Νέα δεδομένα συμφωνήθηκαν σχετικά με την νομοθεσία που αφορά τους εργαζόμενους σε πλατφόρμες σχετικές με delivery ή μεταφορές όπως η Uber.
Πιο συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη της ΕΕ προχώρησαν σε προσωρινή συμφωνία για μια νέα νομοθεσία. Σκοπός αυτής θα είναι η ενίσχυση των δικαιωμάτων εκατομμυρίων εργαζομένων σε ψηφιακές πλατφόρμες όπως η Uber ή η Deliveroo.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι συγκεκριμένες αλλαγές αναμένεται να επηρεάσουν τουλάχιστον 5,5 εκατομμύρια εργαζόμενους στις πλατφόρμες οι οποίοι θεωρούνται αδίκως «ανεξάρτητοι εργαζόμενοι» ή συνεργάτες, αντί για μισθωτοί υπάλληλοι.
Εφόσον το Συμβούλιο της ΕΕ και το κοινοβούλιο υπερψηφίσουν την συμφωνία αυτή, τα κράτη μέλη θα πρέπει εντός δύο ετών να ενσωματώσουν τους νέους κανόνες. Ανάμεσα στις αλλαγές που προβλέπονται, περιλαμβάνεται ο επαναπροσδιορισμός ως μισθωτών πλέον, εκατομμυρίων ανθρώπων που σήμερα θεωρούνται ανεξάρτητοι εργαζόμενοι, αλλαγή που θα βελτιώσει την κοινωνική προστασία τους. Σήμερα, μεταξύ των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι διαφορές στη νομοθεσία σχετικά με τις πλατφόρμες διανομών είναι μεγάλες. Πλέον, επιχειρείται η εφαρμογή κοινών κανόνων εντός ΕΕ, οι οποίοι θα καθορίζουν το αν οι διανομείς γευμάτων ή οι οδηγοί οχημάτων προς ενοικίαση VTC (Voiture de transport avec chauffeur) θα πρέπει να θεωρούνται μισθωτοί στις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες που εργάζονται.
«Οι οδηγοί και οι διανομείς θα αποκτήσουν τα κοινωνικά δικαιώματα που δικαιούνται» ενώ «οι πλατφόρμες θα αποκομίσουν νομική ασφάλεια», τόνισε χαρακτηριστικά ο Ευρωπαίος Επίτροπος Νίκολας Σμιτ, ο οποίος είναι και ο δημιουργός του σχεδίου ρύθμισης που παρουσιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2021. Τα τελευταία δύο χρόνια το συγκεκριμένο κείμενο αποτέλεσε τη βάση των διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν μεταξύ της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τελικά, μετά από σκληρές «μάχες», ανακοίνωσαν ότι κατάφεραν να επιτύχουν μια πολιτική συμφωνία, η οποία σε κάθε περίπτωση οφείλει να εγκριθεί επίσημα από τους ευρωβουλευτές στην ολομέλεια και από το Συμβούλιο της ΕΕ που εκπροσωπεί τα κράτη μέλη.
Τα κριτήρια που ορίζουν την εργασιακή σχέση με τις ψηφιακές πλατφόρμες
Στην προσωρινή συμφωνία αναφέρεται ένας απλός κανόνας που καθορίζει την εργασιακή σχέση των ατόμων με τις ψηφιακές πλατφόρμες.
Συγκεκριμένα, θεσπίζονται 5 κριτήρια και σε περίπτωση που πληρούνται τουλάχιστον δύο από αυτά, η πλατφόρμα θα «θεωρείται» εργοδότης και θα υπόκειται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εργατικό δίκαιο (ελάχιστος μισθός, χρόνος εργασίας, αποζημίωση ασθενείας, πρότυπα ασφάλειας) και υπαγορεύονται από τη νομοθεσία της χώρας.
Τα πέντε κριτήρια:
-η πλατφόρμα να καθορίζει τα επίπεδα των αποδοχών,
– να επιβλέπει από απόσταση τις παροχές προς αυτούς,
-να μην επιτρέπει στους υπαλλήλους της να επιλέξουν τα ωράριά τους ή να αρνηθούν αποστολές,
-να επιβάλλει στους εργαζόμενους να φοράνε στολή, ή
– ακόμη να απαγορεύει σε αυτούς να εργάζονται σε άλλες επιχειρήσεις.
Πώς βλέπουν την νέα μεταρρύθμιση εργαζόμενοι
Οι επιχειρήσεις του τομέα πάντως δηλώνουν πως οι εργαζόμενοι τάσσονται στην πλειονότητά τους υπέρ του ανεξάρτητου καθεστώτος. Εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους για τα επιπλέον κόστη που αναμένεται να υποστούν, λέγοντας πως φοβούνται αρνητικές συνέπειες στην απασχόληση.
«Παραμένουμε δεσμευμένοι στην Ευρώπη και θα συνεχίσουμε να τασσόμαστε υπέρ ενός μοντέλου που δίνει στους εργαζομένους των πλατφορμών αυτό που λένε πως θέλουν: την ανεξαρτησία, πλεονεκτήματα και την ευελιξία», δήλωσε σήμερα εκπρόσωπος του αμερικανικού κολοσσού Uber. Εξέφρασε την ελπίδα πως το κείμενο θα επιφέρει «νομική σαφήνεια».
Οι επιχειρήσεις αυτές, οι οποίες διαχειρίζονται εφαρμογές που φέρνουν σε επαφή πελάτες με παρόχους υπηρεσιών, βρέθηκαν αντιμέτωπες με πολλές δίκες στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο κυρίως για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων τους. Οι τελευταίοι έχουν κινητοποιηθεί επίσης για καλύτερες αμοιβές και συνθήκες εργασίας.
Θα απαγορεύεται επίσης η λήψη ορισμένων σημαντικών αποφάσεων, όπως οι απολύσεις και οι κατασχέσεις λογαριασμών, χωρίς ανθρώπινο έλεγχο. Οι πλατφόρμες θα πρέπει ακόμη να αποτιμούν τον αντίκτυπο των αποφάσεων που λαμβάνονται από αυτοματοποιημένες πλατφόρμες για τις συνθήκες εργασίας, την υγεία και τα θεμελιώδη δικαιώματα.