Υπάρχουν ηθοποιοί που νιώθουν το καθήκον και την ανάγκη να συνεισφέρουν στην αναβάθμιση του πολιτισμού μας. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και η Μαίρη Ραζή. Μία ηθοποιός που έχει προσφέρει τα μέγιστα στο Ελληνικό θέατρο ανεβάζοντας ποιοτικές παραστάσεις εδώ και δεκαετίες. Παράλληλα είναι διευθύντρια της δραματικής σχολής “Πρόβα” όπου διδάσκει την τέχνη της υποκριτικής, μεταλαμπαδεύοντας τις πολύτιμες γνώσεις της στα νέα παιδιά. Έχω τη χαρά να την γνωρίζω προσωπικά καθώς υπήρξα κι εγώ κάποτε μαθητής της και έχω μόνο καλά να θυμάμαι απο εκείνη. Εκτός απο καταξιωμένη ηθοποιός, είναι και ένας υπέροχος άνθρωπος. Πάντα εξωστρεφής, πληθωρική, προσγειωμένη και πολύ δυναμική. Στην κουβέντα που κάναμε μας εξιστόρησε τα δραματικά γεγονότα που έζησε σε μικρή ηλικία στην Κωνσταντινούπολη, τα πρώτα της βήματα στο χώρο της υποκριτικής, τις ανησυχίες της και τη λαχτάρα της να εκφράζεται μέσω του θεάτρου.
Σας ευχαριστώ καταρχήν που μας δεχθήκατε στο θέατρό σας. Πείτε μου για τα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Πώς ήταν η καθημερινότητά σας εκεί;
Η καθημερινότητά μας δεν είχε καμία σχέση με την καθημερινότητα που εσείς βιώνετε και έτσι δεν μπορείτε να την φανταστείτε. Πριν ξεκινήσω το δημοτικό, εμένα με την οικογένειά μου σ’ ένα σπίτι που στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο ήταν άνθρωποι από την Αρμενία. Στον δεύτερο όροφο ήταν Εβραίοι και στον τρίτο όροφο ήταν Τούρκοι. Πριν να γίνω πέντε – έξι χρόνων και πάω σχολείο, μίλαγα ήδη άπταιστα τα Τούρκικα τα οποία ακόμη θυμάμαι. Μίλαγα επίσης λίγα Αρμένικα και λίγα Εβραϊκά γιατί μπαινόβγαινα σε αυτά τα σπίτια. Όταν σχόλαγα από το δημοτικό, πήγαινα στα σπίτια τους και έκανα παρέα με την Τουρκάλα την φίλη μου. Ήμασταν όλοι σαν μία οικογένεια και μεταξύ των ορόφων ανεβοκατέβαιναν διάφορα φαγητά και γλυκά από όλες αυτές τις κουζίνες. Στο γυμνάσιο φοιτούσαν Μουσουλμάνες, Εβραίες, Τουρκάλες, Καθολικές και όλα τα θρησκεύματα. Πηγαίναμε μία στην Καθολική Εκκλησία, μία στο Τζαμί, μία στη Συναγωγή… Τώρα εγώ δεν ξέρω τους γείτονές μου. Υπάρχει αποξένωση. Τότε οι άνθρωποι είχαν αγνότητα και μια καλύτερη επικοινωνία παρόλο που ήμασταν από άλλες θρησκείες, με διαφορετικά ήθη και έθιμα, νοοτροπίες και απόψεις. Έχω να πω ότι αυτή η αντίθεση που υπάρχει σήμερα στο να φτιάχνονται Τζαμιά, είναι λανθασμένη γιατί βλέπεις ότι οι λαοί μετακινούνται. Δέν φταίνε οι άνθρωποι που φεύγουν από τη χώρα τους, όπως τώρα για παράδειγμα που οι Ουκρανοί πήγαν στην Πολωνία. Εμείς ήμασταν τότε μία χαρά όλοι μαζί. Πάντα οι λαοί μεταξύ τους δεν έχουν διενέξεις. Οι κυβερνώντες έχουν διενέξεις και λένε ότι έχουν οι λαοί.
Ποια ήταν η αφορμή για να φύγετε από την Κωνσταντινούπολη;
Εμείς δεν θέλαμε καθόλου να φύγουμε. Δεν είχαμε κανένα λόγο. Ο πατέρας μου όμως είχε Ελληνική υπηκοότητα και το 1964 με τα γεγονότα στην Κύπρο τον εξόρισαν από την Τουρκία και δεν του επέτρεψαν ποτέ να γυρίσει. Εγώ με την αδερφή μου ήμασταν ακόμα μαθήτριες. Εγώ πήγαινα στο Γαλλικό σχολείο και είχα ένα χρόνο για να τελειώσω. Οπότε μείναμε πίσω ώστε να αποφοιτήσω και να έχω ένα χαρτί για να συνεχίσω εδώ στην Ελλάδα τις σπουδές μου.
Επιστρέψατε ποτέ εκεί να ξαναδείτε το σπίτι σας; Έχετε ξαναπάει από τότε;
Επί είκοσι χρόνια δεν ήθελα να πάω. Ήταν επώδυνο για μένα και με πλήγωνε πολύ αυτή η κατάσταση. Στεναχωριόμουν ιδιαίτερα. Όταν πια ήρθαμε εδώ αντιμετωπίσαμε πάλι σκληρότητα: Μας έλεγαν εδώ τουρκόσπορους, ενώ στην Τουρκία γκιαούρηδες.
Όπου δηλαδή κι άν πηγαίνατε, υπήρχε ρατσισμός.
Ακριβώς! Εν τω μεταξύ εγώ ασχολήθηκα και με το θέατρο όπου και εκεί η αντιμετώπιση από ορισμένους ανθρώπους δεν ήταν η πρέπουσα. Δηλαδή υπήρχε μία περιφρόνηση για την καταγωγή μου και έχω ακούσει διάφορα: Τέτοιες είστε εσείς οι Πολίτισσες και άλλα περιφρονητικά. Αυτά όμως ούτε με ενδιέφεραν, ούτε και με αφορούσαν. Δεν στεναχωρήθηκα ποτέ για κάτι τέτοιο. Ήταν τιμή μου και καμάρι μου που γεννήθηκα, σπούδασα και μεγάλωσα στην Πόλη. Αν κάποιος τώρα είναι μικρόψυχος και αυτό το βλέπει διαφορετικά, δεν είναι δικό μου θέμα, αλλά δικό του. Επειδή όμως μας έδιωξαν παρά τη θέληση μας και δεν θέλαμε να φύγουμε, εγώ δεν επεδίωξα να επικεφθώ την Πόλη. Πήγα μετά από είκοσι χρόνια για μία και μοναδική φορά λόγω δουλειάς. Αλλιώς δεν θα πήγαινα και δεν θέλω και να πάω.
Ποιά ήταν τα συναισθήματά σας όταν ξαναβρεθήκατε στην Πόλη και περπατήσατε τους δρόμους όπου είχατε ζήσει παιδί;
Δεν είχα κανένα απολύτως συναίσθημα. Τίποτε. Το μόνο συναίσθημα που με συνεπήρε και συγκινήθηκα, ήταν όταν συνάντησα μια συμμαθήτριά μου. Εκεί έκλαψα πάρα πάρα πολύ και το θυμάμαι ακόμη. Έκλαιγα με αναφιλητά όταν την είδα έξω από το σχολείο μας που το κτίριο ήταν πια ένα ερείπιο. Πήγα και στο Γαλλικό που ήταν μια χαρά. Με αυτήν την κοπέλα και με άλλες δύο συμμαθήτριες διατηρώ ακόμα επαφή. Πέρασα και από το σπίτι που γεννήθηκα και εγώ και η αδερφή μου που ήταν μέσα στην περιοχή του Πέρα, σε πολύ κεντρικό δρόμο και ήταν πλέον εστιατόριο που ήταν μάλιστα κλειστό και υπό ανακαίνιση. Κάποιος συνάδελφος με ρώτησε αν συγκινήθηκα που είδα το σπίτι μας εκεί και απάντησα αρνητικά, διότι εγώ την «ξερίζωσα» απο μέσα μου την Πόλη για να μπορέσω να επιβιώσω. Είχα κακία για τους Τούρκους και για όσα μας έκαναν και για αυτό που ήταν. Μετά από χρόνια όταν έπαιξα στη σειρά «Η ώρα η Καλή» που έκανα την Πολίτισσα και όταν συνδέθηκα με τις Κεντρικιάδες και έπαιξα την Ρόζα Εσκενάζυ -μια ηρωίδα τραγουδίστρια από την Μικρά Ασία- και βραβεύτηκα, τότε άρχισε σιγά – σιγά αυτό να μαλακώνει. Τώρα ενδεχομένως να πήγαινα, αλλά αυτό δεν είναι στα άμεσα ενδιαφέροντά μου.
Τι άνθρωποι ήταν ο Τούρκοι;
Δεν ήταν κακοί άνθρωποι, ήταν όμως πολύ εθνικιστές. Οι αναμνήσεις που έχω με τις φίλες και τις δασκάλες μου και την συναναστροφή μου με Τούρκους, γυναίκες και άνδρες που βγαίναμε και διασκεδάζαμε, ήταν καλές. Η μετέπειτα όμως συμπεριφορά τους απέναντί μας, με ενόχλησε. Εμείς ζήσαμε μικρές εκεί τα Σεπτεμβριανά. Ήμασταν τότε σε ένα εξοχικό που νοικιάζαμε -ιδιοκτησίας Τούρκου- και τότε με τα γεγονότα, ήρθαν κάποιοι με κουμπούρες, σφυριά, δρεπάνια και όπλα, και έψαχναν στις γειτονιές για Έλληνες για να τους σκοτώσουν! Επιβιώσαμε διότι μας έκλεισαν η μαμά και η γιαγιά μου σε ένα λουτρό και έβαλαν μια παλιά ντουλάπα μπροστά απο την πόρτα για να μην μας βρουν! Βγήκε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού στη βεράντα και τους είπε ότι αυτό το σπίτι είναι τούρκικο και να φύγουν. Το θυμάμαι ακόμη. Έτσι τη σκαπουλάραμε και δεν μας έσφαξαν. Αυτό είναι ένα κεφάλαιο της ζωής μου στο οποίο δεν αναφέρομαι συχνά και το λέω σε σένα Βίκτωρα τώρα. Σχεδόν ποτέ δεν αναφέρομαι σε αυτό γιατί δεν θέλω να στεναχωριέμαι. Να σκεφτείς ότι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Αθήνα, δεν μπορούσα να δω ούτε φωτογραφία από την Πρήγκιπο που παραθερίζαμε. Έκλαιγα και μου χάλαγε την διάθεση. Δεν έχω δει απο τότε ποτέ Τούρκικο έργο.
Πώς αντιμετωπίζετε εσείς αυτές τις τούρκικες σειρές που προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση τα τελευταία χρόνια;
Κοίταξε, υπάρχει στην Τουρκία ολόκληρη βιομηχανία και καλά κάνουν. Προς δική μας γνώσιν και συμμόρφωσιν. Δεν τις παρακολουθώ για να σου πω μια άποψη, αλλά δεν κάνουν και κανέναν νεοτερισμό, κλαίνε και λοιπά. Θα προτιμούσα όμως να είναι Ελληνικές σειρές. Κοίταξε, οι Τούρκοι έχουν πολύ καλούς ηθοποιούς. Η γιαγιά μου μας πήγαινε κάθε εβδομάδα κινηματογράφο και παρακολουθούσαμε Τούρκικες ταινίες και κλαίγαμε. Ακόμη, πηγαίναμε και πολύ στο θέατρο.
Ποιά ήταν η πρώτη σας επαφή με την υποκριτική;
Ήταν σε πολύ μικρή ηλικία, όταν ακόμα ζούσαμε στην Πόλη. Το Καλοκαίρι έπαιζα θέατρο με την ξαδέρφη μου, την αδερφή μου και τις φίλες μου τις οποίες ακόμη έχω στη ζωή μου και διατηρούμε σχέσεις. Βγάζαμε εισιτήρια στον κόσμο και στο τέλος, στο μοίρασμα τσακωνόμαστε! Αυτά τα καλά έχω να θυμηθώ. Όταν ήρθα στην Ελλάδα έκανα παρέα με κάποια παιδιά που πήγαιναν στην σχολή Σταυράκου και εκεί με βάλανε να παίξω ένα μικρό ρόλο σε κάποια ταινία μικρού μήκους για να δώσουν εξετάσεις στην σχολή. Εγώ όμως από μικρή έκανα θέατρο. Χόρευα και τραγουδούσα και υποδυόμουν τους ρόλους από τις Ελληνικές ταινίες που έβλεπα τότε. Και έτσι έγινα ηθοποιός σαν φυσική εξέλιξη. Δεν νομίζω ότι θα είχα άλλη πορεία. Οτιδήποτε έβλεπα στον κινηματογράφο, το μιμούμουν. Ό,τι ερχόταν εκεί στην Τουρκία, από Βουγιουκλάκη έως τα Τούρκικα μελό, την «Ωραία του Πέρα» που είχα πολύ κλάψει με αυτό τότε, τα έκανα όλα σε μίμηση.
Βλέπατε και Ελληνικές ταινίες στην Πόλη;
Ναι, και θέατρο. Έρχονταν θίασοι απο Ελλάδα. Βλέπαμε και Τουρκικές παραγωγές και ιδιαίτερα πολύ οπερέτα. Είχαν σπουδαία όπερα και οπερέτα και έχουν ακόμη, με πολύ καλούς ηθοποιούς.
Πολλοί συνάδελφοί σας και νομίζω κι εσείς, θεωρείτε το θέατρο ως ανώτερο μέσο έκφρασης από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Πώς το δικαιολογείτε αυτό;
Το θέατρο είναι ο βασιλιάς των τεχνών. Θυμάσαι το έλεγα και όταν φοιτούσες εδώ Βίκτωρα. Οπότε το πιστεύω αυτό.
Δηλαδή θεωρείτε την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, υποδυέστερα του θεάτρου;
Όχι, καθόλου. Εγώ δεν πιστεύω ότι αυτό είναι πρωτοκλασάτο και το άλλο δευτεροκλασάτο. Η υποκριτική είναι υποκριτική όπου και εάν συμβαίνει. Η τηλεόραση ειδικά έχει πολλές απαιτήσεις. Παλιά μάλιστα δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα. Μπαίναμε στο πλατό και δεν είχαμε την δυνατότητα του μοντάζ που σου επιτρέπει να κόψεις ή να ξαναπαιχτεί η ίδια σκηνή. Ήταν όλα σχεδόν θεατρικά. Τώρα βέβαια υπάρχει η ευκολία εάν κάνει ο ηθοποιός λάθος, να επαναλάβει την ίδια σκηνή. Στο θέατρο δηλαδή, δεν έχεις δικαίωμα να κάνεις πολλά λάθη. Φαίνονται. Στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση διορθώνονται. Στο θέατρο όμως υπάρχει το εξής: Η υποκριτική γίνεται ακόμη πιο δύσκολη γιατί υπάρχει η αμφίδρομη σχέση του θεατή με τον ηθοποιό. Πολλές φορές που γίνεται δυο και τρείς φορές μια παράσταση, όταν η ενέργεια που παίρνεις απο το κοινό είναι διαφορετική, τότε παίζεις και διαφορετικά. Εγώ προσωπικά αγαπώ πάρα πολύ το θέατρο. Και να φανταστείς έγινα ηθοποιός ήταν γιατί ήθελα να παίξω στον κινηματογράφο, αν και δεν πολυέπαιξα…
Πέντε ταινίες έχετε κάνει. Ουσιαστικά δηλαδή αυτό ήταν το κίνητρό σας;
Ναι. Ηθελα να παίξω κινηματογράφο αλλα δεν με έπαιρναν! Μου άρεσε επειδή είμαι σινεφίλ, Τρελαίνομαι για τον κινηματογράφο. Μου αρέσει πάρα πάρα πολύ, αλλά με κατέκτησε το θέατρο. Αν και αυτοί οι διαχωρισμοί, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Η τέχνη της υποκριτικής όπου και να την βάλεις, είναι υποκριτική.
Πώς πήρατε την απόφαση να ιδρύσετε την σχολή υποκριτικής «Πρόβα»; Τι σας ώθησε σε αυτήν την κίνηση;
Όταν πρωτοβγήκα στο θέατρο, ταλαιπωρήθηκα πολύ να μάθω τα μυστικά της τέχνης μου. Όταν λοιπόν σιγά-σιγά τα έμαθα, θέλησα την γνώση αυτή να την δώσω στους νεότερους ανθρώπους και ήθελα να έχουμε μεταξύ μας μια κατάσταση επικοινωνίας με έναν κοινό κώδικα υποκριτικής. Δηλαδή τώρα με τον Σωτήρη το σύζυγό μου και την κόρη μου την Κοραλία και με πολλούς ηθοποιούς που παίζω χρόνια και είναι όλοι αυτοί ο πυρήνας του ελληνικού θεάτρου, είναι πιο εύκολα κάποια πράγματα για εμάς.
Σ’ όλα αυτά τα χρόνια που διδάσκετε, σας έχουν τύχει μαθητές που φαίνεται στην αρχή να μην είναι τόσο κατάλληλοι, αλλά εν συνεχεία να γίνουν πολύ καλοί ηθοποιοί ή και το αντίστροφο;
Εσυ για παράδειγμα είχες μεγάλο ταλέντο αλλα δέν το ήθελες πολύ να γίνεις ηθοποιός. Ήσουν τζαναμπέτης.(γέλια) Έχω δει πολύ καλούς ηθοποιούς να μην δουλεύουν τόσο και πολύ κακούς ηθοποιούς να δουλεύουν πάρα πολύ. Για να κάνει κανείς καριέρα παίζει ρόλο η τύχη, οι δημόσιες σχέσεις και το πώς διαχειρίζεται ο καθένας το δυναμικό του συνολικά, το φυζίκ του και πώς ανταποκρίνεται ο καθένας σε ό,τι ζητηθεί από μια οντισιόν. Δηλαδή κάπου μπορεί να θέλουν κάποιον πιο εύσωμο και εσύ που θα πας να χάσεις την δουλειά, κι ας είσαι πράγματι καλύτερος από τον πρώτο. Είναι θέμα πολλών συγκυριών. Δεν είναι ότι συμβαίνει αυτό που λένε μερικοί ότι έχουν αδικηθεί και δικαιολογούνται χωρίς λόγο. Μου έχει τύχει να έχω χοντρό μαθητή και όλοι να λένε εναντίον του για το μέλλον του στην δουλειά μας και το παιδί αυτό να παίζει αφότου τελείωσε την σχολή, στο «Πεντάμορφη και το Τέρας». Μπορεί επίσης, να τύχει ένα παιδί πολύ ταλαντούχο να μην αντέξει στην πείνα και στις εν γένει δυσκολίες που παρουσιάζονται στο επάγγελμά μας.
Σας έχει τύχει κάποιες φορές να έχετε να διδάξετε μαθήτριες που να έχουν μια συμπεριφορά που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως βεντετισμός;
Εγώ το θεωρώ άχρηστο εργαλείο. Για να παριστάνει κανείς την βεντέτα, πρέπει να βρίσκει και πρόσφορο έδαφος που θα γίνει δεκτός. Σε όλη μου τη ζωή που έχω δουλέψει με πραγματικές βεντέτες όπως ο Κωνσταντίνου, ο Γκιωνάκης, ο Βέγγος, ο Χατζηχρήστος, ο Καζάκος, ήταν χορτασμένοι άνθρωποι και βοηθούσαν τους νέους. Κάποιος που θα το παίξει βεντέτα, δεν ξέρει προφανώς τί του γίνεται στο κεφάλι. Είναι μικρός. Αυτό που σπουδάζουμε στις σχολές είναι αυτοεκτίμηση και αλληλοεκτίμηση. Όχι εγωϊσμό και έπαρση.
Ποια είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή που θυμάστε από την δουλειά σας;
Πολλές! Η πιο ευτυχισμένη στιγμή του καθε ηθοποιού είναι νομίζω η ώρα που πρωτανεβαίνει στην σκηνή. Αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω. Είχα παίξει για πρώτη φορά στου «Επιτρέποντες» του Μένανδρου στο αρχαίο θέατρο της Σικυώνας και ήμουν η πρωταγωνίστρια η «Παμφίλη». Θυμάμαι ότι κρατούσα μια κούκλα, ένα μωρό και θυμάμαι ότι είχαν μουδιάσει τα χέρια μου. Είχα όμως πολύ μεγάλη χαρά που κατάφερα και ανέβηκα στην σκηνή και έπαιξα. Ένιωσα πληρότητα και το μοναδικό πράγμα που μου αρέσει πάρα πολύ στο θέατρο και αυτό θέλω να κάνω, είναι να παίζω. Όλα τα υπόλοιπα, όπως διδασκαλία και σκηνοθεσία μου αρέσουν, αλλά προτιμώ την υποκριτική. Το να ανεβαίνω στην σκηνή και να λέω τα δικά μου στον κόσμο με κάνει να ολοκληρώνομαι και να ξεχνώ τα δικά μου προβλήματα.
Έχετε αντιμετωπίσει κάποιο απρόοπτο στη σκηνή;
Μια φορά είχα πάθει λαβύρινθο που σου φέρνει ζάλη και μπορεί να χάσεις ενδεχομένως την ισορροπία σου. Είχα φοβηθεί τότε εξ αυτού. Δεν θα ξεχάσω μάλιστα, ότι όταν άνοιξε η αυλαία και έπαιξα, έβλεπα μπλε αστεράκια από την χαρά μου. Ο ηθοποιός εάν πάθει κάτι την ώρα της παράστασης, φαντάζεται ότι δεν θα ξαναπαίξει. Ο εφιάλτης μας είναι να μην πάμε σε μια παράσταση ή να έχουμε ξεχάσει να πάρουμε το κοστούμι μας, να φανταζόμαστε ή πράγματι να έχει κλείσει η φωνή μας και άλλα τέτοια γύρω από το θέατρο, απότοκοι του άγχους μας βέβαια.
Το #metoo ήρθε και στην Ελλάδα και αναστάτωσε τον καλλιτεχνικό χώρο. Εσείς πιστεύετε ότι πράγματι το Θέατρο κρύβει τόσα πολλά σκάνδαλα σεξουαλικού περιεχομένου;
Πιστεύω ότι καλό είναι που βγήκαν και μίλησαν οι άνθρωποι. Δεν είναι εύκολο που πήραν το θάρρος. Όσοι είναι να δικαστούν, θα δικαστούν και όσοι να φυλακιστούν, θα φυλακιστούν, διότι ανέλαβε πια η δικαιοσύνη. Εγώ όμως νομίζω ότι όλο αυτό έβλαψε το θέατρο. Δηλαδή έτσι και αλλιώς το κοινό δεν μας έχει και σε πολύ μεγάλη εκτίμηση, ενώ δεν είναι έτσι. Οι ηθοποιοί είμαστε οικογενειάρχες, είμαστε πολύ ηθικά στοιχεία. Τα υπόλοιπα επαγγέλματα, καλό θα ήταν να κοιτάξουν τα δικά τους θέματα. Απλώς όταν είναι κανείς διάσημος και προβάλλεται, το θέμα αυτό θα γίνει πρώτη είδηση. Μήπως δεν έχουμε περιπτώσεις κατά τις οποίες μια κοπέλα να εργάζεται ως γραμματέας σ’ ένα δικηγορικό γραφείο και να την παρενοχλεί σεξουαλικά ο δικηγόρος για παράδειγμα; Εκεί όμως το θέμα δεν θα πάρει διαστάσεις. Και μην ξεχνάμε επίσης ότι ο κόσμος αναζητά το κουτσομπολιό όσον αφορά τους καλλιτέχνες και του εξάπτει τη φαντασία. Θέλει να βλέπει μέσα από την κλειδαρότρυπα το τι κάνει ένας καλλιτέχνης.
Για το cancel culture τι γνώμη έχετε; Πιστεύετε ότι τα προσωπικά ενός καλλιτέχνη, μπορούν ενδεχομένως να ακυρώσουν το συνολικό έργο και την καριέρα του;
Καλλιτέχνες διαμετρήματος όπως ο Γούντι Άλεν που τον έχουν ακυρώσει, όπως και άλλες περιπτώσεις, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ως προς το προϊόν που παράγουν. Είναι άλλο θέμα ο κακός χαρακτήρας και η προσωπική του ζωή. Είχαν στο παρελθόν αμφισβητήσει και τον Νταλί και έλεγαν οτι ήταν φασίστας. Όμως ο Νταλί άφησε πίσω του ένα έργο το οποίο το εισπράττει ο κόσμος. Άλλος ας πούμε, είναι τραγουδιστής και έχει ένα θεϊκό δώρο, την φωνή του. Θα τον ακυρώσεις επειδή έκανε κάτι κακό; Μα σου κάνει δώρο αυτός και εσένα. Δεν μπορώ αυτό να το καταλάβω. Βρίσκω φασιστικό και υπερβολικό το να ακυρώνεται το έργο και η καριέρα κάποιου από ένα λάθος στα προσωπικά του, όπως συμβαίνει στην Αμερική για παράδειγμα. Το αν κάποιος καλλιτέχνης έχει φερθεί με τρόπο που να πλήξει κάποιο άλλο πρόσωπο, πρέπει να πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης. Όσον αφορά καλλιτέχνες μεγάλου μεγέθους νομίζω ότι πρέπει να μένουμε στα δώρα που μας άφησαν: Μεγάλες ταινίες, πίνακες, μουσική και τραγούδια και υποκριτική. Ας παραμείνουμε σε αυτά.
Εσείς έχετε δεχθεί κάποιου είδους παρενόχληση;
Φυσικά. Εγώ ήμουν και είμαι όμορφη και «φύσαγα» που λέμε. Έχω χάσει δουλειές επειδή δέν ενέδιδα και τις πήραν άλλες συνάδελφοι, οι οποίες τελικά δεν έχουν κάνει πιο πολλά απ’ όσα έχω κάνει εγώ στον χώρο. Εμείς το πρώτο χρυσό βραχιόλι που φοράμε στο χέρι μας ως άνθρωποι από την Κωνσταντινούπολη, είναι η αξιοπρέπειά μας. Όταν με ενοχλούσε κάποιος πάνω ή κάτω από την σκηνή, δεν θα υπήρχε περίπτωση να συνεχίσει να το κάνει. Θα προτιμούσα να έμενα χωρίς δουλειά. Βάζω την αξιοπρέπειά μου πάνω από τα χρήματα. Θα καθάριζα σκάλες. Θα έκανα κάποια άλλη δουλειά, αλλά δεν επέτρεπα σε κανέναν να με διασύρει. Εσύ, Βίκτωρα που με ξέρεις, υπάρχει περίπτωση να με εκβιάσει κάποιος ότι θα με διώξει από την δουλειά, εάν δεν του καθίσω; Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση!
Η Ελλάδα είναι η χώρα που γέννησε το θέατρο. Ο μέσος Έλληνας έχει το θέατρο στην καθημερινότητά του; Και αν ναι, ποιό είδος θεάτρου;
Όχι, ο Έλληνας δεν βλέπει θέατρο. Ο Έλληνας όταν του μιλάς για θέατρο πάει το μυαλό του μόνο στην επιθεώρηση. Μετά τη μεταπολίτευση άλλαξε κάπως αυτό. Άρχισαν να δίνονται κάποιες επιχορηγήσεις και σιγά – σιγά αναπτύχθηκε το θέατρο σε πειραματικές σκηνές και άρχισε να ξεκολλάει ο κόσμος από την επιθεώρηση. Η επιθεώρηση είναι μια χαρά είδος και έχω δουλέψει και την έχω υπηρετήσει. Όμως δέν θα ήξεραν ποτέ ποιος είναι ο Ο’νήλ και ποιος ο Καμπανέλλης αν έβλεπαν μόνο επιθεώρηση. Για παράδειγμα, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης που τον θεωρούμε τον πατριάρχη του θεάτρου, ξεκίνησε τη μεταπολεμική περίοδο και ακολούθησαν άλλοι όπως Μουρσελάς, Κεχαΐδης, Διαλεγμένος, Ευθυμιάδης, Αναγνωστάκης, Σκούρτης… Αυτά τα έργα δεν θα έβλεπαν το σανίδι εάν δεν δίνονταν αυτές οι επιχορηγήσεις. Θα έπαιζαν οι ηθοποιοί με ελάχιστους θεατές και θα ήταν στην πείνα. Ο πολιτισμός και το θέατρο εδώ γεννήθηκαν, αλλά ο θεατής παρόλα αυτά δεν ξέρει ποιο είναι το ζητούμενο. Πώς πάει δηλαδή όλος αυτός ο κόσμος στην Επίδαυρο; Αναρωτιέμαι. Βέβαια κάτι του μένει όταν ας πούμε βλέπει τους «Πέρσες» ή την «Αντιγόνη». Όμως πηγαίνοντας μπορεί να ακούει σκυλάδικα! Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να πούμε ότι το φιλοθεάμον κοινό του θεάτρου έχει μικρύνει. Ίσα – ίσα έχουν γίνει πάρα πολλές δουλειές θεατρικές και κάθε πικραμένος έχει ανοίξει κι ένα θέατρο. Εγώ χαίρομαι, διότι αντί να έχουμε λέσχες μπιλιάρδου και να διακινούνται εκεί ναρκωτικά, καλό είναι να υπάρχουν θέατρα και να είναι όρθια όπου κι αν βρίσκονται και σε οποιαδήποτε κατάσταση.
Κατά καιρούς, έχουμε ακούσει συναδέλφους σας να ισχυρίζονται ότι πρέπει να επανέλθει η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Εσείς ποια θέση παίρνετε σε αυτό;
Η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος έχει καταργηθεί σε όλη την Ευρώπη. Οι Ισπανοί και εμείς την καταργήσαμε τελευταίοι. Δεν βολεύει κανέναν ένα τέτοιο πισωγύρισμα πιστεύω. Τότε που την είχαν καταργήσει, οι ηθοποιοί καυγαδίζαμε πολύ μεταξύ μας και εγώ ήμουν από αυτούς που υποστήριζα να συνεχίσει να ισχύει. Μετά όμως άλλαξα γνώμη γιατί κατάλαβα ότι δεν χρειάζεται η άδεια, αλλά χρειάζεται να γίνει αναβάθμιση των δραματικών σχολών. Το δίπλωμα που θα λάβει ένας απόφοιτος από την σχολή, να του προσφέρει την δυνατότητα και να διδάξει σε σχολείο ή να σκηνοθετήσει κάτι. Αν γίνει κάτι τέτοιο θα μπορούμε να κάνουμε και μεταπτυχιακά εδώ. Τους δίνουμε τώρα διπλώματα και πάνε στο Λονδίνο να κάνουν οι απόφοιτοι τα μεταπτυχιακά τους. Ας αυξήσει λοιπόν την πιστοποίηση το κράτος και ας δώσει το πρέπον κύρος σε έναν απόφοιτο μιας δραματικής σχολής και δεν θα χρειάζεται η άδεια.
Εγώ καταλαβαίνω τι λέτε, αλλά το ζητάνε για να μην έρχεται ο κάθε ένας και ευτελίζει το επάγγελμα..
Φυσικά και έχουμε δει μοντέλα ή κάποιον που εμφανίστηκε σε μια εκπομπή ή ένα ριάλιτι να τον βάζουν να κάνει τον ηθοποιό. Όμως αυτές οι περιπτώσεις τίποτα δεν έκαναν στο θέατρο. Το σανίδι τους αποβάλλει και τους πετάει απ’ έξω.
Τί παρακολουθείτε στη τηλεόραση; Τι πιστεύετε οτι λείπει από αυτήν και τι δεν θα έπρεπε να υπάρχει;
Παρακολουθώ το μεσημέρι την εκπομπή του Μουτσινά. Σ’ ένα θέατρο που τον είδα του είπα «προς μεγάλη μου δυστυχία, σε παρακολουθώ» και γελούσαμε. (Γέλια.) Τον βλέπω διότι τρώω εκείνη την ώρα, δεν λέει τίποτα σπουδαίο, αλλά γελάω. Μου άρεσαν και οι Ράδιο Αρβύλα αλλά μετά από τις γνωστές καταγγελίες, επηρεάστηκα και δεν βλέπω πια αυτήν την εκπομπή. Ενοχλήθηκα διότι πιστεύω οτι ήξεραν και κάλυπταν τον Παναγιωτόπουλο. Ακόμη και ο Σεφερλής έχει το κοινό του στην τηλεόραση και το θέατρο και τον παρακολουθούν και πιο μορφωμένοι άνθρωποι και λιγότερο μορφωμένοι. Επομένως έχει ταλέντο και κάτι καλό κάνει. Μάλιστα έχει και κοινό που μπορεί την ίδια του παράσταση να την δει επί πέντε φορές. Να πηγαίνει δηλαδή κάθε μέρα και λένε από κάτω τις ατάκες πριν τις πει ο Σεφερλής! Τα ριάλιτι είναι που δεν αντέχω. Παναγία μου με αυτά τα ριάλιτι, φτάνει! Δεν θέλω άλλο! (Γέλια.)
Το κοινό όμως τα αγκαλιάζει.
Το επίπεδο του κοινού ποιο είναι; Είναι χαμηλό και βλέπει τις μπούρδες. Ωστόσο στις σειρές το επίπεδο έχει ανέβει και χαίρομαι πάρα πολύ για αυτό.
Πιστεύετε ότι η τηλεόραση διαμορφώνει το χαμηλό επίπεδο στο οποίο αναφέρεστε ή προσαρμόζεται στο επίπεδο του κοινού;
Η τηλεόραση αντικατοπτρίζει το μορφωτικό επίπεδο του κοινού. Όταν γεννιέται ένα παιδάκι, πάει σε αυτά τα σχολεία που πάει και μαθαίνει αυτά που μαθαίνει, τί να περιμένεις; Είναι όλα υποβαθμισμένα. Τελειώνει το λύκειο και δεν ξέρει ποιός είναι ο Καρκαβίτσας. Άρα η ρίζα του κακού είναι η ελλιπής παιδεία. Η ιδιωτική τηλεόραση θέλει να βγάλει χρήματα. Δε θα ασχοληθεί να κάνει αγώνα για την μόρφωση των τηλεθεατών. Όταν πάει κανείς να κάνει μιά πιο σοβαρή εκπομπή, ο κόσμος δεν την βλέπει. Τα ριάλιτι όμως, τη σαβούρα, τα βλέπουν. Στα πρωινάδικα δε, οι άνθρωποι αυτοί βγαίνουν ως ινστρούκτορες και αναλύουν ατελείωτα το κάθε θέμα. Τι να πει κανείς πια;
Πώς βιώσατε τον εγκλεισμό της καραντίνας; Είστε ένας πολύ πληθωρικός και δραστήριος άνθρωπος. Τόσες δεκαετίες στις επάλξεις και κάποια στιγμή, σας λένε «απαγορεύεται»!
Απαπαπά! Εμείς τότε είχαμε τα γυρίσματα για “Το Καφέ Της Χαράς” και μας είχαν δώσει βεβαίώσεις μετακίνησης. Όταν πηγαίναμε για γυρίσμα, νομίζαμε ότι μας πάνε πενταήμερη εκδρομή γιατί πηγαινοερχόμαστε με τα χαρτιά! Εγώ την περίοδο της καραντίνας πήγαινα στο εξοχικό στο Λουτράκι και είχα τις βεβαιώσεις αυτές. Το χαρτί έγραφε οτι μένω στο Νομό Αττικής και εγώ συμπλήρωσα δίπλα και Νομός Κορίνθου! (Γέλια.) Με σταματήσανε μια φορά και τους το έδειξα. Πάντως ήταν δράμα διότι εγώ δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ήταν οι πιο νεκροί μήνες της ζωής μου. Δεν μας άφηναν ούτε να κολυμπήσουμε! Μπαίναμε στη θάλασσα με τσίλιες! Καθόταν ένας δικός μας μέσα σε ένα αυτοκίνητο και μόλις ερχόταν η αστυνομία, μας έκανε σινιάλο και βγαίναμε απο το νερό και καθόμασταν στην αμμουδιά! Μιά μέρα κάποιος περίοικος μας είδε και έκανε καταγγελία και ήρθε ένας αστυνομικός και μας έδιωξε. Δέν μας έγραψε ευτυχώς. Μετά βρήκαμε άλλο μέρος και κολυμπούσαμε.
Αυτή τη χρονιά τι έργα ανεβάσατε;
Η φετινή περίοδος ξεκίνησε με τους «Παλαιστές» του Στρατή Καρρά για το οποίο επιχορηγηθήκαμε. Στην συνέχεια ξεκινήσαμε πρόβες για «Τα Τέσσερα Πόδια του Τραπεζιού» του Καμπανέλλη που επίσης πήραμε επιχορήγηση. Παίζουν δέκα ηθοποιοί. Είχαμε ξεκινήσει τις πρόβες και μια κολλούσε covid ο ένας και μια ο άλλος και δεν γινόταν έτσι δουλειά και κλείσαμε το θέατρο και λήξαμε τις πρόβες. Έτσι, σκεφτήκαμε να κάνουμε πάλι -όπως κάνουμε πια κάθε χρόνο- την παράσταση «Το Τέρας και Εγώ» του Σταμάτη Μαλέλη. Εκεί παιζω με τον Σωτήρη Τσόγκα, τον Κυριάκο Ντούμο και την Κοραλία Τσόγκα. Είμαστε τέσσερις ηθοποιοί με πολύ μεγάλο έλεγχο ως προς τα υγειονομικά μέτρα και προσέχουμε πάρα πολύ. Πάει πάρα πολύ καλά και θα παραταθούν οι παραστάσεις ως το τέλος Μαρτίου. Έχουμε στρέψει το ενδιαφέρον μας στην Ελληνική δραματουργία και τα τελευταία χρόνια ανεβάζω μόνο Ελληνικά έργα. Επίσης φέτος εκτός από αυτά τα τρία έργα, ανεβάσαμε και την παιδική παράσταση «Χριστουγεννιάτικοι Μπελάδες» που σκηνοθέτησε η Κοραλία Τσόγκα και πήγε πολύ καλά. Ξεκινήσαμε για δώδεκα παραστάσεις, αλλά κάναμε 28. Ουρές, κακό…
Για το έργο που ανεβάζετε τώρα, τι μηνύματα παίρνετε από τον κόσμο; Δεδομένης και της κατάστασης με τον covid πιστεύω ότι το έργο αυτό είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Βοηθά η παράσταση τον κόσμο που αντιμετωπίζει την κατάθλιψη;
Είναι η έκτη σεζόν που ανεβάζουμε «Το Τέρας κι Εγώ» και βλέπουμε οτι βοηθάει. Για παράδειγμα, ήρθε μια μητέρα με το παιδί της και με ευχαρίστησε που το παιδί της είδε την παράσταση και θέλει να πάει σε ψυχίατρο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κατάθλιψης. Μας παίρνουν τηλέφωνα άνθρωποι που έχουν δικούς τους που πάσχουν από κατάθλιψη και λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή. Κοίταξε Βίκτωρα, δίνουμε ένα αισιόδοξο μήνυμα γιατί σε πολλές παραστάσεις είναι και ο Σταμάτης Μαλέλης εδώ και μιλάει στον κόσμο και βοηθά όλο αυτό. Ο Μαλέλης πέρασε όλο αυτό και έγινε καλά. Bέβαια 100% καλά δεν γίνεται κανείς, αλλά δεν είσαι και στο χείλος του γκρεμού για αυτοκτονία όπως ο Σταμάτης. Όπως πονάει ένα δόντι και πάμε στον οδοντίατρο, έτσι και με την ψυχή. Όλα τα πράγματα χρειάζονται και την ανάλογη γνώση.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να μου πείτε για τα μελλοντικά σας σχέδια για το Καλοκαίρι και για την νέα σεζόν.
Το Καλοκαίρι θα κάνουμε «Τα Τέσσερα Πόδια του Τραπεζιού» του Καμπανέλλη και την νέα σεζόν θα κάνουμε την «Κυρία Δεν Πενθεί» που είναι συλλογή μονοπράκτων του Μουρσελά. Παράλληλα με ό,τι κάνουμε, πάλι θα παρουσιάζεται «Το Τέρας κι Εγώ» δυο φορές την εβδομάδα, διότι πρόκειται για ένα πολύ επίκαιρο έργο τώρα με τον covid. Μετά θα κάνουμε για την Παιδική Σκηνή το «Γιαγιά Σμύρνη», έργο που θα είναι αφιερωμένο στο 1922 και έχουμε υποβάλλει και μια πρόταση στη δράση όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός με τίτλο «Χαμένες Πατρίδες – Ανεπίδοτες Ελπίδες». Αυτή την στιγμή, αν δεν κάνει κανείς πολλά πράγματα, χάνεται.
Κυρία Ραζή, σας ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συνέντευξη και εύχομαι να προσφέρετε πάντα στον πολιτισμό μας ενεργά και ακούραστα όπως κάνετε τόσα χρόνια!
Κι εγώ σε ευχαριστώ Βίκτωρα και σε αγαπώ πολύ._
Φωτογραφίες: Θοδωρής Απειρανθίτης
Απομανγητοφώνηση: Αναστασία Μαρκοπούλου
Υπάρχουν ηθοποιοί που νιώθουν το καθήκον και την ανάγκη να συνεισφέρουν στην αναβάθμιση του πολιτισμού μας. Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και η Μαίρη Ραζή. Μία ηθοποιός που έχει προσφέρει τα μέγιστα στο Ελληνικό θέατρο ανεβάζοντας ποιοτικές παραστάσεις εδώ και δεκαετίες. Παράλληλα είναι διευθύντρια της δραματικής σχολής “Πρόβα” όπου διδάσκει την τέχνη της υποκριτικής, μεταλαμπαδεύοντας τις πολύτιμες γνώσεις της στα νέα παιδιά. Έχω τη χαρά να την γνωρίζω προσωπικά καθώς υπήρξα κι εγώ κάποτε μαθητής της και έχω μόνο καλά να θυμάμαι απο εκείνη. Εκτός απο καταξιωμένη ηθοποιός, είναι και ένας υπέροχος άνθρωπος. Πάντα εξωστρεφής, πληθωρική, προσγειωμένη και πολύ δυναμική. Στην κουβέντα που κάναμε μας εξιστόρησε τα δραματικά γεγονότα που έζησε σε μικρή ηλικία στην Κωνσταντινούπολη, τα πρώτα της βήματα στο χώρο της υποκριτικής, τις ανησυχίες της και τη λαχτάρα της να εκφράζεται μέσω του θεάτρου.
Σας ευχαριστώ καταρχήν που μας δεχθήκατε στο θέατρό σας. Πείτε μου για τα χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Πώς ήταν η καθημερινότητά σας εκεί;
Η καθημερινότητά μας δεν είχε καμία σχέση με την καθημερινότητα που εσείς βιώνετε και έτσι δεν μπορείτε να την φανταστείτε. Πριν ξεκινήσω το δημοτικό, εμένα με την οικογένειά μου σ’ ένα σπίτι που στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο ήταν άνθρωποι από την Αρμενία. Στον δεύτερο όροφο ήταν Εβραίοι και στον τρίτο όροφο ήταν Τούρκοι. Πριν να γίνω πέντε – έξι χρόνων και πάω σχολείο, μίλαγα ήδη άπταιστα τα Τούρκικα τα οποία ακόμη θυμάμαι. Μίλαγα επίσης λίγα Αρμένικα και λίγα Εβραϊκά γιατί μπαινόβγαινα σε αυτά τα σπίτια. Όταν σχόλαγα από το δημοτικό, πήγαινα στα σπίτια τους και έκανα παρέα με την Τουρκάλα την φίλη μου. Ήμασταν όλοι σαν μία οικογένεια και μεταξύ των ορόφων ανεβοκατέβαιναν διάφορα φαγητά και γλυκά από όλες αυτές τις κουζίνες. Στο γυμνάσιο φοιτούσαν Μουσουλμάνες, Εβραίες, Τουρκάλες, Καθολικές και όλα τα θρησκεύματα. Πηγαίναμε μία στην Καθολική Εκκλησία, μία στο Τζαμί, μία στη Συναγωγή… Τώρα εγώ δεν ξέρω τους γείτονές μου. Υπάρχει αποξένωση. Τότε οι άνθρωποι είχαν αγνότητα και μια καλύτερη επικοινωνία παρόλο που ήμασταν από άλλες θρησκείες, με διαφορετικά ήθη και έθιμα, νοοτροπίες και απόψεις. Έχω να πω ότι αυτή η αντίθεση που υπάρχει σήμερα στο να φτιάχνονται Τζαμιά, είναι λανθασμένη γιατί βλέπεις ότι οι λαοί μετακινούνται. Δέν φταίνε οι άνθρωποι που φεύγουν από τη χώρα τους, όπως τώρα για παράδειγμα που οι Ουκρανοί πήγαν στην Πολωνία. Εμείς ήμασταν τότε μία χαρά όλοι μαζί. Πάντα οι λαοί μεταξύ τους δεν έχουν διενέξεις. Οι κυβερνώντες έχουν διενέξεις και λένε ότι έχουν οι λαοί.
Ποια ήταν η αφορμή για να φύγετε από την Κωνσταντινούπολη;
Εμείς δεν θέλαμε καθόλου να φύγουμε. Δεν είχαμε κανένα λόγο. Ο πατέρας μου όμως είχε Ελληνική υπηκοότητα και το 1964 με τα γεγονότα στην Κύπρο τον εξόρισαν από την Τουρκία και δεν του επέτρεψαν ποτέ να γυρίσει. Εγώ με την αδερφή μου ήμασταν ακόμα μαθήτριες. Εγώ πήγαινα στο Γαλλικό σχολείο και είχα ένα χρόνο για να τελειώσω. Οπότε μείναμε πίσω ώστε να αποφοιτήσω και να έχω ένα χαρτί για να συνεχίσω εδώ στην Ελλάδα τις σπουδές μου.
Επιστρέψατε ποτέ εκεί να ξαναδείτε το σπίτι σας; Έχετε ξαναπάει από τότε;
Επί είκοσι χρόνια δεν ήθελα να πάω. Ήταν επώδυνο για μένα και με πλήγωνε πολύ αυτή η κατάσταση. Στεναχωριόμουν ιδιαίτερα. Όταν πια ήρθαμε εδώ αντιμετωπίσαμε πάλι σκληρότητα: Μας έλεγαν εδώ τουρκόσπορους, ενώ στην Τουρκία γκιαούρηδες.
Όπου δηλαδή κι άν πηγαίνατε, υπήρχε ρατσισμός.
Ακριβώς! Εν τω μεταξύ εγώ ασχολήθηκα και με το θέατρο όπου και εκεί η αντιμετώπιση από ορισμένους ανθρώπους δεν ήταν η πρέπουσα. Δηλαδή υπήρχε μία περιφρόνηση για την καταγωγή μου και έχω ακούσει διάφορα: Τέτοιες είστε εσείς οι Πολίτισσες και άλλα περιφρονητικά. Αυτά όμως ούτε με ενδιέφεραν, ούτε και με αφορούσαν. Δεν στεναχωρήθηκα ποτέ για κάτι τέτοιο. Ήταν τιμή μου και καμάρι μου που γεννήθηκα, σπούδασα και μεγάλωσα στην Πόλη. Αν κάποιος τώρα είναι μικρόψυχος και αυτό το βλέπει διαφορετικά, δεν είναι δικό μου θέμα, αλλά δικό του. Επειδή όμως μας έδιωξαν παρά τη θέληση μας και δεν θέλαμε να φύγουμε, εγώ δεν επεδίωξα να επικεφθώ την Πόλη. Πήγα μετά από είκοσι χρόνια για μία και μοναδική φορά λόγω δουλειάς. Αλλιώς δεν θα πήγαινα και δεν θέλω και να πάω.
Ποιά ήταν τα συναισθήματά σας όταν ξαναβρεθήκατε στην Πόλη και περπατήσατε τους δρόμους όπου είχατε ζήσει παιδί;
Δεν είχα κανένα απολύτως συναίσθημα. Τίποτε. Το μόνο συναίσθημα που με συνεπήρε και συγκινήθηκα, ήταν όταν συνάντησα μια συμμαθήτριά μου. Εκεί έκλαψα πάρα πάρα πολύ και το θυμάμαι ακόμη. Έκλαιγα με αναφιλητά όταν την είδα έξω από το σχολείο μας που το κτίριο ήταν πια ένα ερείπιο. Πήγα και στο Γαλλικό που ήταν μια χαρά. Με αυτήν την κοπέλα και με άλλες δύο συμμαθήτριες διατηρώ ακόμα επαφή. Πέρασα και από το σπίτι που γεννήθηκα και εγώ και η αδερφή μου που ήταν μέσα στην περιοχή του Πέρα, σε πολύ κεντρικό δρόμο και ήταν πλέον εστιατόριο που ήταν μάλιστα κλειστό και υπό ανακαίνιση. Κάποιος συνάδελφος με ρώτησε αν συγκινήθηκα που είδα το σπίτι μας εκεί και απάντησα αρνητικά, διότι εγώ την «ξερίζωσα» απο μέσα μου την Πόλη για να μπορέσω να επιβιώσω. Είχα κακία για τους Τούρκους και για όσα μας έκαναν και για αυτό που ήταν. Μετά από χρόνια όταν έπαιξα στη σειρά «Η ώρα η Καλή» που έκανα την Πολίτισσα και όταν συνδέθηκα με τις Κεντρικιάδες και έπαιξα την Ρόζα Εσκενάζυ -μια ηρωίδα τραγουδίστρια από την Μικρά Ασία- και βραβεύτηκα, τότε άρχισε σιγά – σιγά αυτό να μαλακώνει. Τώρα ενδεχομένως να πήγαινα, αλλά αυτό δεν είναι στα άμεσα ενδιαφέροντά μου.
Τι άνθρωποι ήταν ο Τούρκοι;
Δεν ήταν κακοί άνθρωποι, ήταν όμως πολύ εθνικιστές. Οι αναμνήσεις που έχω με τις φίλες και τις δασκάλες μου και την συναναστροφή μου με Τούρκους, γυναίκες και άνδρες που βγαίναμε και διασκεδάζαμε, ήταν καλές. Η μετέπειτα όμως συμπεριφορά τους απέναντί μας, με ενόχλησε. Εμείς ζήσαμε μικρές εκεί τα Σεπτεμβριανά. Ήμασταν τότε σε ένα εξοχικό που νοικιάζαμε -ιδιοκτησίας Τούρκου- και τότε με τα γεγονότα, ήρθαν κάποιοι με κουμπούρες, σφυριά, δρεπάνια και όπλα, και έψαχναν στις γειτονιές για Έλληνες για να τους σκοτώσουν! Επιβιώσαμε διότι μας έκλεισαν η μαμά και η γιαγιά μου σε ένα λουτρό και έβαλαν μια παλιά ντουλάπα μπροστά απο την πόρτα για να μην μας βρουν! Βγήκε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού στη βεράντα και τους είπε ότι αυτό το σπίτι είναι τούρκικο και να φύγουν. Το θυμάμαι ακόμη. Έτσι τη σκαπουλάραμε και δεν μας έσφαξαν. Αυτό είναι ένα κεφάλαιο της ζωής μου στο οποίο δεν αναφέρομαι συχνά και το λέω σε σένα Βίκτωρα τώρα. Σχεδόν ποτέ δεν αναφέρομαι σε αυτό γιατί δεν θέλω να στεναχωριέμαι. Να σκεφτείς ότι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Αθήνα, δεν μπορούσα να δω ούτε φωτογραφία από την Πρήγκιπο που παραθερίζαμε. Έκλαιγα και μου χάλαγε την διάθεση. Δεν έχω δει απο τότε ποτέ Τούρκικο έργο.
Πώς αντιμετωπίζετε εσείς αυτές τις τούρκικες σειρές που προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση τα τελευταία χρόνια;
Κοίταξε, υπάρχει στην Τουρκία ολόκληρη βιομηχανία και καλά κάνουν. Προς δική μας γνώσιν και συμμόρφωσιν. Δεν τις παρακολουθώ για να σου πω μια άποψη, αλλά δεν κάνουν και κανέναν νεοτερισμό, κλαίνε και λοιπά. Θα προτιμούσα όμως να είναι Ελληνικές σειρές. Κοίταξε, οι Τούρκοι έχουν πολύ καλούς ηθοποιούς. Η γιαγιά μου μας πήγαινε κάθε εβδομάδα κινηματογράφο και παρακολουθούσαμε Τούρκικες ταινίες και κλαίγαμε. Ακόμη, πηγαίναμε και πολύ στο θέατρο.
Ποιά ήταν η πρώτη σας επαφή με την υποκριτική;
Ήταν σε πολύ μικρή ηλικία, όταν ακόμα ζούσαμε στην Πόλη. Το Καλοκαίρι έπαιζα θέατρο με την ξαδέρφη μου, την αδερφή μου και τις φίλες μου τις οποίες ακόμη έχω στη ζωή μου και διατηρούμε σχέσεις. Βγάζαμε εισιτήρια στον κόσμο και στο τέλος, στο μοίρασμα τσακωνόμαστε! Αυτά τα καλά έχω να θυμηθώ. Όταν ήρθα στην Ελλάδα έκανα παρέα με κάποια παιδιά που πήγαιναν στην σχολή Σταυράκου και εκεί με βάλανε να παίξω ένα μικρό ρόλο σε κάποια ταινία μικρού μήκους για να δώσουν εξετάσεις στην σχολή. Εγώ όμως από μικρή έκανα θέατρο. Χόρευα και τραγουδούσα και υποδυόμουν τους ρόλους από τις Ελληνικές ταινίες που έβλεπα τότε. Και έτσι έγινα ηθοποιός σαν φυσική εξέλιξη. Δεν νομίζω ότι θα είχα άλλη πορεία. Οτιδήποτε έβλεπα στον κινηματογράφο, το μιμούμουν. Ό,τι ερχόταν εκεί στην Τουρκία, από Βουγιουκλάκη έως τα Τούρκικα μελό, την «Ωραία του Πέρα» που είχα πολύ κλάψει με αυτό τότε, τα έκανα όλα σε μίμηση.
Βλέπατε και Ελληνικές ταινίες στην Πόλη;
Ναι, και θέατρο. Έρχονταν θίασοι απο Ελλάδα. Βλέπαμε και Τουρκικές παραγωγές και ιδιαίτερα πολύ οπερέτα. Είχαν σπουδαία όπερα και οπερέτα και έχουν ακόμη, με πολύ καλούς ηθοποιούς.
Πολλοί συνάδελφοί σας και νομίζω κι εσείς, θεωρείτε το θέατρο ως ανώτερο μέσο έκφρασης από την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Πώς το δικαιολογείτε αυτό;
Το θέατρο είναι ο βασιλιάς των τεχνών. Θυμάσαι το έλεγα και όταν φοιτούσες εδώ Βίκτωρα. Οπότε το πιστεύω αυτό.
Δηλαδή θεωρείτε την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, υποδυέστερα του θεάτρου;
Όχι, καθόλου. Εγώ δεν πιστεύω ότι αυτό είναι πρωτοκλασάτο και το άλλο δευτεροκλασάτο. Η υποκριτική είναι υποκριτική όπου και εάν συμβαίνει. Η τηλεόραση ειδικά έχει πολλές απαιτήσεις. Παλιά μάλιστα δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα. Μπαίναμε στο πλατό και δεν είχαμε την δυνατότητα του μοντάζ που σου επιτρέπει να κόψεις ή να ξαναπαιχτεί η ίδια σκηνή. Ήταν όλα σχεδόν θεατρικά. Τώρα βέβαια υπάρχει η ευκολία εάν κάνει ο ηθοποιός λάθος, να επαναλάβει την ίδια σκηνή. Στο θέατρο δηλαδή, δεν έχεις δικαίωμα να κάνεις πολλά λάθη. Φαίνονται. Στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση διορθώνονται. Στο θέατρο όμως υπάρχει το εξής: Η υποκριτική γίνεται ακόμη πιο δύσκολη γιατί υπάρχει η αμφίδρομη σχέση του θεατή με τον ηθοποιό. Πολλές φορές που γίνεται δυο και τρείς φορές μια παράσταση, όταν η ενέργεια που παίρνεις απο το κοινό είναι διαφορετική, τότε παίζεις και διαφορετικά. Εγώ προσωπικά αγαπώ πάρα πολύ το θέατρο. Και να φανταστείς έγινα ηθοποιός ήταν γιατί ήθελα να παίξω στον κινηματογράφο, αν και δεν πολυέπαιξα…
Πέντε ταινίες έχετε κάνει. Ουσιαστικά δηλαδή αυτό ήταν το κίνητρό σας;
Ναι. Ηθελα να παίξω κινηματογράφο αλλα δεν με έπαιρναν! Μου άρεσε επειδή είμαι σινεφίλ, Τρελαίνομαι για τον κινηματογράφο. Μου αρέσει πάρα πάρα πολύ, αλλά με κατέκτησε το θέατρο. Αν και αυτοί οι διαχωρισμοί, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Η τέχνη της υποκριτικής όπου και να την βάλεις, είναι υποκριτική.
Πώς πήρατε την απόφαση να ιδρύσετε την σχολή υποκριτικής «Πρόβα»; Τι σας ώθησε σε αυτήν την κίνηση;
Όταν πρωτοβγήκα στο θέατρο, ταλαιπωρήθηκα πολύ να μάθω τα μυστικά της τέχνης μου. Όταν λοιπόν σιγά-σιγά τα έμαθα, θέλησα την γνώση αυτή να την δώσω στους νεότερους ανθρώπους και ήθελα να έχουμε μεταξύ μας μια κατάσταση επικοινωνίας με έναν κοινό κώδικα υποκριτικής. Δηλαδή τώρα με τον Σωτήρη το σύζυγό μου και την κόρη μου την Κοραλία και με πολλούς ηθοποιούς που παίζω χρόνια και είναι όλοι αυτοί ο πυρήνας του ελληνικού θεάτρου, είναι πιο εύκολα κάποια πράγματα για εμάς.
Σ’ όλα αυτά τα χρόνια που διδάσκετε, σας έχουν τύχει μαθητές που φαίνεται στην αρχή να μην είναι τόσο κατάλληλοι, αλλά εν συνεχεία να γίνουν πολύ καλοί ηθοποιοί ή και το αντίστροφο;
Εσυ για παράδειγμα είχες μεγάλο ταλέντο αλλα δέν το ήθελες πολύ να γίνεις ηθοποιός. Ήσουν τζαναμπέτης.(γέλια) Έχω δει πολύ καλούς ηθοποιούς να μην δουλεύουν τόσο και πολύ κακούς ηθοποιούς να δουλεύουν πάρα πολύ. Για να κάνει κανείς καριέρα παίζει ρόλο η τύχη, οι δημόσιες σχέσεις και το πώς διαχειρίζεται ο καθένας το δυναμικό του συνολικά, το φυζίκ του και πώς ανταποκρίνεται ο καθένας σε ό,τι ζητηθεί από μια οντισιόν. Δηλαδή κάπου μπορεί να θέλουν κάποιον πιο εύσωμο και εσύ που θα πας να χάσεις την δουλειά, κι ας είσαι πράγματι καλύτερος από τον πρώτο. Είναι θέμα πολλών συγκυριών. Δεν είναι ότι συμβαίνει αυτό που λένε μερικοί ότι έχουν αδικηθεί και δικαιολογούνται χωρίς λόγο. Μου έχει τύχει να έχω χοντρό μαθητή και όλοι να λένε εναντίον του για το μέλλον του στην δουλειά μας και το παιδί αυτό να παίζει αφότου τελείωσε την σχολή, στο «Πεντάμορφη και το Τέρας». Μπορεί επίσης, να τύχει ένα παιδί πολύ ταλαντούχο να μην αντέξει στην πείνα και στις εν γένει δυσκολίες που παρουσιάζονται στο επάγγελμά μας.
Σας έχει τύχει κάποιες φορές να έχετε να διδάξετε μαθήτριες που να έχουν μια συμπεριφορά που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως βεντετισμός;
Εγώ το θεωρώ άχρηστο εργαλείο. Για να παριστάνει κανείς την βεντέτα, πρέπει να βρίσκει και πρόσφορο έδαφος που θα γίνει δεκτός. Σε όλη μου τη ζωή που έχω δουλέψει με πραγματικές βεντέτες όπως ο Κωνσταντίνου, ο Γκιωνάκης, ο Βέγγος, ο Χατζηχρήστος, ο Καζάκος, ήταν χορτασμένοι άνθρωποι και βοηθούσαν τους νέους. Κάποιος που θα το παίξει βεντέτα, δεν ξέρει προφανώς τί του γίνεται στο κεφάλι. Είναι μικρός. Αυτό που σπουδάζουμε στις σχολές είναι αυτοεκτίμηση και αλληλοεκτίμηση. Όχι εγωϊσμό και έπαρση.
Ποια είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή που θυμάστε από την δουλειά σας;
Πολλές! Η πιο ευτυχισμένη στιγμή του καθε ηθοποιού είναι νομίζω η ώρα που πρωτανεβαίνει στην σκηνή. Αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω. Είχα παίξει για πρώτη φορά στου «Επιτρέποντες» του Μένανδρου στο αρχαίο θέατρο της Σικυώνας και ήμουν η πρωταγωνίστρια η «Παμφίλη». Θυμάμαι ότι κρατούσα μια κούκλα, ένα μωρό και θυμάμαι ότι είχαν μουδιάσει τα χέρια μου. Είχα όμως πολύ μεγάλη χαρά που κατάφερα και ανέβηκα στην σκηνή και έπαιξα. Ένιωσα πληρότητα και το μοναδικό πράγμα που μου αρέσει πάρα πολύ στο θέατρο και αυτό θέλω να κάνω, είναι να παίζω. Όλα τα υπόλοιπα, όπως διδασκαλία και σκηνοθεσία μου αρέσουν, αλλά προτιμώ την υποκριτική. Το να ανεβαίνω στην σκηνή και να λέω τα δικά μου στον κόσμο με κάνει να ολοκληρώνομαι και να ξεχνώ τα δικά μου προβλήματα.
Έχετε αντιμετωπίσει κάποιο απρόοπτο στη σκηνή;
Μια φορά είχα πάθει λαβύρινθο που σου φέρνει ζάλη και μπορεί να χάσεις ενδεχομένως την ισορροπία σου. Είχα φοβηθεί τότε εξ αυτού. Δεν θα ξεχάσω μάλιστα, ότι όταν άνοιξε η αυλαία και έπαιξα, έβλεπα μπλε αστεράκια από την χαρά μου. Ο ηθοποιός εάν πάθει κάτι την ώρα της παράστασης, φαντάζεται ότι δεν θα ξαναπαίξει. Ο εφιάλτης μας είναι να μην πάμε σε μια παράσταση ή να έχουμε ξεχάσει να πάρουμε το κοστούμι μας, να φανταζόμαστε ή πράγματι να έχει κλείσει η φωνή μας και άλλα τέτοια γύρω από το θέατρο, απότοκοι του άγχους μας βέβαια.
Το #metoo ήρθε και στην Ελλάδα και αναστάτωσε τον καλλιτεχνικό χώρο. Εσείς πιστεύετε ότι πράγματι το Θέατρο κρύβει τόσα πολλά σκάνδαλα σεξουαλικού περιεχομένου;
Πιστεύω ότι καλό είναι που βγήκαν και μίλησαν οι άνθρωποι. Δεν είναι εύκολο που πήραν το θάρρος. Όσοι είναι να δικαστούν, θα δικαστούν και όσοι να φυλακιστούν, θα φυλακιστούν, διότι ανέλαβε πια η δικαιοσύνη. Εγώ όμως νομίζω ότι όλο αυτό έβλαψε το θέατρο. Δηλαδή έτσι και αλλιώς το κοινό δεν μας έχει και σε πολύ μεγάλη εκτίμηση, ενώ δεν είναι έτσι. Οι ηθοποιοί είμαστε οικογενειάρχες, είμαστε πολύ ηθικά στοιχεία. Τα υπόλοιπα επαγγέλματα, καλό θα ήταν να κοιτάξουν τα δικά τους θέματα. Απλώς όταν είναι κανείς διάσημος και προβάλλεται, το θέμα αυτό θα γίνει πρώτη είδηση. Μήπως δεν έχουμε περιπτώσεις κατά τις οποίες μια κοπέλα να εργάζεται ως γραμματέας σ’ ένα δικηγορικό γραφείο και να την παρενοχλεί σεξουαλικά ο δικηγόρος για παράδειγμα; Εκεί όμως το θέμα δεν θα πάρει διαστάσεις. Και μην ξεχνάμε επίσης ότι ο κόσμος αναζητά το κουτσομπολιό όσον αφορά τους καλλιτέχνες και του εξάπτει τη φαντασία. Θέλει να βλέπει μέσα από την κλειδαρότρυπα το τι κάνει ένας καλλιτέχνης.
Για το cancel culture τι γνώμη έχετε; Πιστεύετε ότι τα προσωπικά ενός καλλιτέχνη, μπορούν ενδεχομένως να ακυρώσουν το συνολικό έργο και την καριέρα του;
Καλλιτέχνες διαμετρήματος όπως ο Γούντι Άλεν που τον έχουν ακυρώσει, όπως και άλλες περιπτώσεις, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ως προς το προϊόν που παράγουν. Είναι άλλο θέμα ο κακός χαρακτήρας και η προσωπική του ζωή. Είχαν στο παρελθόν αμφισβητήσει και τον Νταλί και έλεγαν οτι ήταν φασίστας. Όμως ο Νταλί άφησε πίσω του ένα έργο το οποίο το εισπράττει ο κόσμος. Άλλος ας πούμε, είναι τραγουδιστής και έχει ένα θεϊκό δώρο, την φωνή του. Θα τον ακυρώσεις επειδή έκανε κάτι κακό; Μα σου κάνει δώρο αυτός και εσένα. Δεν μπορώ αυτό να το καταλάβω. Βρίσκω φασιστικό και υπερβολικό το να ακυρώνεται το έργο και η καριέρα κάποιου από ένα λάθος στα προσωπικά του, όπως συμβαίνει στην Αμερική για παράδειγμα. Το αν κάποιος καλλιτέχνης έχει φερθεί με τρόπο που να πλήξει κάποιο άλλο πρόσωπο, πρέπει να πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης. Όσον αφορά καλλιτέχνες μεγάλου μεγέθους νομίζω ότι πρέπει να μένουμε στα δώρα που μας άφησαν: Μεγάλες ταινίες, πίνακες, μουσική και τραγούδια και υποκριτική. Ας παραμείνουμε σε αυτά.
Εσείς έχετε δεχθεί κάποιου είδους παρενόχληση;
Φυσικά. Εγώ ήμουν και είμαι όμορφη και «φύσαγα» που λέμε. Έχω χάσει δουλειές επειδή δέν ενέδιδα και τις πήραν άλλες συνάδελφοι, οι οποίες τελικά δεν έχουν κάνει πιο πολλά απ’ όσα έχω κάνει εγώ στον χώρο. Εμείς το πρώτο χρυσό βραχιόλι που φοράμε στο χέρι μας ως άνθρωποι από την Κωνσταντινούπολη, είναι η αξιοπρέπειά μας. Όταν με ενοχλούσε κάποιος πάνω ή κάτω από την σκηνή, δεν θα υπήρχε περίπτωση να συνεχίσει να το κάνει. Θα προτιμούσα να έμενα χωρίς δουλειά. Βάζω την αξιοπρέπειά μου πάνω από τα χρήματα. Θα καθάριζα σκάλες. Θα έκανα κάποια άλλη δουλειά, αλλά δεν επέτρεπα σε κανέναν να με διασύρει. Εσύ, Βίκτωρα που με ξέρεις, υπάρχει περίπτωση να με εκβιάσει κάποιος ότι θα με διώξει από την δουλειά, εάν δεν του καθίσω; Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση!
Η Ελλάδα είναι η χώρα που γέννησε το θέατρο. Ο μέσος Έλληνας έχει το θέατρο στην καθημερινότητά του; Και αν ναι, ποιό είδος θεάτρου;
Όχι, ο Έλληνας δεν βλέπει θέατρο. Ο Έλληνας όταν του μιλάς για θέατρο πάει το μυαλό του μόνο στην επιθεώρηση. Μετά τη μεταπολίτευση άλλαξε κάπως αυτό. Άρχισαν να δίνονται κάποιες επιχορηγήσεις και σιγά – σιγά αναπτύχθηκε το θέατρο σε πειραματικές σκηνές και άρχισε να ξεκολλάει ο κόσμος από την επιθεώρηση. Η επιθεώρηση είναι μια χαρά είδος και έχω δουλέψει και την έχω υπηρετήσει. Όμως δέν θα ήξεραν ποτέ ποιος είναι ο Ο’νήλ και ποιος ο Καμπανέλλης αν έβλεπαν μόνο επιθεώρηση. Για παράδειγμα, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης που τον θεωρούμε τον πατριάρχη του θεάτρου, ξεκίνησε τη μεταπολεμική περίοδο και ακολούθησαν άλλοι όπως Μουρσελάς, Κεχαΐδης, Διαλεγμένος, Ευθυμιάδης, Αναγνωστάκης, Σκούρτης… Αυτά τα έργα δεν θα έβλεπαν το σανίδι εάν δεν δίνονταν αυτές οι επιχορηγήσεις. Θα έπαιζαν οι ηθοποιοί με ελάχιστους θεατές και θα ήταν στην πείνα. Ο πολιτισμός και το θέατρο εδώ γεννήθηκαν, αλλά ο θεατής παρόλα αυτά δεν ξέρει ποιο είναι το ζητούμενο. Πώς πάει δηλαδή όλος αυτός ο κόσμος στην Επίδαυρο; Αναρωτιέμαι. Βέβαια κάτι του μένει όταν ας πούμε βλέπει τους «Πέρσες» ή την «Αντιγόνη». Όμως πηγαίνοντας μπορεί να ακούει σκυλάδικα! Παρόλα αυτά, δεν μπορούμε να πούμε ότι το φιλοθεάμον κοινό του θεάτρου έχει μικρύνει. Ίσα – ίσα έχουν γίνει πάρα πολλές δουλειές θεατρικές και κάθε πικραμένος έχει ανοίξει κι ένα θέατρο. Εγώ χαίρομαι, διότι αντί να έχουμε λέσχες μπιλιάρδου και να διακινούνται εκεί ναρκωτικά, καλό είναι να υπάρχουν θέατρα και να είναι όρθια όπου κι αν βρίσκονται και σε οποιαδήποτε κατάσταση.
Κατά καιρούς, έχουμε ακούσει συναδέλφους σας να ισχυρίζονται ότι πρέπει να επανέλθει η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Εσείς ποια θέση παίρνετε σε αυτό;
Η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος έχει καταργηθεί σε όλη την Ευρώπη. Οι Ισπανοί και εμείς την καταργήσαμε τελευταίοι. Δεν βολεύει κανέναν ένα τέτοιο πισωγύρισμα πιστεύω. Τότε που την είχαν καταργήσει, οι ηθοποιοί καυγαδίζαμε πολύ μεταξύ μας και εγώ ήμουν από αυτούς που υποστήριζα να συνεχίσει να ισχύει. Μετά όμως άλλαξα γνώμη γιατί κατάλαβα ότι δεν χρειάζεται η άδεια, αλλά χρειάζεται να γίνει αναβάθμιση των δραματικών σχολών. Το δίπλωμα που θα λάβει ένας απόφοιτος από την σχολή, να του προσφέρει την δυνατότητα και να διδάξει σε σχολείο ή να σκηνοθετήσει κάτι. Αν γίνει κάτι τέτοιο θα μπορούμε να κάνουμε και μεταπτυχιακά εδώ. Τους δίνουμε τώρα διπλώματα και πάνε στο Λονδίνο να κάνουν οι απόφοιτοι τα μεταπτυχιακά τους. Ας αυξήσει λοιπόν την πιστοποίηση το κράτος και ας δώσει το πρέπον κύρος σε έναν απόφοιτο μιας δραματικής σχολής και δεν θα χρειάζεται η άδεια.
Εγώ καταλαβαίνω τι λέτε, αλλά το ζητάνε για να μην έρχεται ο κάθε ένας και ευτελίζει το επάγγελμα..
Φυσικά και έχουμε δει μοντέλα ή κάποιον που εμφανίστηκε σε μια εκπομπή ή ένα ριάλιτι να τον βάζουν να κάνει τον ηθοποιό. Όμως αυτές οι περιπτώσεις τίποτα δεν έκαναν στο θέατρο. Το σανίδι τους αποβάλλει και τους πετάει απ’ έξω.
Τί παρακολουθείτε στη τηλεόραση; Τι πιστεύετε οτι λείπει από αυτήν και τι δεν θα έπρεπε να υπάρχει;
Παρακολουθώ το μεσημέρι την εκπομπή του Μουτσινά. Σ’ ένα θέατρο που τον είδα του είπα «προς μεγάλη μου δυστυχία, σε παρακολουθώ» και γελούσαμε. (Γέλια.) Τον βλέπω διότι τρώω εκείνη την ώρα, δεν λέει τίποτα σπουδαίο, αλλά γελάω. Μου άρεσαν και οι Ράδιο Αρβύλα αλλά μετά από τις γνωστές καταγγελίες, επηρεάστηκα και δεν βλέπω πια αυτήν την εκπομπή. Ενοχλήθηκα διότι πιστεύω οτι ήξεραν και κάλυπταν τον Παναγιωτόπουλο. Ακόμη και ο Σεφερλής έχει το κοινό του στην τηλεόραση και το θέατρο και τον παρακολουθούν και πιο μορφωμένοι άνθρωποι και λιγότερο μορφωμένοι. Επομένως έχει ταλέντο και κάτι καλό κάνει. Μάλιστα έχει και κοινό που μπορεί την ίδια του παράσταση να την δει επί πέντε φορές. Να πηγαίνει δηλαδή κάθε μέρα και λένε από κάτω τις ατάκες πριν τις πει ο Σεφερλής! Τα ριάλιτι είναι που δεν αντέχω. Παναγία μου με αυτά τα ριάλιτι, φτάνει! Δεν θέλω άλλο! (Γέλια.)
Το κοινό όμως τα αγκαλιάζει.
Το επίπεδο του κοινού ποιο είναι; Είναι χαμηλό και βλέπει τις μπούρδες. Ωστόσο στις σειρές το επίπεδο έχει ανέβει και χαίρομαι πάρα πολύ για αυτό.
Πιστεύετε ότι η τηλεόραση διαμορφώνει το χαμηλό επίπεδο στο οποίο αναφέρεστε ή προσαρμόζεται στο επίπεδο του κοινού;
Η τηλεόραση αντικατοπτρίζει το μορφωτικό επίπεδο του κοινού. Όταν γεννιέται ένα παιδάκι, πάει σε αυτά τα σχολεία που πάει και μαθαίνει αυτά που μαθαίνει, τί να περιμένεις; Είναι όλα υποβαθμισμένα. Τελειώνει το λύκειο και δεν ξέρει ποιός είναι ο Καρκαβίτσας. Άρα η ρίζα του κακού είναι η ελλιπής παιδεία. Η ιδιωτική τηλεόραση θέλει να βγάλει χρήματα. Δε θα ασχοληθεί να κάνει αγώνα για την μόρφωση των τηλεθεατών. Όταν πάει κανείς να κάνει μιά πιο σοβαρή εκπομπή, ο κόσμος δεν την βλέπει. Τα ριάλιτι όμως, τη σαβούρα, τα βλέπουν. Στα πρωινάδικα δε, οι άνθρωποι αυτοί βγαίνουν ως ινστρούκτορες και αναλύουν ατελείωτα το κάθε θέμα. Τι να πει κανείς πια;
Πώς βιώσατε τον εγκλεισμό της καραντίνας; Είστε ένας πολύ πληθωρικός και δραστήριος άνθρωπος. Τόσες δεκαετίες στις επάλξεις και κάποια στιγμή, σας λένε «απαγορεύεται»!
Απαπαπά! Εμείς τότε είχαμε τα γυρίσματα για “Το Καφέ Της Χαράς” και μας είχαν δώσει βεβαίώσεις μετακίνησης. Όταν πηγαίναμε για γυρίσμα, νομίζαμε ότι μας πάνε πενταήμερη εκδρομή γιατί πηγαινοερχόμαστε με τα χαρτιά! Εγώ την περίοδο της καραντίνας πήγαινα στο εξοχικό στο Λουτράκι και είχα τις βεβαιώσεις αυτές. Το χαρτί έγραφε οτι μένω στο Νομό Αττικής και εγώ συμπλήρωσα δίπλα και Νομός Κορίνθου! (Γέλια.) Με σταματήσανε μια φορά και τους το έδειξα. Πάντως ήταν δράμα διότι εγώ δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ήταν οι πιο νεκροί μήνες της ζωής μου. Δεν μας άφηναν ούτε να κολυμπήσουμε! Μπαίναμε στη θάλασσα με τσίλιες! Καθόταν ένας δικός μας μέσα σε ένα αυτοκίνητο και μόλις ερχόταν η αστυνομία, μας έκανε σινιάλο και βγαίναμε απο το νερό και καθόμασταν στην αμμουδιά! Μιά μέρα κάποιος περίοικος μας είδε και έκανε καταγγελία και ήρθε ένας αστυνομικός και μας έδιωξε. Δέν μας έγραψε ευτυχώς. Μετά βρήκαμε άλλο μέρος και κολυμπούσαμε.
Αυτή τη χρονιά τι έργα ανεβάσατε;
Η φετινή περίοδος ξεκίνησε με τους «Παλαιστές» του Στρατή Καρρά για το οποίο επιχορηγηθήκαμε. Στην συνέχεια ξεκινήσαμε πρόβες για «Τα Τέσσερα Πόδια του Τραπεζιού» του Καμπανέλλη που επίσης πήραμε επιχορήγηση. Παίζουν δέκα ηθοποιοί. Είχαμε ξεκινήσει τις πρόβες και μια κολλούσε covid ο ένας και μια ο άλλος και δεν γινόταν έτσι δουλειά και κλείσαμε το θέατρο και λήξαμε τις πρόβες. Έτσι, σκεφτήκαμε να κάνουμε πάλι -όπως κάνουμε πια κάθε χρόνο- την παράσταση «Το Τέρας και Εγώ» του Σταμάτη Μαλέλη. Εκεί παιζω με τον Σωτήρη Τσόγκα, τον Κυριάκο Ντούμο και την Κοραλία Τσόγκα. Είμαστε τέσσερις ηθοποιοί με πολύ μεγάλο έλεγχο ως προς τα υγειονομικά μέτρα και προσέχουμε πάρα πολύ. Πάει πάρα πολύ καλά και θα παραταθούν οι παραστάσεις ως το τέλος Μαρτίου. Έχουμε στρέψει το ενδιαφέρον μας στην Ελληνική δραματουργία και τα τελευταία χρόνια ανεβάζω μόνο Ελληνικά έργα. Επίσης φέτος εκτός από αυτά τα τρία έργα, ανεβάσαμε και την παιδική παράσταση «Χριστουγεννιάτικοι Μπελάδες» που σκηνοθέτησε η Κοραλία Τσόγκα και πήγε πολύ καλά. Ξεκινήσαμε για δώδεκα παραστάσεις, αλλά κάναμε 28. Ουρές, κακό…
Για το έργο που ανεβάζετε τώρα, τι μηνύματα παίρνετε από τον κόσμο; Δεδομένης και της κατάστασης με τον covid πιστεύω ότι το έργο αυτό είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Βοηθά η παράσταση τον κόσμο που αντιμετωπίζει την κατάθλιψη;
Είναι η έκτη σεζόν που ανεβάζουμε «Το Τέρας κι Εγώ» και βλέπουμε οτι βοηθάει. Για παράδειγμα, ήρθε μια μητέρα με το παιδί της και με ευχαρίστησε που το παιδί της είδε την παράσταση και θέλει να πάει σε ψυχίατρο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κατάθλιψης. Μας παίρνουν τηλέφωνα άνθρωποι που έχουν δικούς τους που πάσχουν από κατάθλιψη και λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή. Κοίταξε Βίκτωρα, δίνουμε ένα αισιόδοξο μήνυμα γιατί σε πολλές παραστάσεις είναι και ο Σταμάτης Μαλέλης εδώ και μιλάει στον κόσμο και βοηθά όλο αυτό. Ο Μαλέλης πέρασε όλο αυτό και έγινε καλά. Bέβαια 100% καλά δεν γίνεται κανείς, αλλά δεν είσαι και στο χείλος του γκρεμού για αυτοκτονία όπως ο Σταμάτης. Όπως πονάει ένα δόντι και πάμε στον οδοντίατρο, έτσι και με την ψυχή. Όλα τα πράγματα χρειάζονται και την ανάλογη γνώση.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να μου πείτε για τα μελλοντικά σας σχέδια για το Καλοκαίρι και για την νέα σεζόν.
Το Καλοκαίρι θα κάνουμε «Τα Τέσσερα Πόδια του Τραπεζιού» του Καμπανέλλη και την νέα σεζόν θα κάνουμε την «Κυρία Δεν Πενθεί» που είναι συλλογή μονοπράκτων του Μουρσελά. Παράλληλα με ό,τι κάνουμε, πάλι θα παρουσιάζεται «Το Τέρας κι Εγώ» δυο φορές την εβδομάδα, διότι πρόκειται για ένα πολύ επίκαιρο έργο τώρα με τον covid. Μετά θα κάνουμε για την Παιδική Σκηνή το «Γιαγιά Σμύρνη», έργο που θα είναι αφιερωμένο στο 1922 και έχουμε υποβάλλει και μια πρόταση στη δράση όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός με τίτλο «Χαμένες Πατρίδες – Ανεπίδοτες Ελπίδες». Αυτή την στιγμή, αν δεν κάνει κανείς πολλά πράγματα, χάνεται.
Κυρία Ραζή, σας ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συνέντευξη και εύχομαι να προσφέρετε πάντα στον πολιτισμό μας ενεργά και ακούραστα όπως κάνετε τόσα χρόνια!
Κι εγώ σε ευχαριστώ Βίκτωρα και σε αγαπώ πολύ._
Φωτογραφίες: Θοδωρής Απειρανθίτης
Απομανγητοφώνηση: Αναστασία Μαρκοπούλου