Μετά από μια πορεία έξι δεκαετιών στην Ελλάδα, η Tupperware ανακοίνωσε πως θα σταματήσει τη λειτουργία της στη χώρα μας, ακολουθώντας τις αποφάσεις της μητρικής εταιρείας για το κλείσιμο της δραστηριότητάς της σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η εταιρεία θα δέχεται παραγγελίες για τα προϊόντα της μέχρι και την 8η Ιανουαρίου 2025. «Σήμερα μοιραζόμαστε μαζί σας μία πολύ δύσκολη ανακοίνωση. Ως Tupperware Ελλάδος, στα πλαίσια των ευρύτερων αποφάσεων που έχουν ληφθεί από τη μητρική εταιρεία για όλες τις χώρες της Ευρώπης – αποφάσεις που καλούμαστε και εμείς με τη σειρά μας να ακολουθήσουμε – θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι θα είμαστε σε θέση να δεχόμαστε παραγγελίες για αγορά των προϊόντων της εταιρείας μέχρι και την 8η Ιανουαρίου 2025», ανέφερε η εταιρεία.
Από την κορυφή στην κρίση
Η Tupperware, που ξεκίνησε το 1946, έγινε συνώνυμο της οργάνωσης και της καινοτομίας στην κουζίνα. Μέσω της πρωτοποριακής μεθόδου των επιδείξεων σε σπίτια, κατάφερε να μπει σε εκατομμύρια νοικοκυριά παγκοσμίως. Στο απόγειο της επιτυχίας της, το 2017, η εταιρεία διέθετε περισσότερους από τρία εκατομμύρια αντιπροσώπους σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, η Tupperware δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έφερε η άνοδος του διαδικτυακού εμπορίου και η ευρεία χρήση πλαστικών μιας χρήσης, τα οποία κέρδισαν έδαφος στη διανομή γευμάτων.
Οικονομικά προβλήματα και πτώχευση
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Tupperware κήρυξε πτώχευση και συμφώνησε την πώλησή της στους δανειστές της. Η συμφωνία περιλάμβανε 23,5 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά και πάνω από 63 εκατομμύρια δολάρια σε ελάφρυνση χρέους. Λίγες ημέρες αργότερα, δικαστήριο ενέκρινε την πώληση της Tupperware Brands, σηματοδοτώντας το τέλος μιας εποχής για την εμβληματική εταιρεία.
Η Tupperware, που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1960, αποτελούσε αγαπημένη επιλογή για πολλές οικογένειες και συνδέθηκε με ποιοτικά προϊόντα που έδιναν λύσεις στην καθημερινότητα.
Η απόσυρση της Tupperware από την ελληνική αγορά σηματοδοτεί το τέλος μιας μακράς και επιτυχημένης διαδρομής, με τους καταναλωτές να έχουν λίγες ακόμη εβδομάδες για να προμηθευτούν τα προϊόντα της.