Η τέχνη του κινηματογράφου έχει πάρει θέση για πολλά μείζονα κοινωνικά φαινόμενα, με το προσφυγικό να μη λείπει από αυτά-Πέντε ξεχωριστές ταινίες της τελευταίας δεκαπενταετίας προσεγγίζουν το πρόβλημα της προσφυγιάς και της μετανάστευσης κάθε μια με έναν μοναδικό τρόπο.
Ο άνθρωπος είναι ικανός για τα μεγαλύτερα καλά, αλλά και τα μεγαλύτερα δεινά. Ένα από αυτά τα δεινά, ίσως και το πιο καταστροφικό όλων, είναι ο πόλεμος. Οι διαφωνίες, τα συμφέροντα και οι ιμπεριαλιστικές «διαθέσεις» ορισμένων κρατών, καταλήγουν σε τεράστιες καταστροφές πόλεων, χωρών και απώλειες ανθρώπινων ζωών. Οι επιζώντες αναγκάζονται βίαια να ξεριζωθούν με τις οικογένειές τους (όσοι από αυτούς είναι τυχεροί να τις έχουν ακόμα μαζί τους) και να αναζητήσουν νέες πατρίδες.
Η «γη της επαγγελίας» που αναζητούν μπορεί να μην είναι τελικά τόσο φιλόξενη. Επιφυλάσσει συνήθως δυσκολίες και εμπόδια, καθώς ο δρόμος για την επιβίωση είναι μακρύς. Το μόνο τους διαβατήριο για ένα καλύτερο αύριο είναι η ελπίδα και η δύναμη για επιβίωση έπειτα από τόσες δυσκολίες.
Μέσα από τη μεγάλη οθόνη έχουμε την ευκαιρία να δούμε διαφορετικές προσεγγίσεις για το προσφυγικό, άλλες με happy end και άλλες χωρίς. Σε κάθε περίπτωση, όμως, βιώνουμε έντονα με τους πρωταγωνιστές κάθε φορά το δράμα τους, τον αγώνα τους για την επιβίωση
Επιλέξαμε 5 εμβληματικές ταινίες για το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα της εποχής μας, η κάθε μια με έναν εντελώς δικό της χαρακτήρα, αλλά αναδύουν ένα εξίσου δυνατό συναίσθημα.
Το λιμάνι της Χάβρης ( La Havre) (2011): Η ταινία μας μεταφέρει στη ζωή ενός λούστρου, πρώην συγγραφέα Μαρσέλ (Αντρέ Βίλμς), ο οποίος μένει στη Χάβρη, το πιο πολυσύχναστο λιμάνι της Γαλλίας. Η «ταπεινή» καθημερινότητά του περιλάμβανε τη δουλειά του, τη φροντίδα της άρρωστης γυναίκας του Αρλετί (Κάτι Ούτινεν) και την επίσκεψη σ το αγαπημένο του στέκι. Η ζωή του έρχεται ξαφνικά αντιμέτωπη με μια μεγάλη αλλαγή, όταν ένας ανήλικος μετανάστης από την Αφρική, ο Ίντρισα (Μπλοντέν Μιγκέλ) εμφανίζεται στο δρόμο του, κουβαλώντας στις πλάτες του ένα πολυτάραχο, δύσκολο παρελθόν. Αποφασισμένος και οπτιμιστής, όπως είναι, ο Μαρσέλ κάνει τα αδύνατα δυνατά για να βοηθήσει το παιδί να ορθοποδήσει. Στην προσπάθειά του αυτή, θα συναντήσει εμπόδια, καθώς ο ίδιος διαθέτει περιορισμένους πόρους και η αστυνομία αναζητά να συλλάβει τον Ίντρισα.
Μια όμορφη, γλυκόπικρη ιστορία δύο ανθρώπων οι οποίοι, παρά τις δυσκολίες που τους επιφύλασσε η μοίρα τους, είχαν ταυτόχρονα την τύχη να βρεθούν ο ένας στο μονοπάτι του άλλου. Ταυτόχρονα, βλέπουμε μια προσπάθεια του σκηνοθέτη Άκι Κουρασμάκι να αποδώσει ένα φλέγον ζήτημα που, ενώ μαστίζει την Ευρώπη, θεωρείται ταμπού για τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος.
The Red Sea Diving Resort (2019): Η ταινία είναι μια παραγωγή του Netflix και αφορά μια σκοτεινή ιστορία που είδε το φως της δημοσιότητας πριν κάποια χρόνια. Πίσω στο 1980, λοιπόν, σε μια ακτή της Ερυθράς θάλασσας στην έρημο του Σουδάν, το Αρούς, μετατρέπεται σε ένα ειδυλλιακό τοπίο και πλήθος από τουρίστες αρχίζουν να συρρέουν στην περιοχή, για τις αμμώδεις παραλίες και την εξερεύνηση του υποβρύχιου κόσμου. Όλο αυτό είναι μια βιτρίνα, ωστόσο, των μυστικών πρακτόρων του Μοσάντ για τον επαναπατρισμό των χιλιάδων Εβραίων της Αιθιοπίας, που είχαν βρει καταφύγιο στα στρατόπεδα προσφύγων του Σουδάν, σε μια χώρα με εχθρική στάση απέναντι στο Ισραηλινό κράτος. Πρόκειται για την αποστολή Operation Brothers που διήρκησε από το 1979-1984, μια επιτυχής αποστολή, μια αξιόλογη έκφανση ανθρωπιστικής βοηθείας. Οι πρωταγωνιστές της ταινίας Κρις Έβανς, Mάικλ K. Γουίλιαμς και Χάλει Μπένετ απαρτίζουν μαζί με άλλους την ομάδα της επικίνδυνης αυτής αποστολής.
Παρά το γεγονός ότι η ταινία έχει επικριθεί από πολλούς για την παρουσίαση του προτύπου ενός «λευκού σωτήρα», εξυμνώντας τον ηρωισμό των Ισραηλινών, μας δίνει μια εικόνα για την πολυτάραχη ζωή των Εβραίων Αιθιόπων εκείνη την περίοδο, για την οποία υπάρχουν σε γενικές γραμμές λίγα στοιχεία. Η ταινία αναφέρεται στην δεκαετία 70’-80’, όποτε και έγινε η αιθιοπική επανάσταση, ξεκινώντας από την κοινότητα Beta του Ισραήλ. Ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων και των γεγονότων, 4000 από τους 20.000 πρόσφυγες που εγκατέλειψαν την κοινότητα και διέφυγαν μέσω του Σουδάν, έχασαν τη ζωή τους στη διαδρομή.
Σκηνοθεσία: Gideon Raff
Persepolis (2007): Παρότι πρόκειται για μια ταινία κινουμένων σχεδίων, το Persepolisπερνάει μια πληθώρα ρεαλιστικών μηνυμάτων και βιωμάτων για τη ζωή ενός πρόσφυγα. Η ταινία αφορά τη ζωή της Μαρζάν Σατραπί, μιας νεαρής Ιρανής, μεγαλωμένης σε μια οικογένεια με ριζοσπαστικές, για το καθεστώς της πατρίδας της απόψεις. Από τη στιγμή που ο πόλεμος ξεσπά, η πρωταγωνίστρια βιώνει ένα διαρκές κλίμα άγχους και τρόμου, καθώς πολλά τρομακτικά συμβάντα λαμβάνουν χώρα γύρω της. Οι γονείς της τη στέλνουν, ενώ η ίδια ήταν στην εφηβεία, στην Ευρώπη για να έχει μια καλύτερη ζωή μακριά από το καταπιεστικό καθεστώς. Η Μαρζάν, υιοθετώντας το επαναστατικό ταμπεραμέντο των γονιών της, θα προσπαθήσει να προσαρμοστεί στη νέα πατρίδα, για την οποία αποτελεί «παράσιτο», ιδιαίτερα στην αρχή. Την ιστορία μας διηγείται η ίδια σε ένα αεροδρόμιο, όταν μετά από χρόνια επιστρέφει πλέον στην πατρίδα της , το 1994, αλλαγμένη και έχοντας αποδεχθεί όλα ανεξαιρέτως τα κομμάτια του παρελθόντος και της καταγωγής της .
Η ταινία είναι αυτοβιογραφική και βασίζεται στο ίδιο τοcomicnovelτης συγγραφέως και παραγωγού της ταινίας, Μαρζάν Σατραπί. Είναι μια ιδιαίτερη αυτοσαρκαστική και ταυτόχρονα ιδιαίτερα «δυνατή» ιστορία, κατάλληλη για εφήβους και μεγάλους.
His House (2020): Πρόκειται για άλλη μια πρωτότυπη παραγωγή του Netflix. Η ταινία μεταφέρει την ανθρώπινη τραγωδία σε ένα άλλο επίπεδο, μέσα από τον τρόμο και το μεταφυσικό. Ένα ζευγάρι πρόσφυγες από το Σουδάν, η Ριάλ (Wunmi Mosaku) και ο Μπολ (Sope Dirisu), έχοντας περάσει πολλά, φτάνει στην Αγγλία προκειμένου να πάρει υπηκοότητα. Εν τέλει, τους δίνεται μια ευκαιρία να μετακομίσουν μακριά από τον ξενώνα φιλοξενίας, με την προϋπόθεση να μην μετακομίσουν και να προσαρμοστούν στην κοινωνία. Οι κανόνες επιβίωσης σκληροί και συγκεκριμένοι: 74 λίρες τη βδομάδα, δεν πρέπει να εργαστούν ή να μετακομίσουν μέχρι την έγκριση της αίτησης ασύλου. Έχοντας ήδη χάσει την κόρη τους στη διαδρομή, το ζευγάρι θεωρεί πως αυτή θα είναι η ευκαιρία του για ένα νέο ξεκίνημα. Ωστόσο, παραφυσικά φαινόμενα και «φαντάσματα» από το παρελθόν φαίνεται να στοιχειώνουν το καινούριο τους σπίτι.
Η συγκεκριμένη ταινία κρύβει μεγαλοφυείς συμβολισμούς και σκληρές εικόνες, που δείχνουν τη φρίκη του πολέμου και τα βάσανα που περνά ένας πρόσφυγας απλά και μόνο για να μπορέσει να επιβιώσει. Μέσα από την ταινία παίρνουμε ένα πολύτιμο μήνυμα: προκειμένου να συνεχίσουμε τη ζωή μας, πρέπει να αποδεχτούμε τα «φαντάσματα του παρελθόντος μας, αφού αποτελούν ένα, οδυνηρό, αλλά παρόλα αυτά κομμάτι της ζωής μας. Αποδεχόμενοι το παρελθόν μας δεχόμαστε ποιοι πραγματικά είμαστε. Είναι, όμως, κάτι τέτοιο εφικτό για κάποιον, χωρίς να χάσει τον εαυτό του στη διαδικασία; Στην όλη διαδικασία αποδοχής των φριχτών γεγονότων που μεσολάβησαν από τον πόλεμο μέχρι τις ακτές της Ευρώπης, φαίνεται και ο τρόπος που ο καθένας διαχειρίστηκε τον πόνο και την απώλεια. Η επόμενη πρόκληση που τους επιφύλασσε η μοίρα πέρα από το να έρθουν αντιμέτωποι με το παρελθόν και το ρατσισμό, ήταν να αποδεχτούν ο ένας τον άλλο, με όποια «σημάδια» μπορεί να έχει.
Σκηνοθεσία: Ρέμι Γουίκς
Ο εξαιρετικός κύριος Λαζάρ (Monsieur Lazar) (2011):Όλα ξεκινούν με ένα δυσάρεστο γεγονός- την αυτοκτονία της δασκάλας μιας τάξης σε ένα δημοτικό σχολείο, χωρίς φυσικά κανείς να το περιμένει. Ως αντικαταστάτης προσλαμβάνεται ένας Αλγερινός πρόσφυγας, ο κύριος Λαζάρ (Μοχάμεντ Φελάγκ), με φανερή αγάπη για τη δουλειά του, ο οποίος προσπαθεί διαρκώς να συμπαρασταθεί και να τα βοηθήσει. Με τον καιρό, ο Λαζάρ γίνεται αγαπητός από τους μαθητές και αποκτούν μια σχέση εμπιστοσύνης με το νέο τους δάσκαλο. ΟΛαζάρ, όμως, έχει κρατήσει κρυφό ότι από στιγμή σε στιγμή κινδυνεύει να απελαθεί.
Βλέποντας το έργο θα συναντήσει κανείς πολλά ζητήματα, όπως ο ρόλος του εκπαιδευτικού, οι έννοιες της βίας και της μετανάστευσης. Ο καθένας μπορεί να πάρει πολλά μηνύματα. Πρόκειται για μια σύνδεση ανάμεσα σε μαθητές του δημοτικού, οι οποίοι μόλις έχουν βιώσει ένα τραυματικό γεγονός και ενός ανθρώπου με μια θλιβερή ιστορία στις πλάτες του. Προσωπικά, πέρα από τον τρόπο με τον οποίο ο σκηνοθέτης έθιξε το προσφυγικό, θεωρώ πως αυτό κάνει την ταινία ξεχωριστή είναι πως αφορά την ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ ανθρώπων, οι οποίοι έχουν βιώσει με διαφορετικό τρόπο την απώλεια. Ακόμα κι αν ο καθένας χρειαζόταν διαφορετικά πράγματα, η ανάγκη τους (μαθητών και δασκάλου) να επικοινωνήσουν κατέληγε στο να βοηθούν ο ένας τον άλλο να αλληλοσυμπληρώσουν τα κομμάτια που λείπουν. Άλλωστε, η καλύτερη θεραπεία για τον ανθρώπινο πόνο είναι η αλληλεγγύη, όποια μορφή και αν παίρνει.
Σκηνοθεσία : Φιλίπ Φαλαρντό