Το κάθε τραγούδι που ερμηνεύει είναι απο μόνο του μια μικρή παράσταση. Στολίζει με τις αποχρώσεις της φωνής της την κάθε νότα απογειώνοντας τις μελωδίες και παρασύροντας τον ακροατή σε ένα μαγικό μουσικό ταξίδι. Ο λόγος για την Ευρυδίκη. Η μοναδική αυτή καλλιτέχνις συμπληρώνει φέτος 30 χρόνια στη δισκογραφία και με αφορμή τα γεννέθλιά της ξεδιπλώνει στο mikrofwno.gr τις αναμνήσεις μιάς ζωης. Απο τα παιδικά της χρόνια, τα θλιβερά γεγονότα της κατοχής της Κυπρου και τα πρώτα της βήματα στη δισκογραφία, μέχρι τις εμφανίσεις της στη Σφίγγα και το καινούριο δισκογραφικό της βήμα. Η Ευρυδίκη ήταν, είναι και θα είναι μια αιώνια ρόκ έφηβη που θα την αγαπάμε και θα την ακολουθούμε σε οτι κάνει. Απολαύστε τη!
Θέλω να μου πεις για την παιδική σου ηλικία. Δεν ξέρουμε πολλά. Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;
Έχω μια αδερφή μικρότερη ενάμιση χρόνο, τη Μαρία. Άρα είμαστε πολύ κοντά ηλικιακά και στην ουσία μεγαλώσαμε σαν δίδυμες. Ειδικά τα πρώτα χρόνια η μαμά μας μας έντυνε με τα ίδια ρούχα. Αυτό το συνήθιζαν τότε η μαμάδες. Γεννήθηκα στην Κύπρο, στη Λεμεσό, αλλά μεγάλωσα στη Λευκωσία. Η μαμά μου είναι από τη Λεμεσό και έτσι κι εγώ και η αδελφή μου γεννηθήκαμε και μείναμε εκεί τους πρώτους μήνες μαζί με τη γιαγιά ώστε να βοηθά τη μαμά μου. Μετά πήγαμε στη Λευκωσία, αλλά λόγω της καταγωγής της μητέρας μου που ήταν από τη Λεμεσό, όλα τα καλοκαίρια και όλες τις διακοπές των Χριστουγέννων ή του Πάσχα τις περνούσα στη Λεμεσό. Εκεί ήταν και όλη η οικογένεια της μαμάς μου με πολλά ξαδέλφια και πολλούς θείους. Στο σπιτάκι του παππού και της γιαγιάς, υπήρχε και μια κούνια στη μέση της αυλής και καθόμουν εκεί και τραγουδούσα και έκανα τα πρώτα μου όνειρα. Επίσης, ο πατέρας μου κατάγεται από την επαρχία της Κερύνειας, από τη Λάπηθο και μέχρι τα έξι μου χρόνια πριν την εισβολή και τον πόλεμο μοιραζόταν ο χρόνος μας μεταξύ Λεμεσού και Κερύνειας. Θυμάμαι και το πρώτο μου μπάνιο στη θάλασσα της Κερύνειας που ήμουν μικρούλα και πολύ φοβισμένη. Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, όταν με ρωτούν από πού είμαι, δεν ξέρω τι να πω. Νιώθω ότι είμαι από όλη την Κύπρο.
Πώς βίωσες την ανατροπή του Μακαρίου και την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο; Αν και τότε ήσουν πάρα πολύ μικρή, πες μου για τις παιδικές σου αναμνήσεις απο τα γεγονότα αυτά.
Ήμουν έξι χρονών και τα θυμάμαι όλα πάρα πολύ έντονα γιατί το σπίτι που μέναμε τότε στη Λευκωσία ήταν πάρα πολύ κοντά στο Προεδρικό Μέγαρο και θυμάμαι τη διάρκεια του πραξικοπήματος, τα τανκς, τους πυροβολισμούς και ότι τρομοκρατηθήκαμε επειδή ήταν πολύ κοντά μας τα γεγονότα. Παρακαλούσαμε τον μπαμπά και τη μαμά να φύγουμε. Ευτυχώς που υπήρχε το σπίτι της γιαγιάς και του παππού στη Λεμεσό και φύγαμε. Από τότε πήγαμε στη Λεμεσό διότι λίγο ως πολύ ακουγόταν το τι θα συνέβαινε.
Ναι, ήταν απο καιρό σε αναβρασμό η κατάσταση…
Ναι, ήταν σαν να είχαμε έναν εμφύλιο πόλεμο κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος. Αργότερα με την εισβολή ήταν πάρα πολύ δύσκολη η κατάσταση. Ειδικά όταν είχαν μείνει τα γυναικόπαιδα στο σπίτι και οι άνδρες έφυγαν όλοι για τον πόλεμο χωρίς να ξέρουμε τι συμβαίνει. Από μια ώρα και μετά τα βράδια, χτύπαγαν οι σειρήνες και γίνονταν βομβαρδισμοί και θυμάμαι ότι εμείς τα παιδιά κρυβόμασταν τότε κάτω από τα κρεβάτια και αυτό ήταν πολύ τρομακτικό. Βέβαια δεν έζησα τον τρόμο που έζησαν τα παιδιά των οποίων τα σπίτια ήταν στα κατεχόμενα. Έχω φίλους που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και ακριβώς μόλις πρόλαβαν να βγουν έξω από αυτά, έπεσαν βόμβες και τα έκαναν συντρίμμια! Έχω συγγενείς που δεν επέστρεψαν ποτέ. Ήταν πολύ δύσκολα χρόνια και μετά από εκείνο το καλοκαίρι όταν επιστρέψαμε στο σχολείο τον Σεπτέμβρη, ήταν μια κατάσταση κατά την οποία ο μισός πληθυσμός, περίπου δηλαδή διακόσιες χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν πρόσφυγες και σε αντίσκηνα ώσπου να χτιστούν τα σπίτια που τους φιλοξένησαν. Στο σχολείο θυμάμαι να έχουμε συσσίτιο. Παρόλα αυτά με αυτή η αθωότητα που έχουν τα παιδιά προσαρμοστήκαμε. Γίναμε αμέσως όλοι ένα και ίσως από ‘κει έπαιρναν δύναμη και οι μεγάλοι και πολύ γρήγορα, αποκτήσαμε μια δύναμη μέσα μας από αυτό, μια δύναμη ψυχής και προχωρήσαμε πολύ γρήγορα.
Ποιά ήταν η πρώτη σου επαφή με τη μουσική;
Ξεκίνησα από πάρα πολύ μικρή να τραγουδάω. Ήταν το παιδικό μου όνειρο. Δε φανταζόμουν τον εαυτό μου ποτέ να κάνει κάτι άλλο. Από τότε που ήμουν τριών χρονών, όταν με ρώταγαν «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις», έλεγα τραγουδίστρια και ηθοποιός. Η πρώτη παράσταση στην οποία συμμετείχα και που τραγούδησα μπροστά σε κοινό ήταν στο νηπιαγωγείο μαζί με τη κούκλα μου η οποία ήταν μεγαλύτερη από εμένα. (Γέλια) Ήμουν ενθουσιασμένη! Δεν έχω πολύ καθαρές εικόνες, αλλα έχω τις φωτογραφίες και τα λόγια του πατέρα και της μητέρας μου οι οποίοι μου περιγράφουν τον ενθουσιασμό μου. Στο δημοτικό πια, από οκτώ χρονών ξεκίνησα να κάνω μαθήματα κιθάρας και συμμετείχα στη χορωδία και με έβαζαν οι δάσκαλοί μου να τραγουδάω και σόλο και εκεί άρχιζα να καταλαβαίνω ότι έχω κάτι διαφορετικό από τα υπόλοιπα παιδιά. Όλα τα παιδιά τραγουδούσαμε, αλλά από τη στιγμή που με επέλεγαν οι δάσκαλοί μου να τραγουδήσω σόλο, κατάλαβα ότι τραγουδάω μάλλον λίγο καλύτερα από τα υπόλοιπα παιδιά. Άρχισα έτσι να αποκτώ αυτοπεποίθηση.
Όμως, σε στήριζαν σε αυτό οι γονείς σου, διότι πολλές φορές ακούμε περιπτώσεις που οι γονείς αποτρέπουν τα παιδιά να ασχοληθούν με το τραγούδι επειδή είναι δύσκολος χώρος.
Ναι βέβαια! Από τα πρώτα χρόνια. Θυμάμαι ότι ό,τι ζητούσα σε σχέση με τη μουσική, οι γονείς μου ήταν εκεί. Ήθελα να κάνω κιθάρα, μου αγόρασαν κιθάρα. Ήθελα να παίζω στο σχολείο και στις εξωσχολικές χορωδίες που συμμετείχα μαντολίνο, μου πήραν και μαντολίνο. Μετά όταν μεγάλωσα λίγο, για να έχω και τις σωστές βάσεις έπρεπε να κάνω μαθήματα θεωρίας, αρμονίας και πήγα στο Ωδείο. Παράλληλα ξεκίνησα και πιάνο. Μου αγόρασαν οι γονείς μου και πιάνο. Όχι ότι ήμουν από μια οικογένεια που μπορούσα να έχω τα πάντα. Προέρχομαι από μια μεσαίας τάξης οικογένεια. Οι δικοί μου όμως μπορούσαν να στερηθούν τα πάντα για να μας προσφέρουν αυτό που μας γέμιζε και μας έκανε ευτυχισμένες. Αυτό ήθελαν να το έχουμε, κυρίως σε ό,τι είχε να κάνει με τη μόρφωσή μας. Κάπως έτσι κύλησαν τα παιδικά και φοιτητικά χρόνια.
View this post on Instagram
Με τον Γιώργο Θεοφάνους πώς γνωριστήκατε;
Τον Γιώργο τον γνώρισα στα δεκαοκτώ μου χρόνια. Τελείωσα το Λύκειο και είχα αρχίσει την προετοιμασία για ακόμη έναν χρόνο πριν φύγω για σπουδές, περιμένοντας την αδελφή μου να τελειώσει κι αυτή για να φύγουμε μαζί και παράλληλα εκμεταλλεύτηκα τον χρόνο αυτό για να προετοιμαστώ καλύτερα για τις σπουδές μου. Έκανα μαθήματα στο Ωδείο και εκείνη τη χρονιά γνώρισα τον Γιώργο. Ο Γιώργος ήταν ήδη γνωστός στην Κύπρο έχοντας κερδίσει κάποιους διαγωνισμούς σύνθεσης και είχε εμφανιστεί πολλές φορές στην τηλεόραση. Εγώ παράλληλα είχα πάει δυο φορές ως μέλος του γκρουπ της Eurovision κάνοντας φωνητικά. Ο Γιώργος είχε ζητήσει μια τραγουδίστρια στο στούντιο που συνεργαζόταν για να τραγουδήσει ένα καινούριο του τραγούδι.
Νομίζω ήταν ένα ντουέτο σ’ έναν του δίσκο, από αυτούς που είχε βγάλει σαν τραγουδιστής…
Ναι. Από το στούντιο φώναξαν εμένα! Ενθουσιάστηκα και θυμάμαι το έλεγα στη μαμά μου γιατί δεν μπορούσα να κρύψω τη χαρά και μου διότι τον έβλεπα στα περιοδικά και την τηλεόραση και μου άρεσε πάντα ο Γιώργος! Όταν έφτασα στο στούντιο, καθίσαμε και τραγουδήσαμε στο πιάνο. Υπήρχε αυτή η χημεία και σαν παιδιά μιλήσαμε για τη ζωή μας, μοιραστήκαμε τα όνειρα και τα σχέδιά μας. Εγώ έλεγα για το Παρίσι και αυτός μου έλεγε -στρατιώτης τότε- ότι το όνειρό του ήταν να πάει στο Berkley στην Αμερική και μετά κύλησαν έτσι τα πράγματα που εγώ όντως έφυγα για το Παρίσι και ο Γιώργος έφυγε για την Αμερική. Ένα χρόνο αντέξαμε μακριά ο ένας από τον άλλον και μετά τον ακολούθησα και εγώ στην Αμερική. Αργότερα εντελώς τυχαία, στην Ελλάδα ο αγαπημένος μας φίλος ο Λεωνίδας Μαλένης με τον οποίο γράφαμε και τραγούδια, ο οποίος είναι πολύ γνωστός στιχουργός για το «χρυσοπράσινο φύλλο» και στην Ελλάδα που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης, αλλά και για εμάς είναι σαν Εθνικός Ποιητής στην Κύπρο, σ’ ένα από τα ταξίδια του στην Αθήνα δειγμάτισε για μας τα τραγούδια μας στην Columbia και στον κ. Παπαθεοδώρου τότε. Εκεί έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον και είπαν όταν έρθουν τα παιδιά από τις σπουδές, να μας γνωρίσουν και έτσι και έγινε. Το καλοκαίρι του 1989 πριν επιστρέψουμε στην Κύπρο, κάναμε μια στάση στην Ελλάδα και κάναμε ένα ραντεβού και την ίδια κιόλας μέρα, υπογράψαμε το συμβόλαιο και μείναμε στην Ελλάδα! Δεν επιστρέψαμε ποτέ πίσω στην Αμερική. Πήγε μόνο ο Γιώργος να φέρει πίσω τα πράγματά μας.
Πώς ήταν η εγκατάσταση στην Ελλάδα τότε; Αντιμετωπίσατε δυσκολίες ή ήταν όλα καλά; Τί θυμάσαι από τον πρώτο καιρό;
Ήμασταν παιδιά και ήμασταν ανυπόμονοι. Δεν αντιμετωπίζαμε καλά τη κάθε αντικειμενική καθυστέρηση των πραγμάτων. Εμείς υποθέσαμε ότι επειδή υπογράψαμε αμέσως το συμβόλαιο, θα μπαίναμε στο στούντιο να γράψουμε και σε έξι μήνες θα έβγαινε ο δίσκος. Καμία σχέση! Αρχίσαμε να γράφουμε και επί δύο χρόνια άκουγαν τα τραγούδια στην εταιρεία. Εμείς απογοητευόμασταν γιατί νομίζαμε ότι καθυστερούν και ότι κάτι μπορεί να μην πηγαίνει καλά. Από το ’89 που ήρθαμε στην Ελλάδα, ο δίσκος μου κυκλοφόρησε το 1991. Ήμουν όμως πάρα πολύ τυχερή γιατί από τους πρώτους μήνες ξεχώρισε το «Το μόνο που θυμάμαι». Δηλαδή έκανε πάρα πολύ γρήγορα επιτυχία και αυτό ήταν πρωτόγνωρο για μας.
Έχεις μια έντονη θεατρικότητα στα τραγούδια σου που δίνει μια μεγάλη δυναμική. Δηλαδή είναι ολόκληρη performance. Δεν είναι μόνο ότι στέκεσαι και τραγουδάς. Αυτό σου προκύπτει αυθόρμητα ή το δουλεύεις από πριν; Διότι είναι κάτι που δεν το βλέπουμε συχνά.
Αυτό υπήρχε μέσα μου και δεν είναι τυχαίο που όταν ήμουν μικρούλα έλεγα ότι ήθελα να γίνω τραγουδίστρια και ηθοποιός. Μου άρεσε πάρα πολύ και το θέατρο και για κάποιο λόγο κάθε φορά που τραγουδούσα ζούσα το τραγούδι.
Όντως είναι σαν να το ζεις και να είναι κάτι βιωματικό.
Θυμάμαι όταν ήμουν μικρή και μαζευόμασταν η οικογενειακά. Έπαιρνα τη κιθάρα μου και έλεγα πάντα μπαλάντες και ήταν σαν να έκλαιγα όταν τις τραγουδούσα! Μου έλεγαν «μα τραγουδάς και είναι σαν να υποφέρεις. Είσαι καλά;” (γέλια) Εγώ ένιωθα το τραγούδι χωρίς να καταλαβαίνω πώς γίνεται αυτό. Αργότερα πηγα στο Παρίσι σε μια σχολή που συνδύαζε τραγούδι και θεατρικότητα μαζί. Ήταν μια σχολή ειδική για τραγουδιστές και το πως να στήνονται στη σκηνή. Stage performance. Αυτό σπούδασα επί της ουσίας εκεί. Είχαμε λίγο χορό, λίγο θέατρο, έκφραση προσώπου και σώματος, ανάλυση στίχου. Μέχρι τότε όμως αυτό γινόταν από μόνο του. Χωρίς να το καταλαβαίνω. Δηλαδή μπορούσα με μεγάλη ευκολία να μπαίνω στο τραγούδι και πολλές φορές γινόταν χωρίς να καταλαβαίνω όταν τραγουδούσα αγγλόφωνα ή γαλλόφωνα τραγούδια. Στο Παρίσι άρχισα πια να καταλαβαίνω τι σημαίνει να μιλάς στο τραγούδι. Να αναλύεις δηλαδή τον στίχο και να μπαίνεις σε βάθος. Αυτό βέβαια με βοήθησε πάρα πολύ αργότερα στη πορεία μου. Όταν βρέθηκα στην Ελλάδα έπρεπε να τραγουδήσω σε μια σκηνή ή έπρεπε να βγω στη τηλεόραση. Ξαφνικά, από το πουθενά, έρχεται ένα κορίτσι 21 – 22 χρονών με μιά άνεση μπροστά στις κάμερες. Ήταν ακριβώς διότι είχα κάνει στο Παρίσι αυτά τα ειδικά μαθήματα τραγουδιού μπροστά σε κάμερες και είχαμε κάνει και ανάλυση στίχου. Επομένως, ήρθα εδώ σαν να είμαι ήδη επαγγελματίας.
Τι αισθάνεσαι όταν ανεβαίνεις στη σκηνή; Είναι αλήθεια ότι είναι για τον καλλιτέχνη είναι μια ζωογόνος πηγή; Τι σου δίνει;
Στη σκηνή νιώθω σαν να αποκαλύπτεται ο πραγματικός μου εαυτός. Δεν ξέρω πως αλλιώς να το εξηγήσω. Είναι σαν να λυτρώνομαι και αφήνομαι ελεύθερη και τότε κάνω οτιδήποτε αισθάνομαι χωρίς συστολή και ντροπή, χωρίς να υπάρχουν πρέπει και μη. Όλα αυτά δηλαδή που στη πραγματική μας καθημερινή ζωή δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνει. Νιώθω στη σκηνή ότι είναι σαν να πετώ, ότι δεν έχω όρια.
View this post on Instagram
Το καταλαβαίνω αυτό που λες. Το λαμβάνουμε καθώς σε βλέπουμε.
Αυτό ήταν λυτρωτικό για μένα, διότι και σαν παιδί ήμουν μαζεμένη και ντροπαλή. Ας πούμε στο σχολείο μπορεί να ήξερα πάντα την απάντηση σε μια ερώτηση του δασκάλου, αλλά δε σήκωνα ποτέ χέρι και από φόβο μην κάνω λάθος και από ντροπή. Στη σκηνή αισθάνομαι ότι είναι όλα σωστά!
Βλέπω τώρα που μιλάμε, έναν άνθρωπο πολύ συγκροτημένο και χαμηλών τόνων. Όμως επί σκηνής βγάζεις έναν άλλον εαυτό. Μια γυναίκα αυθόρμητη και εκρηκτική. Τα δίνεις όλα! Τι τελικά είσαι από τα δύο;
Είμαι και τα δύο. Απλώς η μία μου πλευρά είναι αυτή που με κάνει να νιώθω καλύτερα στη ζωή μου και στις διαπροσωπικές μου σχέσεις. Οφείλω να είμαι στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους και τους φίλους μου αυτό το γλυκό κορίτσι, αυτό έχω ανάγκη. Μου αρέσει να είμαι προστατευτική, να φροντίζω τους άλλους και δεν μπορώ ποτέ να έρθω σε αντιπαράθεση με κανέναν. Ακόμη και με τον γιο μου, όταν ήταν μικρός και έκανε αταξίες, και λάθη και σαν παιδί, εγώ δεν μπορούσα να τον μαλώσω. Στη σκηνή μου βγαίνει ο άλλος μου εαυτός που υπάρχει, είναι μέσα μου και στη σκηνή φανερώνεται.
Από το ’97 ως και το 2000 έκανες μια στροφή στο ρεπερτόριό σου. Ενέταξες στους δίσκους σου τραγούδια προς τον λαϊκό ήχο που μέχρι τότε δεν τα έλεγες. Τι σε ώθησε σε αυτή την απόφαση;
Ήταν αυτή η περίοδος που άλλαζαν τα πράγματα στη μουσική και τα περισσότερα παιδιά που ανήκαμε στον χώρο της ποπ σκηνής, πειραματιστήκαμε και σε εκείνο το είδος που δεν ήταν ακριβώς λαϊκό, αλλά αυτό που αποκαλούσαμε τότε ως ποπ – λαϊκό. Εγώ βέβαια έναν δίσκο έκανα και είδα ότι δεν ήταν αυτό που μου ταίριαζε και δεν ήταν ακριβώς ότι θα ήθελα. Ήταν λίγο πιο λαϊκός. Μετά ψαχτήκαμε σε περισσότερο έθνικ ήχους και αυτό μου άρεσε περισσότερο. Αλλά και πάλι δεν ήμουν σε αυτά τα κομμάτια εκατό τοις εκατό εγώ γι αυτό συνέχισα να ψάχνομαι. Δηλαδή αν παρατηρήσεις υπήρχε και μια περίοδος που αναζητούσα τι είδος ακριβώς μου ταιριάζει και τι με έκανε ευτυχισμένη, ποιος θα είναι ο δρόμος που θα ήθελα πραγματικά να ακολουθήσω. Έτσι το 2003 κυκλοφόρησε πια εκείνος ο γνωστός δίσκος «Όσο φεύγω, γυρίζω» που εμπεριέχει τραγούδια λίγο πιο ελεκτροπόπ, λίγο πιο ροκ.
Πιστεύω ότι αυτός ο δίσκος ήταν πιο πολύ εσύ. Ωστόσο στην Ελλάδα η ποπ κι η ροκ μουσική επισκιάζονται δυστυχώς από τα λαϊκά. Ένιωσες ποτέ, σε μια συναυλία, μια σκηνή, ένα κέντρο, να παραγκωνίζεσαι από αυτό;
Ένιωσα ότι δεν είχα θέση σε αυτό που λέμε μπουζούκια γιατί δεν μπορούσα να εκφραστώ και να κάνω αυτό που πραγματικά ήθελα. Σε αυτό δεν είχαν ευθύνη οι επιχειρηματίες και οι συνάδελφοι. Ήταν τέτοιος ο χώρος. Άρα εγώ έπρεπε να κάνω την αλλαγή και εάν έμενα σε εκείνο τον χώρο θα έπρεπε είτε να έχω μικρότερη παρουσία λέγοντας μόνο ποπ τραγούδια, είτε να διευρύνω το ρεπερτόριό μου και να λέω και λαϊκά, πράγμα που έκανα για δύο χρόνια. Όμως αυτό δε μου άρεσε καθόλου και πραγματικά ήμουν πολύ δυστυχισμένη και μετά αποφάσισα ότι πρέπει πια μόνη μου να κάνω την αλλαγή και να διεκδικήσω αυτό που θέλω για τον εαυτό μου και να εμφανιστώ στους χώρους όπου μπορώ να κάνω αυτό που με εκφράζει και να είμαι ευτυχισμένη και αυτό έκανα.
View this post on Instagram
Υπήρχαν τραγούδια και πρότζεκτ που δεν πραγματοποίησες λόγω των στενών ορίων που αφήνει η Ελλάδα στην καλλιτεχνική έκφραση; Είχες κάποια τέτοια ιδέα που τελικά δεν υλοποιήθηκε;
Έχω πολλές ιδέες και τις υλοποιώ. Δε με περιορίζει τίποτα. Δε με κρατάει πίσω το ότι μπορεί πολλά πράγματα να μην αφορούν τον πολύ κόσμο ή να μην υποστηριχτούν από το ραδιόφωνο ή από το ότι μπορεί να μην είναι η Ελλάδα η χώρα που θα αγκαλιάσει αυτά τα οποία εγώ θα έχω στο κεφάλι μου. Τα κάνω και δε με νοιάζει και μάλιστα τα κάνω για τους λίγους που τα θέλουν και τα περιμένουν από μένα. Δηλαδή έκανα την παράσταση «Εγώ, η Εντίθ και ο Έλβις» το 2012 και το 2013 στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο και μάλιστα ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε dvd. Ήξερα ότι αφορά κάποιους φαν που με ακολουθούν όλα αυτά τα χρόνια και που ξέρουν και αυτοί τη θεατρική μου πλευρά και την τεράστια αγάπη μου για το γαλλικό τραγούδι και αγκάλιασαν αυτή την παράσταση. Γι αυτούς βγήκε αυτό το dvd. Αργότερα έκανα μια παράσταση στο Passport με αφορμή το τραγούδι που μου είχε χαρίσει ο Θάνος Παπανικολάου, το «Μια μέρα ξύπνησα», που ήταν ένα τραγούδι που βγήκε ουσιαστικά μέσα από τη δική μου ζωή. Πάνω σε αυτό το τραγούδι βασίστηκε και η παράσταση που κάναμε μαζί με τον Δημήτρη Μελισσόβα. Εξαιρετική δουλειά και κάναμε και μια ζωντανή ηχογράφηση που την κρατάω και δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη. Θέλω να τη βγάλω κάποια στιγμή κι ας είναι μια δουλειά που θα αφορά τους λίγους.
Τι μπορεί να σε κάνει να χαλάσεις μια συνεργασία; Τι θα σε έκανε να πεις «δεν μπορώ να συνυπάρξω με αυτές τις συνθήκες»…
Δεν έχω χαλάσει ποτέ συνεργασία και δε θυμάμαι να έχω φύγει ποτέ από μαγαζί ή να έχω τσακωθεί με καλλιτέχνη. Βέβαια έχει τύχει να βρεθώ σε συνεργασία κατά την οποία να μην νιώθω πάρα πολύ άνετα. Αυτό ήταν εκείνα τα χρόνια που για να υποστηρίξω αυτό που έκανα έπρεπε να πω και κάποια πιο λαϊκά τραγούδια, αλλά δεν έφταιγε ο συνάδελφός μου για αυτό. Όμως παρόλα αυτά, αν νιώσω ότι καταπιέζομαι απλώς δεν επαναλαμβάνω μια συνεργασία. Και για να το θέσω λίγο καλύτερα. Ως άνθρωπος δεν μου αρέσει να τσακώνομαι. Δεν έρχομαι ποτέ σε αντιπαράθεση. Ακόμη και στις περιπτώσεις που θα νιώσω να πιέζομαι σε μια συνεργασία διότι μπορεί ενδεχομένως ο συνάδελφός μου είναι πιο απαιτητικός ή πιο διεκδικητικός, δεν εγκαταλείπω ακόμα κι αν νιώσω άβολα. Απλώς αν δεν ταιριάζω με έναν άνθρωπο δεν θα επαναλάβω τη συνεργασία.
Έχουν τύχει τέτοιες περιπτώσεις;
Ναι, έχει τύχει μια – δυο φορές να δυσκολευτώ και να στεναχωρηθώ αλλά τότε είπα ότι εντάξει, δεν ταιριάζω με αυτόν τον άνθρωπο και καλύτερα να μην προχωρήσω μαζί του σε περαιτέρω συνεργασία. Έχει τύχει όμως και το αντίθετο, δηλαδή να ταιριάξω και να «ερωτευτώ τρελά» τόσο πολύ έναν καλλιτέχνη και να έρθουμε τόσο κοντά και να γίνουμε τόσο φίλοι, που αυτή η φιλία μπορεί να κρατάει μια ζωή και να θέλουμε να δουλεύουμε μαζί συνέχεια.
Πολύ ωραίο αυτό. Μπορούμε να πούμε ότι η καριέρα σου ως τώρα χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιόδους: Στην περίοδο Θεοφάνους και στην περίοδο Κοργιαλά. Θέλω να εστιάσουμε στα πιο όμορφα και δημιουργικά σημεία, καλλιτεχνικά, που κρατάς από την κάθε περίοδο.
Με τον Γιώργο αυτό κράτησε μια δεκαετία και αν συνυπολογίσει κάποιος και τα χρόνια που προσπαθούσαμε από την Κύπρο από παιδιά, ήταν μια ολόκληρη ζωή. Έχω πάρα πολλά να θυμηθώ από τον Γιώργο και θα μπορούσα να μιλάω όχι ώρες, μέρες! Με τον Γιώργο έχουμε ονειρευτεί μαζί, αρχίσαμε να πετυχαίνουμε τους πρώτους μας στόχους και αυτό μας έδωσε τεράστια ευτυχία. Για παράδειγμα ήταν συγκλονιστικό το συναίσθημα όταν επιλεχθήκαμε να εκπροσωπίσουμε την Κύπρο στην Eurovision με το τραγούδι «Ταιριάζουμε». Μετά η προσπάθεια να κάνουμε τον πρώτο μας δίσκο και όταν ακούσαμε για πρώτη φορά το τραγούδι μας στο ραδιόφωνο και δεν το πιστεύαμε! Ήμασταν θυμάμαι στην κουζίνα μας και ήταν η εκπομπή της Ναταλίας Γερμανού και αρχίσαμε από την χαρά μας να χορεύουμε και να αγκαλιαζόμαστε! Από τα πρώτα χρόνια κιόλας, ξεκινήσαμε και κάναμε παραστάσεις γιατί και εγώ και ο Γιώργος αγαπάμε πάρα πολύ το μουσικό θέατρο. Στήσαμε ολόκληρες παραγωγές με σκηνικά, σκηνοθέτες, χορευτές και τα κάναμε μόνοι μας. Φτάσαμε μέχρι και το θέατρο του Λυκαβηττού που για τότε, αυτό ήταν τεράστια επιτυχία. Έχουμε πολλά που μας δένουν με τον Γιώργο. Είναι πάρα πολλά τα όσα μοιραστήκαμε. Πάρα πολλά. Με τον Δημήτρη σίγουρα το ότι συνεργαστήκαμε σε αυτή τη φάση που εγώ έψαχνα τον καινούριο μου ήχο και τον βρήκα στον Δημήτρη, μου έδωσε τη δυνατότητα με όλο αυτό να νιώσω ότι ξεκινώ πάλι από την αρχή. Ήταν σαν να επαναπροσδιορίζομαι, σαν να παρουσιάζω ξανά τον εαυτό μου και σαν να ανοίγω πάλι τα φτερά μου. Δηλαδή, αυτό που κάναμε τότε με το τραγούδι «πιάσε με» που για ελληνική ποπ σκηνή ήταν ένας καινούριος ήχος και χαρακτήρισε ξανά μια δεκαετία ολόκληρη για μένα.
Ήταν σαν ξαναρχίζεις από την αρχή, ήταν σαν μια δεύτερη εφηβεία!
Ναι! Αυτό ήταν ακριβώς!
Αν από κάθε περίοδο από αυτές που αναφέραμε, έπρεπε να ξεχωρίσεις έναν δίσκο που να σε εκφράζει περισσότερο;
Από την πρώτη περίοδο πιστεύω ότι και εμένα και τον Γιώργο, μας εκφράζει καλύτερα το «Φθινόπωρο Γυναίκας». Είναι ένας δίσκος που αν παίξει σήμερα και ακούσει κανείς την παραγωγή, τα τραγούδια και τον ήχο αυτής της δουλειάς, θα μπορούσε να σταθεί κάλλιστα και σήμερα. Ήταν από κάθε άποψη, στιχουργικά, μελωδικά, από ενορχήστρωση και από σύνθεση, η ώριμη μας πλευρά. Από τη δεύτερη περίοδο, εννοείται θα κράταγα το «Όσο φεύγω, γυρίζω» του 2003.
Νόμιζα θα πεις το «Στο ίδιο βαγόνι»..
Και το «Στο ίδιο βαγόνι» είναι μια εξαιρετική δουλειά, αλλά το «Όσο φεύγω, γυρίζω» το ακούω πολλές φορές από την αρχή μέχρι το τέλος και έχει μια απίστευτη ροή και αγαπώ όλα τα τραγούδια.
Με τον Γιώργο Θεοφάνους παρότι χωρίσατε, έχετε κρατήσει μια ωραία, φιλική επαφή και έκτοτε έχετε συνεργαστεί πολλές φορές. Δεν έχουμε δει όμως μια τέτοια συνύπαρξη με τον Δημήτρη Κοργιαλά. Μπορούμε να δούμε ενδεχομένως πάλι μια συνεργασία;
Δεν το γνωρίζω και δεν ξέρω αν αυτό μπορεί να προκύψει και πώς. Γιατί όχι; Ποτέ μην λες ποτέ! Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κρατήσει κάποια επαφή γιατί ξέρεις, δεν έχουμε κάτι που να μας δένει πέρα από τα τραγούδια μας. Αν κάνω μια συναυλία ξανά με όλους τους δημιουργούς που συνεργάστηκα και με όλα μου τα τραγούδια, εννοείται ότι δε θα μπορούσε να λείπει ο Δημήτρης.
Από το 2003, υιοθέτησες ένα πανκ – ροκ στιλ με τολμηρή εμφάνιση και πρωτοποριακό ήχο που αγαπήθηκε σε όλη την Ελλάδα. Ήταν μια πολύ πετυχημένη αλλαγή αυτή και όπου κι αν πήγαινε κανείς, ακούγονταν τα τραγούδια σου. Μετά μάλιστα και από τις ιστορικές εκείνες συναυλίες που είχατε γυρίσει όλη την Ελλάδα. Θυμάμαι βρέθηκες και στη Νάξο που ήμουν κι εγώ εκεί με την παρέα μου με μια φοβερή συναυλία εκεί στην αμμουδιά του Αγίου Προκοπίου…
Αλήθεια; Με τους C:Real πρέπει να είχαμε έρθει εκεί…
Θυμάμαι ότι πολλοί καλλιτέχνες είχαν προσπαθήσει τότε να αντιγράψουν το στιλ που είχες εισάγει και φέρει εσύ. Πώς βίωσες εσύ γενικά αυτή την περίοδο με αυτή τη μεγάλη αλλαγή; Τί θυμάσαι από τότε;
Αυτό το βίωνα στις συναυλίες όπου απλώς ανέβαινα στη σκηνή χωρίς να σκέφτομαι τίποτα. Δε με ενδιέφερε το τι θα φορέσω και το πώς θα είναι τα μαλλιά μου, αυτό το «χύμα», το ροκ στιλ πιστεύω ότι όπως είσαι στη ζωή σου, πρέπει και να είσαι και στη σκηνή και στην ουσία αυτό υιοθέτησα. Μπορούσα να βάλω απλά τα αρβυλάκια μου, το στρατιωτικό μου παντελόνι κι ένα τοπ και να βγω στη σκηνή και να ζω τη μουσική μου. Βρισκόμουν σε μια σκηνή με όλον αυτόν τον κόσμο και ήταν τρέλλα, ήταν κάτι μαγικό όλο αυτό που ζούσαμε.
Πες μου για τη συνεργασία σου με τον Στέφανο Κορκολή. Σου έγραψε το “Θέλω” με τους εξαιρετικούς στίχους του Πόλυ Κυριάκου. Πώς τόσα χρόνια δεν είχατε συνυπάρξει με τον Στέφανο μιάς και οι δρόμοι σας καλλιτεχνικά είναι παράλληλοι;
Λάθος μας και κακώς που δεν το κυνηγήσαμε. Η αλήθεια είναι ότι εγώ ανέκαθεν πίστευα ότι μου ταιριάζει πάρα πολύ ο Στέφανος. Πάντα μου άρεσαν τα τραγούδια του και τα έλεγα και στις εμφανίσεις μου. Ακούγοντας τις μελωδίες του ένιωθα ότι υπάρχει ένα κομμάτι δικό μου εκεί. Με αγγίζουν οι μελωδίες του Στέφανου. Έπρεπε να το είχαμε σκεφτεί πιο νωρίς και να κυνηγήσουμε τη συνεργασία αυτή και οι δύο. Όμως να που ήρθε τώρα και είναι η κατάλληλη στιγμή για μένα.
Θα ακολουθήσουν κι άλλα καινούρια τραγούδια του Στέφανου με τη φωνή σου; Γενικά ετοιμάζεις κατι νεο δισκογραφικά;
Το εύχομαι να πω κι αλλα τραγούδια του Στέφανου! Ετοιμάζω μια δουλειά. Πρόκειται για ένα πολυσυλλεκτικό επετειακό άλμπουμ καθότι έχω κλείσει τα 30 χρόνια στη δισκογραφία. Από τον Νοέμβριο του 1991 ως και τώρα. Ετοιμάζω αυτόν τον δίσκο που θα βγει μέσα σ’ αυτή τη χρονιά.
Τι θα περιέχει αυτός ο δίσκος;
Επειδή ακριβώς είναι επετειακό άλμπουμ, θα περιλαμβάνει καινούρια τραγούδια αγαπημένων μου δημιουργών όπως ο Στέφανος Κορκολής, ο Γιώργος Θεοφάνους -ο οποίος δεν μπορεί να λείπει από μία επετειακή δουλειά- ο Χρήστος Δάντης αλλά και τραγούδια εκπροσώπων της νεότερης γενιάς όπως ο Νίκος Μερτζάνος και ντουέτα με αγαπημένες μου φωνές. Μέσα σε αυτά τα ντουέτα υπάρχει και ένα ντουέτο με έναν σπουδαίο καλλιτέχνη. Έναν από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές αυτής της χώρας που τον λατρεύω και το λέω εδώ ως είδηση. Αυτός δεν είναι άλλος από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου!
Φοβερή συνύπαρξη! Αυτός ακούγεται ένας πάρα πολύ ενδιαφέρον δίσκος και φαντάζομαι πρέπει να είσαι πολύ περήφανη. Πότε θα κυκλοφορήσει;
Ναι, είμαι πολύ περήφανη για τη δουλειά αυτή! Ελπίζω ως το καλοκαίρι να τον έχουμε στα χέρια μας!
Καλοτάξιδος ο δίσκος! Με ποια εταιρεία θα είναι;
Με την “People Music” που είναι μια καινούρια εταιρεία. Βγάλαμε μαζί και το «Θέλω». Πρόκειται για μια πολύ καλή συνεργασία με τον Νίκο Μακράκη που είναι και ο διευθυντής της εταιρείας και επικοινωνούμε σε όλα τα επίπεδα.
Είσαι από τους καλλιτέχνες στην Ελλάδα που έχουν ένα πολύ φανατικό κοινό που σε ακολουθεί παντού γιατί έχουν πάντα κάτι καινούριο να δούν. Κάνεις πολύ ενδιαφέρουσες εμφανίσεις. Τί ετοιμάζεις τώρα;
Θα γίνει μιά μεγάλη μουσική συνάντηση στη «Σφίγγα» στις 25 Φεβρουαρίου που είναι και τα γεννέθλιά μου! Θα το γιορτάσω εκείνη την ημέρα με τέσσερις αγαπημένους φίλους και θα στηθεί ένα τρελλό πάρτυ! Θα είναι μαζί μας ο Δήμος Αναστασιάδης, η Demy, η Μιρέλλα Πάχου και ο Γιώργος Χρανιώτης. Όπως καταλαβαίνεις και από τα ονόματα, είναι παιδιά που στηρίζουν αυτό που λέει και ο τίτλος μας: «Ρετρόκ»! Με τη Μιρέλλα και το ακορντεόν της θα πούμε πιο παλιά τραγούδια, με τον Δήμο θα κάνουμε τα πάντα. Και ποπ και ροκ και λίγο πιο παλιά κομμάτια, με τη Demy θα καλύψουμε την ποπ – ροκ σκηνή και με τον Χρανιώτη, καταλαβαίνετε θα πούμε καθαρά αγγλόφωνα ροκ κομμάτια όπως Rolling Stones, The Doors και όλα αυτά τα ωραία. Αυτά στις 25 Φεβρουαρίου που είναι και τα γενέθλιά μου…
Τότε θα δημοσιευθεί και η συνέντευξη αυτή!
Αλήθεια; Είναι λοιπόν ένα δώρο αυτό για τα γενέθλιά μου και σας ευχαριστώ πολύ! Στις 4 Μαρτίου στη «Σφίγγα» θα συναντηθούμε ξανά με τον αγαπημένο μου φίλο Χρήστο Δάντη, τον οποίον θαυμάζω απεριόριστα. Όλες τις φορές, ο κόσμος μας έχει αγκαλιάσει με μεγάλο ενθουσιασμό και πιστεύω ότι το ίδιο θα γίνει και αυτή τη φορά. Εκεί έστησα πάλι κάτι διαφορετικό. Επειδή έχω πάντα αυτή την ανάγκη και την τρέλλα ό,τι στήνω να το κάνω πιο μουσικοθεατρικά, την ονόμασα «Ρετρόκ» και είναι αυτός ο συνδυασμός τραγουδιών από διαφορετικές δεκαετίες, από τα παιδικά μου ακούσματα, ας πούμε, ένα μουσικό ταξίδι μέσα από τραγούδια άλλοτε της Piaf, του Elvis Presley, Rolling Stones, των Led Zeppelin μέχρι και Χατζιδάκι και ως τους νεότερους σημερινούς δημιουργούς της ροκ Ελληνικής σκηνής, όπως ο Παύλος Παυλίδης. Όλα δοσμένα μέσα από ενορχηστρώσεις που με κάποιον μαγικό τρόπο δένουν τόσο ωραία μεταξύ τους. Πρόκειται για ροκ τραγούδια που μπορεί να τα κάνουμε λίγο πιο ρετρό ή και αντίστροφα.
Τέλος Ευρυδίκη θα ήθελα να στείλεις ένα μήνυμα μέσω αυτής της συνέντευξης στους θαυμαστές σου και στον κόσμο που σε έχει αγαπήσει μέσα από τα τραγούδια σου τόσα χρόνια.
Το μοναδικό που μπορώ να πω είναι να κρατάμε το χαμόγελό μας και να πιστεύουμε στο καλό που υπάρχει μέσα στην ψυχή των ανθρώπων. Μέσα σε αυτή την περίοδο που διανύουμε που υπάρχουν γύρω μας τόσα προβλήματα και βλέπουμε να συμβαίνουν τόσα άσχημα, εμείς ας είμαστε το καλό παράδειγμα και ας αποτελούμε το φως στη κοινωνία μας._
*Ευχαριστούμε πολύ για τη φιλοξενία το εστιατόριο El Jiron στο Νέο Ψυχικό\
INFO: Απόψε, βράδυ Παρασκευής 25/2, στήνεται ένα τρελό πάρτι γενεθλίων στη μουσική σκηνή της Σφίγγας. Η Ευρυδίκη σβήνει τα κεράκια της μαζί με τους φίλους της Δήμο Αναστασιάδη, Demy, Μιρέλα Πάχου και Γιώργο Χρανιώτη. (Περισσότερα ΕΔΩ!)
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φραγκίσκου
Απομαγνητοφώνηση: Αναστασία Μαρκοπούλου