Η Λουκίλλα Καρρέρ-Πλέσσα, είναι μια γυναίκα δυναμική, που πατά γερά στα πόδια της και με οτιδήποτε καταπιάνεται στέφεται με επιτυχία. Είτε αυτό είναι ραδιοφωνικές παραγωγές, είτε η στιχουργική, είτε η μουσική επιμέλεια. Έχει βαθιά γνώση πάνω στην Ελληνική μουσική που λίγοι στο χώρο κατέχουν. Παρά τις πολύ εξειδικευμένες μουσικές της γνώσεις όμως, δεν είναι αγκιστρωμένη στο παρελθόν. Έχει πάντα μια φρέσκια ματιά και εξαιρετικά ανεπτυγμένο μουσικό αισθητήριο. Εδώ και 37 χρόνια έχει συνδέσει τη ζωή της με αυτή του μεγάλου μας συνθέτη Μίμη Πλέσσα. Μας εξιστορεί πώς από θαυμάστριά του, έγινε συνοδοιπόρος του στη ζωή και συνέβαλλε στη διάδοση και αξιοποίηση του έργου του μαέστρου. Μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι αν εκείνη δεν είχε αγωνιστεί για να αναδείξει τα τραγούδια του, σήμερα δεν θα είχαν αναγνωριστεί όπως θα τους άξιζαν. Μας μίλησε για το «Ποιος Το Ξέρει», τη βιογραφία του Μίμη Πλέσσα που έχει επιμεληθεί η ίδια και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας. Ένα βιβλίο που ξεκίνησε να το γράφει το 1992 και στηρίχθηκε σε αφηγήσεις του μαέστρου από στιγμές της ζωής του, αλλά και μνήμες της Λουκίλλας Καρρέρ-Πλέσσα, όπως τις έζησε δίπλα του. Επίσης αναφέρθηκε σε ιστορίες από τον Ελληνικό κινηματογράφο, αλλά και τη δισκογραφική βιομηχανία του χθες και του σήμερα. Η πολύ ενδιαφέρουσα συζήτησή μας έγινε στο φιλόξενο σπίτι τους που είναι γεμάτο με μουσικά όργανα, πίνακες ζωγραφισμένους από τον μαέστρο και φωτογραφίες με όμορφα οικογενειακά στιγμιότυπα.
Ευχαριστούμε που μας δεχθήκατε στο όμορφό σας σπίτι που παρατηρούμε οτι είναι πολύ ιδιαίτερα διακοσμημένο.
Χαρά μου που σας δέχτηκα. Η αλήθεια είναι οτι βρήκα πολλά πράγματα από τους προγόνους μου γιατί από τη μεριά του μπαμπά μου κατάγομαι από την Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο και από την πλευρά της μαμάς μου από τις Σπέτσες. Οπότε είχα από παντού αντικείμενα με την πατίνα του χρόνου που λατρεύω. Το κάθε αντικείμενο έχει την ιστορία του. Μπορεί να ακούγεται αστείο, αλλά τα παλιά αντικείμενα έχουν “ακούσει” πράγματα. Για παράδειγμα, όταν είμαι στο υπνοδωμάτιο και κάθομαι στο έπιπλο της τουαλέτας και βάφομαι, συγκινούμαι που στον ίδιο καθρέπτη κάθισε η γιαγιά μου και η προγιαγιά μου και συλλογίζομαι πόσες ιστορίες έχει “ακούσει” αυτή η τουαλέτα.
Θέλω να μου πείτε για την περιοχή που βρισκόμαστε με το πολύ ιδιαίτερο όνομα «Καλλιτεχνούπολη». Πως ξεκiνησε και ποιοι ήταν ο ιδρυτές της;
Η Καλλιτεχνούπολη ξεκίνησε το 1965. Ήταν μια περιοχή που είχε ιδρυθεί από καλλιτέχνες, γι’ αυτό και πήρε αυτό το όνομα. Οι ιδρυτές της ήταν ο Μίμης Πλέσσας, ο Τάκης Μωράκης με τη Νάντια Κωνσταντοπούλου, ο Θάνος Σοφός και πολλοί άλλοι. Ήρθαν αργότερα κι άλλοι καλλιτέχνες όπως ο Χάρρυ Κλύνν και πιό πρόσφατα ο Γιάννης Κότσιρας και ο Γιώργος Πάντζας που μένουν τώρα εδώ. Βέβαια σήμερα οι περισσότεροι από τους αρχικούς ιδιοκτήτες έχουν πουλήσει τα σπίτια αυτά.
Θέλω να σταθούμε στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που έχετε γράψει για τον Μίμη Πλέσσα. Το “Ποιος Το Ξέρει” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας. Ποιο ήταν το έναυσμα για να το γράψετε;
Από μικρή κατέγραφα τα πάντα. Θυμάμαι τον εαυτό μου από τα μαθητικά μου χρόνια να συλλέγω δίσκους και φωτογραφίες από τον Ελληνικό κινηματογράφο και αργότερα να μαγνητοσκοπώ από την τηλεόραση τις ταινίες. Ήταν από πάντα μέσα μου η καταγραφή. Μέχρι σήμερα. Όταν ήρθα κοντά στον Μίμη, ήθελα να μάθω τα πάντα. Όχι μόνο για τη δισκογραφία, αλλά και για την εποχή, τις φιλίες του, τις συνεργασίες… Άρα είναι κάτι που ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν. Ήρθε λοίπον η στιγμή όλες αυτές οι αφηγήσεις, μαζί με όσα είδα και βίωσα δίπλα του, να αποτυπωθούν σε ένα βιβλίο.
Αναφέρετε στο βιβλίο σας το πολύ αυστηρό κλίμα της οικογένειάς σας όσον αφορά τις τέχνες. Ποιες ήταν οι μουσικές τους προτιμήσεις;
Ο πατέρας μου άκουγε κλασική μουσική και όπερα. Η μητέρα μου άκουγε Jazz, αμερικάνικα, evergreen… Αυτά ήταν τα ακούσματά τους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι στα πάρτι που κάναμε με τους φίλους μας, ήταν συνηθέστατο δώρο ένα βινύλιο. Αλλά βινύλιο Γαλλικό, Αμερικάνικο, Εγγλέζικο, Ιταλικό… Ελληνικό ποτέ! Κάποια στιγμή μου φέρνουν δύο φίλοι μου τον ίδιο δίσκο της Dalida. Πάω τον ένα πίσω στο δισκοπωλείο να τον αλλάξω. Μου πρότεινε η κυρία Καράλη που είχε το δισκοπωλείο, ένα δίσκο του Πάριου που λεγόταν «Τώρα πιά». Τον παίρνω λοιπόν και τον αφήνω στο δωμάτιό μου. Μια μέρα μπαίνει μέσα η μητέρα μου και βλέπει μπροστά της το Ελληνικό βινύλιο του Πάριου! Δεν ξεχνώ μέχρι σήμερα, 40 χρόνια μετά, το τι άκουσα! Όταν μεγαλώνεις λοιπόν σε ένα περιβάλλον τόσο αυστηρό με τόσα στεγανά, είναι λογικό κάποια στιγμή να επαναστατήσεις. Οπότε για μένα ο Μίμης ήταν η διέξοδος σε όλη αυτή την καταπίεση. Εκτός από αυτό, δίπλα στον Μίμη είχα την ευκαιρία να γνωρίσω όλους τους πρωταγωνιστές του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου που τόσο θαύμαζα, όπως ο Γιαννης Δαλιανίδης.
Η γνωριμία με τον Μίμη Πλέσσα ήταν δηλαδή για εσάς μια απελευθέρωση.
Ακριβώς. Για μένα ο Μίμης ήταν η έκφραση της απόλυτης ελευθερίας. Βρέθηκα ξαφνικά με τον Μίμη και άρχισα να του μιλάω για αυτά που αγαπώ. Για τα τραγούδια του, για τις Ελληνικές ταινίες που έβλεπα στην ασπρόμαυρη τότε κρατική τηλεόραση… Φαντάσου έκανα την άρρωστη για να βλέπω κρυφά Ελληνικες ταινίες! Άρα όταν γνώρισα τον Μίμη τον Δεκέμβριο του 1986, ήταν για μένα μια απελευθέρωση.
Θα ήθελα να μου πείτε για την πρώτη συνάντησή σας με τον κύριο Πλέσσα που έχει ενδιαφέρον καθώς έγινε εντελώς τυχαία.
Είχαμε πάει με τους γονείς μου σε ένα μαγαζί όπου εμφανιζόταν με τον Γιώργο Κατσαρό. Για τους γονείς μου ήταν μεγάλη υπέρβαση να πάνε σε ένα μαγαζί με Ελληνική μουσική. Ξαναπήγα με την αδελφή μου λίγο καιρό μετά και μίλησα με τον Μίμη Πλέσσα. Τον θαύμαζα γιατί είχε γράψει όλα αυτά τα υπέροχα τραγούδια που λάτρευα. Εκείνος όμως τα μισά δεν θυμόταν ότι ήταν δικά του! Του λέω για το “Όλα δικά σου μάτια μου” και μου λέει “κορίτσι μου αυτό δεν είναι δικό μου. Με μπερδεύεις με άλλον“. Το ίδιο για το “Έκλαψα Χθές” ή για το “Γλυκά πονούσε το μαχαίρι” και το “Τι σου ‘κανα και πίνεις”. Οπότε με ιντριγκάρισε εμένα αυτό. Την επόμενη φορά πήγα με βιντεοκασέτες που είχα μαγνητοσκοπήσει από τις ταινίες του για να του αποδείξω ότι είναι δικές του οι συνθέσεις. Ο Μίμης ήταν λίγο αδιάφορος σε αυτό. Αλλά από την άλλη ήταν ένας άνθρωπος ώριμος, που έβλεπε ένα νέο κορίτσι να δείχνει τόσο ενθουσιασμό για το ρεπερτόριό του. Ο θαυμασμός άλλωστε είναι αφροδισιακός. Αυτό που έχω να πω 37 χρόνια μετά την πρώτη γνωριμία μας, είναι ότι οι καλύτερες σχέσεις δεν ξεκινούν από ένα μεγάλο έρωτα, γιατί οι μεγάλοι έρωτες είναι θνησιγενείς. Είναι σαν την αστραπή που σε τρελαίνει με την εκτυφλωτική της λάμψη και αμέσως σβήνει. Πεθαίνει εν τη γενέσει της. Εμείς δεν είχαμε τέτοια διάθεση όταν γνωριστήκαμε. Έγινε σταδιακά. Πέρασαν γύρω στα 3-4 χρόνια για να δω τον Μίμη για κάτι πέρα από τον δημιουργό που θαύμαζα. Μέσα σε αυτό το διάστημα έγινα ο δικός του άνθρωπος που με εμπιστευόταν απόλυτα όταν ήθελε μια γνώμη για κάτι. Για παράδειγμα με έπαιρνε τηλέφωνο για να του προτείνω ποια τραγούδια να επιλέξει για τους δίσκους με τις επιτυχίες του. Οπότε όλο αυτό οδηγήθηκε μόνο του. Ξεκίνησε πιο ήρεμα και για αυτό έχει και διάρκεια.
Πείτε μου για τον Γιάννη Δαλιανίδη. Λένε ότι ήταν αυστηρός στη δουλειά του. Τι αναμνήσεις έχετε από εκείνον;
Ο Δαλιανίδης ήταν όντως αυστηρός στη δουλειά του και καλά έκανε. Για παράδειγμα στην ταινία “Γοργόνες και Μάγκες”, σε μια σκηνή χωρισμού ο Δαλιανίδης ζήτησε από τον Μίμη να γράψει ένα πολύ ιδιαίτερο τραγούδι για τη Μαρινέλλα. Ο Μίμης έγραψε το “Πες μου που πας”. Το άκουσε ο Δαλιανίδης και έγινε ένας καβγάς φοβερός. Ο Δαλιανίδης δεν το θεώρησε κατάλληλο για τη συγκεκριμένη σκηνή και το απέρριψε. Τότε ο Μίμης κάθισε και έγραψε το “Άνοιξε Πάτρα”. Μόλις το άκουσε ο Δαλιανίδης, είπε ότι ήταν ακριβώς αυτό που ήθελε. Τελικά το “Άνοιξε Πέτρα” έγινε το κλασσικό τραγούδι που όλοι ξέρουμε. Και το “Πες μου που πας” όμως έκανε επιτυχία γιατί το πήρε η Βίκυ Λέανδρος και ήταν κι αυτό ένα υπέροχο τραγούδι. Γι αυτό λοιπόν η αυστηρότητα του Δαλιανίδη ήταν πάντα δικαιολογημένη. Ήταν όμως ένας γλυκός άνθρωπος και είχαμε μια πολύ δυνατή φιλία, γιατί εκτός από φίλος του Μίμη, είχε γίνει και δικός μου φίλος κολλητός. Μου άνοιγε την καρδιά και την ψυχή του και μου έλεγε και τις πίκρες του. Μιλούσαμε κάθε μέρα. Μάλιστα μια φορά είχαν παρεξηγηθεί με τον Μίμη. Το 1990 ο Δαλιανίδης είχε κάνει μια σειρά και συμπεριέλαβε κάποια τραγούδια του Μίμη και δημιουργήθηκε παρεξήγηση. Βρήκα τυχαία όμως κάποια έγγραφα που έλυναν το ζήτημα και με αυτό τον τρόπο τα ξαναβρήκαν. εγώ πάντα συμφιλίωνα κόσμο και ήμουν γεφυροποιός.
Μιας και αναφερθήκατε στην Μαρινέλλα, πείτε μου για την κλασσική πια εμφάνισή της στο «Γοργόνες και Μάγκες».
Θα σου πω κάτι που έχει ενδιαφέρον. Ήταν στα ξεκινήματα της σόλο καριέρας της. Επικοινωνεί μαζί της ο Δαλιανίδης και της λέει ότι τη θέλει να εμφανιστεί σε ένα musical που ετοιμάζει. Μόλις άκουσε για musical η Μαρινέλλα, ενθουσιάστηκε! Φαντάστηκε ότι θα φοράει φτερά και φανταχτερά στρας. Μόλις όμως πάει στο γύρισμα, της έβαλαν ένα μαύρο ράσο, της σκέπασαν τα μαλλιά, της πέταξαν και τα παπούτσια και την έβαλαν να είναι ξυπόλυτη! Και είπε “αυτό είναι το λαμπερό musical;” (γέλια). Κι όμως η Μαρινέλλα προς τιμήν της έχει πει αναφερόμενη στο “Άνοιξε Πέτρα” ότι “Με αυτό το μαύρο ράσο και ξυπόλυτη, φόρεσα το πιο λαμπερό πετράδι της ζωής μου.” Η Μαρινέλλα είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος. Δε θα ξεχάσω ποτέ όταν το 2002 που με τον Μίμη οργανώσαμε στο Ηρώδειο μια μεγάλη συναυλία για το Ιωβηλαίο του ως συνθέτη, η Μαρινέλλα δέχθηκε αμέσως να έρθει να τραγουδήσει. Παρ ότι εκείνη την περίοδο είχε σταματήσει τις εμφανίσεις. Δεν το ξεχνώ αυτό.
Είχε έρθει και ο Μητροπάνος σε εκείνη την συναυλία.
Αρχικά είχα ζητήσει να έρθει ο Πουλόπουλος. Όμως αρνήθηκε γιατί είχε από τότε κάποια θέματα υγείας που δεν τα εξωτερίκευε ακόμα. Με λίγα λόγια δεν ένιωθε άνετα να βγει μπροστά σε κοινό. Αυτό από κάποιους παρερμηνεύθηκε. Μίλησα τότε με τον Μητροπάνο και μου λέει: “Πες στον Μίμη να μην στεναχωριέται, θα έρθω εγώ στη θέση του Γιάννη“. Ήρθε και η Ελευθερία Αρβανιτάκη που έχει κάνει τόσες διασκευές στα τραγούδια του Μίμη και τελικά έγινε μια αξέχαστη συναυλία.
Όταν γνωρίσατε τον Μίμη Πλέσσα, οι δισκογραφικές εταιρίες είχαν αφήσει στην άκρη το εμβληματικό του ρεπερτόριο. Πως δικαιολογείται αυτό;
Είναι πολλοί οι λόγοι. Πρώτον ο Μίμης ήταν ένα άναρχο πνεύμα. Δε δέχθηκε ποτέ να υπογράψει συμβόλαιο με δισκογραφική εταιρία, το οποίο σημαίνει ότι οι δισκογραφικές δεν είχαν κανένα λόγο να προωθήσουν τον Πλέσσα και να επενδύσουν πάνω του. Για παράδειγμα ο Λοϊζος, από το πρώτο μέχρι το τελευταίο του τραγούδι τα έβγαλε η ίδια εταιρία. Οπότε η δισκογραφική είχε κάθε λόγο να τον προωθεί. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον καιρό που δούλευα στο ραδιόφωνο, μου έρχονταν συνέχεια κασετίνες, βινύλια και συλλογές των άλλων συνθετών. Του Πλέσσα δεν υπήρχε τίποτα. Επίσης όταν έβλεπαν ότι ένα τραγούδι του Πλέσσα πάει να “χτυπήσει” πρωτοκλασάτη τους τραγουδίστρια, το μπλόκαραν.
Πείτε μου ένα παράδειγμα.
Μετά από τα τραγούδια που έγραψε ο Μίμης για τη Τζένη Βάνου από το 1959 εώς το 1962, τα λεγόμενα ελαφρά -που εγώ διαφωνώ με τον όρο-, η Τζένη έκανε στροφή σε πιο λαϊκά μονοπάτια. Όπως το “Σε βλέπω στο Ποτήρι μου”, το “Αν είναι η αγάπη αμαρτία” κτλ. Αυτά τα τραγούδια δεν τα προωθούσε η εταιρία όπως θα τους άξιζε. Ο λόγος ήταν ότι η δισκογραφική φοβόταν πως η Βάνου θα πάρει τη θέση μιας άλλης πρωτοκλασάτης τραγουδίστριάς της και για να μην την επισκιάσει, “έθαβαν” αυτά τα τραγούδια. Αυτά τα ξέρω πάρα πολύ καλά. Όχι σαν σύζυγος του Μίμη, αλλά επειδή ήμουν ραδιοφωνική παραγωγός 30 χρόνια και ήμουν μέσα στη δισκογραφία. Ξέρω πολύ καλά τι παιζόταν. Σήμερα μπορώ να σου πω με βεβαιότητα ότι παιζόντουσαν τέτοια παιχνίδια. Έθαβαν τραγούδια που ήταν σουξέ για να μην χάσει τη δόξα η φίρμα που ήθελε η εταιρία να προωθήσει. Αυτά τα ξέρω και στα υπογράφω.
Ο μαέστρος δεν είχε παράπονο που οι δισκογραφικές τη δεκαετία του ’80 τον είχαν παραγκωνίσει;
Δεν τον πείραζε γιατί νόμιζε ότι είχε τελειώσει η καριέρα του. Δεν υπήρχε πια και ο ελληνικός κινηματογράφος και ο μαέστρος βρισκόταν σε ένα καλλιτεχνικό τέλμα. Όταν τον γνώρισα ήταν αποτραβηγμένος από τη δισκογραφία. Δεν είχε συμβόλαιο με καμία δισκογραφική, δεν είχε ατζέντη, δεν είχε μάνατζερ, δεν είχε τίποτα. Δεν είχε έναν άνθρωπο στο περιβάλλον του που να τον κατευθύνει και ήταν απομονωμένος καλλιτεχνικά. Ο μόνος τρόπος που βρισκόταν στην επικαιρότητα, ήταν μέσω της εκπομπής που παρουσίαζε στην κρατική τηλεόραση. Το «Καλλιτεχνικό Καφενείο». Μόνο κάποια ρεσιτάλ έκανε και σε ένα από αυτά τον γνώρισα όπως σου είπα πρίν. Ήταν στις Σπέτσες όπου παραθέριζα με τους γονείς και τα αδέλφια μου. Και τι ήταν λοιπόν αυτό το ρεσιτάλ; Σόλο πιάνο με όλων των συνθετών τα τραγούδια εκτός από τα δικά του. Από Θεοδωράκη, Χατζιδάκι μέχρι Ξαρχάκο και Χατζηνάσιο. Μόνο στο τέλος έπαιξε ένα δικό του κομμάτι. Τον πλησιάζω και του λέω “Κύριε Πλέσσα, γιατί δεν κάνετε ένα ρεσιτάλ με δικά σας τραγούδια;” Και μου απάντησε αυθόρμητα: “Μα δεν τα ξέρει κοριτσάκι μου κάνεις“. Δε γνώριζε τη δύναμη των τραγουδιών του. Εγώ επέμενα πολύ να κάνει ένα τέτοιο ρεσιτάλ. Άργησε πολύ να με ακούσει. Εγώ όμως επέμενα. Με τον Άγγελο Πυριόχο που εκείνη την εποχή κάναμε μαζί ραδιόφωνο, τον πείσαμε να πάμε σε ένα υπόγειο μαγαζί όπου έκαναν πρόγραμμα με τα κινηματογραφικά τραγούδια του Πλέσσα και γινόταν χαμός. Το είδε και δεν το πίστευε!
Πότε πραγματοποιήθηκε η πρώτη εμφάνισή του με δικά του τραγούδια;
Ήταν το 1993. Εκείνη την εποχή είχε ένα μαγαζί ο Μίμης Δομάζος που λεγόταν Ζυγός. Ήταν να τραγουδήσουν εκεί ο Καρβέλας με τον Ρακιντζή. Ο Δομάζος είχε δώσει πολλά λεφτά για να προωθήσει αυτό το σχήμα και είχε γεμίσει την Αθήνα με αφίσες. Κάπου δεν τα βρήκαν όμως και το σχήμα διαλύθηκε αμέσως. Νομίζω έπαιξαν για μια-δυο βραδιές ή δεν πρόλαβαν καθόλου να παίξουν και είχαν κάνει μόνο την πρόβα generale. Κάτι τέτοιο. Από αυτό ο Δομάζος καταστράφηκε. Δεν ήξερε τι να κάνει. Τον βρίσκει τότε ο Άγγελος Πυριόχος και του λέει να μας δώσει το μαγαζί για ένα μήνα. Ο Δομάζος λέει “Πάρτε το, αλλά δεν έχω καθόλου λεφτά ούτε για διαφήμιση, ούτε για αφίσες, ούτε για τίποτα”. Κάνουμε συμφωνία λοιπόν για 20 μέρες. Πάμε με τον Άγγελο να στήσουμε το σχήμα με τραγούδια του Πλέσσα. Μαζεύουμε νέα παιδιά πού τότε γνωρίζαμε και ήταν κοντά μας. Τον Γιάννη Κούτρα που ήταν συνεργάτης του Μίμη και εμφανιζόταν στα ρεσιτάλ που έκανε, τη Μαριάννα Ευστρατίου, την Κλεοπάτρα, τον Γιάννη Σαββιδάκη που τότε ήταν πρωτοεμφανιζόμενος και μου τον είχαν στείλει ως νέο ταλέντο στο κανάλι 1 του Πειραιά που έκανα ραδιόφωνο… Έτσι δημιουργήσαμε αυτό το σχήμα. Ξεκινήσαμε λοιπόν και έγινε χαμός παρ΄ ότι ήταν τελείως αδιαφήμιστο. Κάθε βράδυ το μαγαζί ήταν γεμάτο! Ο κόσμος έσπαγε τις τζαμαρίες για να μπει και ο Δομάζος ήταν πανευτυχής! Από εκεί που ήταν να διαρκέσει 20 μέρες, κράτησε 1,5 χρόνο! Μάλιστα έγινε και διπλός live δίσκος. Μετά από αυτό λοιπόν, ο Μίμης κατάλαβε τη δύναμη που είχαν τα τραγούδια του. Από τότε έγινε μια επανεκκίνηση του Μίμη Πλέσσα. Κατάφερα και του έδωσα ζωή μέσα από αυτό. Και στις εμφανίσεις και στη δισκογραφία με νέα τραγούδια και με κασετίνες με παλιές του επιτυχίες.
Άν θυμάμαι καλά, το “Τόσα Καλοκαίρια” θεωρείται το πρώτο βίντεο κλιπ στην Ελλάδα. Πως προέκυψε;
Θα σου πω. Ο Δάκης δούλευε σε ένα μαγαζί που το έλεγαν Galaxy. Τη μέρα που ήταν να πάει στην Ύδρα να γυρίσει τη σκηνή με το τραγούδι για το «Γοργόνες και Μάγκες”, του άλλαξαν το ρεπό και δεν μπορούσε να πάει στην Ύδρα να συμμετέχει στο γύρισμα. Ο δαιμόνιος όμως Δαλιανίδης, βρήκε τη λύση. Σκέφτηκε να κάνει το πρώτο βίντεο κλιπ. Κάνει το γύρισμα στην Ύδρα, αλλά με τον Κομνηνό και τη Χρονοπούλου. Έτσι, μέσα από αυτή την ατυχία, βγήκε το πρώτο ελληνικό βίντεο κλίπ! Αυτό το τραγούδι δεν το έβρισκα στο αρχείο του Μίμη. Πάω λοιπόν στο Μάκη Μάτσα και του ζητάω να το βγάλει και σε Lp για να υπάρχει. Γιατί μέχρι τότε είχε βγει μόνο στις 45 στροφές. Μου λέει “Βρέ πλεσσολόγε, τι μανία έχεις με αυτά τα τραγούδια! Βγάζουμε τόσα καινούρια. Άσε με να το σκεφτώ.” Μετά από λίγο καιρό μου τηλεφωνεί στον Αnt1 που έκανα ραδιόφωνο και μου λέει “Σου έχω μια έκπληξη. Σου στέλνω ένα δίσκο. Είναι ένα τριπλό βινύλιο που λέγεται «Τα Καλοκαιρινά» και στη δεύτερη πλευρά του τρίτου Lp έβαλα και το Τόσα Καλοκαίρια ειδικά για σένα“. Βέβαια μετά από λίγα χρόνια δικαιώθηκα γιατί βγήκε ένας δίσκος με τα καλύτερα τραγούδια του Δάκη με τίτλο “Τόσα Καλοκαίρια”. Θέλω να πω οτι δεν επέμενα άδικα.
Φαντάζομαι θα επιστρατεύατε το μουσικό σας αισθητήριο και ως ραδιοφωνικός παραγωγός.
Βέβαια. Την εποχή που έκανα το top 20 της ifpi στον Αnt1 και έπρεπε να παίξω τα σουξέ της εβδομάδας, μέσα από αυτή την εκπομπή προωθούσα το τραγούδι που θα μείνει και όχι το τραγούδι της επικαιρότητας. Θυμάμαι το 1990 είχε βγάλει η Χαρούλα Αλεξίου ένα δίσκο που της είχε γράψει ο Μικρούτσικος με τη Νικολακοπούλου και από εκεί η εταιρία προωθούσε υπερβολικά ένα τραγούδι που λεγόταν “Ο Τηλεφωνητής” και το “Θα Πάθεις Έρωτα”. Εγώ όμως είχα ξεχωρίσει το “Μάτια Μου η Ελλάδα”. Μου έλεγαν “Μην προωθείς αυτό. Άλλα είναι τα σουξέ του δίσκου” τους απαντούσα “Αφήστε με να κάνω τη δουλειά μου” Το ίδιο έγινε και με το Επίθεση Αγάπης του Χατζηνάσιου που τραγουδούσε ο Πάριος. Ήρθε το βινύλιο στο σταθμό και όπως συνηθιζόταν, δίπλα στους τίτλους των τραγουδιών που ήθελε η δισκογραφική να προωθήσει, έβαζε με στυλό ένα σταυρουδάκι. Είχαν σταυρώσει το 220Volt. Εγώ όμως έπαιζα το “Ποιος να συγκριθεί μαζί σου”. Ξανά τηλέφωνο από τη Minos. “Λουκίλλα μας κάνεις ζημιά! Το 220Volt είναι αυτό που θέλουμε να προχωρήσει” Εγώ επέμενα. Και δικαιώθηκα παντού. Γιατί αυτά τελικά ήταν τα τραγούδια που έμειναν.
Είναι εντυπωσιακό ότι ο Μίμης Πλέσσας είναι τόσο παραγωγικός συνθέτης και μέχρι σήμερα δημιουργεί καινούρια κομμάτια.
Ο Μίμης είναι ένας άνθρωπος που δε σταματά να γράφει και πάντα είχε μεγάλη ευκολία να συνθέτει. Τα τελευταία χρόνια έγραψε πράγματα που δεν είχε γράψει παλιότερα. Έλεγε “Είναι λιγότερα τα χρόνια που μου απομένουν, άρα πρέπει να κάνω σπουδαιότερα πράγματα” Επίσης του αρέσουν πολύ οι επανεκτελέσεις των παλιών του τραγουδιών και πάντα τον συμβούλευα ποια κομμάτια θα έπρεπε να επιλέξει για να τους δώσει μια δεύτερη ευκαιρία.
Συνεχίζει να παίζει πιάνο;
Παίζει, αλλά έχει ένα κακό: Ο Μίμης θέλει κοινό για να παίξει. Και είναι κατά κάποιο τρόπο δυστυχία αυτό, γιατί τώρα με τον κορωνοϊο και με τις ιώσεις που κυκλοφορούν, φοβάμαι να βάζω πια κόσμο στο σπίτι. Δεν είναι εύκολο. Και αντίστοιχα δεν είναι εύκολο πιά να είναι πάνω σε μια σκηνή με 1500 θεατές από κάτω. Το θέλει πολύ βέβαια. Φαντάσου ότι ήρθαν τις προάλλες από μια τηλεοπτική εκπομπή και ζήτησαν από τον Μίμη να παίξει ένα κομμάτι στο πιάνο για να τραβήξουν τα δάχτυλά του στα πλήκτρα. Ο Μίμης έπαιξε 14 κομμάτια! Δεν τους άφηνε να φύγουν!
Να πούμε και ότι φέτος το θέατρο στο Πάρκο Τρίτση ονομάστηκε “Θέατρο Μίμης Πλέσσας”
Στις 12 Σεπτεμβρίου έγινε μια πολύ όμορφη τελετή ονοματοδοσίας και ακολούθησε και συναυλία εκεί. Ήταν στη σκηνή το κουαρτέτο που έπαιζε και ο Μίμης καθόταν στο κοινό και παρακολουθούσε. Κάθε λίγο μου έλεγε “Δεν μπορώ να ανέβω να παίξω κι εγώ;” “Σε λίγο” του απαντούσα. Ήθελα πρώτα να τελειώσει το πρόγραμμα η ορχήστρα. Στο τέλος έκανα νόημα στα παιδιά ότι θα ανέβει στη σκηνή ο μαέστρος να παίξει ένα κομμάτι. Σας πληροφορώ ότι κάθισε 2 ώρες και έπαιζε! Η σκηνή είναι η ζωή του. Αν δεν είχα τον φόβο των ιώσεων και των κλειστών χώρων, κάθε μέρα θα ήταν έξω και θα έπαιζε. Γι αυτό θέλω προς την άνοιξη να κάνει μια συναυλία για να παίξει. Να του δώσω αυτή την ευκαιρία γιατί του δίνει ζωή.
Η κόρη σας η Ελεάνα είναι ένα πολυτάλαντο κορίτσι που απ’ οτι φαίνεται έχει πάρει το καλλιτεχνικό γονίδιο του μπαμπά της.
Έχει σπουδάσει film studies και έχει κάνει και κάποιες ταινίες μικρού μήκους. Συμμετείχε και τυχαία σε μια ταινία του του Σμαραγδή. Στον Καζαντζάκη. Είχαμε πάει να δούμε τα γυρίσματα και την είδε ο Σμαραγδής και ξετρελάθηκε με το πρόσωπό της. Την έντυσε με ρούχα εποχής και συμμετείχε σε μιά σκηνή. Όμως την Ελεάνα δεν την τραβάει πολύ η υποκριτική. Θέλει να είναι πίσω από τις κάμερες. Πιο πολύ την ενδιαφέρει το μοντάζ και η φωτογραφία. Εγώ διαφωνώ βέβαια. Θέλω να την δω και στην οθόνη. Κάνει επίσης και διαχείριση social media. Καλλιτεχνών, πολιτικών, εταιριών κτλ. Της αρέσει πάρα πολύ…
Πώς βλέπετε την Ελληνική δισκογραφία σήμερα;
Τα ταλέντα δεν έχουν στερέψει. Έχουν στερέψει οι δρόμοι από τους οποίους αναδεικνύονται. Κάποτε υπήρχε ο παραγωγός στην κάθε δισκογραφική που αγκάλιαζε τον Έλληνα δημιουργό και αυτός με τη σειρά του είχε την ευθύνη ενός ολόκληρου άλμπουμ με δικές του συνθέσεις. Σήμερα έχει αλλάξει αυτό. Τα τραγούδια είναι πυροτεχνήματα. Δεν υπάρχει δισκογραφία. Όλα αυτά είναι παραμάγαζα μεγάλων πολυεθνικών που κόβουν τα κλαδιά του Έλληνα και δεν αφήνουν τίποτα που να μείνει. Δεν υπάρχει πια τρόπος να αναδειχθεί το έργο του καλλιτέχνη και να το αφήσουν να στεριώσει. Είναι κατευθυνόμενο να βγαίνουν μόνο εφήμερα τραγούδια που αντέχουν 1-2 μήνες. Δε φταίνε οι δημιουργοί. Δεν τους αφήνουν να υπάρχουν.
Κλείνοντας θέλω να δώσετε μια ευχή στους αναγνώστες μας.
Όσο τετριμμένο και να ακούγεται, εύχομαι σε όλους να έχουν υγεία. Η υγεία είναι ο άσσος στη ζωή μας. Γιατί όσα μηδενικά και να έχεις στην τράπεζα, αν λείψει ο άσσος, μένουν μόνο τα μηδενικά! Και όταν λέω υγεία, δεν εννοώ μόνο την σωματική, αλλά και την ψυχική και την πνευματική. Και να θυμάται ο κόσμος ότι δεν πρέπει να αναλώνεται σε μάταια πράγματα. Ο έξυπνος και υγιής άνθρωπος πρέπει να προσαρμόζεται και να προχωράει στην επόμενη σελίδα της ζωής. Αλλοίμονο αν πέσουμε σε μελαγχολία και λέμε “πως ήμουνα χτες“. Δεν πρέπει να κολλάμε στο χτες. Εμείς είμαστε οι καπετάνιοι της ζωής μας. Κάθε μέρα έχει άλλο καιρό και πρέπει να προσαρμόζουμε τα πανιά μας ανάλογα με τον καιρό που ορίζει άλλος._
Φωτογραφίες: Θοδωρής Απειρανθίτης