Με αφορμή τη συναυλία του στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής στις 14 Ιουνίου, οπου θα ακούσουμε τα σπουδαιότερα τραγούδια του, κάναμε μια εγκάρδια συζήτηση με τον αγαπημένο μας Μανώλη Μητσιά. Είναι ίσως ο μόνος ερμηνευτής που είχε την τύχη να τραγουδήσει δημιουργίες των πιο σπουδαίων συνθετών την Ελλάδας. Απο Χατζιδάκι, Θεοδωράκη και Σπανό μέχρι Μικρούτσικο, Χατζηνάσιο και Σπανουδάκη και τόσους άλλους. Η επιλογή του να υπηρετήσει το ποιοτικό τραγούδι ήταν συνειδητή, αφού ποτέ δεν αναζητούσε τα εφήμερα σουξέ. Αυτός είναι και ο λόγος που το κοινό τον ανταμοίβει με την αγάπη του για πάνω απο 50 χρόνια και τον θαυμάζει για το ήθος και την αξιοπρέπειά του. Άν και με αριστερές καταβολές, δε διστάζει να κριτικάρει με αντικειμενικότητα τη σημερινή αριστερά και να εκφράζει την άποψή του χωρίς φανατισμούς. Μέσα απο τη συζήτησή μας, μας εξιστόρισε γεγονότα απο τα δύσκολα παιδικά του χρόνια, το ξεκίνημά του στο τραγούδι και για μερικούς απο τους μουσικούς του συνοδοιπόρους όπως ο Νίκος Γκάτσος και η Σωτηρία Μπέλλου.
Κύριε Μητσιά, καταρχάς χαίρομαι πάρα πολύ που σας μιλάω και σας βλέπω από κοντά. Πείτε μου για τη Δουμπιά Χαλκιδικής. Το χωριό στο οποίο μεγαλώσατε. Τι θυμάστε από τη ζωή εκεί;
Και εγώ χαίρομαι και σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Στη Δουμπιά ήταν μια αγροτική ζωή. Ήμουν ένα παιδί που δούλευα στα χωράφια μας στα καπνά με τους γονείς μου. Πέρναγα τα βράδια μου στα καφενεία εκεί και έβλεπα τον κόσμο που έπαιζε χαρτιά και τάβλι, νωρίς βέβαια, γιατί είχα και σχολείο. Αυτό που θυμάμαι πολύ έντονα από τότε, είναι τα παραδοσιακά πανηγύρια που έκαναν στο χωριό με μακεδονίτικα τραγούδια, με μακεδονίτικες κομπανίες, με τους τότε μεγάλους δημοτικούς τραγουδιστές όπως η Νίτσα Τσίτρα, η Ξανθίππη Καραθανάση και αυτό με γοήτευε. Υπήρχε όμως πολλή φτώχεια. Δουλεύαμε σε άσχημες συνθήκες. Εκτός από τα σιτηρά, η κύρια εργασία ήταν τότε τα καπνοχώραφα, καλλιέργεια καπνού δηλαδή. Εκεί δουλεύαμε όλοι.
Από ποια ηλικία δουλεύατε εσείς εκεί;
Μόλις γεννηθήκαμε δουλεύαμε στα χωράφια! Δεν υπήρχε διάκριση ηλικίας. Όποτε μπορούσες, πήγαινες. Κι όταν ήταν ανάγκη. Κάθε μέρα πηγαίναμε. Νύχτα – μέρα. Όλα τα παιδιά του χωριού. Άσχημα χρόνια, όμως τα θυμάμαι τώρα τόσο νοσταλγικά. Υπήρχε αγάπη στην οικογένειά μου, με τους φίλους και τους συμμαθητές μου και αναπολώ εκείνα τα χρόνια.
Έχετε πει ότι η πρώτη σας επαφή με το τραγούδι, ήταν σε μια χορωδία που είχατε συστήσει με τους φίλους σας στο δημοτικό που τραγουδούσατε καντάδες και ψέλνατε.
Ναι, η πρώτη μου επαφή ήταν με βυζαντινούς ύμνους που ψέλναμε στην Εκκλησία του χωριού και στα χωράφια που τραγουδούσαμε καθώς δουλεύαμε εκεί με την μητέρα μου, -η οποία τραγουδούσε πάρα πολύ ωραία- και με φίλους, συμμαθητές από το χωριό που τραγουδούσαμε και κάναμε τα βράδια καντάδες.
Τι τραγούδια λέγατε τότε;
Λέγαμε τραγούδια της Μακεδονίας και λαϊκά τραγούδια που έχουν διφωνίες. Τραγουδούσαμε λαϊκά, ότι άκουγε τότε ο κόσμος. Αργότερα ανακαλύψαμε τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη όταν πηγαίναμε στο γυμνάσιο.
Στη Θεσσαλονίκη πότε πήγατε και πώς σας φάνηκε που φεύγοντας από το χωριό βρεθήκατε σε μια μεγάλη πόλη;
Το 1965 πήγα για σπουδές εκεί. Ήταν η επιθυμία και η λαχτάρα μας να πάμε στη Θεσσαλονίκη. Βέβαια πηγαίναμε και πιο πρίν όποτε μπορούσαμε για ψώνια ή για οτιδήποτε. Ήταν το κέντρο μας. Η Θεσσαλονίκη ήταν πολύ ωραία τότε και ο κόσμος πολύ καλός. Θυμάμαι ότι όταν πήγα εκεί για σπουδές, η πρώτη μου έγνοια ήταν το πώς θα βρω μια χορωδία να τραγουδήσω. Τίποτε άλλο!
Είχατε το μικρόβιο του τραγουδιού!
Πάντα! Με πήγαν κάποιοι φίλοι μου στην Χορωδία της Λέσχης Γραμμάτων και Τεχνών Βορείου Ελλάδος. Μαέστρος ήταν ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο οποίος έμεινε εκεί μόνο έναν μήνα. Μετά έφυγε ο Σταύρος και τον αντικατέστησε ο Ανδρέας Πρέζας. Εκεί ήμουν τενόρος στην χορωδία και τραγουδούσα για να μου φύγει ο καημός μόνο. Δεν ήξερα ότι θα γίνω τραγουδιστής, αλλά κάποια στιγμή, αρρώστησε ο σολίστας στην χορωδία σε μια συναυλία και με έβαλαν και τον αντικατέστησα εγώ! Τραγούδησα τότε το «Άξιον Εστί».
Δηλαδή ουσιαστικά, κατά τύχη συνέβη αυτό…
Κατά τύχη, ναι! Είπα τότε το «Άξιον Εστί» και άρεσα πάρα πολύ στον κόσμο και έτσι καθιερώθηκα ως σολίστας στην χορωδία. Κάναμε διάφορες συναυλίες στην Θεσσαλονίκη και στην περιφέρεια, όπως στην Βέροια, στις Σέρρες που μας καλούσαν συνέχεια. Μετά ήρθαν τα γεγονότα του ’67 όπου εγώ ήμουν εγγεγραμμένος στην νεολαία Λαμπράκη και εκεί έγιναν τα γεγονότα που με συνέλαβαν.
Πείτε μου για αυτό το περιστατικό. Ετοιμάζατε μια αντιστασιακή δράση τότε και μάλιστα είχατε φυλακιστεί τρεις μήνες στο Γιεντί Κουλέ.
Έμεινα τρεις μήνες στο Γιεντί Κουλέ, αλλά η ποινή ήταν τέσσερα χρόνια φυλάκιση. Μας έδωσαν όμως χάρη και βγήκαμε. Εμείς ως νεολαία Λαμπράκη τότε, θέλαμε να σαμποτάρουμε την ομιλία του Παπαδόπουλου που θα γινόταν στη Θεσσαλονίκη στα εγκαίνια της Έκθεσης. Θέλαμε να γκρεμίσουμε το στύλο της ΔΕΗ και να σβήσουν τα φώτα όταν θα έκανε την ομιλία! Μας κατάλαβε όμως η Ασφάλεια και μια εβδομάδα πριν, μας συνέλαβαν. Ήμασταν κατηγορούμενοι στο στρατοδικείο 41 άτομα, με την υπόθεση Χαλκίδη, τον οποίον τον σκότωσε η Ασφάλεια.
Πιστεύετε σας κατέδωσε κάποιος από τους δικούς σας;
Ίσως. Μπορεί να παρακολουθούσαν και κάποιον… Δεν μάθαμε.
Με ποιά αφορμή κατεβήκατε πρώτη φορά στην Αθήνα; Πώς ήταν ο πρώτος καιρός;
Πρώτη φορά κατέβηκα πριν με συλλάβουν. Με είχε κατεβάσει η “Lyra” με τον Πατσιφά για να με ακούσουν στην εταιρεία και να κάνουμε κάποια μαθήματα ορθοφωνίας. Τότε δούλευα θυμάμαι στο βιβλιοπωλείο «Ίκαρος» στην οδό Βουλής. Έκατσα μόνο ενάμιση – δυο μήνες και έφυγα γιατί δεν άντεχα οικονομικά και γύρισα στη Θεσσαλονίκη που με συνέλαβαν! (Γέλια). Μετά, όταν βγήκα από την φυλακή τραγουδούσα σε μια μπουάτ για να έχω τα προς το ζην, αν και ντρεπόμουν, πήγα διότι δεν είχα την δυνατότητα επιβίωσης. Δεν είχα λεφτά ούτε για τα τσιγάρα μου. Έκατσα εκεί για μια εβδομάδα, αλλά μετά πήγα σε μια μεγάλη μπουάτ, στο «107». Είχε μεγάλη επιτυχία. Έγινε θέμα στην Θεσσαλονίκη. Ερχόταν ουρά απ’ έξω ο κόσμος για να με δει. Σιγά – σιγά λοιπόν, χωρίς να το καταλάβω, άρχισα να τραγουδάω επαγγελματικά πια. Ήρθαν από την Αθήνα εκεί διάφοροι τραγουδιστές, όπως η Πόπη Αστεριάδη αρχικά, ο Γιώργος Ζωγράφος, ο Νότης Μαυρουδής από το «νέο κύμα» και η Ελένη Ροδά, οι οποίοι όλοι ήθελαν να κατεβώ στην Αθήνα για να συνεργαστούμε στα μαγαζιά που τραγουδούσαν. Έτσι, μια μέρα κατέβηκα και πήγα στην Πλάκα να ακούσω Τσιτσάνη σε ένα μαγαζί που τραγουδούσε με την Ελένη Ροδά. Εκεί η Ελένη με έσπρωξε μπροστά να πω ένα τραγούδι. Εγώ είχα τόσο τρακ που δεν ήξερα ούτε ποιό τραγούδι λέω! Παρευρισκόταν εκεί και διασκέδαζε ο Δήμος Μούτσης που του άρεσα. Με κάλεσε σπίτι του και άρχισα έτσι να δουλεύω μαζί του και κάναμε πρόβες. Έτσι ξεκίνησε ουσιαστικά η καριέρα μου. Είχε προηγηθεί κι ένα καλοκαίρι που δουλεύαμε όλοι μαζί ως συγκρότημα στην Μπουάτ «Απανεμιά», αλλά δεν πήγαινε και σταματήσαμε.
Αν δεν κάνω λάθος το 1967 είχατε δισκογραφήσει τα δύο πρώτα σας τραγούδια
Ναι, σε μουσικη του Ανδρέα Πρέζα, δοκιμαστικά στην “Lyra”. Αυτό το κάναμε για να το ακούσουν στην εταιρεία, για να τα ακούσουμε μεταξύ μας ως δείγμα δηλαδή.
Υπάρχουν αυτά τα τραγούδια βέβαια…
Ναι, υπάρχουν και τα οποία άρεσαν τότε. Όταν με πήρε ο Πατσιφάς για να υπογράψω συμβόλαιο, έκανα έναν χρόνο δοκιμαστικά, αλλά εγώ ήθελα πάντα να πάω στην Columbia. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ήθελα εκεί.
Εκεί ήταν όλα τα ονόματα.
Ακριβώς. Ήθελα εκεί να πάω και έτσι συνεχίστηκε η καριέρα μου με τον Μούτση στην Columbia.
Τι αντίκτυπο είχε η Σωτηρία Μπέλλου στην καριέρα σας και πώς ήταν σαν άνθρωπος;
Η Σωτηρία, τότε που ήμουν στην μπουάτ στην Θεσσαλονίκη, ήταν μια από τις λεγόμενες φίρμες που ήρθε επάνω. Με άκουσε και της άρεσα πάρα πολύ και μου είπε «θα σε πάρω μαζί μου» Ήταν Μαϊος μήνας. Τον Ιούνιο φύγαμε για Αθήνα. Πήγαμε λοιπόν σε ένα λαϊκό κέντρο στις Τζιτζιφιές, στο Ποσειδώνιο. Έμεινα εκεί για έναν μήνα, αλλά δεν άντεξα παραπάνω επειδή δεν μου άρεσε η ατμόσφαιρα. Η Σωτηρία όμως ήταν καταπληκτική! Ήταν φίλη μου και ήρθε μαζί μου σε δύσκολες στιγμές. Μάλιστα άφησε τον Τσιτσάνη για να έρθει μαζί μου στο “Zoom”! Έμαθα πάρα πολλά πράγματα από αυτήν και με αγαπούσε πάρα πολύ. Ήταν σχολείο για μένα.
Είχατε ξεκαθαρίσει από μικρός ότι θα υπηρετούσατε το λεγόμενο ποιοτικό τραγούδι;
Ναι! Ήμουν ξεκαθαρισμένος! Προσπάθησε η εταιρεία τότε να μου δώσει διάφορα τραγούδια, αλλά εγώ επέμεινα και είπα ότι επειδή το ύφος μου δεν είναι αυτό, δεν θα ήθελα να τα πω. Εγώ ήθελα να τραγουδήσω συγκεκριμένους συνθέτες. Επειδή άκουγα τα τραγούδια αυτά νέος και τα τραγουδούσα, όπως του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι και στη χορωδία μετά, είχα διαμορφώσει τέτοιο χαρακτήρα που δεν μπορούσα να ακολουθήσω άλλο δρόμο. Ακόμα και η βυζαντινή μουσική αλλά και τα δημοτικά τραγούδια ήταν αυστηρά πράγματα και καθοριστικά για την πορεία μου ως λαϊκός τραγουδιστής.
Η πρώτη σας μεγάλη επιτυχία ήταν του Δήμου Μούτση το «Στην Ελευσίνα μια Φορά». Πότε το ακούσατε για πρώτη φορά στο ραδιόφωνο και πώς αισθανθήκατε;
Το άκουσα όταν ήμουν φαντάρος στην Κόρινθο μέσα στο στρατόπεδο! Όταν το ηχογράφησα, μετά με πήραν στο στρατό. Αναρωτιόμουν αν θα βγει και πότε θα βγει. Μετά απο δύο μήνες λοιπόν, ένα μεσημέρι που τρώγαμε απο την καραβάνα μετά από μία άσκηση, ακούγονταν απο τα μεγάφωνα του στρατοπέδου που έπαιζε ραδιόφωνο, τα διαφημιστικά της Columbia: «Και τώρα ο νέος τραγουδιστής Μανώλης Μητσιάς» και τρελάθηκα! Οι φαντάροι σκουντούσαν ο ένας τον άλλον μεταξύ τους απορημένοι αν είμαι ή όχι εγώ αυτός που τραγουδούσε! Ήταν μια αξέχαστη πραγματικά στιγμή! (Γέλια)
Είχατε μια έντονη συνεργασία με τον μεγάλο μας ποιητή και στιχουργό Νίκο Γκάτσο. Ποια εφόδια σας έδωσε η μεταξύ σας γνωριμία;
Ο Γκάτσος ήταν για μένα το κλειδί του παραδείσου που λέμε. Πριν το τραγούδι «στην Ελευσίνα μια φορά», είπα ένα τραγούδι του Μούτση για την ταινία «Ένας μάγκας στα σαλόνια» το «Μ’ ένα παράπονο». Εκεί γνώρισα τον Γκάτσο. Ο Γκάτσος με επηρέασε και ως άνθρωπος και στην μετέπειτα πολύχρονη συνεργασία μας, διότι έχω τραγουδήσει πάνω από 100 τραγούδια του. Η επαφή αυτή και οι παρέες με τον Γκάτσο και το γεγονός ότι μου επέτρεπε να έχω την πολυτέλεια να πίνουμε καφέ με ανθρώπους όπως ο Ελύτης, ο Ξαρχάκος, ο Χατζιδάκις όπου άκουγα συζητήσεις για τον πολιτισμό, για ποιητές, πεζογράφους, μουσικούς και ήταν άνθρωποι που είχαν πολύ σημαντική άποψη και αυτό με επηρέασε πάρα πολύ.
Οι δισκογραφικές σήμερα βοηθούν στο να δημιουργηθούν ποιοτικά τραγούδια;
Όχι. Δεν υπάρχουν καταρχήν δισκογραφικές εταιρείες και ότι βγαίνει είναι απλώς για να πουλήσει εύκολα. Εκείνα τα χρόνια τη “Lyra”, και την “Columbia” τις είχαν ο Πατσιφάς και ο Λαμπρόπουλος. Ήταν άνθρωποι οικονομικά αυτάρκεις και ό,τι έκαναν, το έκαναν από χόμπι, για το κέφι τους και για την κουλτούρα τους. Βέβαια ήθελαν και αυτοί να κερδίσουν, αλλά δεν ήταν αυτοσκοπός. Δηλαδή όταν ο Μίκης Θεοδωράκης έκανε το «Άξιον Έστί», απ’ ότι μου έλεγε ο Λαμπρόπουλος, είχε πουλήσει μόνο χίλια κομμάτια το ‘61. Ώσπου μετά έγινε η χούντα, όπου και το ανακάλυψε ο κόσμος.
Πάντως είναι λυπηρό που σήμερα δεν αναδεικνύονται τέτοια αντίστοιχα κομμάτια με μελοποιημένη ποίηση.
Μα δεν υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι πλέον και οι εταιρείες είναι πια πολυεθνικές που έχουν διευθυντές που διορίζονται από άλλα κράτη, οι οποίοι δεν έχουν ιδέα από τον πολιτισμό και την παράδοσή μας και το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να αυξηθεί ο τζίρος των εταιρειών. Τίποτε άλλο. Αυτό κάνουν λες και η τέχνη είναι μια εταιρεία πώλησης ψυγείων ας πούμε.
Έχετε κάνει τρεις εξαιρετικούς δίσκους με τον Μάνο Χατζιδάκι. Ένας από αυτούς, ο «Χειμωνιάτικος Ήλιος» κυκλοφόρησε το ’86, αλλά την επόμενη χρονιά επανακυκλοφόρησε με άλλη ενορχήστρωση.
Ναι, πάλι σε ενορχήστρωση του Μάνου Χατζηδάκι!
Ακριβώς! Γιατί συνέβη αυτό; Εγώ τουλάχιστον δεν το έχω ξαναδεί ποτέ.
Ναι, διότι ο Μάνος τα τραγούδια τα έγραφε εκείνη την ώρα και επιτόπου τα ηχογραφούσαμε στο στούντιο. Όλα γίνονταν αυθόρμητα. Όταν βγήκε ο δίσκος, κάναμε μαζί μια περιοδεία στην Ελλάδα εκείνο το Καλοκαίρι, οπου παίζαμε και τα τραγούδια απο το δίσκο. Εκεί κατάλαβε ότι έπρεπε να γίνουν κάποιες διορθώσεις, τις οποίες και έκανε το 1987 και επανεκδόθηκε ο δίσκος αυτός με άλλη βερσιόν.
Δεν νομίζω να έχει ξαναγίνει αυτό! (Γέλια.) Μου έκανε κάτι εντύπωση στο οπισθόφυλλο της πρώτης βερσιόν του δίσκου αυτού. Εκεί γράφει ο Χατζιδάκις: «Λυπάμαι που τον δίσκο αυτόν θα τον ακούσουν ακροατές που δεν μ’ αρέσουν, μα δεν βρήκα μέχρι στιγμής τρόπο να τους το απαγορεύσω και αυτό μου δημιουργεί μελαγχολία». (Γέλια). Ο Χατζιδάκις είχε μια ασυνήθιστη στάση για τους ανθρώπους που επέλεγε να απευθύνει τη μουσική του. Τι σας είχε πει για αυτό; Ποια ήταν η φιλοσοφία;
Η φιλοσοφία του ήταν ότι ήθελε ένα κοινό εκπαιδευμένο να ακούσει τα τραγούδια του. Νομίζω πως η μεγάλη μάζα δεν τα άκουγε πολύ. Ούτε ο ίδιος ήθελε να απευθύνεται σε αυτές τις μεγάλες μάζες. Ο Χατζιδάκις ήθελε συγκεκριμένο τύπο ακροατή να τα ακούει και να τα αναλύει. Θυμάμαι μάλιστα, στις συναυλίες που κάναμε για τον «Χειμωνιάτικο Ήλιο», ξεκινούσαμε με ένα χασάπικο και ο κόσμος χτύπαγε παλαμάκια χωρίς να ξέρει ποιό τραγούδι θα παίξουμε. Ο Χατζιδάκις σταμάταγε τη συναυλία και τους ρώταγε «γιατί χειροκροτάτε; Ξέρετε τι θα πούμε; Εάν σας αρέσει, χειροκροτήστε. Εάν όχι, αποδοκιμάστε το». (Γέλια). Ήθελε να έχει ένα κοινό σκεπτόμενο.
Ο Θεοδωράκης όμως ήταν το ακριβώς αντίθετο.
Ακριβώς. Ο Μίκης ήθελε να απευθύνεται σε όλους. Άλλος χαρακτήρας.
Οι αγώνες της Αριστεράς που έχετε δώσει κι εσείς όπως είπαμε πριν, πιστεύετε ότι είχαν το αποτέλεσμα που ονειρευόσαστε; Διότι ακούω απογοητευμένους ανθρώπους της Αριστεράς που λένε ότι έδωσαν αγώνες για έναν καλύτερο κόσμο που τελικά δεν ήρθε ποτέ.
Έτσι είναι. Δεν ήρθε ποτέ. Εγώ την ημέρα που είδα να γκρεμίζεται το Τείχος του Βερολίνου με τέτοια μανία από τους κατοίκους του Ανατολικού Βερολίνου, εκεί συνειδητοποίησα ότι κάτι δεν έγινε σωστά. Και έχουν δίκιο οι άνθρωποι, διότι τελικά έγινε το Σοβιέτ μια πολιτική δικτατορία. Ανατριχιάζω με αυτά που μάθαμε οτι γίνονταν στη Σοβιετική Ένωση.
Τι οραματιζόσασταν εσείς;
Όνειρο για μια Δημοκρατία, για την ισότητα των λαών που λέγαμε τότε σαν νέοι και θέλαμε να έχουμε μια καθαρή Δημοκρατία χωρίς αυτή την ανισότητα των τάξεων. Πράγματα βέβαια που ποτέ δεν έγιναν κι ούτε και θα γίνουν. Δεν θα γίνουν ποτέ…
Στη μεταπολίτευση που «σκόνταψαν» όλα αυτά;
Μετά τη Χούντα όλοι οι αριστεροί πολιτικοί έγιναν υπάλληλοι ξένων συμφερόντων και όχι του κράτους και λυπάμαι που το λέω αυτό. Λυπάμαι. Ήταν μια ουτοπία τα ιδανικά για τα οποία αγωνιζόμασταν. Μία ουτοπία και τίποτε άλλο. Το κεφάλαιο πάντα κυβερνάει. Κρίμα… Είναι κρίμα διότι κάποιοι άνθρωποι κατηγορήθηκαν, κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, χτυπήθηκαν, έμειναν ανάπηροι, χάθηκαν… Και γιατί όλα αυτά; Τσάμπα. Τελικά μόνος ο,τι κάνεις. Η στάση ζωής σου είναι αυτή που σε χαρακτηρίζει και δίνεις το παράδειγμα στους άλλους. Δεν περιμένω απο κανένα κόμμα ή θεωρητικό του ΚΚΕ ή της Αριστεράς ή της Δεξιάς να μου πει τι να κάνω στη ζωή μου για να είμαι συνεπής και ειλικρινής και δίκαιος. Ουαί κι αλλοίμονο! Δηλαδή το έμαθαν αυτοί τί είναι δικαιοσύνη και δεν το έμαθα εγώ; Γιατί;
Οι Αριστεροί του τότε, έχουν τα ίδια ιδανικά με τους Αριστερούς του σήμερα; Για παράδειγμα, θα αναφέρω κάτι για τον Μίκη Θεοδωράκη. Έλεγε πάντα ότι αυτός και οι συναγωνιστές του ριγούσαν από συγκίνηση στην θέα της Ελληνικής σημαίας ή όταν μιλούσαν για την πατρίδα. Οι σημερινοί Αριστεροί όμως αν ακούσουν κάτι τέτοιο για κάποιον, θα τον αποκαλέσουν ακροδεξιό.
Οι αριστεροί του τότε δέν έχουν καμία σχέση με τους αριστερούς του σήμερα. Εμείς ήμασταν πατριώτες. Αγαπούσαμε την Ελλάδα. Υπάρχει σήμερα αυτό το φαινόμενο και είναι τρομερό. Ο Μίκης ήταν υπερπατριώτης και το εννοώ αυτό. Τον κυνήγησαν και τον έχουν πει και φασίστα! Πράγματα δηλαδή που εγώ τα θεωρώ γελοία.
Είχε μιλήσει μάλιστα το 2018 τότε στο Σύνταγμα στο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό και τον είχαν πει φασίστα! Είναι απίστευτο…
Για το Μακεδονικό, βέβαια! Θα σου πω ενα περιστατικό που έγινε το 2000. Είχαμε πάει στην Αυστραλία στο Μόντρεαλ για μια συναυλία. Μας πλησίασαν λοιπον κάποιοι Σκοπιανοί και τον είχαν απειλήσει για την ζωή του μπροστά μου! Του έλεγαν να μην τολμήσει να κάνει συναυλία γιατί θα τον σκοτώσουν! «Ελάτε να με σκοτώσετε» τους έλεγε ο Μίκης! Γέλαγε και δεν φοβόταν. Ήμουν ακριβώς δίπλα του όταν ήρθε αυτή η επιτροπή Σκοπιανών να τον απειλήσει. Αυτά λοιπόν που λέγονται, είναι από ηλίθιους ανθρώπους.
Γιατί όμως έχουν αλλοιωθεί τόσο πολύ οι αξίες της Αριστεράς;
Διότι φοβούνται τις πραγματικές αξίες ακόμη και οι ίδιοι οι Αριστεροί και θέλουν να είναι όλα κατευθυνόμενα όπως τα θέλουν αυτοί και όπως θέλει η ηγεσία τους.
Έχετε δηλώσει ότι είχατε ελπίδες από τον Τσίπρα, αλλά αποδείχτηκε ανεπαρκής.
Ναί. Είπα οτι αυτά που έπρεπε να γίνουν, δεν έγιναν. Αλλά μήπως κάνει κουμάντο ο Τσίπρας και ο κάθε Τσίπρας; Δεν κάνει. Απ’ έξω μας κυβερνούν. Και οι ευρωβουλευτές μας κάθονται εκεί και παίρνουν ένα παχυλό μισθό, τα έχουν όλα αφορολόγητα και δεν κάνουν τίποτα. Και δεν πιστεύω και στην κοινή αγορά. Ποτέ δεν πίστεψα. Πού μας βοήθησε αυτή η κοινή αγορά και η Ενωμένη Ευρώπη; Πρόκειται για μια αγορά συμφερόντων, μεγάλων βιομηχανιών, αυτοκινητοβιομηχανιών και τραπεζών που δεν μας βοήθησε πουθενά. Μας έκαναν να μην παράγουμε τίποτε. Παλιά είχαμε βιομηχανία. Φτιάξαμε το πρώτο ηλεκτρικό αυτοκίνητο το 1972 στην Σύρο! Φτάχναμε το Pony… Είχαμε τρείς εταιρίες που έφτιαχναν ηλεκτρικές συσκευές. Ιζόλα, Πίτσος, Εσκιμό… Πουλήθηκαν όλα. Δεν μας επέτρεψαν να καλλιεργούμε. Με αυτό το εύφορο κλίμα που έχει η πατρίδα μας, αγοράζουμε ντομάτες απο το Βέλγιο και την Ολλανδία και εισάγουμε λεμόνια από την Τουρκία και το Περού! Είναι ντροπή. Δεν μας επιτρέπουν απ’ έξω να καλλιεργούμε τη γη μας. Δεν κυβερνούν οι πολιτικοί πια! Τα μεγάλα συμφέροντα κυβερνούν. Και τώρα με την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τα σιτηρά τι θα γίνει;
Ο κόσμος με το Oυκρανικό ζήτημα έχει διχαστεί. Εσείς τί θέση παίρνετε για αυτό;
Σίγουρα καταδικάζω την εισβολή του Πούτιν με τους τόσους νεκρούς, αλλά και από την άλλη μεριά, ο Ζελένσκι δυναμίτισε την κατάσταση με την στάση του. Του έδωσαν προθεσμία οι Ρώσοι και του είπαν κατηγορηματικά να μην φέρει πυρηνικές κεφαλές κοντά στα σύνορά τους. Λογικό δεν είναι; Όταν πήγαν οι Ρώσοι το ’62 στην Κούβα, τότε μήπως οι Αμερικάνοι δεν τους είπαν να φύγουν γιατί αλλιώς θα τους πάρουν με τις κλωτσιές; Εκεί ήταν κακά και τώρα είναι καλά; Πώς θα το κάνουμε δηλαδή;
Έτσι είναι, αλλά ο πολύς κόσμος αγνοεί την ιστορία και δεν ψάχνει τη ρίζα του προβλήματος.
Κανονικά έπρεπε να πουν από την αρχή «ας είναι μια ουδέτερη ζώνη χωρίς πυρηνικές κεφαλές η Ουκρανία». Να μη σκοτωθεί τόσος κόσμος. Λυπάμαι πολύ για αυτά τα πράγματα.
Η σημερινή νεολαία κύριε Μητσιά, δεν γνωρίζει πράγματα όπως για παράδειγμα με ποιες χώρες συνορεύει η Ελλάδα και ποιος είναι ο Πρωθυπουργός της. Δεν γνωρίζει τον Χατζιδάκι, τον Ξαρχάκο, τον Ζαμπέτα, τον Γκάτσο, τον Ελύτη. Σε τι νομίζετε ότι οφείλεται;
Ισχύει αυτό. Για την κατάσταση φταίνε τα σχολεία, αλλά και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης όπως η τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Αυτός ο πολιτισμός που είχαμε κάποτε και ήμασταν περήφανοι, δεν υπάρχει πια σήμερα. Δε θέλουν να τον αναδείξουν! Δεν τους συμφέρει! Διότι ένα κράτος που είναι πολιτιστικά οργανωμένο, δεν φοβάται τίποτα.
Τι αποτέλεσμα βλέπετε να έχει όλη αυτήν η αμάθεια και η έλλειψη πολιτισμού στις επόμενες γενιές;
Θα οδηγηθούμε σε κάποια κρίση κάποια στιγμή. Ελπίζω να μην είναι πολεμική. Τότε θα ψάχνουμε οι ίδιοι να βρούμε τις αξίες μας. Θα λέμε «Είμαι Έλληνας». Πώς όμως είσαι Έλληνας; Με τί προσόντα; Τί θυμάσαι απο τον Έλληνα;
Οπότε, ο πολιτισμός και η ιστορία μας, μας κρατάει και ενωμένους.
Βεβαίως. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Και να σου πω και κάτι ακόμα; Δεν είμαι θεοφοβούμενος. Πιστεύω φυσιολογικά χωρίς υπερβολές στον Θεό όπως κάθε Έλληνας. Κατηγορούν όμως τη θρησκεία μας. Η θρησκεία η οποία έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο εξωτερικό. Εάν υπάρχει μια Ελλάδα στο εξωτερικό, είναι διότι υπάρχει η θρησκεία. Ο Έλληνας στην Γερμανία, στην Αμερική, στον Καναδά, πάει στην Εκκλησία την Κυριακή και ενώνεται και συνομιλεί με τους άλλους συμπατριώτες. Η Εκκλησία κράτησε τους Έλληνες του εξωτερικού ενωμένους. Αυτό να ξέρουν όσοι κατηγορούν τη θρησκεία. Το έχω ζήσει και το ξέρω καλά. Έχω πάει πενήντα φορές στην Αμερική. Η θρησκεία και η Εκκλησία συγκρατεί έξω το Ελληνικό στοιχείο ζωντανό. Κρατούν εκεί ζωντανά τα ήθη και τα έθιμά μας κι εδω τα έχουμε ξεχάσει.
Εδώ στην Ελλάδα είχαν προτείνει ακόμη και να καταργηθεί απο την Ελληνική σημαία ο σταυρός και να έχει μόνο ρίγες!
Ναι, μπορούμε να βάλουμε και για εθνική σημαία κάποια από μιά ποδοσφαιρική ομάδα… να τελειώνουμε! (Γέλια). Αυτό θέλουν αυτοί. Έτσι οδηγηθήκαμε απο αρχαιοτάτων χρόνων, με αυτές τις έριδες και τις διαφωνίες στον αφανισμό και ξαναρχίζαμε απο την αρχή.
Μιας και είπατε για ποδόσφαιρό. Εκτός από την αγάπη για το τραγούδι, αγαπάτε και τον ΠΑΟΚ.
Ναι, είμαι απο μικρό παιδί φίλαθλος του ΠΑΟΚ. Από τον καιρό που ήμουν στη Θεσσαλονίκη. Ειδικά όταν έπαιζε ο Γιώργος Κούδας, ο φίλος μου, δεν έχανα αγώνα. Μάλιστα, από τότε που σταμάτησε να παίζει ο Κούδας, δεν ξαναπήγα στο γήπεδο. Η τελευταία φορά ήταν το ματς ΠΑΟΚ – ΑΕΚ στο Ολυμπιακό στάδιο που έπαιξε για το κύπελλο. Απο τότε παρακολουθώ μόνο απο την τηλεόραση. Εγώ το ποδόσφαιρο δεν το βλέπω με το σκεπτικό «ας νικήσουμε και ας είμαστε κι οι χειρότεροι». Τον αγώνα τον έβλεπα μέσα από το καλλιτεχνικό πρίσμα. Τον κάθε παίκτη τον έβλεπα σαν τον Νουρέγιεφ ας πούμε. Μου άρεσε πολύ και ο Χατζηπαναγής ή ο Δελικάρης του Ολυμπιακού. Κάθε έναν τον θαύμαζα και γοητευόμουν για την δεξιοτεχνία και τις εμπνεύσεις του. Δεν με ενδιέφερε κάτι άλλο. Σίγουρα ήθελα να νικήσει η ομάδα που υποστηρίζω, ναι. Αλλά άμα είναι η χειρότερη η ομάδα μου; (Γέλια).
Είστε καλλιτέχνης που τιμά τους μεγάλους συνθέτες, αλλά πειραματίζεστε και με νέους, δίνοντάς τους ευκαιρίες. Πείτε μου για αυτό. Τί είναι για εσάς ο συνθέτης;
Είναι ο δημιουργός από τον οποίον εγώ υπάρχω. Αυτός και ο στιχουργός δημιουργούν το τραγούδι και χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχαμε οι τραγουδιστές και τα τραγούδια που μπαίνουν στην ψυχή μας. Ειδικά αν δεν υπήρχε ο Γκάτσος, δεν θα υπήρχε αυτό το σημαντικό Ελληνικό τραγούδι, διότι του Γκάτσου του έδιναν σκέτες μουσικές οι συνθέτες και εκείνος «ζωγράφιζε» με τους στίχους του εικόνες και τοπία στη μελωδία. Φοβερός! Ο Γκάτσος μαζί με τον Τσιτσάνη και την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, οι μεγάλοι Χατζιδάκις και Θεοδωράκης, υπήρξαν η μεγάλη δύναμη του Ελληνικού τραγουδιού. Όπως λέει και ο Σταύρος Ξαρχάκος, μιλάμε για το Ελληνικό τραγούδι Π.Γ. και Μ.Γ.. Προ Γκάτσου και μετά Γκάτσου δηλαδή! (Γέλια).
Έχετε δοκιμάσει να γράψετε εσείς στίχους ή μουσική;
Κοιτάξτε, έχω δοκιμάσει κατα καιρούς. Έχω γράψει κάποια πράγματα, αλλά δεν τόλμησα να τα βγάλω διότι δεν ήταν καλύτερα από αυτά των μεγάλων δημιουργών. Δεν θα μπορούσα σε καμία περίπτωση να το κάνω αυτό. Ήταν τόσο ωραία τα τραγούδια που τραγούδησα, που δεν θα έγραφα καλύτερα εγώ.
Ο Μενέλαος Λουντέμης είχε γράψει ότι «όλοι μας χρωστάμε κάπου μια συγγνώμη και ένα ευχαριστώ». Εσείς χρωστάτε κάπου μια συγγνώμη και ένα ευχαριστώ;
Βέβαια! Συγγνώμη χρωστώ στην γυναίκα μου που κατά καιρούς την έχω πικράνει διότι με άντεξε αυτά τα εξήντα χρόνια. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, οφείλω σε όλους αυτούς τους μεγάλους δημιουργούς που μου έδωσαν τα τραγούδια τους και κατ’ επέκταση την ψυχή τους. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ γιατί χωρίς αυτούς δεν θα ήμουν τίποτα και θα τραγουδούσα για την πλάκα μου σε κανένα καφενείο.
Είναι σημαντικό και πολύ συγκινητικό αυτό που λέτε, διότι σε μια πρόσφατη συνέντευξή μου με τον Κύριο Χατζηνάσιο, μου έλεγε ότι είχε το παράπονο ότι οι συνθέτες παραγκωνίστηκαν στην δισκογραφία από τις εταιρείες μετά από κάποια φάση.
Έχει δίκιο. Συγκεκριμένη εταιρεία το έκανε αυτό. Δείτε τα εξώφυλλα της Columbia και δείτε αυτά των άλλων εταιρειών. Η Columbia πάντα είχε στα εξώφυλλα ή έναν μεγάλο ζωγράφο ή έναν μεγάλο συνθέτη. Ποτέ δεν ήταν πρώτη μούρη που λέμε ο τραγουδιστής. Όταν μπήκαν τα ονόματα των τραγουδιστών μόνο στους δίσκους, χάλασαν και τα τραγούδια. Λυπάμαι που το λέω αυτό ως τραγουδιστής, όμως έτσι είναι. Για να μπει στο εξώφυλλο του δίσκου ο συνθέτης, ήταν μεγάλος συνθέτης και ήταν και ο δημιουργός ενός κύκλου τραγουδιών. Όταν αργότερα έμπαιναν στον ίδιο δίσκο διάφορα διάσπαρτα κομμάτια πολλών συνθετών, χάλασε η ιστορία.
Στις 14 Ιουνίου θα γίνει μια μεγάλη συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου: «50 χρόνια χρυσάφι». Πείτε μου για αυτό. Ο Διονύσης Σαββόπουλος έχει βρει αυτό τον ωραίο τίτλο. Τι να περιμένουμε να ακούσουμε εκεί και τι θα πρωτοχωρέσει βέβαια;
52 χρόνια τώρα λόγω και του κορονοϊού! Ναι, πραγματικά πρόκειται για έναν πολύ μεγάλο δημιουργό και είναι ο τρίτος ήχος θα έλεγα ο Διονύσης Σαββόπουλος μετά τον Χατζιδάκι και τον Θεοδωράκη. Ένα βράδυ καθώς δουλεύαμε μαζί, του ήρθε αυτή η ιδέα. Του άρεσαν τα τραγούδια όλα αυτά που έχω πει και σκέφτηκε αυτόν τον τίτλο. Θα προσπαθήσουμε να ακουστούν τα καλύτερα και σημαντικότερα τραγούδια όλων αυτών των χρόνων, αλλά θα είμαι και ανοιχτός στον κόσμο που πάντα είμαι ανοιχτός στον κόσμο, να μου πει κι αυτός τι θέλει να ακούσει. Με το κοινό έχω μια επαφή που αυτό με καθοδηγεί. Η δική τους επιθυμία, εκτελείται από μένα.
Αυτόν τον καιρό είστε στο στούντιο απ’ ό,τι ξέρω. Πείτε μας, τι ετοιμάζετε;
Ετοιμάζουμε έναν δίσκο εδώ και δύο χρόνια με πολύ ωραία τραγούδια του Γιώργου Θεοφάνους σε στίχους του Φίλιππου Γράψα. Είναι σημερινά και καθημερινά κομμάτια που τα έχουμε ανάγκη και τα έχει γράψει ο Γιώργος που είναι πολύ καλός συνθέτης.
Καλοτάξιδα σας εύχομαι! Έχετε ερμηνεύσει όλους αυτούς τους τεράστιους Έλληνες συνθέτες και τώρα συνεργάζεστε με έναν νεότερο που είναι και αυτός σπουδαίος.
Έχω πει βέβαια πρόσφατα και άλλα τραγούδια διαφόρων μεμονωμένων νέων συνθετών όπως είναι το κομμάτι «Απόσυρση» σε μουσική του Νίκου Πλάτανου και σε στίχους της Ιωάννας Κολλινιάτη και ένα ακόμη, το «Τραγούδια Παράλληλα» με μουσική του Βαγγέλη Μαχαίρα και στίχους του Δημήτρη Λέντζου. Έρχονται παιδιά και με βρίσκουν. Νέοι συνθέτες και μου ζητάνε να πω τα τραγούδια τους. Είναι ωραία κομμάτια. Δεν μπορώ να τους το αρνηθώ. Θα ήταν άδικο.
Μπράβο που δίνετε την ευκαιρία και σε νέους δημιουργούς να ακουστούν! Καλή επιτυχία σας εύχομαι και να είστε πάντα παραγωγικός και να λαμπραίνετε τον πολιτισμό μας!
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Να ‘στε πάντα καλά._
Φωτογραφίες: Λάμπρος Τζίμας
Απομαγνητοφώνηση: Αναστασία Μαρκοπούλου
Ευχαριστούμε το Cafe-εστιατόριο Jimmy’s στο Κολωνάκι για τη φιλοξενία