Ο Όμηρος Ευστρατιάδης είναι ένας ζωντανός θρύλος της σκηνοθεσίας. Ξεκίνησε την καριέρα του στη Φίνος Φίλμ τη χρυσή εποχή του Ελληνικού κινηματογράφου. Τη δεκαετία του ’80 που ο μαρασμός του σινεμά έκανε πολλούς σκηνοθέτες να αποσυρθούν, εκείνος επιβίωσε και μάλιστα έκανε μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες κάνοντας τις κλασσικές πια κωμωδίες της εποχής με τον Σωτήρη Μουστάκα, τον Στάθη Ψάλτη, Τον Κώστα Τσάκωνα και πολλούς άλλους ηθοποιούς που αναδείχθηκαν μέσα απο τις ταινίες του. Με την επέλαση της τηλεόρασης έκανε στροφή στην καριέρα του στήνοντας το «Χρυσό Κουφέτο» και αργότερα «Τα Παρατράγουδα», το «Je t’aime» και άλλες εκπομπές που έκαναν ρεκόρ τηλεθέασης και συζητιούνται ακόμη και μέχρι σήμερα. Αν μη τι άλλο είναι ένας ευφυής και πολύ παραγωγικός άνθρωπος που ξέρει να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της εποχής αλλα και να τις διαμορφώνει με νέες ιδέες και αιχμηρά και πρωτότυπα project. Κυρίες και κύριοι, σας παρουσιάζουμε τον Όμηρο Ευστρατιάδη!
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια; Περιγράψτε μου την εποχή.
Μεγάλωσα μέσα στον τον εμφύλιο πόλεμο όπου σκοτώνονταν Έλληνας με Έλληνα. Τα χρόνια εκείνα ήταν δύσκολα και το να είσαι πιτσιρικάς τότε μέσα στον πόλεμο, αντιμετώπιζες την πείνα όπως όλος ο κόσμος. Υπήρχε όμως μια ανάγκη για δημιουργία και μια όρεξη. Ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος διότι υπήρχε δουλειά. Ο πατέρας μου είχε ένα ψαράδικο στην λαϊκή αγορά του Μεταξουργείου και βοηθούσα κι εγώ.
Ακούω από άλλους ανθρώπους που βρίσκονται στην ηλικία σας, ότι παρόλο που εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολα, τα νοσταλγούν.
Χίλιες φορές τότε! Τώρα; Με το χάλι αυτό που φοβάσαι να κυκλοφορήσεις και που έχουμε γεμίσει τα σπίτια κάγκελα και θωρακισμένες πόρτες; Τώρα όπου περπατάς στον δρόμο σου ζητούν χρήματα κι αν δε δώσεις σου βγάζουν σουγιά. Το αυτοκίνητό μου το έσπασαν τις προάλλες για 4η φορά. Είχα πάει σε κάτι στενάκια εδώ στην οδό Μυλλέρου και το βρηκα θρύψαλλα. Οχι οτι είχα και τίποτα μέσα, αλλα αυτοί μπορούν να σου το διαρρήξουν και για 2 ευρώ. Θυμάμαι το 1957 εγώ και η αδερφή μου δουλεύαμε στην Πλάκα στον «Παπαχειμώνα» και τελειώναμε από την δουλειά στις 2 την νύχτα και πηγαίναμε σπίτι με τα πόδια. Ο κόσμος καθόταν στην αυλή, άλλοι κοιμόντουσαν με ανοιχτά παράθυρα, κάγκελα δεν υπήρχαν και ήταν μόνο Έλληνες. Εδώ τώρα από την Ομόνοια και κάτω, δεν βλέπεις εύκολα Έλληνα. Φοβάμαι ότι σε λίγα χρόνια θα είμαστε μειοψηφία στον τόπο μας. Είναι όλοι αυτοί οι μετανάστες, είναι και οι Έλληνες που δέν κάνουν παιδιά…
Ποιά ήταν τα πρώτα σας βήματα στη σκηνοθεσία και πώς αποφασίσατε να ακολουθήσετε αυτό το επάγγελμα;
Από μικρό με είχε στείλει η μάνα μου σε μια σχολή για ραδιοτεχνήτες που λεγόταν «Πάλμερ». Βρισκόταν αν θυμάμαι καλά στην Αχαρνών. Τότε το ραδιόφωνο ήταν πολύ διαδεδομένο. Τηλεόραση δεν υπήρχε ακόμα. Εμένα όμως δε μου άρεσε αυτό με τα καλώδια και τα λοιπά. Το θεωρούσα βλακώδες. Τότε δούλευα σε μια εταιρία επί της οδού Βουλής 4. Έκανα θελήματα και πήγαινα για διορθώσεις τα βιβλία. Εκεί γνώρισα όλη την διανόηση της εποχής του ’30: Από Οδυσσέα Ελύτη και Σεφέρη, ως Τσαρούχη και Χατζιδάκι, Μελίνα και Τσάτσο… Όλοι εκεί μαζεύονταν. Πήγαινα στα σπίτια τους και μετέφερα τις διορθώσεις των βιβλίων τους για να τις δουν κι αν δεν τους άρεσε κάτι, να τις πάω πίσω στο τυπογραφειο. Αργότερα, εκεί που έμενα στο Μεταξουργείο, ήταν περίπου δέκα θερινά σινεμά και πουλούσαμε εκεί γκαζόζες, ψιλικά και φυστίκια. Κάναμε διάφορα, σκαρφαλώναμε σε δέντρα, κρυβόμαστε και βλέπαμε τις ταινίες… Πήγαινα νυχτερινό Γυμνάσιο, πήγαινα στην Σχολή Σταυράκου και τα Σαββατοκύριακα πήγαινα στα εμφανιστήρια της Φίνος Φιλμ επί της οδού Χίου και δούλευα. Έτσι μου μπήκε το μικρόβιο του κινηματογράφου. Μου άρεσε ο κινηματογράφος και έκανα αυτό που μου άρεσε από πιτσιρίκι. Η μάνα μου βέβαια ούτε να το ακούσει δεν ήθελε! Μου φώναζε «τί θα κάνεις εκεί; Κοίτα να μάθεις μια τέχνη».
Ποιά ήταν η πρώτη σας συμμετοχή σε ταινία;
Άρχισα ως βοηθός σκηνοθέτη. Ούτε που θυμάμαι σε πόσες ταινίες ήμουν βοηθός. Η πρώτη ταινία που έκανα ως σκηνοθέτης ήταν το 1964 που ήμουν βοηθός του Πυθαγόρα του στιχουργού. Η ταινία λεγόταν «Κάθε Λιμάνι και Καημός» με το ομότιτλο τραγούδι που έκανε μεγάλη επιτυχία. Όταν τελείωσε η ταινία, ο Πυθαγόρας λέει στον Ανδρέα τον Αναστασάτο που ήταν ο παραγωγός και ο διευθυντής φωτογραφίας: «Μη βάλεις εμένα ότι έκανα την σκηνοθεσία και ξεφτιλιστώ! Ο Όμηρος είναι για την ταινία αυτή. Εγώ παίζω ως ηθοποιός και έχω γράψει και το σενάριο. Δε χρειάζομαι άλλα». Κι έτσι έκανα την πρώτη μου ταινία χάρις τον Πυθαγόρα. Τότε δεν ήταν εύκολο να κάνεις μια ταινία. Ποιος θα σε εμπιστευόταν; Αλλά εγώ δεν σταμάτησα μετά από αυτό. Έκανα με τον Πυθαγόρα και άλλη μια μελό ταινία -γιατί εκείνη την εποχή ήταν στην μόδα τα δράματα- που λεγόταν «Θύελλα Στην Παιδική Καρδιά», όπου εκεί έκανε τον διευθυντή φωτογραφίας για πρώτη φορά και ο Γιώργος Αρβανίτης που τώρα βρίσκεται στο Παρίσι. Αργότερα εργάστηκα παράλληλα και στην οργάνωση παραγωγής κι έκανα με τον Γκιωνάκη τον «Αχόρταγο» και άλλες δέκα ταινίες του Ασημακόπουλου που έβαζε αυτός το όνομά του βέβαια στις ταινίες, αλλά με συμβουλευόταν και του έστηνα τα έργα αυτά. Αυτός έγραφε ωραία, αλλά δεν μπορούσε, δεν είχε ιδέα από σκηνοθεσία. Και έτσι κάναμε πολλές ταινίες μετά. Σύνολο από τότε, έχω κάνει 114 ταινίες!
Πέρυσι χάσατε τον αδερφό σας, τον Γιάννη Σκλάβο, ο οποίος υπήρξε μακροχρόνιος συνεργάτης σας και έγραψε τα σενάρια σε πολλές ταινίες που σκηνοθετήσατε. Τι άνθρωπος ήταν;
Ο Γιάννης ήταν ένας άνθρωπος πραγματικά πολύ χαμηλών τόνων. Δεν ήθελε να πάει πουθενά και ήταν συνέχεια στο γραφείο. Του έλεγα «Γιάννη, θα κάνουμε σενάριο με αυτό το θέμα» και εκείνος τα έγραφε με υπομονή. Εγώ του έλεγα τις ιδέες και επειδή για να είμαι ειλικρινής εγώ βαριέμαι να γράφω, αυτός καθόταν και τα έγραφε. Έτσι, του έλεγα, μου έλεγε, τα διορθώναμε και κάναμε αυτές τις ταινίες μαζί. Έχουμε κάνει πολλές ταινίες με τον Γιάννη. Είχε πολλά ευρήματα, ήταν καλός. Όμως ήταν αυτό που λέμε «πίσω από τις κάμερες», πιο πολύ από εμένα. Ούτε στα γυρίσματα δεν ερχόταν. Δεν του άρεσε καθόλου η δημοσιότητα.
Πολύ ταλαντούχος άνθρωπος. Απο τι έφυγε;
Δεν ξέρουμε τι του συνέβη ακριβώς. Είχε πάθει κάποια κατάθλιψη ίσως, αλλά λεπτομέρειες δεν ξέρω να σου πω. Ταλαντούχος και δυστυχώς, έφυγε και στα 72 του χρόνια. Πολύ μικρός.
Πέρα από τις ταινίες που όλοι ξέρουμε, την δεκαετία του ’70 ασχοληθήκατε και με τις ερωτικές ταινίες. Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το είδος αυτό;
Όταν βγήκε η τηλεόραση, έκανε ζημιά στον κινηματογράφο. Έπρεπε να αλλάξουμε επάγγελμα και να κάνουμε άλλη δουλειά, ή να παραμείνουμε. Τότε είχα έναν συνεργάτη, τον Γρηγόρη Δημητρόπουλο, που ήταν υπάλληλος της Shell και ο οποίος όταν πήρε το εφάπαξ του, έκανε μια ταινιούλα που λεγόταν «Αμαρτωλά Νιάτα». Όμως δεν πήγε καλά η ταινία και θα έχανε τα λεφτά του. Ο Δημητρόπουλος, επειδή ήταν ένα άτομο έξυπνο και πολύ μορφωμένο και ήξερε και πέντε γλώσσες, πείσμωσε και είπε «εγώ λεφτά δεν θα χάσω!» και άρχισε να στέλνει προσπέκτους και φωτογραφίες σε όλη την Ευρώπη με την ταινία του. Έτσι άρχισε να πουλάει ταινίες στο εξωτερικό. Μάλιστα δεν το έκανε αυτό μόνο για τις δικές του ταινίες, αλλά και για ταινίες άλλων. Δηλαδή εάν επρόκειτο για μια περιπέτεια ή για μια ταινία που δεν είχε καθαρά Ελληνικό θέμα, την πούλαγε έξω. Έκανε μάλιστα και την μεταγλώττιση. Κάποια στιγμή μου λέει «Όμηρε, για να κάνουμε ταινίες, πρέπει αυτές να μην είναι μόνο για την Ελλάδα, αλλά να απευθύνονται σε όλο τον κόσμο. Εγώ έχω ανοίξει επαφές με το εξωτερικό και τις πουλάω αμέσως. Απλώς πρέπει να είναι περιπέτειες, να έχουν λίγο γυμνό μέσα και να έχουν κάποιο ενδιαφέρον, διότι αλλιώς δεν θα πωλούνται». Εγώ συμφώνησα με τον Γρηγόρη και έτσι αρχίσαμε. Έβαλα τότε τον χρήστο Κυριακό και έγραψε το σενάριο για το «Ερωτικό Ξύπνημα» και πήγαμε στον Πόρο με την Σιτζάνη και τον Εμιζά και κάναμε μια πρώτη ερωτική ταινία με λίγο γυμνό και τρυφερές στιγμές και αυτή πούλησε. Έπειτα κάναμε και την «Πρόκληση». Έγχρωμη. Συνολικά κάναμε 18 τέτοιες ταινίες. Όμως εκείνη την εποχή ήταν κάποιοι δημοσιογράφοι και κριτικοί κινηματογράφου, που επειδή για παράδειγμα υπήρξε σκηνή που φάνηκε το στήθος της Φόνσου, τις είπαν πορνό. Αν ήθελα να κάνω ένα πορνό, θα έβαζα για διευθυντή φωτογραφίας το Σταμάτη Τρύπο, τον Άρη Σταύρου, σκηνικά του Διονύση Φωτόπουλου, μουσική του Μάνου Λοΐζου και να παίζουν μέσα η Ναθαναήλ, η Φόνσου, η Ανουσάκη, ο Μπάρκουλης, η Μπέττυ Αρβανίτη και ο Χρήστος Νομικός; Τι να πρωτοπώ; Τόσοι καλοί ηθοποιοί έπαιξαν στις ταινίες μου που οι κριτικοί κινηματογράφου -αυτοί οι καραγκιόζηδες- σχολίαζαν και χαρακτήριζαν ως πορνό αυτές τις ταινίες και δεν ασχολούνταν.
Γιατί πιστεύετε οτι παραποιούσαν την αλήθεια;
Διότι όλοι οι κριτικοί κινηματογράφου είναι αποτυχημένοι συγγραφείς ή σκηνοθέτες. Δεν κατάφεραν να επιβιώσουν στον χώρο και άρχισαν να κριτικάρουν τους άλλους. Η ταινία μου «Πιο Θερμή Απ’ Τον Ήλιο» με την Φόνσου, παιζόταν τρεις μήνες στα Ιλίσια Πεδία στο Παρίσι! Έχω και ένα απόκομμα κάπου για αυτό. Αυτές οι ταινίες μου πουλήθηκαν σχεδόν σε όλη την γη. Μέχρι και στην Ακτή Ελεφαντοστού και στα νησιά Φίτζι έφτασαν και ούτε και εγώ ξέρω πού αλλού τις πούλησε ο Γρηγόρης! Αυτό κράτησε ως το 1978.
Γιατί σταματήσατε να ασχολείστε με τις ερωτικές ταινίες εφόσον είχαν τέτοια επιτυχία;
Άρχισα να κάνω κωμωδίες. Το ’78 έκανα τον «Παρθενοκυνηγό» με τον Μουστάκα η οποία πήγε πάρα πολύ καλά. Το ’81 κάνω «Το Μεγάλο Ρουθούνι». Έκανε τεράστια επιτυχία και έκοψε περίπου 22 χιλιάδες εισιτήρια την πρώτη μέρα! Δυστυχώς συνέπεσε με τον μεγάλο σεισμό του 1981 των 6,7 ρίχτερ και άδειασαν οι αίθουσες. Γενικά οι κωμωδίες του ‘80 που έκανα πήγαν καλά. Δηλαδή από τις δέκα ταινίες που προβάλλονταν στα σινεμά, οι πέντε μπορεί να ήταν δικές μου! Ήμουν πολύ παραγωγικός και δούλευα συνέχεια. Μετά έκανα με τον Κώστα Βουτσά για τον ΑΝΤ1 το «Ιστορίες Χωρίς Δάκρυα». Ήταν 74 επεισόδια και προβλήθηκε απο το 1990 εως το 1992. Σε αυτήν την σειρά, πρωτοεμφανίστηκαν ο Γιάννης Μπέζος, ο Πέτρος Φιλιππίδης, ο Τάσος Παλατζίδης, ο Περζικιανίδης και ούτε θυμάμαι ποιοί άλλοι. Τώρα δεν προβάλλεται πια διότι κράτησε τα ποσοστά ο Βουτσάς.
Πώς έγινε η πρώτη συνεργασία με τον Στάθη Ψάλτη;
Όταν έκανα την πρώτη ταινία με τον Στάθη Ψάλτη, μου έλεγαν όλοι «Μα ποιός είναι αυτός που θα παίξει;» και έλεγα ότι είναι πολύ καλός και ταλαντούχος ηθοποιός. Ο Φραντζής που είχε τον κινηματογράφο «Άνεσις» τότε, μου έλεγε να βάλω έναν ήδη γνωστό πετυχημένο ηθοποιό αλλιώς δεν θα έπαιρνε την ταινία. Έβλεπα ότι θα την πατήσω και βάζω τότε τον Κώστα Καρρά και την Ρίκα την Διαλυνά -ενώ το σενάριο ήταν γραμμένο πάνω στον Στάθη Ψάλτη- και έκανα «Τα Καμάκια» και πήγε πολύ καλά η ταινία.
Έχετε συνεργαστεί με πολλούς παλιούς ηθοποιούς που ήταν μεγάλα ονόματα, όπως ο Ρίζος, ο Φωτόπουλος, ο Γκιωνάκης και άλλοι. Τι άνθρωποι ήταν;
Μια χαρά! Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν κόμπλεξ και βοηθούσαν τους νέους. Θα σου πω ένα περιστατικό. Μια μέρα βρέθηκα στο θέατρο «Αθήναιον» για να δώ τον Σωτήρη Μουστάκα. Ο Νίκος Ρίζος που επίσης έπαιζε στην παράσταση, με έπιασε και μου έκανε παράπονο: «γιατί δεν με βάζεις στις ταινίες σου εμένα; Δεν είμαι σοβαρός ως ηθοποιός;» Του απάντησα τότε ότι για αυτόν είχα πάει εκεί, ενώ εγώ είχα πάει για τον Μουστάκα! Του είπα οτι ετοίμαζα μιά νέα ταινία, τη «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα». Του είπα οτι του έχω έτοιμο και ρόλο! Του είπα οτι θα κάνει τον γυμναστή Ντερέκη! Εγώ μου λέει ντερέκι; Ναι του λέω! (Γέλια) Έβαλα τον αδερφό μου, τον Γιάννη να γράψει το ρόλο κι έτσι ξεκίνησε η συνεργασία με τον Ρίζο! Όλοι αυτοί οι ηθοποιοί ήταν ενθουσιασμένοι και πολύ ευχαριστημένοι. Ειδικά ο Φωτόπουλος ο οποίος ήταν ο μεγαλύτερος απ’ όλους και τότε έμενε στο Μαρούσι. Εγώ λοιπόν έκανα όποιες σκηνές είχα πρώτα με τους άλλους και στο τέλος έκανα και δύο γενικά πλάνα με τον Μίμη και τα κοντινά του για να μην τον κουράζω. Λίγο πριν τις σκηνές του Φωτόπουλου, έστελνα τον Παύλο Ξενάκη και του έλεγα «φέρε τον Μίμη». Έτσι λοιπόν, μου έλεγε ο Φωτόπουλος «τελειώσαμε κιόλας αγόρι μου; Εδώ δε δουλέυουμε, ξεκουραζόμαστε!». Ο Μίμης Φωτόπουλος ήταν πολύ καλός και άψογος ηθοποιός και συνεργάτης και εγώ δεν ήθελα να τον ταλαιπωρώ.
Έχετε δηλώσει ότι από το 2019 έχετε ήδη ετοιμάσει την καινούρια συνέχεια του «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα», με την Φιλίνη, την Πιτσούλη τον Μπιμπίλα, την Πάνια, τον Τσαρούχα, την Ελένη Ροδά και άλλους ηθοποιούς. Τι απέγινε αυτή η ταινία;
Έτοιμη είναι. Όμως δεν την έβγαλα λόγω της πανδημίας με τον ιό. Όταν ήταν να βγει, τον Φεβρουάριο – Μάρτη του 2020, σκάει ο κορονοϊός. Περιμένω να εξομαλυνθεί η κατάσταση, διότι εάν τώρα βγει η ταινία, επειδή ο κόσμος φοβάται να πάει στον κινηματογράφο, θα πάει άπατη και δεν έχω αυτήν την διάθεση. Ελπίζω από τον Οκτώβρη του 2022 να μπορέσει να προβληθεί.
Υπάρχει ένα μπέρδεμα με τη σειρά των ταινιών «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα», Είναι η έκτη ή η πέμπτη κατά σειρά ταινία;
Είναι η πέμπτη κατά σειρά με τον ίδιο τίτλο. Υπήρξε και μια μαλακία που την έκανε το 1987 ο αδερφός μου ο συγχωρεμένος μετά το «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα Νο3». Ο Φουνιστάκης ο σκηνοθέτης, του ζήτησε να κάνουν μια ταινία και έβαλε τον τίτλο «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα», αντί να ντραπεί και να βάλει άλλον τίτλο. Έπαιζε και ο Ρίζος μέσα, γιατί ήθελε να βγάλει χρήματα. Ήταν υπέροχος άνθρωπος αλλά το χρήμα δεν είναι αδιάφορο. Όπως και να ‘χει αυτή η σαβούρα του Φουρνιστάκη είναι για τα σκουπίδια.
Ανάμεσα στις κωμωδίες του ’80, έχετε κάνει και μια συγκλονιστική δραματική ταινία τότε με τίτλο «Επάγγελμα Γυναίκα» με πρωταγωνίστρια την Πηνελόπη Πιτσούλη. Πώς προέκυψε αυτή η ταινία;
Επειδή το έχω ζήσει και το ξέρω, μια μάνα δίνει τα πάντα και δεν εισπράττει τίποτα. Είπα τότε του αδελφού μου του Γιάννη ότι θέλω να κάνουμε μια ταινία στην οποία να προβληθεί το πόσο πολύ κουράζεται μια μάνα για την οικογένειά της από την οποία όλοι έχουν απαιτήσεις και η ίδια δεν δικαιούται τίποτα και κάναμε την ταινία «Επάγγελμα Γυναίκα» με την Πηνελόπη Πιτσούλη και τον Τσάκωνα. Επέλεξα τον Τσάκωνα γιατί ήθελα μια γραφική φιγούρα. Να είναι «καραγκιόζης» ο άντρας για την ταινία. Μάλιστα, να πω ότι την Πιτσούλη και τον άντρα της τον Χασάπογλου, τους πάντρεψα εγώ το 1965 και είναι κουμπάροι μου. Για αυτό και έχω πολλές φορές συνεργαστεί με την Πηνελόπη. Την ταινία «Επάγγελμα Γυναίκα» την συγκαταλέγω ανάμεσα στις καλύτερές μου ταινίες αν και δεν έκανε τη μεγάλη επιτυχία. Μιά άλλη ταινία που ξεχωρίζω έιναι το «Στον Δάσκαλό Μας Με Αγάπη» με τον Αγγελόπουλο και την Τριανταφυλλίδη και την ταινία «Τα Αγόρια Στην Πορνεία». Αυτή η ταινία, προήλθε από μια αληθινή ιστορία που έγινε στο χωριό Δουνέϊκα που είχαν κακοποιήσει σεξουαλικά κάποια αγόρια οι Τσιφλικάδες του χωριού. Είναι η ιστορία ενός δικαστικού με έναν πιτσιρικά που ήταν θηλυπρεπής. Πρόκειται για μια πολύ δυνατή ταινία. Αυτές οι ταινίες για μένα είναι ξεχωριστές. Είχα κάνει και άλλες ταινίες με την Σιτζάνη και τον Μπιθικώτση. Πολλές ταινίες…
Ποια είναι η πιο μεγάλη δυσκολία που αντιμετωπίσατε φτιάχνοντας μια ταινία; Ας πούμε να υπήρχε κάποιος ηθοποιός που να σας δυσκόλευε ή να έχετε οικονομικά προβλήματα για παράδειγμα.
Οικονομικά προβλήματα δεν είχα και να σου πω για ποιον λόγο. Δεν έκανα μόνος μου ταινίες. Έκανα συμπαραγωγές με τα γραφεία διανομής ταινιών όπως ο Σπέντζος, ο Καραγιάννης, όπως ο Δαμασκηνός Μιχαηλίδης… Έκανα πρώτα τον προϋπολογισμό και τους έλεγα ότι συνολικά για παράδειγμα, η ταινία θα στοιχίσει δέκα χιλιάδες δραχμές. Θα μου έδινε η εταιρεία τα μισά λεφτά και τα υπόλοιπα τα έβαζα εγώ. Γινόταν η ταινία και με τα έσοδα κάναμε την επόμενη. Εξού και έγιναν τόσες πολλές. Δεν βγάλαμε εκατομμύρια βέβαια, αλλα μπορούσαμε όμως να τζιράρουμε και να προχωράμε. Είναι ρίσκο όμως η δουλειά αυτή. Για παράδειγμα από μια ταινία που έκανα το 2010, την “Πόντιοι New Generation” έχασα εκατό χιλιάδες ευρώ, διότι έπρεπε να γίνουν κόπιες φιλμ που η κάθε μια στοίχιζε χίλια ευρώ και άλλα είκοσι χιλιάδες ευρώ το τράνσφερ που λέμε, δηλαδή από μαγνητική να την κάνεις σε χημική γραφή, ώστε να τυπωθεί. Η ταινία όμως αυτή δεν είχε επιτυχία και τα χάσαμε αυτά τα χρήματα. Κοίταξε Βίκτωρα, στον κινηματογράφο δεν υπάρχει καμία σιγουριά. Στην ουσία τζόγος είναι. Για παράδειγμα από το “Alter” έχασα πολλά χρήματα. Όταν έκλεισε το κανάλι έμεινα με δυόμιση εκατομμύρια χρέη με ακάλυπτες επιταγές! Αυτά πάνε, τα έχασα.
Άλλη δυσκολία έχετε αντιμετωπίσει;
Όταν έκανα το «Αγόρια στην Πορνεία» το είχα ξεκινήσει με τον Γιάννη Μπέζο, αλλά ο Μπέζος ήταν ακόμη άγνωστος. Όμως εμένα μου άρεσε ως ηθοποιός κι έτσι ξεκινήσαμε τα γυρίσματα. Ήταν συμπαραγωγή με τον Γιώργο Καραγιάννη που έχει τα Κάπα Στούντιο. Την εποχή εκείνη που εγώ έκανα γυρίσματα και είχαμε ήδη ξεκινήσει, βγήκε μια ταινία που λεγόταν «Άγγελος» που είχε κάνει ο Κατακουζηνός με πρωταγωνιστή τον Μιχάλη Μανιάτη και αυτή η ταινία έκανε εισιτήρια. Με φωνάζει λοιπόν ο Καραγιάννης και μου λέει «Ποιος είναι ο Μπέζος που έχεις βάλει στην ταινία; Δεν τον ξέρουμε.» Απάντησα ότι είναι ένας καταπληκτικός ηθοποιός και να μου έχει εμπιστοσύνη. Επέμενε ο Γιώργος να τον αλλάξουμε. Του είπα ότι αυτό δεν γίνεται διότι ήδη έχουμε κάνει δέκα γυρίσματα με τον Μπέζο. Μου είπε να τον χρεώσω την όποια οικονομική διαφορά και να βάλουμε στη θέση του Μπέζου τον Μανιάτη. Απογοητεύτηκα. Φωνάζω τον Μπέζο και του είπα ότι το γραφείο διανομής θέλει τον Μανιάτη. Πράγματι, ξανακάνω την διανομή και κάνω τις σκηνές με τον Μανιάτη. Έπαιζε και η Άννα η Ματζουράνη που ήταν καταπληκτική. Μετά απο χρόνια μου λέει ο Καραγιάννης «Πού το ήξερες ότι ο Μπέζος θα γίνει πρωταγωνιστής;» (Γέλια) Το ίδιο που είχε γίνει και με την περίπτωση του Στάθη Ψάλτη που λέγαμε πριν.
Πολλοί λένε ότι οι βιντεοταινίες ήταν το «τελειωτικό χτύπημα» για τον Ελληνικό κινηματογράφο. Πριν όμως μου πείτε για αυτό το κεφάλαιο, θέλω να πείτε για τους μικρότερους σε ηλικία αναγνώστες μας τι ακριβώς ήταν τότε οι βιντεοταινίες.
Οι βιντεοταινίες ήταν τότε κάτι εντελώς καινούριο και όντως καλά λέγεται ότι χτύπησε σφόδρα τον εγχώριο κινηματογράφο. Αγόραζε τότε ο κόσμος τις συσκευές βίντεο. Νοίκιαζε τις βιντεοκασσέτες απο κάποια μαγαζιά που λέγονταν «βίντεο κλάμπ» που είχαν γεμίσει όλη την Αθήνα και όλη την Ελλάδα και έβλεπε τις ταινίες σπίτι του. Αυτές οι ταινίες γίνονταν με σκοπό μόνο το βίντεο ώστε να την βλέπουν οι τηλεθεατές στο σπίτι τους και κάθε εβδομάδα να πηγαίνουν να παίρνουν άλλη. Δέν έβγαιναν στους κινηματογράφους.
Πώς αναμειχθήκατε εσείς με τις βιντεοταινίες;
Εγώ δεν ήξερα περί τίνος επρόκειτο. Δεν είχα ιδέα τι είναι το βίντεο ως τότε. Μιά μέρα ήρθε ο Αντώνης Μανιάτης και μου είπε ότι θέλει τις ταινίες μου για βίντεο. Συμφώνησα και έκανα συμβόλαιο για 9 χρόνια. Πλήρωναν καλά για τις βιντεοταινίες. Με τα χρήματα που πήρα από αυτή την δουλειά, απέκτησα το πρώτο μου σπίτι! Μέχρι τότε όλο στο ενοίκιο έμενα. Όμως μπήκαν στο χώρο άσχετοι και γύριζαν ολοκληρη ταινία σε λιγότερο απο βδομάδα! Ήταν κάτι αηδίες και πολύ πρόχειρες ταινίες γιατί έβγαινε ο κάθε ταξιτζής και ο κάθε σουβλατζής και έκανε τον παραγωγό. Όσοι τα έβλεπαν αυτά, έβριζαν και είχαν το δίκιο τους. Αναγκαστικά κι έκανα κι εγώ βιντεοταινίες. Αλλά οι δικές μου ήταν καλές. Ο Βουτσάς έρχεται μιά μέρα και μου λέει οτι υπέγραψε συμβόλαιο για να γυρίσει είκοσι βιντεοταινίες και ήθελε να τις κάνει με εμένα! Εγώ του λέω «Κώστα τρελάθηκες; Πως θα το κάνουμε αυτο;» Τελικά τις κάναμε! Πήραμε μπροστά τα χρήματα και τις γυρίσαμε. Όμως επρόκειτο για καλές βιντεοταινίες με καλά σενάρια αυτές που έκανα εγώ με τον Βουτσά. Έκαναν κι άλλοι με τον Βουτσά βιντεοταινίες, αλλά οι δικές μου ήταν καλές.
Είχα ακούσει οτι γύρναγαν ταινίες μέσα σε πολύ λίγες μέρες.
Ναι, ολοκληρη ταινία γινόταν σε 3 – 4 μέρες! Ήταν κάτι αηδίες γυρισμένες στο πόδι. Ο κόσμος τις νοίκιαζε νομίζοντας ότι θα έβλεπε κανονικές ταινίες και όταν τις έβλεπαν, έβριζαν και είχαν το δίκιο τους. Έγιναν τότε πολλές ηλιθιότητες. Ήταν καταστροφή για τον Ελληνικό κινηματογράφο και εγώ το λέω πρώτος απ’ όλους! Βέβαια ο κινηματογράφος είχε στην ουσία σχεδόν πεθάνει και ήταν αυτός ένας τρόπος ώστε κάποιοι να κερδίσουν γρήγορα χρήματα. Τότε από τους ηθοποιούς, τα μεγάλα ονόματα πήραν πολλά χρήματα και για αυτό και τις έκαναν. Ειδικά ο Σωτήρης Μουστάκας έκανε πολλές τέτοιες βιντεοταινίες διότι είχε το χουνέρι με το καζίνο γιατί είχε εξάρτηση στο τζόγο και τα ακούμπαγε εκεί.
Μετά στραφήκατε στις τηλεοπτικές παραγωγές και το όνομά σας έχει συνδεθεί πολύ με τις επιτυχημένες εκπομπές της Αννίτας Πάνια. Πώς ήταν αυτά τα χρόνια; Πώς την ανακαλύψατε την Αννίτα;
Μου την είχε συστήσει ένας φίλος το 1995. Η Αννίτα είχε σπουδάσει Γαλλική φιλολογία και έκανε μαθήματα Γαλλικών σε παιδιά. Δεν είχε καμμία σχέση με την τηλεόραση. Μου έκανε εντύπωση τότε ο τρόπος που μιλούσε η και της πρότεινα να κάνουμε μια εκπομπή στην τηλεόραση και συμφώνησε. Δική της ιδέα ήταν να γίνει μια εκπομπή με προξενιά και γνωριμίες για να παντρεύεται ο κόσμος. Το βρήκα ωραία ιδέα. Ο τίτλος της εκπομπής που ήθελε η Αννίτα ήταν το «Αρχή δια ζωήν» οπότε αν το έλεγες αμέσως όλο αυτό, ακουγόταν “Aρχίδια Ζωή”! (Γέλια). Της είπα οτι δεν μπορούμε να δώσουμε τέτοιο τίτλο και πρότεινα το «Χρυσό Κουφέτο». Έτσι ξεκινήσαμε και είδαν τον πιλότο στο Star, στον ΑΝΤ1 στο Σκάϊ… Παντού. Μου έλεγαν όμως οτι η Αννίτα δεν ήταν στις προδιαγραφές τους. Ήθελαν εκείνοι να ορίσουν την παρουσιάστρια της εκπομπής. Να βάλουν μιά δική τους. Εγώ τους ξεκαθάρισα ότι μόνο την Αννίτα ήθελα για παρουσιάστρια. Κάποια στιγμή ο Γιώργος Καραβασίλης με το Makedonia TV κατάφερε με κάποιο κόλπο να πάρει πανελλαδική άδεια. Είχε μέσον τον Βενιζέλο και κατάφερε να το κάνει πανελλαδικό το Makedonia TV. Με πήρε τηλέφωνο και εξέφρασε ενδιαφέρον για το Κουφέτο. Με ρώτησε αν υπάρχει κάποιο στούντιο που να είχα στην Αθήνα για να κάναμε την εκπομπή. Ψάχνοντας λοιπόν, βρήκα έναν χώρο. Μια φάμπρικα στην Νέα Φιλαδέλφεια που είχε κλείσει. Δεν είχαμε καθόλου χρήματα και πήρα τηλέφωνο τον Μιχάλη Αθανασιάδη που είναι σκηνογράφος και μου έδωσε ένα έτοιμο σκηνικό που του περίσσευε. Το στήνουμε λοιπόν, βάζουμε δυο μοκέτες να το ντύσουμε λίγο, βάζουμε και τον ΛοΓό να σκιτσάρει τα γνωστά ανθρωπάκια και ξεκινήσαμε. Έγινε αμέσως χαμός! Φούντωσε η ιστορία με τον κόσμο να παίρνει τηλέφωνα. Απο εκεί και πέρα έκανε μεγάλη τηλεθέαση. Όλοι ήθελαν συμμετοχή στο «Κουφέτο». Ωστόσο ο Καραβασίλης του Makedonia TV μου λέει «μάζεψε αυτή την ξανθιά γιατί ο κόσμος διαμαρτύρεται. Με σταματάνε στο δρόμο και με βρίζουν» Εγώ επέμενα ότι θέλω η Αννίτα να ειρωνεύεται. Γιατί άν δεν ειρωνεύεται, δεν θα διχάσει και άμα δε διχάσει, δε θα συζητιέται, και άμα δε συζητιέται, δεν υπάρχει. Θέλω οι μισοί να τη βρίζουν και οι άλλοι μισοί να την υποστηρίζουν. Ο Καραβασίλης όμως ήταν ανένδοτος και έτσι 17 Ιουνίου του 1995 ξεκινήσαμε και τον Δεκέμβρη του ιδίου έτους μου κόβει την εκπομπή. Πήρα τότε τηλέφωνο το “New Channel” και λέω: φέρνω το «Χρυσό Κουφέτο» στο κανάλι σας. Συμφώνησαν αυτοί και βγήκε η εκπομή εκεί και έγινε της πουτάνας! Μεγάλη επιτυχία. Όμως εγώ δεν είχα υπογράψει συμβόλαιο. Και ενώ είχαμε ξεκινήσει στο “New Channel”, δέχομαι ένα τηλεφώνημα από το “Star Channel” και με κάλεσαν να πάω. Αυτό έγινε το 1996 με 1997. Πάω λοιπόν στο Star και είναι εκεί ο Θεόδωρος Βαρδινογιάννης, ο συγχωρεμένος -χρυσός άνθρωπος-, ο Κώστας Γιαννίκος με τον οποίον συνεργαστήκαμε πολλά χρόνια, ο Δημοσθένης Βαρδινογιάννης και ο Φλωριώτης. Ήθελαν να φέρω την εκπομπή στο Star. «Τι χρήματα δίνετε;» τους ρωτάω. Μου είπαν ένα ποσό και τους λέω τα διπλά! Το δέχτηκαν και υπογράψαμε και τα συμβόλαια! Μετά πήγα στην Αννίτα στα γεννέθλιά της που είναι στις 25 Απριλίου και της λέω: «θα σου κάνω τώρα ένα δώρο για τα γενέθλιά σου. Υπέγραψα για να πάει το Κουφέτο στο Star»! Ενθουσιάστηκε κι έτσι το 1997 πια, ξεκινήσαμε στο κανάλι αυτό. Ήρθαν μέχρι και από το CNN για να μιλήσει η Αννίτα για το «Χρυσό Κουφέτο». Πρώτη φορά στην τηλεόραση παντρευόταν ο κόσμος. Ύστερα πήγαμε στο Alter. Μετά το 2011 που έκλεισε το Alter και περάσαμε αυτήν την περιπέτεια πήγαμε στον «Alpha» να μιλήσουμε για κάποια εκπομπή. Επειδή όμως δίνανε ψίχουλα για αμοιβή, εμένα δεν με ενδιέφερε, αλλά η Αννίτα έμεινε εκεί. Μετά πήγε στο “Epsilon” και την έβαλε ο Βρυώνης να πουλάει σόμπες και κρέμες.
Πώς σας φαίνεται η Αννίτα σε αυτά που παρουσιάζει τώρα;
Εντάξει, ήθελε να δουλέψει και καλά έκανε και συνέχισε, διότι αν δεν συνέχιζε, θα την ξεχνούσε ο κόσμος. Τώρα αυτή η εκπομπή που κάνει κάθε Πέμπτη βράδυ, μια χαρά τα πάει στις συνεντεύξεις. Της έχω πει όμως ότι είναι τσακάλι και καλό θα ήταν να βρει και νέες ατάκες να πει ώστε να ανανεωθεί. Δεν μπορείς να λες δηλαδή επί 25 ολόκληρα χρόνια «τηλεθεατόπουλα, ευρώπουλα» και λοιπά. Μου είπε βέβαια ότι έτσι τη θέλουν. Πρέπει όμως να ανανεώνεται κανείς και ειδικά όταν μπορεί όπως η Αννίτα να πλάθει δικές της λέξεις.
Ποια απρόοπτα σας έχουν τύχει στο «Χρυσό Κουφέτο», πείτε μας κάποιο περιστατικό.
Το τί έχουμε περάσει… Τι να σου πω; Να πούμε για τον Κατέλη; Τον έβαλα μέσα σε ένα μεγάλο πακέτο να παίξει τον Ηρακλή και του δώσαμε και ένα πλαστικό φίδι για να παλεύει με αυτό. Ενώ λοιπόν, πάλευε με το φίδι, είχε ακουστικό στο αυτί για να του κάνω τον υποβολέα και του λέω, πες «είμαι ημίθεος!» και ο καημένος είπε «είμαι ηλίθιος!» (Γέλια). Τι γέλια κάναμε τότε. Σε κάποια άλλη φάση, για ένα άλλο σκετς, του είπα να πει «μεγαλειότατε, δούλος σας!» και αυτός είπε «μεγαλειότατε, βούλωσα!». (Γέλια) Μιά άλλη φορά τον έστειλα να κάνει ρεπορτάζ με μια κάμερα στο Μέγαρο Μαξίμου, επί προεδρίας Σημίτη. Τον ρωτούσαν τα άλλα κανάλια τί κάνει εκεί και έλεγε οτι είναι δημοσιογράφος και ότι θα πάρει συνέντευξη από τον πρωθυπουργό! Εκεί να δεις γέλιο. (Γέλια). Είχα σκεφτεί για τον Κατέλη να έκανα κάτι trash και να τον διεκδικούν δέκα γυναίκες, να τον ρωτούν πράγματα και αυτός να απαντάει άλλα αντ’ άλλων. Τα κανάλια όμως δεν έχουν μυαλό, διότι θα γινόταν το γέλιο της αρκούδας με αυτά.
Τι πιστεύετε ότι λείπει σήμερα από την τηλεόραση και τι πιστεύετε ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει;
Εκείνο όμως που με εκνευρίζει, είναι ότι προβάλλονται οι εκπομπές της πρωινής ζώνης και όλοι είναι χαρούμενοι και λες και ζούμε σε μια παραδεισένια χώρα και δεν βλέπουν το χάλι που υπάρχει. Βλέπω από στις πρωινές εκπομπές αυτές τις ξανθές να χοροπηδούν και να χορεύουν λες και δεν τρέχει τίποτα. Τα δελτία ειδήσεων απο την άλλη είναι θλιβερά. Μιλάνε συνέχεια για φόνους, βιασμούς, πλημμύρες, καταστροφές και λοιπά. Ό,τι αφορά την θλίψη, είναι στα δελτία ειδήσεων. Η αισιοδοξία δεν υπάρχει. Ναι, ξέρουμε ότι αυτό πουλάει, αλλά μια καλή θετική είδηση θα πουλάει κι αυτή. Αυτό το κάνουν πιστεύω για κρατούν χαμηλά τον κόσμο και να λέει αυτός «μωρέ, καλά είμαστε κι έτσι» και να παρηγορείται. Επίσης δεν καταλαβαίνω τα ριάλιτι τι προσφέρουν. Καταρχάς, δεν έχουν γίνει σειρές που να αξιοποιούν την πλούσιά μας ιστορία. Να πούμε κάτι άλλο: Γνωρίζει ο σημερινός Έλληνας από πόσες συνοικίες αποτελείται η Αθήνα; Ξέρει ότι η κάθε συνοικία έχει και την δική της ιστορία; Θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν όλα αυτά μέσω μίας ανθρώπινης εκπομπής. Η τηλεόραση σήμερα προωθεί το τίποτα! “Survivor”, «Φάρμα» και ξανθές να χορεύουν. Αυτά για μένα είναι ηλιθιότητες και δεν μπορώ να τα βλέπω.
Συμβαίνει όμως, κ. Ευστρατιάδη ο κόσμος να στρέφεται στο ίντερνετ και στο Youtube. Υπάρχουν άνθρωποι ηλικιών μεταξύ 18 και 25 ετών, οι οποίοι δεν έχουν καν συσκευή τηλεόρασης σπίτι τους.
Ο γιος μου με ένα κινητό στο χέρι είναι συνέχεια. Στο δρόμο προχθές, είδα άνθρωπο να είναι αφοσιωμένος με το κινητό του και πήγε και έπεσε σε μια κολώνα. Σε λίγο όπως πάει το πράγμα δηλαδή, δεν θα υπάρχουν πλέον κινηματογράφοι. Τα θέατρα ίσως επιβιώσουν, αν και δεν ξέρω για πόσο. Όλοι θα στραφούν στο διαδίκτυο και επίσης και η τηλεόραση απειλείται από αυτό.
Γιατί δεν στρέφεστε και εσείς στο διαδίκτυο, εφόσον εκεί είναι το μέλλον;
Είναι πολλή δουλειά για να γίνει αυτό και ίσως τώρα να μην μπορώ να το κάνω. Είχα κάνει στο παρελθόν το «Αντίο Για Πάντα» για το “CultChannel”, μια ωραία εκπομπή για τους πεθαμένους για την οποία έκανα δέκα επεισόδια. Κάναμε αφιερώματα για νεκρούς, μιλούσαν απο γραφεία τελετών και είχαμε και γυρίσματα σε νεκροταφεία. Το είχαν σατιρίσει και οι «Ράδιο Αρβύλα».
Τι γνώμη έχετε για την πολιτική κατάσταση στην χώρα σήμερα; Σας ρωτώ, διότι γνωρίζω ότι έχετε ασχοληθεί και με την πολιτική μέσω των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» του Πάνου Καμμένου.
Ο Καμμένος τα έκανε σκατά γιατί πήγε και μπλέχτηκε με τον αγράμματο τον Τσίπρα που δεν γνωρίζει αν έχει η θάλασσα σύνορα και λέει κάτι τέτοιες αηδίες. Ο Μητσοτάκης τώρα απεδείχθη πιο γκαντέμης και από τον πατέρα του. Του συνέβησαν όλα μαζί αυτού του ανθρώπου. Δηλαδή εγώ στην ουσία τον λυπάμαι. Μόλις εξελέγη του έτυχαν λοιμοί και καταποντισμοί, πανδημίες, πλημμύρες, φωτιές και τώρα ο πόλεμος.
Για τον πόλεμο στην Ουκρανία τι γνώμη έχετε;
Στην Ουκρανία είναι εμφύλιος στην ουσία γιατί σκοτώνονται μεταξύ τους οι Ρώσοι, διότι είναι ρωσσόφωνοι οι περισσότεροι. Ο Πούτιν είναι αξιόλογος άνθρωπος. Ίσως να στοχεύει πάλι σε κάτι αντίστοιχο όπως στην τότε Σοβιετική Ένωση θέλοντας να διευρύνει την Ρωσία και πιθανώς να έχει και δίκιο. Μπορεί αυτές οι χώρες να είναι πιο καλά με την Ρωσία, παρά μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Διότι και εμείς τώρα -μην γελιόμαστε- η Ευρωπαϊκή Ένωση μας έχει γαμήσει! Δέκα χρόνια τώρα μας τυράννησε με τα χρέη. Τώρα υποτίθεται ότι στην Ελλάδα πάνε τα πράγματα καλύτερα, όμως δεν παύουν να υπάρχουν μισθοί πείνας.
Έχετε πάρει πρωτοβουλία να στήσετε μιά προτομή προς τιμήν του Φιλοποίμενα Φίνου. Σε τί στάδιο είναι;
Εδώ και δέκα χρόνια παλεύω να στηθεί μια προτομή του Φιλοποίμενα Φίνου! Έχουμε αρχίσει με τον Σύνδεσμο Παραγωγών αυτή την κίνηση. Ο γλύπτης Βαγγέλης Ηλίας έχει κάνει το πρόπλασμα της προτομής. Σήμερα πάλι ήμουν στον Δήμο Αθηναίων για να το συζητήσουμε με τον κύριο Παραβατό και ελπίζω μέχρι το Πάσχα να στηθεί στην πλατεία Κάνιγγος και να κάνουμε τα αποκαλυπτήρια. Το πράγμα έχει κολλήσει γιατί ήθελαν αντί για την Κάνιγγος να τη βάλουν στο σταθμό Λαρίσης, ενώ εγώ διαφωνώ. Όλα στην Κάνιγγος έχουν γίνει και το γραφείο του Φίνου ήταν στην Κάνιγγος 12. Εδώ κοντά είναι και η «Στοά του Hollywood». Δυστυχώς παιδεύομαι πολλά χρόνια με αυτήν την ιστορία. Οι κληρονόμοι μόνο θέλουν τα χρήματα. Δεν πληρώνουν τίποτα και θα πάρουν και χρήματα από το Υπουργείο Πολιτισμού. Πέρασαν 45 χρόνια από τον θάνατό του Φίνου και φτάσαμε στο 2022 για να μπει η προτομή του και εάν δεν είχα ασχοληθεί προσωπικά με αυτό το θέμα, δεν νομίζω ότι θα είχε γίνει κάτι. Κανείς δεν θα το είχε κάνει! Είναι θλιβερό, διότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που δημιούργησε ταινίες που μεγάλωσαν με αυτές όλες οι γενιές των Ελλήνων.
Όσον αφορά τώρα το κίνημα #metoo και τις καταγγελίες που έχουν έρθει στο φως, τι πιστεύετε;
Δεν ξέρω, αλλά έγινε κι αυτό μόδα να καταγγέλουν τώρα βιασμούς που έχουν γίνει πολλά χρόνια πριν. Ίσως και αυτό να βοηθήσει και να ωφελήσει και να ξεκαθαρίσει την κατάσταση στον χώρο. Καλό είναι πάνω στη δουλειά να μή δώσεις θάρρος σε μια κοπέλα γιατί μετά και αυτή θα δημιουργήσει πολλά παρατράγουδα που θα φέρουν δυσκολία στο επαγγελματικό κομμάτι της συνεργασίας. Δεν έχω καμία τέτοια διάθεση και εμένα με ενδιαφέρει να κάνω την δουλειά μου. Εκτός δουλειάς μπορεί να κάνω οτιδήποτε γουστάρω και τα εν οίκω μη εν δήμω.
Έχετε τέσσερα παιδιά. Εκτός από τις δυο μεγάλες σας κόρες, έχετε και δύο μικρά παιδιά. Πώς είναι η ζωή σας με την καινούρια σας οικογένεια;
Είναι ο Όμηρος που είναι 15 ετών και η Χρύσα που είναι 10 ετών. Κοίταξε, το να κάνεις τέσσερα παιδιά με την ίδια γυναίκα είναι κάπως άγριο πράγμα. Είμαστε μια χαρά με την τωρινή μου γυναίκα την Πόπη. Είναι η καλύτερη γυναίκα που είχα!
Θα θέλατε να δείτε τον μικρό σας γιο να ασχολείται με τις ταινίες και αυτός;
Ας κάνει ο Όμηρος ό,τι του αρέσει κι ό,τι θέλει. Μου έχει πει οτι τον ενδιαφέρει να γίνει δημοσιογράφος. Αυτή τη στιγμή, η γυναίκα μου κάνει μαζί του μια εκπομπή που λέγεται «Στα Θρανία». Πρόκειται για μια ταξιδιωτική εκπομπή και έχουν γυρίσει σχεδόν όλη την Ευρώπη. Το ταξίδι τους στην Στοκχόλμη που ανέβηκε στο διαδίκτυο έκανε ήδη εκατόν δέκα χιλιάδες προβολές και όλες οι εκπομπές τους κάνουν πάνω από ογδόντα χιλιάδες προβολές. Πήρε και συνεντεύξεις από τον Ψωμιάδη, τον Μπέζο, τον Μητσιά και τον Ζουγανέλη…
Γιατί δεν κάνετε κάτι τηλεοπτικό τώρα Κ. Ευστρατιάδη; Δόξα τω Θεώ, ιδέες έχετε.
Ιδέες έχουμε, αλλά ξέρεις τι διαπίστωσα προχθές; Ότι όλα τα τηλεοπτικά κανάλια παίζουν πια μυθοπλασία. Και ο λόγος είναι για να παίρνουν ένα 35% από το ΕΚΟΜΕ, το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας. Δηλαδή έχουν έτσι ένα μεγάλο έσοδο, διότι αν παρουσιάσουν ένα εκατομμύριο κόστος, θα πάρουν 350 χιλιάδες ευρώ από το ΕΚΟΜΕ. Ενώ από εκπομπές όπως το «Χρυσό Κουφέτο» που δεν είναι μυθοπλασία, δεν έχουν κέρδος. Τις προάλλες είχα πάει στο OPEN και μίλαγα με την κ. Χρύσα και με διαβεβαίωσε ότι θα κάνουν φέτος μόνο μυθοπλασία. Και έτσι παντού έχουμε γεμίσει με μυθοπλασία. Κάποια στιγμή θα το καταλάβουν τα κανάλια ότι δεν γίνεται να κάνουν μόνο σειρές, διότι ελάχιστες πάνε καλά. Αυτά που πάνε καλά είναι οι «Άγριες Μέλισσες» και «ο Σασμός» σύμφωνα με τα νούμερα της AGB. Και εκεί βέβαια, όσοι «τα χώνουν», και κάνουν νούμερα. Δυστυχώς, όλα στην Ελλάδα τα διαπραγματεύονται και επομένως οι περισσότεροι χρηματίζονται και δεν μπορεί κανείς να έχει εμπιστοσύνη. Εγώ θα κάνω μια κωμωδία τώρα, αλλά όλες οι εκπομπές που έχω κάνει στην τηλεόραση είναι ζωντανές. Το πιο δύσκολο πράγμα στην τηλεόραση είναι το μοντάζ. Σου αλλάζει τα φώτα και θέλει ώρα, ξενύχτια και λοιπά. Το φιλμ ήταν μαγεία. Έπαιρνες το φιλμ, το έβλεπες, το κόλλαγες και έκανες την δουλειά σου. Τώρα είναι όλα ψηφιακά. Επειδή, λοιπόν θέλω να αποφεύγω το μοντάζ, μου αρέσει οι εκπομπές να μην είναι μαγνητοσκοπημένες. Το ίδιο έκανα και με την Αννίτα, ήταν όλες ζωντανές εκπομπές.
Τι καινούριο ετοιμάζετε;
Κοίταξε Βίκτωρα, έχουν περάσει πλέον και τα χρόνια και η εποχή έχει αλλάξει. Οι άνθρωποι πλέον απασχολούνται με την τηλεόραση και εκεί πλέον είναι ακόμη η δουλειά. Διότι όπως βλέπεις, ο κινηματογράφος πιά δεν πάει. Έχω όπως σου είπα έτοιμο το «Ρόδα, Τσάντα και Κοπάνα Νο5» Επίσης θα κάνω μυθοπλασία. Είναι μια σειρά σατιρική και λέγεται «Οικογενειακές Παρωδίες», θα στοχεύει στο γέλιο και θα προβάλλεται μια φορά την εβδομάδα. Ίσως το Σαββατοκύριακο. Τώρα αρχίζουμε τα γυρίσματα. Θα επιλέξω καινούριους ηθοποιούς. Πρωταγωνίστρια θα είναι η Δέσποινα Μοίρου η οποία έχει φοβερό ταλέντο και έκανε και μια ταινία για το Hollywood. Υποδύεται πολλά πρόσωπα μαζί. Και πάλι όμως είμαι και σκεπτικός αν θα αγοράσει το προϊόν αυτό κάποιο κανάλι. Εγώ θα γυρίσω τον πιλότο και από κει και πέρα…
Τί συμβουλή θα δίνατε σε ένα νέο ηθοποιό;
Εγώ στα νέα παιδιά που έρχονται και με συναντούν, δίνω μια συμβουλή: Μπορεί κάποιος να έχει ταλέντο και να γίνει μεγάλο αστέρι, αλλά πρέπει να εξασφαλίσει τα προς το ζην από αλλού για να μπορεί να αρνηθεί κάτι που δεν του αρέσει. Εάν όμως περιμένεις να ζήσεις από αυτή και μόνο την δουλειά, θα είσαι υποχρεωμένος να κάνεις ό,τι κοτσάνα σου ζητηθεί κι έτσι να εξαφανιστείς πολύ σύντομα. Πολλοί ηθοποιοί επειδή δεν μπορούσαν να πουν όχι, καταστράφηκαν.
Εύχομαι ό,τι καλύτερο και όλα τα πρότζεκτ που ετοιμάζετε, να υλοποιηθούν!
Απομαγνητοφώνηση: Αναστασία Μαρκοπούλου