Μια επισκόπηση της φιλόδοξης σειράς του Alpha
1984. Η Ζέτα και η Νίτσα, δυο γυναίκες με σκοτεινό παρελθόν, φτάνουν στο Αγρίνιο. Αμέσως βρίσκουν δουλειά ως τραγουδίστριες στο «Όνειρο», το νυχτερινό κέντρο του Στρατή. Ορκισμένοι εχθροί του ο δήμαρχος, Χρήστος, καθώς ο Στρατής διατηρούσε κρυφή σχέση με τη σύζυγό του, Μαρίνα, που σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα (;), και ο Στέλιος, διοικητής της χωροφυλακής, κι αποφασισμένος να κάνει τα πάντα, αρκεί να διατηρήσει τη θέση και το κύρος του. Η κατάσταση θα περιπλεχθεί ακόμα περισσότερο όταν ο Στρατής ερωτευτεί τη Ζέτα, κι ανακαλύψει πως και οι δύο συνδέονται με τη δολοφονία του ατζέντη Νώντα Παραδείση…
Το βιβλίο του Θάνου Αλεξανδρή «Αυτή η νύχτα μένει» έγινε ευρέως γνωστό το 2000, μέσα από τη μεταφορά του στον κινηματογράφο από το Νίκο Παναγιωτόπουλο. Η τηλεοπτική σειρά σε σκηνοθεσία Κατερίνας Φιλιώτου και σενάριο Ιωάννα Κανελλοπούλου και Γιώργου Μακρή διηγείται μία διαφορετική ιστορία, διατηρώντας, φυσικά, τον γοητευτικό και, ταυτοχρόνως, επικίνδυνο κόσμο της νύχτας, και το ομώνυμο τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη, διασκευασμένο από το Νίκο Κατσίκη, με τη φωνή της Γιώτας Νέγκα.
Οι ερμηνείες αποτελούν αναμφίβολα το δυνατό χαρτί της σειράς, ξεκινώντας από το «βαρύ πυροβολικό» (Βασίλης Μπισμπίκης, Γιάννης Στάνκογλου στους χαρακτήρες του Στρατή και του Χρήστου αντίστοιχα) και φτάνοντας μέχρι τους μικρότερους ρόλους. Ο Γιάννος Περλέγκας υποδύεται το διοικητή της χωροφυλακής, πλάθοντας έναν άτεγκτο και στρυφνό χαρακτήρα που προσπαθεί με όλα τα λάθος μέσα να επιβληθεί στην οικογένειά του, ενώ δείχνει ένα συγκρατημένο πατρικό ενδιαφέρον στον «προστατευόμενο» υφιστάμενό του. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στις Κόρα Καρβούνη (Νίτσα) και Άννα Μάσχα (Διαμάντω). Αγέρωχες, αλλά βαθιά ευαίσθητες και πληγωμένες, σαν ηρωίδες αρχαίας τραγωδίες προσπαθούν να προστατέψουν τα παιδιά τους, η μεν Διαμάντω το βιολογικό της γιο, η δε Νίτσα τη νεαρή Ζέτα, που αγαπά σαν δική της κόρη. Την παράσταση κλέβει, βέβαια, ο Γιάννης Τσορτέκης, μέσα απ’ τον αβανταδόρικο ρόλο του γλεντζέ Γιώργη. Όσο για την Ηλιάνα Μαυρομάτη, αν και ίσως θα ‘πρεπε ως Ζέτα να φαίνεται πιο μυστηριώδης, καταφέρνει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Σε μικρότερους ρόλους, ο Γιάννης Εγγλέζος, έχοντας διαρκώς ένα ανέκφραστο και παγωμένο βλέμμα, πείθει πως πενθεί πραγματικά για το θάνατο της αδερφής του κι έχει τύψεις που δεν κατάφερε να τη σώσει, και η Νικολέττα Καρρά δίνει σάρκα και οστά σ’ έναν κάθε άλλο παρά αναπτυγμένο χαρακτήρα, κουβαλώντας τη μελαγχολία της γυναίκας που δεν καταφέρνει να κερδίσει αυτόν που αγαπάει. Ο Γιώργος Γιαννόπουλος ως Νώντας εμφανίζεται μέσα από flash back, περισσότερο μουγκρίζοντας παρά μιλώντας στην επίμαχη σκηνή όπου μαθαίνουμε πώς έμπλεξε η Ζέτα, κι αποδίδει όλη τη «βρωμιά» του χαρακτήρα του, ενώ η ρομαντική Μυρτώ (Αναστασία Τσιλιμπίου) σιγοτραγουδάει ντροπαλά στη διαδήλωση…μετά μουσικής έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα, αποδεικνύοντας πως σε κάποιες σκηνές έχουν προσεχτεί και οι πιο ασήμαντες λεπτομέρειες.
Το σενάριο αυτό καθ’ αυτό παρουσιάζει τις δικές τους αρετές, αποδίδοντας σε βάθος τις δυσλειτουργικές σχέσεις μεταξύ των μελών των οικογενειών του δημάρχου και του διοικητή της χωροφυλακής, ενώ μικρές λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά. Για παράδειγμα, τραγουδιστές και μουσικοί στο «Όνειρο» παίζουν στις πρόβες τραγούδια που δεν θα έπαιζαν στο πρόγραμμα, όπως το «Είμαι πολύ ωραίος» του Θέμη Ανδρεάδη, ή ακόμα και το «Πρακτορείο» των Σταύρου Ξαρχάκου-Νίκου Γκάτσου, που ευφυέστατα γίνεται η αφορμή να έρθει για πρώτη φορά σ’ επαφή η Ζέτα με το νεαρό πιανίστα Σταύρο (Στάθης Κόικας).
Η δολοφονία του Νώντα και ο θάνατος της Μαρίνας βρίσκονται στην αιχμή του δόρατος, καταφέρνοντας να κερδίσουν το ενδιαφέρον των θεατών, κάπου εκεί, όμως, αρχίζουν και οι πρώτες ενστάσεις. Αμφότερες οι ιστορίες εκτυλίσσονται πολύ αργά, ειδικά από τότε που η σειρά άρχισε να προβάλλεται τρεις φορές την εβδομάδα, με τις ίδιες πληροφορίες να επαναλαμβάνονται, χωρίς να δίνονται συχνά νέα στοιχεία. Τα εξωτερικά γυρίσματα έχουν αρχίσει να μειώνονται αισθητά, ενώ στις σκηνές στο «Όνειρο» ακούμε συνεχώς τα ίδια τραγούδια. Συν τοις άλλοις, το καφενείο-ουζερί-πολυεργαλείο του Γρηγόρη (Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης) αποτελεί για τους δημιουργούς έναν εύκολο αλλά όχι και τόσο αληθοφανή τρόπο να συγκεντρώνει όλους τους χαρακτήρες, από «μπουζουκόβιους» και νέους μέχρι αξιωματικούς του στρατού και της αστυνομίας.
Κι αν όλα αυτά φαντάζουν ασήμαντα, δύσκολα μπορεί να παραβλέψει κάποιος πως η εξέλιξη ορισμένων ιστοριών αρχίζει να θυμίζει μελό του ’60: ο Στρατής, πιστεύοντας πως η Ζέτα θα κατηγορηθεί εξαιτίας του για φόνο, αποφασίζει να τη χωρίσει για να την προστατέψει χωρίς να την εξηγήσει το λόγο, ενώ ο Μανώλης (Γιάννης Σύριος), μαθαίνοντας πως η Μυρτώ δουλεύει στο «Όνειρο» τη χωρίζει και την εξευτελίζει, με αποτέλεσμα εκείνη λίγο μετά να χάσεις τις αισθήσεις της.
Όλα αυτά δεν αναιρούν, φυσικά, την προσπάθεια των συντελεστών να παρουσιάσουν μία άρτια δουλειά. Οι απαιτήσεις είναι υψηλές, ακριβώς επειδή οι ίδιοι έβαλαν ψηλά τον πήχη. Τα νέα επεισόδια θα ξεκινήσουν να προβάλλονται στις 19/1. Ας ελπίσουμε να είναι αντάξια των προσδοκιών μας…
Μια επισκόπηση της φιλόδοξης σειράς του Alpha
1984. Η Ζέτα και η Νίτσα, δυο γυναίκες με σκοτεινό παρελθόν, φτάνουν στο Αγρίνιο. Αμέσως βρίσκουν δουλειά ως τραγουδίστριες στο «Όνειρο», το νυχτερινό κέντρο του Στρατή. Ορκισμένοι εχθροί του ο δήμαρχος, Χρήστος, καθώς ο Στρατής διατηρούσε κρυφή σχέση με τη σύζυγό του, Μαρίνα, που σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα (;), και ο Στέλιος, διοικητής της χωροφυλακής, κι αποφασισμένος να κάνει τα πάντα, αρκεί να διατηρήσει τη θέση και το κύρος του. Η κατάσταση θα περιπλεχθεί ακόμα περισσότερο όταν ο Στρατής ερωτευτεί τη Ζέτα, κι ανακαλύψει πως και οι δύο συνδέονται με τη δολοφονία του ατζέντη Νώντα Παραδείση…
Το βιβλίο του Θάνου Αλεξανδρή «Αυτή η νύχτα μένει» έγινε ευρέως γνωστό το 2000, μέσα από τη μεταφορά του στον κινηματογράφο από το Νίκο Παναγιωτόπουλο. Η τηλεοπτική σειρά σε σκηνοθεσία Κατερίνας Φιλιώτου και σενάριο Ιωάννα Κανελλοπούλου και Γιώργου Μακρή διηγείται μία διαφορετική ιστορία, διατηρώντας, φυσικά, τον γοητευτικό και, ταυτοχρόνως, επικίνδυνο κόσμο της νύχτας, και το ομώνυμο τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη, διασκευασμένο από το Νίκο Κατσίκη, με τη φωνή της Γιώτας Νέγκα.
Οι ερμηνείες αποτελούν αναμφίβολα το δυνατό χαρτί της σειράς, ξεκινώντας από το «βαρύ πυροβολικό» (Βασίλης Μπισμπίκης, Γιάννης Στάνκογλου στους χαρακτήρες του Στρατή και του Χρήστου αντίστοιχα) και φτάνοντας μέχρι τους μικρότερους ρόλους. Ο Γιάννος Περλέγκας υποδύεται το διοικητή της χωροφυλακής, πλάθοντας έναν άτεγκτο και στρυφνό χαρακτήρα που προσπαθεί με όλα τα λάθος μέσα να επιβληθεί στην οικογένειά του, ενώ δείχνει ένα συγκρατημένο πατρικό ενδιαφέρον στον «προστατευόμενο» υφιστάμενό του. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στις Κόρα Καρβούνη (Νίτσα) και Άννα Μάσχα (Διαμάντω). Αγέρωχες, αλλά βαθιά ευαίσθητες και πληγωμένες, σαν ηρωίδες αρχαίας τραγωδίες προσπαθούν να προστατέψουν τα παιδιά τους, η μεν Διαμάντω το βιολογικό της γιο, η δε Νίτσα τη νεαρή Ζέτα, που αγαπά σαν δική της κόρη. Την παράσταση κλέβει, βέβαια, ο Γιάννης Τσορτέκης, μέσα απ’ τον αβανταδόρικο ρόλο του γλεντζέ Γιώργη. Όσο για την Ηλιάνα Μαυρομάτη, αν και ίσως θα ‘πρεπε ως Ζέτα να φαίνεται πιο μυστηριώδης, καταφέρνει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Σε μικρότερους ρόλους, ο Γιάννης Εγγλέζος, έχοντας διαρκώς ένα ανέκφραστο και παγωμένο βλέμμα, πείθει πως πενθεί πραγματικά για το θάνατο της αδερφής του κι έχει τύψεις που δεν κατάφερε να τη σώσει, και η Νικολέττα Καρρά δίνει σάρκα και οστά σ’ έναν κάθε άλλο παρά αναπτυγμένο χαρακτήρα, κουβαλώντας τη μελαγχολία της γυναίκας που δεν καταφέρνει να κερδίσει αυτόν που αγαπάει. Ο Γιώργος Γιαννόπουλος ως Νώντας εμφανίζεται μέσα από flash back, περισσότερο μουγκρίζοντας παρά μιλώντας στην επίμαχη σκηνή όπου μαθαίνουμε πώς έμπλεξε η Ζέτα, κι αποδίδει όλη τη «βρωμιά» του χαρακτήρα του, ενώ η ρομαντική Μυρτώ (Αναστασία Τσιλιμπίου) σιγοτραγουδάει ντροπαλά στη διαδήλωση…μετά μουσικής έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα, αποδεικνύοντας πως σε κάποιες σκηνές έχουν προσεχτεί και οι πιο ασήμαντες λεπτομέρειες.
Το σενάριο αυτό καθ’ αυτό παρουσιάζει τις δικές τους αρετές, αποδίδοντας σε βάθος τις δυσλειτουργικές σχέσεις μεταξύ των μελών των οικογενειών του δημάρχου και του διοικητή της χωροφυλακής, ενώ μικρές λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά. Για παράδειγμα, τραγουδιστές και μουσικοί στο «Όνειρο» παίζουν στις πρόβες τραγούδια που δεν θα έπαιζαν στο πρόγραμμα, όπως το «Είμαι πολύ ωραίος» του Θέμη Ανδρεάδη, ή ακόμα και το «Πρακτορείο» των Σταύρου Ξαρχάκου-Νίκου Γκάτσου, που ευφυέστατα γίνεται η αφορμή να έρθει για πρώτη φορά σ’ επαφή η Ζέτα με το νεαρό πιανίστα Σταύρο (Στάθης Κόικας).
Η δολοφονία του Νώντα και ο θάνατος της Μαρίνας βρίσκονται στην αιχμή του δόρατος, καταφέρνοντας να κερδίσουν το ενδιαφέρον των θεατών, κάπου εκεί, όμως, αρχίζουν και οι πρώτες ενστάσεις. Αμφότερες οι ιστορίες εκτυλίσσονται πολύ αργά, ειδικά από τότε που η σειρά άρχισε να προβάλλεται τρεις φορές την εβδομάδα, με τις ίδιες πληροφορίες να επαναλαμβάνονται, χωρίς να δίνονται συχνά νέα στοιχεία. Τα εξωτερικά γυρίσματα έχουν αρχίσει να μειώνονται αισθητά, ενώ στις σκηνές στο «Όνειρο» ακούμε συνεχώς τα ίδια τραγούδια. Συν τοις άλλοις, το καφενείο-ουζερί-πολυεργαλείο του Γρηγόρη (Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης) αποτελεί για τους δημιουργούς έναν εύκολο αλλά όχι και τόσο αληθοφανή τρόπο να συγκεντρώνει όλους τους χαρακτήρες, από «μπουζουκόβιους» και νέους μέχρι αξιωματικούς του στρατού και της αστυνομίας.
Κι αν όλα αυτά φαντάζουν ασήμαντα, δύσκολα μπορεί να παραβλέψει κάποιος πως η εξέλιξη ορισμένων ιστοριών αρχίζει να θυμίζει μελό του ’60: ο Στρατής, πιστεύοντας πως η Ζέτα θα κατηγορηθεί εξαιτίας του για φόνο, αποφασίζει να τη χωρίσει για να την προστατέψει χωρίς να την εξηγήσει το λόγο, ενώ ο Μανώλης (Γιάννης Σύριος), μαθαίνοντας πως η Μυρτώ δουλεύει στο «Όνειρο» τη χωρίζει και την εξευτελίζει, με αποτέλεσμα εκείνη λίγο μετά να χάσεις τις αισθήσεις της.
Όλα αυτά δεν αναιρούν, φυσικά, την προσπάθεια των συντελεστών να παρουσιάσουν μία άρτια δουλειά. Οι απαιτήσεις είναι υψηλές, ακριβώς επειδή οι ίδιοι έβαλαν ψηλά τον πήχη. Τα νέα επεισόδια θα ξεκινήσουν να προβάλλονται στις 19/1. Ας ελπίσουμε να είναι αντάξια των προσδοκιών μας…