Άριες και ντουέτα από την Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, το Ριγκολέττο του Τζουζέπε Βέρντι, τη Νυχτερίδα του Γιόχαν Στράους και την Εύθυμη Χήρα του Φραντς Λέχαρ.
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά φιλοξενεί την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε μια Βραδιά Όπερας στις 10 Ιανουαρίου. Αποσπάσματα διαχρονικών έργων συνθέτουν το πρόγραμμα της συναυλίας η οποία περιλαμβάνει άριες και ντουέτα από την Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, το Ριγκολέττο του Τζουζέπε Βέρντι, τη Νυχτερίδα του Γιόχαν Στράους και την Εύθυμη Χήρα του Φραντς Λέχαρ.
Τα αποσπάσματα αποδίδουν οι ερμηνευτές: Παναγιώτα Πολυζωίδου, Αντώνης Κορωναίος και Δημήτρης Πακσόγλου. Στο πόντιουμ, ο αρχιμουσικός Ρωμανός Παπάζογλου.
Το πρόγραμμα με μια ματιά
Τζοακίνο Ροσσίνι (1792 – 1868)
H Ιταλίδα στο Αλγέρι, εισαγωγή για ορχήστρα
Γκαετάνο Ντονιτσέττι (1797 – 1848)
“Ah! Tardai troppo… O luce di quest’anima”, άρια από την όπερα Λίντα του Σαμονί
Σαρλ Γκουνό (1818 – 1893)
“Ah! Lève-toi, soleil”, άρια από την όπερα Ρωμαίος και Ιουλιέτα
Γκαετάνο Ντονιτσέττι
“Caro elisir! Sei mio! Lallarallara”, ντουέτο από την όπερα Το ελιξίριο του έρωτα
Πιέτρο Μασκάνι (1863 – 1945)
Ιντερμέτζο από την όπερα Καβαλερία ρουστικάνα
Τζουζέπε Βέρντι (1813 – 1901)
“Forse la soglia attinse… Ma se m’è forza perderti”, άρια από την όπερα Ένας χορός μεταμφιεσμένων
Ζoρζ Μπιζέ (1838 – 1875)
“Je croix entendre encore”, άρια από την όπερα Αλιείς μαργαριταριών
Κάρμεν, εισαγωγή για ορχήστρα
“La fleur que tu m’avais jetée”, άρια από την όπερα Κάρμεν
Τζουζέπε Βέρντι
Ντουέτο Τζίλντα και Δούκα από την όπερα Ριγκολέτο
Φραντς φον Σουπέ (1819 – 1895)
Ένα πρωινό, ένα μεσημέρι και ένα βράδυ στη Βιέννη, εισαγωγή για ορχήστρα
Γιόχαν Στράους ο νεότερος (1825 – 1899)
“Mein Herr Marquis” από την οπερέτα Η Νυχτερίδα
Φραντς Λέχαρ (1870 – 1948)
“Dein ist mein ganzes Herz” από την οπερέτα Η χώρα του μειδιάματος
“Meine Lippen, sie küssen so heiß” από την οπερέτα Τζουντίτα
Γιόχαν Στράους ο νεότερος
“Komm in die Gondel” από την οπερέτα Μια νύχτα στη Βενετία
Φραντς Λέχαρ (1870 – 1948)
Εισαγωγή και “So kommen Sie” (ντουέτο) από την οπερέτα Η εύθυμη χήρα
“Lippen schweigen”, ντουέτο από την οπερέτα Η εύθυμη χήρα
Το σχόλιο της Παναγιώτας Πολυζωίδου
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα συνδυάζει τρία διαφορετικά στυλ. Την οπερέτα, το ιταλικό Bel Canto και τις όπερες του G.Verdi. Η οπερέτα, η οποία είναι πολύ αγαπητή στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο χρειάζεται ηθοποιία, χάρη ενώ παράλληλα μία ιδιαίτερη δεξιοτεχνία στην τεχνική, στο στυλ και στην άρθρωση.
Στη συνέχεια το ιταλικό Bel Canto που σημαίνει όμορφο τραγούδι, δίνει έμφαση περισσότερο στην ομορφιά του ήχου, είναι άκρως δεξιοτεχνικό, απαιτεί ευελιξία στην τεχνική και ποικιλία ηχοχρωμάτων στη φωνή. Τέλος ο G.Verdi με τις όπερες του έφτασε την ιταλική όπερα στην τέλεια μορφή της τον 19ο αιώνα. Θεωρώ λοιπόν, ότι η δυσκολία του συγκεκριμένου προγράμματος είναι να αποδοθεί σωστά το κάθε στυλ, ώστε να το κατανοήσει και να το χαρεί το κοινό.
Το σχόλιο του Δημήτρη Πακσόγλου
Ένα γκαλά όπερας είναι πάντα απαιτητικό και ταυτόχρονα συναρπαστικό για ένα λυρικό τραγουδιστή. Στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, θα ερμηνεύσουμε μαζί με τους εξαιρετικούς συναδέλφους μου άριες, ντουέτι αλλά και οπερετικά κομμάτια πολλών ειδών και διαφορετικών δυσκολιών.
Πρέπει να διαθέτεις μια μεγάλη γκάμα δυνατοτήτων για να ανταπεξέλθεις σε ένα πρόγραμμα όπως αυτό που είναι λυρικό αλλά και δραματικό ταυτόχρονα. Πρέπει να διαθέτεις ευελιξία αλλά και φωνητική και ερμηνευτική αρτιότητα για να ταξιδέψεις πολύ γρήγορα από μια δραματική όπερα, όπως είναι ο ballo in maschera του Βέρντι στην ανάλαφρη Εύθυμη Χήρα του Λέχαρ και να περάσεις από την παθιασμένη Κάρμεν του Μπιζέ στην ξέφρενη Νυχτερίδα του Στράους.
Το σχόλιο του μαέστρου
Θα παρουσιάσουμε ένα εορταστικό πρόγραμμα με γνωστά και αγαπημένα για το κοινό αποσπάσματα από την όπερα και την οπερέτα. Το πρόγραμμα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος θα κάνουμε ένα σύντομο μουσικό ταξίδι στην ιταλική και γαλλική όπερα του 19ου αιώνα. Στο δεύτερο μέρος θα ακολουθήσουν αποσπάσματα από έργα της βιεννέζικης οπερέτας ευελπιστώντας να κλείσουμε το πρόγραμμα με την καλύτερη δυνατή διάθεση για το ξεκίνημα της καινούργιας χρονιάς.
Για την ιστορία…
Ο μεγάλος Ιταλός συνθέτης όπερας Τζοακίνο Ροσσίνι συνέθεσε το 1813 (μέσα σε λίγες μόλις μέρες) το εύθυμο δράμα Η Ιταλίδα στο Αλγέρι, που παραμένει ως σήμερα μια από τις πιο δημοφιλείς δημιουργίες του (ήταν και η πρώτη όπερά του που παρουσιάστηκε στο Παρίσι).
Η ορχηστρική εισαγωγή φέρει τα τυπικά χαρακτηριστικά της άλλοτε μελωδικής και άλλοτε νευρώδους (αλλά πάντα διαυγούς) συμφωνικής γραφής του συνθέτη. Μετά από τα χαμηλόφωνα πιτσικάτι των κοντραμπάσων και ένα απρόσμενο ορχηστρικό «επιφώνημα», το όμποε ξεδιπλώνει ένα εξωτικό θέμα, ενώ αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο και στην ακόλουθη γρήγορη ενότητα, μαζί με το πίκολο φλάουτο.
Οι όπερες του Γκαετάνο Ντονιτσέττι αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα του ιταλικού bel canto που κατά λέξη σημαίνει «ωραίο τραγούδι» και χαρακτηρίζει την κυρίαρχη αισθητική και συνθετική τάση των Ιταλών συνθετών όπερας στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η φωνητική τους γραφή ήταν βαθιά επικεντρωμένη στο να αναδεικνύει πρωτίστως την εκφραστικότητα, την πλαστικότητα και τη δεξιοτεχνία της ανθρώπινης φωνής. Στο ρετσιτατίβο και την άρια της Λίντα από την Α’ Πράξη της όπερας Λίντα του Σαμονί (1842), η όμορφη πρωταγωνίστρια αφηγείται το πώς καθυστέρησε να έρθει στο ραντεβού με τον αγαπημένο της Κάρλο, έναν φτωχό αλλά ταλαντούχο ζωγράφο, αναγνωρίζοντας όμως ότι τα λουλούδια που εκείνος της άφησε της έδωσαν μεγάλη χαρά.
Η μεγάλη επιτυχία της όπερας Φάουστ (1859) του Σαρλ Γκουνό στο παρισινό κοινό ήταν αναμενόμενο να οδηγήσει στην παραγγελία μίας νέας όπερας από το Théâtre Lyrique στο συνθέτη. Το λιμπρέτο του νέου αυτού έργου έγραψαν οι Ζυλ Μπαρμπιέ και Μισέλ Καρρέ, βασιζόμενοι σε ένα άλλο μνημειώδες έργο, τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα του Σαίξπηρ. Στη Β’ Πράξη της όπερας, ο Ρωμαίος βρίσκεται κάτω από το μπαλόνι της αγαπημένης του και εκστατικά καλεί τον ήλιο να ανατείλει, παρομοιάζοντας το ζωογόνο φως του με την εκτυφλωτική ομορφιά της Ιουλιέτας.
Η όπερα Το ελιξίριο του έρωτα του Ντονιτσέττι παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1832 στο Μιλάνο. Η εύπορη Αντίνα είναι το αντικείμενο του πόθου του φτωχού και ντροπαλού χωρικού Νεμορίνο, ο οποίος καταφεύγει σε ένα «μαγικό ερωτικό ελιξίριο» που πουλάει ο ψευτογιατρός Ντουλκαμάρα. Στην Α’ Πράξη, ο Νεμορίνο πίνει το ελιξίριο και βρίσκεται σε κατάσταση ευθυμίας και αισιοδοξίας για τα αποτελέσματά του, ενώ συγχρόνως η Αντίνα αναρωτιέται για τη στάση και τα συναισθήματά του Νεμορίνο.
H μονόπρακτη όπερα Καβαλερία ρουστικάνα ήταν ο πρώτος (και ο μεγαλύτερος) θρίαμβος του Πιέτρο Μασκάνι (1870) και συγχρόνως μία από τις πρώτες όπερες του κινήματος του βερισμού, που άντλησε τη θεματολογία του από πρόσωπα και καταστάσεις της καθημερινής ζωής.
Το μελαγχολικό ιντερμέτζο, που αξιοποιεί τον ζεστό ήχο των εγχόρδων, είναι μια από τις πιο αισθησιακές ορχηστρικές σελίδες από τον κόσμο της όπερας γενικότερα.
Το όνομα του Τζουζέπε Βέρντι είναι ταυτισμένο με την ακμή και δόξα της ιταλικής όπερας· τα ρομαντικά, οπερατικά του έργα παραμένουν διαχρονικά στο επίκεντρο του ρεπερτορίου για κάθε λυρικό θέατρο του κόσμου.
Η όπερά του Ένας χορός μεταμφιεσμένων αναφέρεται στη δολοφονία του βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύου Γ’ το 1792 κατά τη διάρκεια ενός χορού μεταμφιεσμένων, αλλά υπό την πίεση της λογοκρισίας της εποχής ο συνθέτης αναγκάστηκε να αλλάξει τα ονόματα των ηρώων και να μεταφέρει τη δράση του έργου στη Βοστώνη του 17ου αιώνα.
Ο κυβερνήτης Ρικάρντο ερωτεύεται την Αμέλια, που είναι ωστόσο η σύζυγος του καλού του φίλου Ρενάτο. Στην Γ’ Πράξη της όπερας, ο Ρικάρντο σκέφτεται συντετριμμένος πως ο μόνος τρόπος να δώσει ένα τέλος στον πόθο του για την Αμέλια και να μην προδώσει τον φίλο του, είναι να στείλει το ζευγάρι πίσω στην Αγγλία.
Οι πρώτες παραστάσεις της όπερας Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, που βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ, δόθηκαν στο Παρίσι το 1875 και ήταν κάθε άλλο παρά επιτυχημένες. Ο συνθέτης πέθανε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, χωρίς να προφτάσει να βιώσει τη μετέπειτα πορεία της όπεράς του, που άρχισε να γίνεται αποδεκτή από το διεθνές κοινό αλλά και από μεγάλους συνθέτες.
Σήμερα πλέον η Κάρμεν είναι μια από τις πιο πολύ παρουσιαζόμενες όπερες παγκοσμίως· πολλές από τις μελωδίες της είναι αναγνωρίσιμες ακόμα και από ανθρώπους που έχουν ελάχιστη σχέση με τον κόσμο της όπερας, ενώ πολλοί συνθέτες έχουν εμπνευστεί έργα βασισμένα στη μουσική της. Στη σύντομη ορχηστρική εισαγωγή, ο συνθέτης παρουσιάζει παρατακτικά τρεις πολύ χαρακτηριστικές μελωδίες που συνοδεύουν σημαντικές στιγμές του έργου.
Σε μια από τις πιο γνωστές άριες της όπερας, ο στρατιώτης Δον Χοσέ τραγουδά με πάθος τον φλογερό έρωτά του για την κεντρική ηρωίδα, λέγοντάς της ότι το λουλούδι που του είχε πετάξει ήταν για εκείνον μία διαρκής συντροφιά όσο καιρό ήταν στη φυλακή.
Ανάλογου λυρισμού είναι και η πασίγνωστη άρια του ψαρά Ναντίρ από την όπερα Αλιείς μαργαριταριών, που ο Μπιζέ συνέθεσε το 1863 και που επικεντρώνεται στον έρωτα δύο φίλων για την ίδια γυναίκα. Ο ήρωας θυμάται τη στιγμή της συνάντησής του με την ιέρεια Λεϊλά και τον κεραυνοβόλο έρωτα που γεννήθηκε μέσα του για εκείνη.
Το θεατρικό έργο του Βικτόρ Ουγκώ Ο βασιλιάς διασκεδάζει ανέβηκε στη Γαλλία το 1832 αλλά μετά από μία μόνο παράσταση απαγορεύτηκε (η απαγόρευση κράτησε μισό αιώνα). Ωστόσο, πάνω στο έργο αυτό βασίστηκε η όπερα του Βέρντι Ριγκολέτο (σε λιμπρέτο του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε) που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1851 στη Βενετία. Στο ντουέτο της Α’ Πράξης, ο Δούκας της Μάντοβας εξομολογείται τον έρωτά του στην όμορφη Τζίλντα, κόρη του γελωτοποιού του, Ριγκολέτο.
Ο δαλματικής καταγωγής Φραντς φον Σουπέ υπήρξε σημαντική φυσιογνωμία για το βιεννέζικο μουσικό θέατρο του 19ου αιώνα χάρη στις ανάλαφρες οπερέτες και γενικότερα τη σκηνική του μουσική. Αρκετές από τις ορχηστρικές εισαγωγές (ουβερτούρες) των έργων του έχουν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου, όπως και η Εισαγωγή από το νεανικό του έργο (1844) Ένα πρωινό, ένα μεσημέρι και ένα βράδυ στη Βιέννη.
Η μουσική ανοίγει με πομπώδη τρόπο που δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα για ένα εκτενές, μελαγχολικό σόλο του βιολοντσέλου. Από εκεί και ύστερα όμως, ο χαρακτήρας αλλάζει ριζικά με πλήθος γρήγορων επεισοδίων.
Πολύ εύστοχα, ο Γάλλος συνθέτης Ζυλ Μασνέ παρατήρησε πως «ο Μπραμς είναι το πνεύμα της Βιέννης αλλά ο Στράους το άρωμά της». Πράγματι, ο βιολιστής και συνθέτης Γιόχαν Στράους (υιός), γόνος μίας ένδοξης αυστριακής μουσικής οικογένειας, συνθέτοντας εκατοντάδες βαλς και μερικές από τις πιο δημοφιλείς οπερέτες της εποχής του, ταύτισε το όνομά του και με τα δύο είδη.
Η οπερέτα Η Νυχτερίδα ολοκληρώθηκε το 1874 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά (στη Βιέννη φυσικά) στις 5 Απριλίου της ίδιας χρονιάς υπό τη διεύθυνση του συνθέτη. Στον χορό του πρίγκιπα Ορλόφσκι (Β’ Πράξη), καταφτάνει η Αντέλα, καμαριέρα του Γκάμπριελ φον Άιζενσταϊν, ο οποίος εμφανίζεται επίσης στον χορό και συστήνεται ως Γάλλος μαρκήσιος. Αναγνωρίζει βεβαίως την καμαριέρα του, η οποία όμως τον διαψεύδει με αρκετή ειρωνεία και χιούμορ.
Το έργο Μια νύχτα στη Βενετία είναι η μόνη οπερέτα του Στράους που έκανε την πρεμιέρα της εκτός Βιέννης και συγκεκριμένα στο Βερολίνο (1883). Προς το τέλος της Α’ Πράξης, η άρια του κουρέα Καραμέλο που μεταμφιέζεται σε γονδολιέρη και προσκαλεί την αγαπημένη του στη γόνδολά του, είναι ένα όμορφο κράμα βαρκαρόλας και νανουρίσματος.
Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο επίγονος του Σουπέ και του Στράους στο είδος της οπερέτας ήταν ο ουγγρικής καταγωγής Αυστριακός συνθέτης Φραντς Λέχαρ. Το διασημότερο έργο του ήταν (και είναι) η Εύθυμη χήρα που έκανε την πρεμιέρα της στη Βιέννη τον Δεκέμβριο του 1905.
Στις μεταγενέστερες επιτυχίες του συνθέτη ανήκει η οπερέτα Η χώρα του μειδιάματος του 1923 και η μεγαλόπνοη μουσική κωμωδία Τζουντίτα που ανέβηκε για πρώτη φορά στην Κρατική Όπερα της Βιέννης το 1934 αλλά τελικά δεν κατόρθωσε να κερδίσει μία θέση στο σταθερό ρεπερτόριο. Όπως είναι αναμενόμενο, ο έρωτας με όλες τις ομορφιές αλλά και τις δυσκολίες του βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των παραπάνω έργων, σε απόλυτη συμφωνία με τις επιθυμίες του κοινού της εποχής.
Οι άριες και τα ντουέτα που εμπεριέχονται στο πρόγραμμα της συναυλίας ανήκουν στις πιο διάσημες σελίδες του Λέχαρ, συνδυάζοντας ιδανικά την πηγαία μελωδικότητα, την αισθησιακή αρμονική πορεία της μουσικής, την ανάδειξη της εκφραστικότητας της ανθρώπινης φωνής και γενικότερα μία ευπρόσδεκτα ανάλαφρη διάθεση, ανεξαρτήτως του αν η απόχρωσή της είναι χιουμοριστική ή μελαγχολική.
Τιμές:
Τιμές: 25€, 20€, 15€ και 8€ (εκπτωτικό)
Προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr
Άριες και ντουέτα από την Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, το Ριγκολέττο του Τζουζέπε Βέρντι, τη Νυχτερίδα του Γιόχαν Στράους και την Εύθυμη Χήρα του Φραντς Λέχαρ.
Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά φιλοξενεί την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε μια Βραδιά Όπερας στις 10 Ιανουαρίου. Αποσπάσματα διαχρονικών έργων συνθέτουν το πρόγραμμα της συναυλίας η οποία περιλαμβάνει άριες και ντουέτα από την Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, το Ριγκολέττο του Τζουζέπε Βέρντι, τη Νυχτερίδα του Γιόχαν Στράους και την Εύθυμη Χήρα του Φραντς Λέχαρ.
Τα αποσπάσματα αποδίδουν οι ερμηνευτές: Παναγιώτα Πολυζωίδου, Αντώνης Κορωναίος και Δημήτρης Πακσόγλου. Στο πόντιουμ, ο αρχιμουσικός Ρωμανός Παπάζογλου.
Το πρόγραμμα με μια ματιά
Τζοακίνο Ροσσίνι (1792 – 1868)
H Ιταλίδα στο Αλγέρι, εισαγωγή για ορχήστρα
Γκαετάνο Ντονιτσέττι (1797 – 1848)
“Ah! Tardai troppo… O luce di quest’anima”, άρια από την όπερα Λίντα του Σαμονί
Σαρλ Γκουνό (1818 – 1893)
“Ah! Lève-toi, soleil”, άρια από την όπερα Ρωμαίος και Ιουλιέτα
Γκαετάνο Ντονιτσέττι
“Caro elisir! Sei mio! Lallarallara”, ντουέτο από την όπερα Το ελιξίριο του έρωτα
Πιέτρο Μασκάνι (1863 – 1945)
Ιντερμέτζο από την όπερα Καβαλερία ρουστικάνα
Τζουζέπε Βέρντι (1813 – 1901)
“Forse la soglia attinse… Ma se m’è forza perderti”, άρια από την όπερα Ένας χορός μεταμφιεσμένων
Ζoρζ Μπιζέ (1838 – 1875)
“Je croix entendre encore”, άρια από την όπερα Αλιείς μαργαριταριών
Κάρμεν, εισαγωγή για ορχήστρα
“La fleur que tu m’avais jetée”, άρια από την όπερα Κάρμεν
Τζουζέπε Βέρντι
Ντουέτο Τζίλντα και Δούκα από την όπερα Ριγκολέτο
Φραντς φον Σουπέ (1819 – 1895)
Ένα πρωινό, ένα μεσημέρι και ένα βράδυ στη Βιέννη, εισαγωγή για ορχήστρα
Γιόχαν Στράους ο νεότερος (1825 – 1899)
“Mein Herr Marquis” από την οπερέτα Η Νυχτερίδα
Φραντς Λέχαρ (1870 – 1948)
“Dein ist mein ganzes Herz” από την οπερέτα Η χώρα του μειδιάματος
“Meine Lippen, sie küssen so heiß” από την οπερέτα Τζουντίτα
Γιόχαν Στράους ο νεότερος
“Komm in die Gondel” από την οπερέτα Μια νύχτα στη Βενετία
Φραντς Λέχαρ (1870 – 1948)
Εισαγωγή και “So kommen Sie” (ντουέτο) από την οπερέτα Η εύθυμη χήρα
“Lippen schweigen”, ντουέτο από την οπερέτα Η εύθυμη χήρα
Το σχόλιο της Παναγιώτας Πολυζωίδου
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα συνδυάζει τρία διαφορετικά στυλ. Την οπερέτα, το ιταλικό Bel Canto και τις όπερες του G.Verdi. Η οπερέτα, η οποία είναι πολύ αγαπητή στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο χρειάζεται ηθοποιία, χάρη ενώ παράλληλα μία ιδιαίτερη δεξιοτεχνία στην τεχνική, στο στυλ και στην άρθρωση.
Στη συνέχεια το ιταλικό Bel Canto που σημαίνει όμορφο τραγούδι, δίνει έμφαση περισσότερο στην ομορφιά του ήχου, είναι άκρως δεξιοτεχνικό, απαιτεί ευελιξία στην τεχνική και ποικιλία ηχοχρωμάτων στη φωνή. Τέλος ο G.Verdi με τις όπερες του έφτασε την ιταλική όπερα στην τέλεια μορφή της τον 19ο αιώνα. Θεωρώ λοιπόν, ότι η δυσκολία του συγκεκριμένου προγράμματος είναι να αποδοθεί σωστά το κάθε στυλ, ώστε να το κατανοήσει και να το χαρεί το κοινό.
Το σχόλιο του Δημήτρη Πακσόγλου
Ένα γκαλά όπερας είναι πάντα απαιτητικό και ταυτόχρονα συναρπαστικό για ένα λυρικό τραγουδιστή. Στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, θα ερμηνεύσουμε μαζί με τους εξαιρετικούς συναδέλφους μου άριες, ντουέτι αλλά και οπερετικά κομμάτια πολλών ειδών και διαφορετικών δυσκολιών.
Πρέπει να διαθέτεις μια μεγάλη γκάμα δυνατοτήτων για να ανταπεξέλθεις σε ένα πρόγραμμα όπως αυτό που είναι λυρικό αλλά και δραματικό ταυτόχρονα. Πρέπει να διαθέτεις ευελιξία αλλά και φωνητική και ερμηνευτική αρτιότητα για να ταξιδέψεις πολύ γρήγορα από μια δραματική όπερα, όπως είναι ο ballo in maschera του Βέρντι στην ανάλαφρη Εύθυμη Χήρα του Λέχαρ και να περάσεις από την παθιασμένη Κάρμεν του Μπιζέ στην ξέφρενη Νυχτερίδα του Στράους.
Το σχόλιο του μαέστρου
Θα παρουσιάσουμε ένα εορταστικό πρόγραμμα με γνωστά και αγαπημένα για το κοινό αποσπάσματα από την όπερα και την οπερέτα. Το πρόγραμμα χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος θα κάνουμε ένα σύντομο μουσικό ταξίδι στην ιταλική και γαλλική όπερα του 19ου αιώνα. Στο δεύτερο μέρος θα ακολουθήσουν αποσπάσματα από έργα της βιεννέζικης οπερέτας ευελπιστώντας να κλείσουμε το πρόγραμμα με την καλύτερη δυνατή διάθεση για το ξεκίνημα της καινούργιας χρονιάς.
Για την ιστορία…
Ο μεγάλος Ιταλός συνθέτης όπερας Τζοακίνο Ροσσίνι συνέθεσε το 1813 (μέσα σε λίγες μόλις μέρες) το εύθυμο δράμα Η Ιταλίδα στο Αλγέρι, που παραμένει ως σήμερα μια από τις πιο δημοφιλείς δημιουργίες του (ήταν και η πρώτη όπερά του που παρουσιάστηκε στο Παρίσι).
Η ορχηστρική εισαγωγή φέρει τα τυπικά χαρακτηριστικά της άλλοτε μελωδικής και άλλοτε νευρώδους (αλλά πάντα διαυγούς) συμφωνικής γραφής του συνθέτη. Μετά από τα χαμηλόφωνα πιτσικάτι των κοντραμπάσων και ένα απρόσμενο ορχηστρικό «επιφώνημα», το όμποε ξεδιπλώνει ένα εξωτικό θέμα, ενώ αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο και στην ακόλουθη γρήγορη ενότητα, μαζί με το πίκολο φλάουτο.
Οι όπερες του Γκαετάνο Ντονιτσέττι αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα του ιταλικού bel canto που κατά λέξη σημαίνει «ωραίο τραγούδι» και χαρακτηρίζει την κυρίαρχη αισθητική και συνθετική τάση των Ιταλών συνθετών όπερας στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Η φωνητική τους γραφή ήταν βαθιά επικεντρωμένη στο να αναδεικνύει πρωτίστως την εκφραστικότητα, την πλαστικότητα και τη δεξιοτεχνία της ανθρώπινης φωνής. Στο ρετσιτατίβο και την άρια της Λίντα από την Α’ Πράξη της όπερας Λίντα του Σαμονί (1842), η όμορφη πρωταγωνίστρια αφηγείται το πώς καθυστέρησε να έρθει στο ραντεβού με τον αγαπημένο της Κάρλο, έναν φτωχό αλλά ταλαντούχο ζωγράφο, αναγνωρίζοντας όμως ότι τα λουλούδια που εκείνος της άφησε της έδωσαν μεγάλη χαρά.
Η μεγάλη επιτυχία της όπερας Φάουστ (1859) του Σαρλ Γκουνό στο παρισινό κοινό ήταν αναμενόμενο να οδηγήσει στην παραγγελία μίας νέας όπερας από το Théâtre Lyrique στο συνθέτη. Το λιμπρέτο του νέου αυτού έργου έγραψαν οι Ζυλ Μπαρμπιέ και Μισέλ Καρρέ, βασιζόμενοι σε ένα άλλο μνημειώδες έργο, τον Ρωμαίο και Ιουλιέτα του Σαίξπηρ. Στη Β’ Πράξη της όπερας, ο Ρωμαίος βρίσκεται κάτω από το μπαλόνι της αγαπημένης του και εκστατικά καλεί τον ήλιο να ανατείλει, παρομοιάζοντας το ζωογόνο φως του με την εκτυφλωτική ομορφιά της Ιουλιέτας.
Η όπερα Το ελιξίριο του έρωτα του Ντονιτσέττι παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1832 στο Μιλάνο. Η εύπορη Αντίνα είναι το αντικείμενο του πόθου του φτωχού και ντροπαλού χωρικού Νεμορίνο, ο οποίος καταφεύγει σε ένα «μαγικό ερωτικό ελιξίριο» που πουλάει ο ψευτογιατρός Ντουλκαμάρα. Στην Α’ Πράξη, ο Νεμορίνο πίνει το ελιξίριο και βρίσκεται σε κατάσταση ευθυμίας και αισιοδοξίας για τα αποτελέσματά του, ενώ συγχρόνως η Αντίνα αναρωτιέται για τη στάση και τα συναισθήματά του Νεμορίνο.
H μονόπρακτη όπερα Καβαλερία ρουστικάνα ήταν ο πρώτος (και ο μεγαλύτερος) θρίαμβος του Πιέτρο Μασκάνι (1870) και συγχρόνως μία από τις πρώτες όπερες του κινήματος του βερισμού, που άντλησε τη θεματολογία του από πρόσωπα και καταστάσεις της καθημερινής ζωής.
Το μελαγχολικό ιντερμέτζο, που αξιοποιεί τον ζεστό ήχο των εγχόρδων, είναι μια από τις πιο αισθησιακές ορχηστρικές σελίδες από τον κόσμο της όπερας γενικότερα.
Το όνομα του Τζουζέπε Βέρντι είναι ταυτισμένο με την ακμή και δόξα της ιταλικής όπερας· τα ρομαντικά, οπερατικά του έργα παραμένουν διαχρονικά στο επίκεντρο του ρεπερτορίου για κάθε λυρικό θέατρο του κόσμου.
Η όπερά του Ένας χορός μεταμφιεσμένων αναφέρεται στη δολοφονία του βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύου Γ’ το 1792 κατά τη διάρκεια ενός χορού μεταμφιεσμένων, αλλά υπό την πίεση της λογοκρισίας της εποχής ο συνθέτης αναγκάστηκε να αλλάξει τα ονόματα των ηρώων και να μεταφέρει τη δράση του έργου στη Βοστώνη του 17ου αιώνα.
Ο κυβερνήτης Ρικάρντο ερωτεύεται την Αμέλια, που είναι ωστόσο η σύζυγος του καλού του φίλου Ρενάτο. Στην Γ’ Πράξη της όπερας, ο Ρικάρντο σκέφτεται συντετριμμένος πως ο μόνος τρόπος να δώσει ένα τέλος στον πόθο του για την Αμέλια και να μην προδώσει τον φίλο του, είναι να στείλει το ζευγάρι πίσω στην Αγγλία.
Οι πρώτες παραστάσεις της όπερας Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ, που βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ, δόθηκαν στο Παρίσι το 1875 και ήταν κάθε άλλο παρά επιτυχημένες. Ο συνθέτης πέθανε τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, χωρίς να προφτάσει να βιώσει τη μετέπειτα πορεία της όπεράς του, που άρχισε να γίνεται αποδεκτή από το διεθνές κοινό αλλά και από μεγάλους συνθέτες.
Σήμερα πλέον η Κάρμεν είναι μια από τις πιο πολύ παρουσιαζόμενες όπερες παγκοσμίως· πολλές από τις μελωδίες της είναι αναγνωρίσιμες ακόμα και από ανθρώπους που έχουν ελάχιστη σχέση με τον κόσμο της όπερας, ενώ πολλοί συνθέτες έχουν εμπνευστεί έργα βασισμένα στη μουσική της. Στη σύντομη ορχηστρική εισαγωγή, ο συνθέτης παρουσιάζει παρατακτικά τρεις πολύ χαρακτηριστικές μελωδίες που συνοδεύουν σημαντικές στιγμές του έργου.
Σε μια από τις πιο γνωστές άριες της όπερας, ο στρατιώτης Δον Χοσέ τραγουδά με πάθος τον φλογερό έρωτά του για την κεντρική ηρωίδα, λέγοντάς της ότι το λουλούδι που του είχε πετάξει ήταν για εκείνον μία διαρκής συντροφιά όσο καιρό ήταν στη φυλακή.
Ανάλογου λυρισμού είναι και η πασίγνωστη άρια του ψαρά Ναντίρ από την όπερα Αλιείς μαργαριταριών, που ο Μπιζέ συνέθεσε το 1863 και που επικεντρώνεται στον έρωτα δύο φίλων για την ίδια γυναίκα. Ο ήρωας θυμάται τη στιγμή της συνάντησής του με την ιέρεια Λεϊλά και τον κεραυνοβόλο έρωτα που γεννήθηκε μέσα του για εκείνη.
Το θεατρικό έργο του Βικτόρ Ουγκώ Ο βασιλιάς διασκεδάζει ανέβηκε στη Γαλλία το 1832 αλλά μετά από μία μόνο παράσταση απαγορεύτηκε (η απαγόρευση κράτησε μισό αιώνα). Ωστόσο, πάνω στο έργο αυτό βασίστηκε η όπερα του Βέρντι Ριγκολέτο (σε λιμπρέτο του Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε) που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1851 στη Βενετία. Στο ντουέτο της Α’ Πράξης, ο Δούκας της Μάντοβας εξομολογείται τον έρωτά του στην όμορφη Τζίλντα, κόρη του γελωτοποιού του, Ριγκολέτο.
Ο δαλματικής καταγωγής Φραντς φον Σουπέ υπήρξε σημαντική φυσιογνωμία για το βιεννέζικο μουσικό θέατρο του 19ου αιώνα χάρη στις ανάλαφρες οπερέτες και γενικότερα τη σκηνική του μουσική. Αρκετές από τις ορχηστρικές εισαγωγές (ουβερτούρες) των έργων του έχουν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου, όπως και η Εισαγωγή από το νεανικό του έργο (1844) Ένα πρωινό, ένα μεσημέρι και ένα βράδυ στη Βιέννη.
Η μουσική ανοίγει με πομπώδη τρόπο που δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα για ένα εκτενές, μελαγχολικό σόλο του βιολοντσέλου. Από εκεί και ύστερα όμως, ο χαρακτήρας αλλάζει ριζικά με πλήθος γρήγορων επεισοδίων.
Πολύ εύστοχα, ο Γάλλος συνθέτης Ζυλ Μασνέ παρατήρησε πως «ο Μπραμς είναι το πνεύμα της Βιέννης αλλά ο Στράους το άρωμά της». Πράγματι, ο βιολιστής και συνθέτης Γιόχαν Στράους (υιός), γόνος μίας ένδοξης αυστριακής μουσικής οικογένειας, συνθέτοντας εκατοντάδες βαλς και μερικές από τις πιο δημοφιλείς οπερέτες της εποχής του, ταύτισε το όνομά του και με τα δύο είδη.
Η οπερέτα Η Νυχτερίδα ολοκληρώθηκε το 1874 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά (στη Βιέννη φυσικά) στις 5 Απριλίου της ίδιας χρονιάς υπό τη διεύθυνση του συνθέτη. Στον χορό του πρίγκιπα Ορλόφσκι (Β’ Πράξη), καταφτάνει η Αντέλα, καμαριέρα του Γκάμπριελ φον Άιζενσταϊν, ο οποίος εμφανίζεται επίσης στον χορό και συστήνεται ως Γάλλος μαρκήσιος. Αναγνωρίζει βεβαίως την καμαριέρα του, η οποία όμως τον διαψεύδει με αρκετή ειρωνεία και χιούμορ.
Το έργο Μια νύχτα στη Βενετία είναι η μόνη οπερέτα του Στράους που έκανε την πρεμιέρα της εκτός Βιέννης και συγκεκριμένα στο Βερολίνο (1883). Προς το τέλος της Α’ Πράξης, η άρια του κουρέα Καραμέλο που μεταμφιέζεται σε γονδολιέρη και προσκαλεί την αγαπημένη του στη γόνδολά του, είναι ένα όμορφο κράμα βαρκαρόλας και νανουρίσματος.
Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο επίγονος του Σουπέ και του Στράους στο είδος της οπερέτας ήταν ο ουγγρικής καταγωγής Αυστριακός συνθέτης Φραντς Λέχαρ. Το διασημότερο έργο του ήταν (και είναι) η Εύθυμη χήρα που έκανε την πρεμιέρα της στη Βιέννη τον Δεκέμβριο του 1905.
Στις μεταγενέστερες επιτυχίες του συνθέτη ανήκει η οπερέτα Η χώρα του μειδιάματος του 1923 και η μεγαλόπνοη μουσική κωμωδία Τζουντίτα που ανέβηκε για πρώτη φορά στην Κρατική Όπερα της Βιέννης το 1934 αλλά τελικά δεν κατόρθωσε να κερδίσει μία θέση στο σταθερό ρεπερτόριο. Όπως είναι αναμενόμενο, ο έρωτας με όλες τις ομορφιές αλλά και τις δυσκολίες του βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των παραπάνω έργων, σε απόλυτη συμφωνία με τις επιθυμίες του κοινού της εποχής.
Οι άριες και τα ντουέτα που εμπεριέχονται στο πρόγραμμα της συναυλίας ανήκουν στις πιο διάσημες σελίδες του Λέχαρ, συνδυάζοντας ιδανικά την πηγαία μελωδικότητα, την αισθησιακή αρμονική πορεία της μουσικής, την ανάδειξη της εκφραστικότητας της ανθρώπινης φωνής και γενικότερα μία ευπρόσδεκτα ανάλαφρη διάθεση, ανεξαρτήτως του αν η απόχρωσή της είναι χιουμοριστική ή μελαγχολική.
Τιμές:
Τιμές: 25€, 20€, 15€ και 8€ (εκπτωτικό)
Προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr