Ο John Cale, ο Ουαλός μουσικός που έγραψε ιστορία με τους Velvet Underground, έρχεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού για μια μουσική αναδρομή σε μια πορεία που καλύπτει πάνω από έξι δεκαετίες, με αρκετό κλασικό υλικό αλλά και τραγούδια από τον νέο του δίσκο Mercy, που έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές από τον παγκόσμιο μουσικό τύπο.
Συνθέτης, τραγουδιστής, τραγουδοποιός και δισκογραφικός παραγωγός ροκ, drone, κλασικής, αβανγκάρντ και ηλεκτρονικής μουσικής, ο Cale με τον Lou Reed, με μάνατζερ τον Andy Warhol και μούσα τη Nico, υπήρξαν οι δημιουργοί των Velvet Underground, ενός από τα πιο αγαπημένα αβανγκάρντ συγκροτήματα όλων των εποχών. Το 1996 μπήκε στο Rock & Roll Hall of Fame ενώ έχει τιμηθεί με το παράσημο του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (OBE). Μαθητής του Ιάννη Ξενάκη και του John Cage, στενός φίλος και συνεργάτης του Brian Eno, με πάνω από 20 προσωπικούς δίσκους στο ενεργητικό του, ο John Cale είναι ο παραγωγός που ανακάλυψε εμβληματικά ονόματα της ροκ όπως η Patti Smith, ο Iggy Pop, οι Squeeze, ο Jonathan Richman, κ.ά.
https://www.youtube.com/channel/UCD19k_ouivPF38zRgQCxQZA
Μαζί του, στη σκηνή του Ηρωδείου, η Athens Philharmonia Orchestra και φυσικά η μπάντα του. Η παράσταση σχεδιάζεται ειδικά για το μνημείο με καθηλωτικές προβολές και πρωτότυπες ενορχηστρώσεις σε παγκόσμια πρωτιά και αποκλειστικότητα.
Η προπώληση εισιτηρίων με τιμές που ξεκινούν από 35 ευρώ άρχισε από το δίκτυο viva.gr
Γράψε αυτό που ξέρεις, αυτό που έχεις ζήσει, έλεγε κάποτε ο Burroughs. Το πιο δομικό από τα στοιχεία της πολυδαίδαλης δημιουργικής πορείας του 82χρονου σήμερα John Cale θα μπορούσε να αποδοθεί σε μία καθοριστική εμπειρία που έζησε στην αυγή της εφηβείας του, τότε που ένα συνεργείο του BBC έφτασε στο σχολείο του χωριού Garnant της Νότιας Ουαλίας («ένας περίεργος, απομακρυσμένος, για κάποιους μυστηριώδης τόπος», όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του, “What’s Welsh for Zen”) για να ηχογραφήσει έναν πολλά υποσχόμενο, πιτσιρικά ακόμη τότε, πιανίστα. Αντί να πανικοβληθεί όταν συνειδητοποίησε ότι είχε χάσει την παρτιτούρα της σύνθεσης για το πιάνο που είχε γράψει ο ίδιος, προτίμησε να αυτοσχεδιάσει. Ήταν η πρώτη του φορά. Από τότε, όπως έχει πει, απελευθερώθηκε δημιουργικά. Δεν φοβόταν πια. Άρχισε να παίρνει ρίσκα. Όπως θα έκανε και λίγο αργότερα, οπότε και επέτρεψε στη βιόλα – που θα ανήγαγε σε κοσμογονικό τον ήχο των Velvet Underground – να μπει στη ζωή του, μόνο και μόνο γιατί ήταν το τελευταίο όργανο που είχε απομείνει ελεύθερο στην ορχήστρα του σχολείου.
Ενδεικτικές μιας πηγαίας, avant-garde αντιμετώπισης από τη μεριά του του τι σημαίνει να είναι κανείς μουσικός υπήρξαν ήταν τα πρώτα του «εμπρηστικά» κονσέρτα ως σπουδαστής στο Λονδίνο. Παίζοντας πιάνο ακόμη και με τους αγκώνες του, ξένισε πολλούς από τους δασκάλους του στο ξακουστό κολέγιο Goldsmiths. Ο Cale όμως είχε ήδη στο μυαλό του τις ΗΠΑ. Ξεκινώντας από τη Μασαχουσέτη ως υπότροφος του Leonard Bernstein, θα έφτανε στη Νέα Υόρκη το 1963, σε ηλικία 21 ετών. Ήταν πια στο στοιχείο του. Αφενός εκεί θα βουτούσε στα βαθιά του μινιμαλισμού και του drone αυτοσχεδιάζοντας ακατάπαυστα με τον Tony Conrad και τον La Monte Young. Αφετέρου θα γνώριζε και τον κατά μία μόλις εβδομάδα μεγαλύτερό του (και με σαφέστατα πιο έντονο pop sensibility) Lou Reed. Και εγένετο The Velvet Underground, ίσως το πιο σημαντικό και επιδραστικό αμερικανικό συγκρότημα όλων των εποχών. Κάτι που όλοι – και περισσότερο απ’ όλους μας ο ίδιος ο John Cale σήμερα – γνωρίζουμε ότι το οφείλουμε στον «Πάπα» της Ποπ Αρτ. O Cale ήταν μόλις 23 ετών όταν ο Andy Warhol κάλεσε τη μπάντα του στο Factory.
«Μπαίνοντας εκεί μέσα ήταν σαν να γινόσουν μέλος μιας Ακαδημίας, η ατμόσφαιρα ήταν αληθινά ξεχωριστή. Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι είναι όλη η δουλειά που γινόταν εκεί μέσα. Ο Andy δούλευε ακατάπαυστα. Το ίδιο κι εμείς. Όλο αυτό απέδωσε» λέει. Απέδωσε το 1967 έναν δίσκο που όμοιος του ούτε είχε προηγηθεί μέχρι τότε, ούτε έχει επαναληφθεί μέχρι σήμερα.
Αυτό ήταν το δισκογραφικό ντεμπούτο του John Cale, το εναρκτήριο λάκτισμα ενός από τα πιο ακριβοθώρητα βιογραφικά όχι μόνο στην ιστορία του rock ‘n’ roll, αλλά και γενικότερα στην ιστορία της μουσικής του 20ου αιώνα. Μαζί με το White Light/White Heat -το δεύτερο από τα τέσσερα άλμπουμ των Velvet Underground, για αρκετούς το καλύτερο τους, σε κάθε περίπτωση το τελευταίο με τον Cale στις τάξεις τους – θα ήταν αρκετά για να κερδίσει μία περίοπτη θέση στο πάνθεον, όμως αυτά αποτέλεσαν μόνο τα δύο πρώτα, ακριβοθώρητα βήματά του.
Διότι μετά την επεισοδιακή απομάκρυνσή του από τους Velvet Underground το 1968, ο John Cale εξελίχθηκε σε ένα πρωτοποριακό παραγωγό, με το όνομά του να φιγουράρει στα credits οριακών δίσκων των Stooges, των Modern Lovers, της Nico και της Patti Smith. Ενώ η σόλο δισκογραφία του απαρτίζεται από ένα απίστευτα πολυσχιδές σερί 17 στούντιο τίτλων, που ο καθένας με τον τρόπο του διαφέρει απ’ όλους τους προηγούμενους, ανοίγοντας κάθε φορά νέους δρόμους σε τεχνικό και συνθετικό επίπεδο.
Το εύρος των σόλο επιτευγμάτων του – ποιος νομίζετε ότι έκανε παγκοσμίως γνωστό με διασκευή του το μέχρι τότε άγνωστο “Hallelujah” του Leonard Cohen;- μέχρι και σήμερα, εύλογα προκαλεί δέος.
Και μόνο ένα από τα διάφορα στάδια της καριέρας του θα ήταν αρκετό για να θεωρείται σήμερα θρύλος, όπως έχει πει ο James Murphy των LCD Soundsystem. «Και μόνο όσα έκανε ως παραγωγός θα ήταν αρκετά για να κερδίσει μία θέση στην ιστορία. Και μόνο για όσα έκανε με τους Velvet Underground, θα ήταν αρκετά για να κερδίσει ένα εισιτήριο για τον παράδεισο του rock ‘n’ roll. Έχεις όμως και τους σόλο δίσκους του, έχεις και τη συνεργασία του με τον Brian Eno, έχεις και το “Songs for Drella”» – το συγκλονιστικό άλμπουμ που το 1990 σηματοδότησε την εξομάλυνση της σχέσης του με τον Lou Reed.
Έχεις από το εν έχει 1973 αξεπέραστο ποπ κομψοτέχνημα “Paris 1919” μέχρι το “Mercy” που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2023, το πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ του εδώ και μια δεκαετία, έχοντας στο πλευρό του τους Animal Collective, τη Sylvan Esso, και τον Actress μεταξύ άλλων. Ένα άλμπουμ που αποθεώθηκε από σύσσωμη την παγκόσμια μουσικοκριτική.
Κι όμως, μετά από όλα αυτά, υπάρχει κάτι που ο John Cale ακόμη δεν έχει κάνει: Να παίξει στο πιο ξακουστό αρχαίο θέατρο της Δύσης. Αυτό ακριβώς που θα συμβεί στις 19 Ιουνίου, οπότε και ο mastermind της σύγχρονης μουσικής θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, σε μια οπτικοακουστική πανδαισία κυριολεκτικά μοναδική, όχι μόνο γιατί, συνοδευόμενος από την Athens Philharmonia Orchestra, θα παίξει τραγούδια από όλη την πορεία του, και μάλιστα με ολοκαίνουργιες ενορχηστρώσεις ώστε να ταιριάξουν απόλυτα με το ξακουστό θέατρο, αλλά και γιατί προετοιμάζει πυρετωδώς ειδικές, πρωτότυπες βιντεοπροβολές.
Όχι, δεν πρόκειται απλώς για μία ιστορική συναυλία.
Στις 19 Ιουνίου 2023 στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού θα γίνουμε κοινωνοί μιας ανεπανάληπτης εμπειρίας ζωής!
Ο John Cale εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023.
John Cale Online:
Website | Facebook | Twitter | Instagram | Youtube | spotify
Μείνετε συντονισμένοι στο facebook event της συναυλίας για να μαθαίνετε όλα τα τελευταία νέα
Πληροφορίες Εισιτηρίων
Η προπώληση εισιτηρίων ξεκίνησε την Δευτέρα 3 Απριλίου 2023
Όλες οι θέσεις, κάτω και άνω διαζώματος, είναι αριθμημένες.
Οι τιμές των εισιτηρίων ξεκινούν από 35 ευρώ και φθάνουν τα 85 ευρώ. Συγκεκριμένα:
Κάτω Διάζωμα
VVIP: 85 ευρώ
VIP: 75 ευρώ
Ζώνη A: 70 ευρώ
Ζώνη B: 65 ευρώ
Ζώνη Γ: 60 ευρώ
Άνω Διάζωμα
Ζώνη Δ: 55 ευρώ
Ζώνη E: 45 ευρώ
Ζώνη ΣΤ: 40 ευρώ
Ζώνη G: 35 ευρώ
ΑμεΑ: 35 ευρώ
Για τα ΑμεΑ υπάρχει ειδικά διαμορφωμένος χώρος (ΚΑΤΩ Διάζωμα, Κερκίδα Α, Σειρές 1 – 3). Τα εισιτήρια κοστίζουν 35 ευρώ. Το εισιτήριο των συνοδών κοστίζει 35 ευρώ. Κρατήσεις στο tameia@greekfestival.gr και στο τηλέφωνο 210 3221 897, Δε-Πα 10:00 – 17:00.
Επίσημα σημεία πώλησης εισιτηρίων
ΠΡΟΣΟΧΗ
Συνιστούμε στους υποψήφιους αγοραστές να προμηθεύονται τα εισιτήριά τους αποκλειστικά και μόνο από τα επίσημα σημεία πώλησης. Η παραγωγός εταιρία δεν φέρει καμία ευθύνη για εισιτήρια τα οποία έχουν προέλθει από αγορές μέσα από άλλες πλατφόρμες και για τα οποία δεν υπάρχει εγγύηση για τη γνησιότητά τους.