Σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης έχει το ηλεκτρονικό εμπόριο στην Ελλάδα, καθώς σήμερα μόλις 4 στους 10 καταναλωτές κάνουν online αγορές, όταν το αντίστοιχο ποσοστό σε “ώριμες” online ευρωπαϊκές αγορές ξεπερνά το 70%-75%. Ως αποτέλεσμα, το 2019 αναμένεται να είναι μια καλή χρονιά για το ηλεκτρονικό εμπόριο, καθώς περίπου 4 εκατ. Έλληνες θα δαπανήσουν περισσότερα από €5 δις για online αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Για το τρέχον έτος, δεν θα πρέπει να περιμένουμε σημαντικές αλλαγές στις κορυφαίες κατηγορίες online αγορών στην Ελλάδα, οι οποίες το 2018 είχαν ως εξής: διαμονή σε καταλύματα (50%), ταξιδιωτικές υπηρεσίες (46%), έτοιμο φαγητό (43%), ένδυση/υπόδηση (42%), εξοπλισμός ηλεκτρονικών υπολογιστών (41%), ηλεκτρονικές συσκευές (40%), εισιτήρια για εκδηλώσεις (39%), βιβλία (37%), οικιακά είδη (36%), είδη φαρμακείου (30%), προσωπική φροντίδα (30%) και ασφάλειες (26%).
Άνω των €5 δις οι ηλεκτρονικές αγορές το 2019. Το 40% του πληθυσμού θα χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για τραπεζικές συναλλαγές. Να σημειωθεί ότι η κατηγορία με τη μεγαλύτερη αύξηση το 2018 ήταν η “παραγγελία έτοιμου φαγητού”, που έφθασε τα €500 εκατ. σε αξία online αγορών. Σύμφωνα με την ετήσια μελέτη για το ηλεκτρονικό εμπόριο, που διεξάγει το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Εμπορίου (ELTRUN) του ΟΠΑ, η ανοδική πορεία του ηλεκτρονικού εμπορίου σχετίζεται τόσο με την ψηφιακή ωριμότητα των ίδιων των καταναλωτών, όσο και με τη στροφή των ίδιων των εταιρειών προς το ψηφιακό κανάλι.
Ψηφιακό κανάλι
Συγκεκριμένα, πάνω από 7.000 ελληνικές εταιρίες θα λειτουργούν, πλέον, οργανωμένο ψηφιακό κανάλι πώλησης το 2019, εκ των οποίων τα 2/3 είναι μεσαίες ή μεγάλες επιχειρήσεις (με απασχόληση πάνω από 10 άτομα) και το 1/3 είναι μικρές, δυναμικές εταιρίες με κύριο κανάλι πώλησης το ψηφιακό. Η περαιτέρω ανάπτυξη των Ελληνικών ψηφιακών επιχειρήσεων επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι το 85% των online αγοραστών κάνει, πλέον, πάνω από το 80% των online αγορών του από ελληνικά ηλεκτρονικά καταστήματα, ενώ το 2016 μόνο το 60% των καταναλωτών είχε αντίστοιχη συμπεριφορά.
Την ψηφιακή ωριμότητα των επιχειρήσεων επιβεβαιώνουν τα στοιχεία του ELTRUN, σύμφωνα με τα οποία, πάνω από 5.000 ελληνικές εταιρείες κάνουν τις αγορές τους ηλεκτρονικά, ενώ τουλάχιστον 25.000 διακινούν ηλεκτρονικά ετησίως πάνω από 25 εκατ. Β-Β τιμολόγια. Σημειώνεται ότι η ηλεκτρονική τιμολόγηση μπορεί να εξοικονομήσει κόστη πάνω από €1 δις ετησίως για τις ελληνικές επιχειρήσεις και να τις βοηθήσει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας τους.
Παρά την ωρίμανση καταναλωτών και επιχειρήσεων, τα προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται στην ελληνική B-C online αγορά. Τα κύρια προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι online αγοραστές, αφορούν την παράδοση των προϊόντων, όπως οι υψηλές χρεώσεις παράδοσης (70%), το ωράριο παραλαβής (31%) και η παραλαβή ελαττωματικών προϊόντων (15%). Η δεύτερη κατηγορία προβλημάτων αφορά την υποστήριξη, όπως δυσκολία πληροφόρησης μετά την αγορά (19%) και δυσκολία στην τηλεφωνική επικοινωνία (13%). Ενώ τα προβλήματα με τις ψηφιακές συναλλαγές είναι περιορισμένα, όπως οι δυσκολίες στην πλοήγηση (14%) και στον τρόπο πληρωμής (6%).
Πολυκαναλική συμπεριφορά
Η έρευνα εκτιμά ότι οι Έλληνες online αγοραστές θα συνεχίσουν την πολυκαναλική τους συμπεριφορά και μάλιστα, με αυξητικές τάσεις. Τα 2/3 των συνολικών φυσικών αγορών το 2018 τα πραγματοποίησαν, αφού έψαξαν ή ενημερώθηκαν online (από 1/2 το 2017). Για παράδειγμα, για να αγοράσουν ένα προϊόν οι καταναλωτές επηρεάζονται από newsletter που λαμβάνουν (52%), διαφημίσεις σε sites που επισκέπτονται (33%), ενημερώσεις που λαμβάνουν στο κινητό (31%), διαφημίσεις στις μηχανές αναζήτησης (19%), διαφημίσεις στο Facebook (16%) και διαφημίσεις στο YouTube (13%). Επίσης, το 1/4 των συνολικών διαδιακτυακών αγορών από τους online αγοραστές έγινε, αφού πραγματοποιήθηκε επίσκεψη σε φυσικό κατάστημα. Στο μεταξύ, το 42% αναζητά πληροφορία στο Διαδίκτυο για προϊόντα, ενώ βρίσκεται εντός του καταστήματος και το 38% αφού επισκέπτεται κάποιο φυσικό κατάστημα και στη συνέχεια το αγοράζει online.
Ηλεκτρονική τραπεζική
Η έρευνα διαπιστώνει, εξάλλου, ότι η χρήση καρτών πληρωμής στην Ελλάδα υπερτριπλασιάστηκε σε αξία την περίοδο 2014-17, με το λιανεμπόριο να καλύπτει περισσότερο από το 85% της αξίας και του αριθμού των συναλλαγών. Σωρευτικά, την ίδια περίοδο, ο αριθμός ενεργών χρηστών e-banking αυξήθηκε 2,5 φορές και των ενεργών χρηστών mobile banking κατά 10 φορές.
Παρ όλα αυτά, το μέσο επίπεδο χρήσης καρτών στην Ελλάδα παραμένει χαμηλότερο του μέσου όρου της Ε.Ε. Όπως εκτιμάται, το 2019 πάνω από το 40% του ενεργού πληθυσμού θα χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για τραπεζικές συναλλαγές. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η ηλεκτρονική τραπεζική είναι ένας από τους κυρίους λόγους, που οι online αγοραστές χρησιμοποιούν το Internet και μάλιστα, με ιδιαίτερη αυξητική τάση (66% το 2018 σε σχέση με 51% το 2017). Ενώ στις online πληρωμές συνεχίζεται η τάση από το 2017, όπου σταθεροποιείται ως κορυφαίος τρόπος πληρωμής η χρεωστική κάρτα (64% των ερωτηθέντων το αναφέρει ως συνήθης τρόπος πληρωμής). Στη δεύτερη θέση είναι η αντικαταβολή (54% από 57% το 2017) και έπονται η πιστωτική κάρτα (37%) και το PayPal (33%).
Mobile αγορές
Τέλος, το 2018 – σύμφωνα με τη μελέτη – καταγράφηκε μεγάλη αύξηση της πρόσβασης των online αγοραστών στο Internet “εν κινήσει”, στο 60% από το 39% το 2017. Αυτή η τάση θα συνεχισθεί, αφού συμβαδίζει και με το εύρημα ότι η πρόσβαση των online αγοραστών στο Internet γίνεται πρωτίστως μέσω κινητού τηλεφώνου (93%), ενώ έπονται ο φορητός υπολογιστής (73%), ο σταθερός (57%) και το tablet (33%). Παράλληλα, πάνω από το 50% των μεσαίων/μεγάλων επιχειρήσεων παρέχουν στους υπαλλήλους τους φορητές συσκευές με πρόσβαση στο διαδίκτυο (αύξηση 20% σε σχέση με το 2017). Η χρήση των mobile συσκευών γίνεται, κυρίως, για αναζήτηση προσφορών (93%), για εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης (84%), για αναζήτησή τιμών (65%) και για κατέβασμα εφαρμογών (64%). Όμως κύρια συσκευή για πραγματοποίηση των διαδικτυακών αγορών, παραμένουν οι υπολογιστές (80%), ενώ μόλις 15% αναφέρει το κινητό και 5% το tablet.
Πηγή: http://www.sepe.gr