Κάποιες κατέθεσαν πολυακουσμένα κομμάτια κι άλλες κατάφεραν να κάνουν τομή στο χώρο του τραγουδιού και να διαπρέψουν
Στο ελληνικό τραγούδι έχουμε συνηθίσει τις γυναίκες να βρίσκονται μπροστά απ’ το μικρόφωνο και τους άντρες να γράφουν τους στίχους και την παρτιτούρα. Με εξαίρεση τραγουδοποιούς σαν τη Λένα Πλάτωνος και τη Μελίνα Τανάγρη ή ακόμα και τη Χάρις Αλεξίου με την Ελένη Βιτάλη, οι οποίες στη συνείδησή μας, βέβαια, είναι πρωτίστως τραγουδίστριες, λίγες γυναίκες στιχουργούς μπορούμε ν’ αναλογιστούμε κι ακόμα λιγότερες συνθέτριες. Κι όμως, κάποιες γυναικείες πένες κατέθεσαν πολυακουσμένα κομμάτια κι άλλες κατάφεραν να κάνουν τομή στο χώρο του τραγουδιού και να διαπρέψουν:
Ελεάνα Βραχάλη
Η ικανότητά της στη στιχουργική είναι αδιαμφισβήτητη, όπως και το γεγονός πως περιορίζεται σε τραγούδια ερωτικής θεματολογίας, δίνοντας στους χωρισμούς και τους ανεκπλήρωτους έρωτες μελοδραματικές διαστάσεις. Συνεργάτες της οι δημοφιλέστεροι τραγουδιστές, από τη Δήμητρα Γαλάνη και την Τάνια Τσανακλίδου μέχρι τον Κώστα Μαρτάκη και την Πέγκυ Ζήνα, ενώ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το Μιχάλη Χατζηγιάννη. Μαζί κατέθεσαν μελαγχολικές μπαλάντες με ποπ ήχο, όπως «Το σ’ αγαπώ», «Έτσι σε θέλω» και «Ο βυθός σου», ενώ άξια αναφοράς είναι τα «Μόνο εξ’ επαφής» σε μουσική κι ερμηνεία Γιώργου Σαμπάνη, «Απαγορευμένο» σε μουσική Kara DioGuardi-Patrick Leonard με την Άννα Βίσση, και το πιο πρόσφατο «Πώς συνεχίζεται η ζωή», σε μουσική Γιώργου Κυριακού με τη φωνή της Παυλίνας Βουλγαράκη.
Ελένη Ζιώγα
Ηθοποιός και σεναριογράφος, ο έρωτας είναι στο επίκεντρο και των δικών της τραγουδιών. Μπορεί να μην έφερε μουσική επανάσταση, αλλά υπήρξε πάντα ευσυνείδητη και προσεχτική ως προς τις συνεργασίες της, ανάμεσα στις οποίες βρίσκεται και το όνομα του Μίκη Θεοδωράκη. Με τη φωνή του Γιάννη Κότσιρα μας χάρισε μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά και λυρικά κομμάτια της δεκαετίας του ’90 («Το τσιγάρο», «Εφτά ποτήρια», σε μουσική Ευανθίας Ρεμπούτσικα, «Φύλακας άγγελος», «Να ‘φευγα», σε μουσική Αντώνη Μιτζέλου), ενώ η Έλλη Πασπαλά τραγούδησε το «Δάκρυ» σε μουσική Παναγιώτη Καλαντζόπουλου και το συγκρότημα ANEMOS «Του έρωτα και της φωτιάς».
Μαριανίνα Κριεζή
Από το θρυλική «Λιλιπούπολη» στο θρυλικό «Σαμποτάζ», η πένα της πρωταγωνίστησε τη δεκαετία του ’80 κι έκτοτε, για κακή τύχη του ελληνικού τραγουδιού, παραμένει ακριβοθώρητη. Αντιμετωπίζοντας τη στιχουργική σαν παιχνίδι, κατέθεσε χιουμοριστικά κι εκ πρώτης όψεως αθώα κομμάτια, όπου ο κόσμος των ενηλίκων και των παιδιών αλληλεπιδρά και η αντίθεσή τους τονίζει ακόμη περισσότερο τη μοναξιά και τα προβλήματα της ενήλικης ζωής -τρανό παράδειγμα το «Κοπερτί», σε μουσική Λένας Πλάτωνος κι ερμηνεία Γιάννη Παλαμίδα, και το «Καναρίνι», σε μουσική Γιάννη Σπανού κι ερμηνεία Ελένης Δήμου. Η συνάντησή της με το Λάκη Παπαδόπουλο και την Αρλέτα γέννησε μια σειρά γλυκόπικρων τραγουδιών, που εξακολουθούμε να τραγουδάμε μέχρι και σήμερα («Τα ήσυχα βράδια», «Τσάι γιασεμιού», «Η Σερενάτα», «Ο Τάκης» κ.ά.).
Sunny Μπαλτζή
Αν και ενίοτε συνθέτει και τραγουδάει τα κομμάτια της, είναι ευρέως γνωστή από τραγούδια που υπογράφει ως στιχουργός. Όπως και ο Λάκης Παπαδόπουλος, δείχνει ν’ αδιαφορεί παντελώς για τις ταμπέλες και τις όχθες του τραγουδιού, κι ίσως γι’ αυτό συνεργάστηκαν κατά κόρον. Μαζί έγραψαν πρωτοποριακά κομμάτια με ροκ ήχο, όπως την «Ανεμώνα του Σικάγου» και την «Τσίχλα δίχως ζάχαρη», καθώς και το «Παλιό μου παλτό» με τη φωνή του Χρήστου Δάντη και τα «Μικρά μπαλκόνια» με τη φωνή του Διονύση Σαββόπουλου. Από τις πιο πρόσφατες επιτυχίες της, τα «Δεύτερα κλειδιά», σε μουσική Γιώργου Καραδήμου κι ερμηνεία Ελεονώρας Ζουγανέλη, και τα «Μικροπράγματα» με τον Κωστή Μαραβέγια, ένα από τα πιο μελαγχολικά κομμάτια ενός κατεξοχήν εξωστρεφούς τραγουδοποιού.
Λίνα Νικολακοπούλου
Έκανε την είσοδό της στη δισκογραφία το 1981 και μαζί με το Σταμάτη Κραουνάκη κατάφερε ν’ ανοίξει νέους δρόμους στην τέχνη του τραγουδιού, με κύρια χαρακτηριστικά τους δυσανάγνωστους στίχους και τα γλωσσικά παιχνίδια. Αρκετά κομμάτια της έχουν ως φόντο το αστικό τοπίο, αν και οι επιρροές της από τη δημοτική ποίηση και τον υπερρεαλισμό αποδέσμευσαν τα τραγούδια της από τα μουντά αθηναϊκά διαμερίσματα, με αποτέλεσμα να μετατρέψει ένα μικροαστικό όνειρο σ’ ένα απόκοσμο ταξίδι (βλ. «Διθέσιο»). Διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την ερμηνευτική ταυτότητα της Χάρις Αλεξίου («Δι’ ευχών», «Συναυλία», «Μια πίστα από φώσφορο») και της Άλκηστης Πρωτοψάλτη («Η σωτηρία της ψυχής», «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ», «Τα λαϊκά», «Το χειροκρότημα»), και εμπλούτισε το ρεπερτόριο της Δήμητρας Γαλάνη («Ατομική μου ενέργεια», «Παραδώσου»), της Ελευθερίας Αρβανιτάκη («Δυνατά», «Της καληνύχτας τα φιλιά», «Θέλω να σε δω»), της Τάνιας Τσανακλίδου («Μοίρες», «Μαμά γερνάω», «Πάτωμα»), του Μανώλη Μητσιά («Ποτέ»), της Ελένης Δήμου («Προσωπικά»), του Μανώλη Λιδάκη («Ούτε που ρώτησα») κ.ά.
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Απ’ τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του 20ου αιώνα, η ζωή της πέρασε με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ηθοποιός και δασκάλα, λόγω του αγιάτρευτου πάθους της για τη χαρτοπαιξία πουλούσε τα τραγούδια της σ’ εξευτελιστικά ποσά, , με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του έργου της να μην είναι καν καταχωρημένο στ’ όνομά της. Τα «Καβουράκια» και το «Είμαστε αλάνια» με το Βασίλη Τσιτσάνη ανήκουν πλέον στο συλλογικό μας ασυνείδητο, ενώ μέσα από κομμάτια σαν τα «Πετραδάκι-πετραδάκι» και «Ρίχτε στο γυαλί φαρμάκι», σε μουσική Απόστολου Καλδάρα, αποτύπωσε με σκληρούς στίχους την ανέχεια, το παράπονο και τον πόνο. Απ’ το ρεπερτόριο της «Γριάς», όπως την αποκαλούσαν, δεν λείπουν οι ποιητικές στιγμές, όπως το «Ειμ’ αητός χωρίς φτερά», σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, και τα «Όνειρο απατηλό» και «Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα», σε μουσική Απόστολου Καλδάρα κι ερμηνεία Σταμάτη Κόκοτα και Βίκυς Μοσχολιού αντίστοιχα. Αντιπροσωπευτικότερο κομμάτι της θεωρείται το «Δυο πόρτες έχει η ζωή» ή αλλιώς «Το τελευταίο βράδυ μου», όπου η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη αποτυπώνει στο ρεφρέν όλο το νόημα της ζωής: «Όλα είναι ένα ψέμα/μια ανάσα μια πνοή/σαν λουλούδι κάποιο χέρι/θα μας κόψει μιαν αυγή»…
Σώτια Τσώτου
Φεύγοντας απ’ τη ζωή στις 10 Δεκεμβρίου 2011 σε ηλικία 69 ετών, άφησε πίσω της ένα πολύ σημαντικό έργο. Η συνεργασία της με τον Κώστα Χατζή και τη Μαρινέλλα γέννησε διαχρονικά κομμάτια, όπως «Απ’ το αεροπλάνο», «Αντίο», «Κι ύστερα», «Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει», και «Σ’ αγαπώ», ενώ με το Σταύρο Κουγιουμτζή και το Γιώργο Νταλάρα παρουσίασε το «Να ‘τανε το ’21» και με το Χρήστο Νικολόπουλο και τη Δήμητρα Γαλάνη το «Μου ‘ταξες ταξίδι να με πας». Απ’ τα τραγούδια της δεν έλειψαν οι πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις: τα «Βραδιάζει», σε μουσική Χρήστου Νικολοπούλου, και «Ξέρω νεκρούς», σε μουσική Τάκη Σούκα, εντάσσονται στις πιο αποκαλυπτικές στιγμές του Στέλιου Καζαντζίδη, ενώ με τον Κώστα Χατζή υπέγραψε το βαθιά πολιτικοποιημένο «Δε βαριέσαι αδερφέ» εν μέσω δικτατορίας.
Κάποιες κατέθεσαν πολυακουσμένα κομμάτια κι άλλες κατάφεραν να κάνουν τομή στο χώρο του τραγουδιού και να διαπρέψουν
Στο ελληνικό τραγούδι έχουμε συνηθίσει τις γυναίκες να βρίσκονται μπροστά απ’ το μικρόφωνο και τους άντρες να γράφουν τους στίχους και την παρτιτούρα. Με εξαίρεση τραγουδοποιούς σαν τη Λένα Πλάτωνος και τη Μελίνα Τανάγρη ή ακόμα και τη Χάρις Αλεξίου με την Ελένη Βιτάλη, οι οποίες στη συνείδησή μας, βέβαια, είναι πρωτίστως τραγουδίστριες, λίγες γυναίκες στιχουργούς μπορούμε ν’ αναλογιστούμε κι ακόμα λιγότερες συνθέτριες. Κι όμως, κάποιες γυναικείες πένες κατέθεσαν πολυακουσμένα κομμάτια κι άλλες κατάφεραν να κάνουν τομή στο χώρο του τραγουδιού και να διαπρέψουν:
Ελεάνα Βραχάλη
Η ικανότητά της στη στιχουργική είναι αδιαμφισβήτητη, όπως και το γεγονός πως περιορίζεται σε τραγούδια ερωτικής θεματολογίας, δίνοντας στους χωρισμούς και τους ανεκπλήρωτους έρωτες μελοδραματικές διαστάσεις. Συνεργάτες της οι δημοφιλέστεροι τραγουδιστές, από τη Δήμητρα Γαλάνη και την Τάνια Τσανακλίδου μέχρι τον Κώστα Μαρτάκη και την Πέγκυ Ζήνα, ενώ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το Μιχάλη Χατζηγιάννη. Μαζί κατέθεσαν μελαγχολικές μπαλάντες με ποπ ήχο, όπως «Το σ’ αγαπώ», «Έτσι σε θέλω» και «Ο βυθός σου», ενώ άξια αναφοράς είναι τα «Μόνο εξ’ επαφής» σε μουσική κι ερμηνεία Γιώργου Σαμπάνη, «Απαγορευμένο» σε μουσική Kara DioGuardi-Patrick Leonard με την Άννα Βίσση, και το πιο πρόσφατο «Πώς συνεχίζεται η ζωή», σε μουσική Γιώργου Κυριακού με τη φωνή της Παυλίνας Βουλγαράκη.
Ελένη Ζιώγα
Ηθοποιός και σεναριογράφος, ο έρωτας είναι στο επίκεντρο και των δικών της τραγουδιών. Μπορεί να μην έφερε μουσική επανάσταση, αλλά υπήρξε πάντα ευσυνείδητη και προσεχτική ως προς τις συνεργασίες της, ανάμεσα στις οποίες βρίσκεται και το όνομα του Μίκη Θεοδωράκη. Με τη φωνή του Γιάννη Κότσιρα μας χάρισε μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά και λυρικά κομμάτια της δεκαετίας του ’90 («Το τσιγάρο», «Εφτά ποτήρια», σε μουσική Ευανθίας Ρεμπούτσικα, «Φύλακας άγγελος», «Να ‘φευγα», σε μουσική Αντώνη Μιτζέλου), ενώ η Έλλη Πασπαλά τραγούδησε το «Δάκρυ» σε μουσική Παναγιώτη Καλαντζόπουλου και το συγκρότημα ANEMOS «Του έρωτα και της φωτιάς».
Μαριανίνα Κριεζή
Από το θρυλική «Λιλιπούπολη» στο θρυλικό «Σαμποτάζ», η πένα της πρωταγωνίστησε τη δεκαετία του ’80 κι έκτοτε, για κακή τύχη του ελληνικού τραγουδιού, παραμένει ακριβοθώρητη. Αντιμετωπίζοντας τη στιχουργική σαν παιχνίδι, κατέθεσε χιουμοριστικά κι εκ πρώτης όψεως αθώα κομμάτια, όπου ο κόσμος των ενηλίκων και των παιδιών αλληλεπιδρά και η αντίθεσή τους τονίζει ακόμη περισσότερο τη μοναξιά και τα προβλήματα της ενήλικης ζωής -τρανό παράδειγμα το «Κοπερτί», σε μουσική Λένας Πλάτωνος κι ερμηνεία Γιάννη Παλαμίδα, και το «Καναρίνι», σε μουσική Γιάννη Σπανού κι ερμηνεία Ελένης Δήμου. Η συνάντησή της με το Λάκη Παπαδόπουλο και την Αρλέτα γέννησε μια σειρά γλυκόπικρων τραγουδιών, που εξακολουθούμε να τραγουδάμε μέχρι και σήμερα («Τα ήσυχα βράδια», «Τσάι γιασεμιού», «Η Σερενάτα», «Ο Τάκης» κ.ά.).
Sunny Μπαλτζή
Αν και ενίοτε συνθέτει και τραγουδάει τα κομμάτια της, είναι ευρέως γνωστή από τραγούδια που υπογράφει ως στιχουργός. Όπως και ο Λάκης Παπαδόπουλος, δείχνει ν’ αδιαφορεί παντελώς για τις ταμπέλες και τις όχθες του τραγουδιού, κι ίσως γι’ αυτό συνεργάστηκαν κατά κόρον. Μαζί έγραψαν πρωτοποριακά κομμάτια με ροκ ήχο, όπως την «Ανεμώνα του Σικάγου» και την «Τσίχλα δίχως ζάχαρη», καθώς και το «Παλιό μου παλτό» με τη φωνή του Χρήστου Δάντη και τα «Μικρά μπαλκόνια» με τη φωνή του Διονύση Σαββόπουλου. Από τις πιο πρόσφατες επιτυχίες της, τα «Δεύτερα κλειδιά», σε μουσική Γιώργου Καραδήμου κι ερμηνεία Ελεονώρας Ζουγανέλη, και τα «Μικροπράγματα» με τον Κωστή Μαραβέγια, ένα από τα πιο μελαγχολικά κομμάτια ενός κατεξοχήν εξωστρεφούς τραγουδοποιού.
Λίνα Νικολακοπούλου
Έκανε την είσοδό της στη δισκογραφία το 1981 και μαζί με το Σταμάτη Κραουνάκη κατάφερε ν’ ανοίξει νέους δρόμους στην τέχνη του τραγουδιού, με κύρια χαρακτηριστικά τους δυσανάγνωστους στίχους και τα γλωσσικά παιχνίδια. Αρκετά κομμάτια της έχουν ως φόντο το αστικό τοπίο, αν και οι επιρροές της από τη δημοτική ποίηση και τον υπερρεαλισμό αποδέσμευσαν τα τραγούδια της από τα μουντά αθηναϊκά διαμερίσματα, με αποτέλεσμα να μετατρέψει ένα μικροαστικό όνειρο σ’ ένα απόκοσμο ταξίδι (βλ. «Διθέσιο»). Διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την ερμηνευτική ταυτότητα της Χάρις Αλεξίου («Δι’ ευχών», «Συναυλία», «Μια πίστα από φώσφορο») και της Άλκηστης Πρωτοψάλτη («Η σωτηρία της ψυχής», «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ», «Τα λαϊκά», «Το χειροκρότημα»), και εμπλούτισε το ρεπερτόριο της Δήμητρας Γαλάνη («Ατομική μου ενέργεια», «Παραδώσου»), της Ελευθερίας Αρβανιτάκη («Δυνατά», «Της καληνύχτας τα φιλιά», «Θέλω να σε δω»), της Τάνιας Τσανακλίδου («Μοίρες», «Μαμά γερνάω», «Πάτωμα»), του Μανώλη Μητσιά («Ποτέ»), της Ελένης Δήμου («Προσωπικά»), του Μανώλη Λιδάκη («Ούτε που ρώτησα») κ.ά.
Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου
Απ’ τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του 20ου αιώνα, η ζωή της πέρασε με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ηθοποιός και δασκάλα, λόγω του αγιάτρευτου πάθους της για τη χαρτοπαιξία πουλούσε τα τραγούδια της σ’ εξευτελιστικά ποσά, , με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του έργου της να μην είναι καν καταχωρημένο στ’ όνομά της. Τα «Καβουράκια» και το «Είμαστε αλάνια» με το Βασίλη Τσιτσάνη ανήκουν πλέον στο συλλογικό μας ασυνείδητο, ενώ μέσα από κομμάτια σαν τα «Πετραδάκι-πετραδάκι» και «Ρίχτε στο γυαλί φαρμάκι», σε μουσική Απόστολου Καλδάρα, αποτύπωσε με σκληρούς στίχους την ανέχεια, το παράπονο και τον πόνο. Απ’ το ρεπερτόριο της «Γριάς», όπως την αποκαλούσαν, δεν λείπουν οι ποιητικές στιγμές, όπως το «Ειμ’ αητός χωρίς φτερά», σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, και τα «Όνειρο απατηλό» και «Πήρα απ’ τη νιότη χρώματα», σε μουσική Απόστολου Καλδάρα κι ερμηνεία Σταμάτη Κόκοτα και Βίκυς Μοσχολιού αντίστοιχα. Αντιπροσωπευτικότερο κομμάτι της θεωρείται το «Δυο πόρτες έχει η ζωή» ή αλλιώς «Το τελευταίο βράδυ μου», όπου η φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη αποτυπώνει στο ρεφρέν όλο το νόημα της ζωής: «Όλα είναι ένα ψέμα/μια ανάσα μια πνοή/σαν λουλούδι κάποιο χέρι/θα μας κόψει μιαν αυγή»…
Σώτια Τσώτου
Φεύγοντας απ’ τη ζωή στις 10 Δεκεμβρίου 2011 σε ηλικία 69 ετών, άφησε πίσω της ένα πολύ σημαντικό έργο. Η συνεργασία της με τον Κώστα Χατζή και τη Μαρινέλλα γέννησε διαχρονικά κομμάτια, όπως «Απ’ το αεροπλάνο», «Αντίο», «Κι ύστερα», «Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει», και «Σ’ αγαπώ», ενώ με το Σταύρο Κουγιουμτζή και το Γιώργο Νταλάρα παρουσίασε το «Να ‘τανε το ’21» και με το Χρήστο Νικολόπουλο και τη Δήμητρα Γαλάνη το «Μου ‘ταξες ταξίδι να με πας». Απ’ τα τραγούδια της δεν έλειψαν οι πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις: τα «Βραδιάζει», σε μουσική Χρήστου Νικολοπούλου, και «Ξέρω νεκρούς», σε μουσική Τάκη Σούκα, εντάσσονται στις πιο αποκαλυπτικές στιγμές του Στέλιου Καζαντζίδη, ενώ με τον Κώστα Χατζή υπέγραψε το βαθιά πολιτικοποιημένο «Δε βαριέσαι αδερφέ» εν μέσω δικτατορίας.