Ο Νίκος Κούρκουλος υπήρξε ένας εμβληματικός ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου, ένας σταρ του κινηματογράφου στη χρυσή δεκαετία του ‘60, όταν μόνο το όνομα του αρκούσε για να έχει μια ταινία εισπρακτική επιτυχία. Ήταν ένας απόλυτος ζεν πρεμιέ!
Η αγάπη για τον Παναθηναϊκό και ο χαμός των αδελφών του
Ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1934, στην περιοχή του Ζωγράφου, ενώ είχε καταγωγή από την Κέρκυρα. Ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, με τον πατέρα του να είναι κουρέας και τη μητέρα του μοδίστρα. Όταν ήταν έφηβος έπαιζε ποδόσφαιρο στον Παναθηναϊκό. Ήταν ένα αυθεντικό ταλέντο και διακρίθηκε ως κεντρικός αμυντικός, φορώντας τη φανέλα με το νούμερο 5, αλλά η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο σταμάτησε όταν τον κέρδισε η υποκριτική.
Η ζωή του σημαδεύτηκε από δύο οικογενειακές τραγωδίες, που δεν ήταν άλλες από τον τραγικό θάνατο των δύο αδελφών του. Το 1952, ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας, Σπύρος Κούρκουλος, που είχε τελειώσει τη σχολή εμποροπλοιάρχων και ταξίδευε με ένα γκαζάδικο σαν τρίτος πλοίαρχος, χάθηκε, όταν το πλοίο του χτυπήθηκε από τυφώνα ανοιχτά της Βενεζουέλας και κόπηκε στα δύο. Ο ηθοποιός συγκλονίστηκε από τον χαμό του αδελφού του, με τον οποίο είχαν μικρή διαφορά ηλικίας και ήταν αρκετά δεμένοι. Την ημέρα του ναυαγίου, ο Νίκος Κούρκουλος ξύπνησε ξαφνικά και είπε στη μητέρα του: «Μάνα, μεγάλο κακό θα μας βρει». Λέγεται μάλιστα ότι η ένταση του ηθοποιού στη σκηνή της ταινίας «Ορατότης Μηδέν», οφείλεται στη μνήμη του αδελφού του, καθώς η ταινία αναφέρεται σε ένα θανατηφόρο, στημένο ναυάγιο. Ο άλλος αδελφός του έχασε τη ζωή του, πέφτοντας από μια σκαλωσιά στην οικοδομή που εργαζόταν.
Η ενασχόληση με την υποκριτική και η αγάπη για το θέατρο
Η απόφασή του να ασχοληθεί με την υποκριτική ήρθε από καθαρή σύμπτωση, διαβάζοντας βιβλία για το θέατρο και βλέποντας μια θεατρική παράσταση με πρωταγωνιστή τον Μάνο Κατράκη. Εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που μετά το τέλος της θεατρικής παράσταση πήγε και του ζήτησε να τον βοηθήσει να γίνει ηθοποιός. Ο Κατράκης του μίλησε για τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου ο Κούρκουλος πέρασε στα εξαιρετικά ταλέντα και αποφοίτησε το 1958. Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε με τον θίασο Λαμπέτη – Χορν, στην «Κυρία με τις Καμέλιες», καθώς και στην περίφημη ταινία του Κακογιάννη «Το Τελευταίο Ψέμα» δίπλα στην Έλλη Λαμπέτη, ενώ ήδη είχε κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στην ταινία «Ο Μπαρμπαγιάννης ο Κανατάς».
Βέβαια, πριν να ασχοληθεί με την υποκριτική έκανε και άλλες δουλειές, όπως υπάλληλος στο χρυσοχοείο του Ελευθερουδάκη και στην εταιρεία χρωμάτων ΒΙΟΧΡΩΜ αλλά και στο υφαντουργείο του Βελισσαρόπουλου, όπου δούλευε στον αργαλειό, φτιάχνοντας διπλόφαρδα σεντόνια.
Στο θέατρο προκάλεσε αίσθηση με την ερμηνεία του στο έργο «Η Μικρή μας Πόλη», το 1960, ενώ είχε πρωταγωνιστήσει σε μια πλειάδα αξιόλογων έργων του κλασικού διεθνούς ρεπερτορίου, όπως: ο «Πύργος» και η «Η Δίκη», «Ιούλιος Καίσαρ», «Όπερα της Πεντάρας», «Γλάρος», «Ψηλά από τη Γέφυρα», «Στη Φωλιά του Κούκου» «Οιδίπους Τύραννος» στην πρώτη σκηνοθεσία του Μίνου Βολωνάκη με το Εθνικό Θέατρο κ.ά.. Παράλληλα, ο Κούρκουλος κατόρθωσε κάτι που λίγοι Έλληνες πέτυχαν, να εμφανιστεί στο θέατρο του Broadway, παίζοντας στη θεατρική μεταφορά του «Ποτέ την Κυριακή», το περίφημο «Illya Darling» δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη, σε σκηνοθεσία του Ζυλ Ντασέν, για το οποίο βρέθηκε υποψήφιος για το βραβείο Tony, το μεγαλύτερο θεατρικό βραβείο της Αμερικής.
Το 1972, ο Νίκος Κούρκουλος συγκρότησε δικό του θίασο και, δύο χρόνια αργότερα, αγόρασε έναν παλιό κινηματογράφο στην Κυψέλη, το οποίον μετέτρεψε σε θεατρική σκηνή, όπου στέγασε και τον θίασο του. Μέχρι και σήμερα είναι το θέατρο ΚΑΠΠΑ.
Στιγμιότυπο από την ταινία «Ορατότης Μηδέν»Όμως, εκτός από σπουδαίος πρωταγωνιστής του θεάτρου, ο Νίκος Κούρκουλος υπήρξε κι ένας από τους μεγαλύτερους ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου, με τις ερμηνείες του να αφήνουν εποχή. Καθιερώθηκε σαν γενναίος, σκληρός, δίκαιος, ασυμβίβαστος και γοητευτικός άντρας που θυσιαζόταν για το καλό και το δίκαιο, σε κοινωνικά και ιστορικά δράματα, και αποτελεί το πρότυπο τέτοιων χαρακτήρων. Πρωταγωνίστησε σε περίπου 40 ταινίες μεταξύ των οποίων: «Ο κατήφορος», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Λόλα» «Η κυρία δήμαρχος», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», «Αδίστακτοι», «Ορατότης μηδέν», «Ο Αστραπόγιαννος» «Η Δίκη των Δικαστών» κ.ά.. Παράλληλα, τιμήθηκε δύο φορές με το Α’ Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το 1965 για τους «Αδίστακτους» και το 1970 για τον «Αστραπόγιαννο».
Από το 1995 και ως το θάνατό του, το 2007, διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο προσέφερε μοναδικές και ουσιαστικές υπηρεσίες. Ίδρυσε τον θίασο «Περιοδειών Αρχαίου Δράματος», με τον οποίο παρουσίασε πολλά έργα σε πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού, υπογράφοντας εκ μέρους της πολιτείας, την ανάθεση του έργου για αποκατάσταση και εξοπλισμό του κτιριακού συγκροτήματος του Εθνικού. Το σημαντικότερο κατόρθωμά του, όμως, στο ελληνικό θέατρο είναι η άρση του «άβατου» του Εθνικού Θεάτρου, καθώς μέχρι πριν δεν επιτρεπόταν να παίξουν ηθοποιοί άλλων σχολών στις παραγωγές του θεάτρου.
Η αυλαία έπεσε για τον Νίκο Κούρκουλο, στις 30 Ιανουαρίου 2007, έπειτα από επιθετική μορφή καρκίνου στον ρινοφάρυγγα. Μέχρι το τέλος, όμως, δεν είχε χάσει το χαμόγελο του και αγωνιζόταν για ένα καλύτερο θέατρο!
Οι δυο γάμοι και η βοήθεια στους φυλακισμένους
Στην προσωπική του ζωή είχε παντρευτεί δύο φορές, την πρώτη με τη Μελίτα Κουτσογιάννη, σύντροφό του στη ζωή και στο θέατρο, με την οποίαν μοιράστηκαν μαζί 21 χρόνια κοινής πορείας, ενώ απέκτησαν δύο παιδιά, τον Άλκη και τη Μελίτα, και τη δεύτερη με τη Μαριάννα Λάτση. Με τη Λάτση, με την οποία απέκτησε δυο παιδιά, την Εριέττα και τον Φίλιππο, παντρεύτηκαν μετά τον θάνατο του πατέρα της, καθώς δε συμφωνούσε με αυτήν τη σχέση, γιατί θεωρούσε ότι ο Κούρκουλος δεν άνηκε στην κοινωνική τους θέση.
Κάτι που, ίσως, να μην είναι γνωστό σε πολλούς είναι η βοήθεια που πρόσφερε στους φυλακισμένους, στις οικογένειες των οποίων έστελνε χρήματα και είδη πρώτης ανάγκης, όπως και στους ίδιους τους κρατουμένους.