymen”. Η συμμετοχή του μετέπειτα φίλου του Πωλ Μακάρτνεϋ στο συγκρότημα υπήρξε καθοριστική, προσδίδοντας εξέχουσα επαγγελματική φυσιογνωμία στο μαθητικό συγκρότημα που είχε στήσει, ενώ σηματοδότησε και την μετέπειτα επαγγελματική πορεία του συγκροτήματος στον χώρο της μουσικής. Η φιλία τους οικοδομήθηκε στα κοινά βιώματα που είχαν και οι δύο, αφού όπως ο Τζον Λένον είχε χάσει τους αγαπημένους του θείους και ο Πωλ Μακάρτνεϋ, αντίστοιχα, είχε χάσει την μητέρα του από την επάρατη νόσο. Η γνωριμία τους, κατά την διάρκεια μίας συναυλίας, τον Ιούλιο του 1957, σήμανε πολλά και για τους δύο. Από το νεανικό τους συγκρότημα σύντομα αποχώρησαν τα μη καταρτισμένα μέλη και προσχώρησε ο φίλος του Μακάρτνεϋ, Τζωρτζ Χάρισον, ενώ το συγκρότημα πραγματοποίησε στροφή από την φόλκ μουσική, στο είδος του rock n’ roll, με εμφανείς τις επιρροές από κορυφαίους μουσικούς όπως ο Έλβις Πρίσλεϋ, ο Τσακ Μπέρι ή ο Λιτλ Ρίτσαρντ. Η συνεχής πρόοδος και εμπορική επιτυχία του συγκροτήματος είχε ως αποτέλεσμα την μετεξέλιξη του στο σχήμα με την επωνυμία The Beatles.
Τελειώνοντας το σχολείο, το νεαρός Τζον, χάρη στην βοήθεια του διευθυντή του σχολείου του, έγινε δεκτός στην Σχολή Καλών Τεχνών του Λίβερπουλ, όπου και σπούδασε γραφικές τέχνες στον τομέα της διαφήμισης. Τα φοιτητικά του χρόνια αποτέλεσαν κομβικό σημείο της μετέπειτα ζωής του, καθώς τότε γνώρισε την Σίνθια Πάουελ, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Τζουλιάν Λένον, ένεκα του οποίου και ενώθηκαν με τα ιερά δεσμά του γάμου. Συγχρόνως, η γνωριμία του με τον συμφοιτητή του Στιούαρτ Σάτκλιφ ήταν καρμική, αφού έμελε να είναι ο πρώτος μπασίστας του συγκροτήματος των Beatles.
Η εποχή των Beatles, η καταξίωση και η γνωριμία με την Γιόκο Όνο
Σύντομα η μπάντα των Beatles άρχισε να εμφανίζεται στο Αμβούργο και στο κλάπ Cavern του Λίβερπουλ. Στο πλαίσιο των εμφανίσεων αυτών το συγκρότημα έγνε αντιληπτό από τον Μπράιαν Επστάιν, ο οποίος ανέλαβε πρώτος μάνατζερ της μπάντας. Λίγο μετά τον πρώτο του γάμο, ο Λένον ηχογράφησε με τους Beatles τους πρώτους του δίσκους. Πρώτα το Love Me Do, και ύστερα το Please Please Me σημείωσαν τεράστια επιτυχία για ένα νεανικό, μη ευρέως γνωστό τότε, συγκρότημα, και η φήμη των Beatles εν μία νυκτί εκτοξεύτηκε στην κορυφή.
Ως βασικός συνθέτης, τραγουδιστής, πιανίστας και κιθαρίστας των Beatles, ο Λένον συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με την επιτυχία του συγκροτήματος. Χαρακτηριστικό των πρώτων συνθέσεων του η απλότητά τους και η άρτια ενορχίστρωση, αλλά και στιχουργική πρωτοτυπία τους με αναφορές σε ρομαντικές ερωτικές ιστορίες. Τα τραγούδια τους καταφέρνουν και εξισορροπούν συγχρόνως τον ρεαλισμό και επαναστατικά ρεύματα, όπως ο διαλογισμός και ο μαρξισμός.
Η γνωριμία του με τον Ινδό Μαχαρίσι Μάχες Γιόγκι και η παρακολούθηση μαθημάτων υπερβατικού διαλογισμού στην Ινδία τον βοήθησαν να απεμπλακεί προσωρινά από τα ναρκωτικά.
Το 1966 σε μία έκθεση τέχνης, και ενώ βρισκόταν σε διαδικασία διαζυγίου με την Σύνθια Πάουελ, ο Λένον γνώρισε την Γιαπωνέζα καλλιτέχνιδα Γιόκο Όνο. Η σχέση τους, την οποία ο Λένον χαρακτήρισε ως «μία σχέση δασκάλου και μαθητή», με τον ίδιο στη θέση του μαθητή, πυροδότησε αρκετές αρνητικές κριτικές, εστιάζοντας κυρίως στην προσωπικότητα της Γιόκο Όνο, στην εξωσυζυγική σχέση που διατηρούσε μαζί της ο Λένον για ένα διάστημα, αλλά και την κυκλοφορία του δίσκου Unfinished Music No.1: Two Virgins που ηχογράφησαν μαζί. Η Γιόκο Όνο επηρέασε σημαντικά τον Λένον, με τον οποίο αποτέλεσε αχώριστο δίδυμο, τόσο σε ότι αφορά τη σχέση του με το χώρο της μοντέρνας τέχνης, όσο και με κοινωνικά προβλήματα τα οποία η ίδια σχολίαζε μέσα από τα έργα της, όπως η θέση της γυναίκας, ο φυλετικός διαχωρισμός ή ο πόλεμος του Βιετνάμ. Μάλιστα, την τελευταία διετία της παραμονής του στους κόλπους των Beatles, o Λένον συμμετείχε ενεργά μαζί με την Όνο στο κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ.
Στις 20 Μαρτίου του 1969, ο Λένον και η Όνο παντρεύτηκαν στο Γιβραλτάρ, έχοντας προγραμματίσει να περάσουν το μήνα του μέλιτος στο κρεβάτι, διαδηλώνοντας με αυτό τον τρόπο υπέρ της ειρήνης και προσκαλώντας δημοσιογράφους στο ξενοδοχείο που διέμεναν, στην πόλη του Άμστερνταμ. Η πρωτότυπη αυτή διαμαρτυρία (γνωστή και ως «Bed-In») συνεχίστηκε στο Μόντρεαλ, με το ζεύγος Λένον-Όνο να παραχωρεί πολυάριθμες συνεντεύξεις και να δέχεται εκατοντάδες επισκέπτες.
Μετά τον θάνατο του μάνατζερ Επστάιν, οι σχέσεις των Bealtes είναι τεταμένες. Ο Μακάρτνεϊ διεκδικεί την ηγεσία του συγκροτήματος, γεγονός που βρίσκει αντίθετο τον Λένον, με αποτέλεσμα οι μεταξύ τους σχέσεις να κλονιστούν ανεπανόρθωτα. Την ίδια στιγμή η Γιόκο Όνο, αναμιγνύεται όλο και περισσότερο στις υποθέσεις τους, προκαλώντας την αγανάκτηση των υπολοίπων. Υπό τις εντάσεις αυτές, η διάλυση του συγκροτήματος το 1970 φαίνεται αναπόφευκτη. Το φθινόπωρο του 1969, ο Λένον ηχογράφησε μαζί με τους Beatles τον τελευταίο δίσκο του συγκροτήματος, με τίτλο Abbey Road.
Προσωπική μουσική σταδιοδρομία και το Imagine
Προτού ακόμη διαλυθούν οι Beatles, ο Λένον είχε φροντίσει να χαράξει τον δική του μουσική πορεία. Με την υποστήριξη της Γιόκο Όνο ηχογράφησε με πειραματική μουσική σε ένα live στο Τορόντο τρεις δίσκους αξιοποιώντας τη μπάντα των Plastix Ono Band. Μετά το τέλος των Beatles κυκλοφόρησε μία σειρά άλμπουμ, που μπορεί να μην συγκρίνονται με την μουσική των Beatles, σημείωσαν, ωστόσο, τεράστια επιτυχία στο κοινό. Αναμφισβήτητα το τραγούδι που σημάδεψε την μουσική καριέρα του Τζον Λένον ήταν το Imagine και το ομώνυμο άλμπουμ που κυκλοφόρησε, αποτελώντας ύμνο του αντιπολεμικού κινήματος το 1971.
Η ακτιβιστική του δράση
Το 1971 ο Λένον άφησε πίσω του την Αγγλία μετακομίζοντας στη Νέα Υόρκη. Ήρθε αντιμέτωπος με αρκετά προβλήματα στο αμερικανικό κράτος, καθώς ο Πρόεδρος Νίξον επιδίωκε την απέλασή του λόγω της ανάμιξής του ως ηγετικού μέλους του αντιπολεμικού κινήματος που τάχθηκε ενάντια στην συμμετοχή Αμερικανών στο Βιετνάμ. Ο Λένον στην προσπάθειά του να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη εκμεταλλεύθηκε τα Μ.Μ.Ε. διαδηλώνοντας υπέρ της ειρήνης κατά την διάρκεια του μήνα του μέλιτος. Η διαμαρτυρία τους αυτή έμεινα γνωστή ως “Bed-In” , αφού πέρασαν τις ημέρες τους στο κρεβάτι προσκαλώντας δημοσιογράφους στο ξενοδοχείο όπου διέμεναν στο Άμστερνταμ προκειμένου να τους αποθανατίσουν. Η στάση τους αυτή συνεχίστηκε στο Μόντρεαλ, όπου το ζευγάρι παραχώρησε συνεντεύξεις επί του φλέγοντος ζητήματος. Ακολούθησαν, όπως ήταν φυσικό, συμμετοχές σε πολυάριθμες εκδηλώσεις φιλανθρωπικού χαρακτήρα στα πλαίσια της εκστρατείας War is Over της UNICEF.
Το τέλος του
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980, και ενώ επέστρεφε από ηχογράφηση των τραγουδιών Walking on Thin Ice και It Happened, o Λένον βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας αιμόφυρτος από τις σφαίρες ενός θαυμαστή του, του Μαρκ Τσάπμαν, στον οποίον νωρίτερα είχε υπογράψει ένα αυτόγραφο πάνω στο νέο του άλμπουμ. Ο ίδιος, με το μακάβριο χιούμορ που τον διέκρινε, είχε προαισθανθεί την κατάληξή του, δηλώνοντας σε συνέντευξή του: «Να δείτε που θα πάω είτε από αεροπορικό ατύχημα, είτε από σφαίρα κάποιου τρελού θαυμαστή μου».
Σύμφωνα με τις καταθέσεις μαρτύρων και των αστυνομικών αρχών, μετά τη δολοφονία, ο Τσάπμαν παρέμεινε στον τόπο του εγκλήματος μέχρι την άφιξη της αστυνομίας. Εκτός από το όπλο του εγκλήματος, στην κατοχή του υπήρχαν ένα αντίτυπο του δίσκου Double Fantasy, στο εξώφυλλο του οποίου είχε υπογράψει νωρίτερα ο Λένον, ένα αντίτυπο του μυθιστορήματος The Catcher in the Rye του Τ. Ν. Σάλιντζερ, καθώς και κασέτες με τραγούδια των Beatles. Ο Λένον οδηγήθηκε αμέσως στο νοσοκομείο Ρούζβελτ, όπου με την άφιξή του διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Δύο ημέρες αργότερα, η σορός του αποτεφρώθηκε στο κοιμητήριο του Φέρνκλιφ, στη Νέα Υόρκη.
Ο Μαρκ Τσάπμαν καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη υπό τον όρο παροχής ψυχιατρικής υποστήριξης. Σύμφωνα με όσα δήλωσε σε ψυχιάτρους του Δικαστηρίου, «κακά πνεύματα» τον παρότρυναν να δολοφονήσει τον Λένον . Χρόνια αργότερα, το 2004 ομολόγησε επίσης πως ένας από τους λόγους που τον ώθησαν στην εγκληματική του ενέργεια ήταν η επιθυμία του να προβληθεί, αισθανόμενος πως μέχρι τότε ένιωθε ασήμαντος. Οι δικηγόροι που ανέλαβαν την υπεράσπισή του ισχυρίστηκαν ότι έπασχε από ψυχική διαταραχή, βασισμένοι σε μαρτυρία ειδικών ιατρών ότι ο Τσάπμαν βρισκόταν σε παραλήρημα και ψύχωση όταν διέπραξε το έγκλημα.