Συγκλονίζει ο συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ με τα όσα έγραψε σε ανάρτηση που έκανε το πρωί του Σαββάτου (22/4) στην οποία αναφέρεται για την πιο σκοτεινή περίοδο της ζωής του που τον έφτασε σε σημείο να θέλει να αυτοκτονήσει.
Συγκεκριμένα έγραψε:
«Δεύτερη καρδιά
Σαν σήμερα, πριν πέντε χρόνια, προσπάθησα να πεθάνω – και δεν τα κατάφερα. Στο παρά πέντε, αφού είχα πάρει τη θανατηφόρα δόση, το μετάνιωσα. Η ελπίδα, στην οποία είχα πάψει να πιστεύω, έσφυζε ακόμα μέσα μου σαν δεύτερη καρδιά.
Τρεις μέρες μετά, στο κρεβάτι μου στο Αιγινήτειο, έβγαλα αυτή τη σέλφι. Το χαμόγελο είναι αυτόματο, κι ελαφρώς παραπλανητικό: ήμουν ακόμα κομματιασμένος, κι είχα δρόμο μπροστά μου μέχρι να ξαναβρώ τη χαρά της ζωής. Αλλά είχα κάνει τα πρώτα πολύτιμα βήματα.
Τα ψυχιατρικά νοσοκομεία είναι ο τρόμος των ψυχικά ασθενών, και στο μυαλό πολλών ανθρώπων παραμένουν ταυτισμένα με τους μεσαιωνικούς προγόνους τους: ψυχρολουσίες, αλυσίδες, απελπισία. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι – κι ας μην είναι πάντα ιδανικά. Ακόμα κι αν δεν θέλεις να νοσηλευτείς (εγώ ήθελα, ήταν η μόνη λύση), η νοσηλεία μπορεί να σου κάνει αφάνταστο καλό, να σου αλλάξει τη ζωή – να σε σώσει.
Στο Αιγινήτειο είχα γιατρούς που με παρακολουθούσαν καθημερινά, προσωπικό που μεριμνούσε για το φαΐ και την αγωγή μου, είχα παρέα, ανθρώπους τσακισμένους σαν εμένα, που αναζητούσαν τον δρόμο για την ομαλότητα, την ηρεμία – ακόμα και για την ευτυχία, κι ας φάνταζε άπιαστη. Πάνω απ’ όλα, έπειτα από μήνες αυτοκτονικού ιδεασμού (κι είναι φριχτό, απέραντα τρομαχτικό, να νιώθεις το μυαλό σου να συνωμοτεί εναντίον σου, να σου ψελλίζει, πήδα, κόψε, κατάπιε), ένιωθα απολύτως ασφαλής: το βράδυ στο κρεβάτι μου, διαβάζοντας με φωτάκι νυκτός, ήξερα πως τίποτα κακό δεν επρόκειτο να μου συμβεί, πως άλλοι με φύλαγαν απ’ τον εαυτό μου κάθε ώρα και στιγμή.
Χρόνια μετά, μου φαίνεται σαν κακό όνειρο η κατάθλιψη που με εξώθησε στην απόπειρα. Αλλά η ευγνωμοσύνη μου για τους ανθρώπους που με προστάτεψαν, και με βοήθησαν να βρω τον δρόμο για την ίαση, παραμένει ολοζώντανη. Ήταν ο Τάσος, ήταν ο πατέρας μου, ήταν οι μονάκριβοι φίλοι μου – κι ήταν οι άνθρωποι, οι ευλογημένοι άνθρωποι, στο νοσοκομείο. Ένα κομμάτι της κάθε μου ανάσας θα τους το χρωστώ παντοτινά.», καταλήγει στην ανάρτησή του.