Ήταν 14 Σεπτεμβρίου, όταν η «θλιμμένη πριγκίπισσα» άφησε την τελευταία της πνοή, μακριά από τις μεγάλες οθόνες που λάτρεψε, έχοντας γίνει από Γκρέις Πατρίσια Κέλι, Γκρέις του Μονακό.
Από τη Φιλαδέλφεια στη βιομηχανία του κινηματογράφου
Η Γκρέις Πατρίσια Κέλι γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1929 στη Φιλαδέλφεια και ήταν παιδί μιας πλούσιας οικογένειας Καθολικών Ιρλανδών, με τον θείο της, μάλιστα, να είναι θεατρικός συγγραφέας. Η ίδια σπούδασε σε ιδιωτικά σχολεία και, στη συνέχεια, το 1947, γράφτηκε στην Ακαδημία Δραματικής Τέχνης της Νέας Υόρκης, παρά τη θέληση των γονιών της.
Όπως λεγόταν, όταν τους ανακοίνωσε την απόφαση να πάει σε δραματική σχολή, ο πατέρας της τής είπε «πως το να είσαι ηθοποιός είναι κάτι καλύτερο από το να είσαι πόρνη», εκείνη όμως δεν το έβαλε κάτω και μιας και η οικογένειά της αποφάσισε να μην την στηρίξει οικονομικά, άρχισε να δουλεύει, παράλληλα με τις σπουδές της, ως μοντέλο για να τα βγάλει πέρα.
Το επαγγελματικό της ντεμπούτο έγινε τον Ιούλιο του 1949 με κάποιον περιοδεύοντα καλοκαιρινό θίασο, ενώ τον ίδιο χρόνο εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ και στην τηλεόραση. Ωστόσο, η καριέρα της στη μεγάλη οθόνη ξεκίνησε το 1951, στην ταινία του Χένρι Χάθαγουεϊ «Fourteen Hours» και ακολούθησαν οι ταινίες «High Noon», με πρωταγωνιστή τον Γκάρι Κούπερ, «Mogambo» πλάι στον Κλαρκ Γκέιμπλ, αλλά και «The Country Girl», για την οποία, μάλιστα, κέρδισε και το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
Παρόλα αυτά, για τους πολλούς η Κέλι ήταν μια χιτσκοκική ηρωίδα, που ξεχώρισε για τους ρόλους της στις ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ: «Rear Window», «Dial Μ. For Murder» και «To Catch a Thief», με τον σκηνοθέτη να της προσδίδει τον χαρακτηρισμό της «σεξουαλικής κομψότητας».
Οι…κακές γλώσσες της εποχές της, με πρώτη και φαρμακερότερη την Έντα Χόπερ, της χρέωσαν μια μεγάλη λίστα εραστών που μεταξύ άλλων περιελάμβανε τον Γκάρι Κούπερ, τον Μπινγκ Κρόσμπι, τον Κλαρκ Γκέιμπλ, τον Φρανκ Σινάτρα, τον Ντέιβιντ Νίβεν, τον Ζαν Πιέρ Ομόν, τον Κάρι Γκραντ και τον Μάρλον Μπράντο, αν και η ίδια η Κέλι δεν έδινε καμία σημασία στα όσα λέγονταν ούτε κανείς μπόρεσε να τραβήξει κάποια φωτογραφία των παραπάνω σταρ με την…«αντροχωρίστρα», όπως την αποκαλούσε η Χόπερ.
Ο γάμος με τον Ρενιέ και το τέλος της κινηματογραφικής της καριέρας
Τον Απρίλιο του 1955, και ενώ βρισκόταν στις Κάννες, η Γκρέις Κέλι γνώρισε τον πρίγκιπα του Μονακό Ρενιέ και η γνωριμία τους εξελίχθηκε σταδιακά σε μια σχέση που τους οδήγησε στα σκαλιά της εκκλησίας.
Για να γίνει, όμως, ο θρυλικός αυτός γάμος, η Κέλι έπρεπε να εγκαταλείψει την ηθοποιία, να αποποιηθεί της αμερικανικής της υπηκοότητας, να κάνει τεστ γονιμότητας, για να διαπιστωθεί ότι ήταν ικανή να γεννήσει τον διάδοχο, αλλά και να πληρώσει 2 εκατομμύρια ως προίκα.
Η κινηματογραφική καριέρα της ολοκληρώθηκε το 1956, με τις ταινίες «The Swan», με συμπρωταγωνιστή τον Λουί Ζουρντάν και «High Society» και αμέσως μετά, το ζευγάρι παντρεύτηκε με θρησκευτικό γάμο στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου του Μονακό στις 19 Απριλίου 1956, ενώ μια ημέρα νωρίτερα είχε τελεστεί ο πολιτικός τους γάμος.
Για τον Τύπο της εποχής, ο γάμος της Κέλι με τον Ρενιέ χαρακτηρίστηκε ως ο «Γάμος του Αιώνα», μιας και όλο το διεθνές τζετ-σετ έδωσε το παρόν, τη στιγμή που περισσότερα από 20.000 άτομα, είχαν κατακλίσει τους δρόμους του πριγκιπάτου.
Λίγους μήνες μετά τον γάμο, γεννήθηκε το πρώτο από τα τρία τους παιδιά, η πριγκίπισσα Καρολίνα και ακολούθησαν ο πρίγκιπας Αλβέρτος Β’ και η μικρότερη, πριγκίπισσα Στεφανί. Παρόλα αυτά, τα παιδιά δεν μπόρεσαν να κρατήσουν το ζευγάρι ενωμένο, με τον πρίγκιπα Ρενιέ να διατηρεί κατά καιρούς αρκετές εξωσυζυγικές σχέσεις. Μάλιστα, η ίδια η Κέλι φέρεται να γνώριζε τα συζυγικά ατοπήματα του συζύγου της, ενώ δεν είχε σκεφτεί να ζητήσει διαζύγιο γιατί φοβόταν πως δεν θα έβλεπε ξανά τα παιδιά της.
Πολύ σύντομα, η Κέλι άρχισε να εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, με τον Τύπο της εποχής να της προσδίδει το προσωνύμιο «θλιμμένη πριγκίπισσα» ενώ, η ίδια σε συνέντευξή της είχε δηλώσει: «δεν προσδοκώ πλέον να είμαι χαρούμενη, δεν ψάχνω την ευτυχία».
Το άδοξο τέλος και οι ιστορίες πίσω από τον τραγικό της θάνατο
Η Κέλι έφυγε ανεπάντεχα από ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου 1982, μία ημέρα μετά το σοβαρό τραυματισμό της σε τροχαίο δυστύχημα. Όπως πιστεύεται, ενώ οδηγούσε στην Κυανή Ακτή, έχοντας μαζί την κόρη της Στεφανί, υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, με αποτέλεσμα αυτό να πέσει στο γκρεμό από ύψος 14 μέτρων.
Όπως ήταν φυσικό, τα Μέσα της εποχής οργίασαν για τις συνθήκες θανάτου της πανέμορφης πριγκίπισσας του Μονακό, πιστεύοντας, είτε πως αυτή που οδηγούσε ήταν η 17χρονη τότε Στεφανί, είτε πως το αυτοκίνητο είχε υποστεί δολιοφθορά από τη Μαφία του Μονακό, που ήθελε να ελέγχει τα καζίνο του πριγκιπάτου.
Βέβαια, τίποτα από όλα αυτά δεν αποδείχτηκε ποτέ.