Ο Luke Elliot, αυτός ο υποβλητικός καλλιτέχνης που με τα τραγούδια του δημιουργεί μοναδικές ατμόσφαιρες, κυκλοφορεί τη νέα σκοτεινή και «πειραγμένη» murder ballad του με τίτλο, William Tell.
Πάνω στον καμβά μιας αληθινής ιστορίας από τη ζωή του William Burroughs, Aμερικανού συγγραφέα, ζωγράφου και σεναριογράφου, διάσημου για το ψυχεδελικό στυλ γραφής του. Και ζωής του. Το τραγούδι κυκλοφόρησε στις 28 Απριλίου από την Icons Creating Evil Art. To νέο άλμπουμ Luke Elliot, ‘Let ’em All talk‘, θα κυκλοφορήσει στις 19 Μαΐου.
Ο Luke Elliot σχολιάζει για το νέο του τραγούδι: «Ανέκαθεν, με γοήτευε ο William Burroughs. Αυτό το τραγούδι έχει να κάνει με αυτόν τον άντρα που σκότωσε τη γυναίκα του τοποθετώντας ένα ποτήρι με ουίσκι στο κεφάλι της, προσπαθώντας να αναπαραστήσει το μύθο».
Ο Burroughs υπήρξε ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της αποκαλούμενης Beat Generation, έζησε τη ζωή του μέσα σε εξάρσεις, αλκοόλ και ναρκωτικά. Ένα γεγονός που χαρακτηρίζει την ιστορία του είναι η δολοφονία της συζύγου του Τζόαν Βόλμερ Ανταμς. Το ζευγάρι βρισκόταν στο Μεξικό, όταν αποφάσισαν να αναπαραστήσουν τη σκηνή που ο Γουλιέλμος Τέλλος πετυχαίνει με ένα τόξο ένα μήλο στο κεφάλι του γιου του. Όμως και οι δύο ήταν μεθυσμένοι, η γυναίκα έπεσε νεκρή από το χέρι του συζύγου της, ο Μπάροουζ συνελήφθη και πέρασε 13 μέρες στη φυλακή, μέχρι που ο αδερφός του κατάφερε να πληρώσει και να τον βγάλει. Κριτικοί του έργου του εκτιμούν ότι το γεγονός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα συγγραφική δράση του.
Οι murder ballads (μακάβριες μπαλάντες) συνθέτουν ένα παρακλάδι της δυτικής παραδοσιακής και φολκ μουσικής, με τις απαρχές τους να πηγαίνουν πίσω στον 17ο αιώνα. Είναι τραγούδια που είτε ανήκουν σε άγνωστους δημιουργούς είτε αποδίδονται σε λαϊκούς ποιητές, τα οποία εξιστορούν εγκλήματα πάθους και εκδίκησης. Κατά κανόνα, αν και όχι αποκλειστικά, πρόκειται για αληθινά περιστατικά που για διάφορους λόγους απέκτησαν θρυλικές διαστάσεις – τόσες ώστε να φτάσουν στο σημείο να εμπνεύσουν τη λαϊκή μούσα.
Στο τέλος Μαρτίου ο Luke Elliot κυκλοφόρησε ένα ακόμη single, το σπαραξικάρδιο, What it Is. «Το έγραψα για την οικογένεια μου πριν διαλυθεί. Είναι δύσκολο για μένα να το ακούω. Η μελωδία γράφτηκε στη Σουηδία, αβίαστα και πολύ εύκολα, μέσα σε πέντε λεπτά, μαζί με τον Peter Kvint. Τους στίχους τους πάλεψα λίγο παραπάνω.» Δείτε το βίντεο:
Ποιος είναι ο Luke Elliot
Η καλλιτεχνική διαδρομή του Luke Elliot ξεκίνησε με τον παλιό, κλασικό τρόπο – παίζοντας σε μικρά μπαρ στο Lower East Manhattan και συνέχισε σε μερικά από τα πιο θρυλικά κλαμπ της χώρας του, όπως το Mercury Lounge και το Webster Hall της Νέας Υόρκης και το World Café Live στη Φιλαδέλφεια. Εκεί τράβηξε την προσοχή του σκηνοθέτη Paul Cantagallo, ο οποίος του ζήτησε να γράψει τη μουσική για την ταινία του Benny the Bum, που κέρδισε το βραβείο Best Local Film στο Philadelphia Independent Film Festival το 2012.
Ωστόσο, η καριέρα του θα μπει σε ανοδική τροχιά όταν θα συναντήσει έναν επιδραστικό Νορβηγό δημοσιογράφο. Έτσι, ο γεννημένος στο New Jersey Elliot που ποτέ δεν είχε βγει από τη χώρα του – δε διέθετε ούτε καν διαβατήριο – βρέθηκε να περιοδεύει στην Ευρώπη. Ερωτεύτηκε τη βόρεια Ευρώπη και η βόρεια Ευρώπη ερωτεύτηκε αυτόν. Εγκαταστάθηκε στο Όσλο και δημιούργησε μια μπάντα με την οποία ηχογράφησε το πρώτο του άλμπουμ, Dressed for the Occasion (2016), την παραγωγή του οποίου ανέλαβε ο εμβληματικός εκπρόσωπος της indie σκηνής, John Agnello (Sonic Youth, Dinosaur Jr., Kurt Vile) και απέσπασε πολύ καλές κριτικές. «Ήξερα ότι ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος. Όταν τον είδα να παίζει πιάνο και να τραγουδά, κατάλαβα ότι ήταν ένα φυσικό ταλέντο. Και χαίρομαι να τον βλέπω να ωριμάζει ως καλλιτέχνης».
Το πάθος του Luke Elliot για τις ζωντανές εμφανίσεις του χάρισε πολλές sold-out συναυλίες σε όλο τον κόσμο.
«Luke Elliot is an undeniable talent combined with a truly stunning voice» // Rolling Stone France
«Ο Luke Elliot είναι ένα αναμφισβήτητο ταλέντο που συνδυάζεται με μια πραγματικά εκπληκτική φωνή» // Rolling Stone FranceΚαι το γερμανικό Rolling Stone συγκρίνει τον Luke Elliot με μερικούς από τους μεγαλύτερους παραμυθάδες της εποχής μας: «Το ύφος του Luke Elliot είναι διαχρονικό, τα τραγούδια του διηγούνται ιστορίες και οι συγκρίσεις με τον Leonard Cohen, τον Bob Dylan ή τον Tom Waits γίνονται αναπόφευκτα.»
Το δεύτερο άλμπουμ, The Big Wind, κυκλοφόρησε το 2020. Τολμηρό, καθηλωτικό, ανακαλεί στη μνήμη μας τη νουάρ αισθητική των τραγουδιών, πιο σωστά των ποιημάτων, του Tom Waits και του Nick Cave.
Τον Luke Elliot τον γνωρίσαμε για πρώτη φορά μαζί με τον Sivert Hoyem στο Somebody’s Man, σε μια εντυπωσιακή ερμηνεία. Στην Ελλάδα, πρωτοήρθε τον Απρίλιο του 2019 όταν και άνοιξε τις συναυλίες των Madrugada στις τρεις sold out συναυλίες τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Μια ευχάριστη έκπληξη για το ελληνικό κοινό που μας εντυπωσίασε με τη μαγευτική του εμφάνιση και την υπέροχη φωνή του.
Οι κριτικοί συγκρίνουν τον Luke Elliot με είδωλα της folk και rock μουσικής, σαν τους Hank Williams, Big Joe Turner, Bob Dylan, Elmore James, PJ Harvey και Nick Cave. Πρόκειται για έναν σκοτεινό crooner, που τραγουδά με μία φωνή μελωδική και μελαγχολική, δυνατή και εύθραυστη ταυτόχρονα. Η φωνή του Luke Elliot είναι η φωνή ενός άνδρα ώριμου, έμπειρου, που ο χρόνος άφησε το σημάδι του πάνω του αλλά που ο ίδιος δεν έχασε την ευαισθησία και την αισθαντικότητά του. Η μουσικότητα της φωνής του είναι μοιάζει να ‘χει ξεπηδήσει από κάποιες κινηματογραφικές σεκάνς, είναι σύγχρονη, κομψή, «γήινη» και σημερινή, οι στίχοι του είναι ποιητικοί, γεμάτοι συναισθηματικότητα, οι ιστορίες τους στοιχειώνουν το μυαλό και την ψυχή.
Τώρα, αυτός ο μοντέρνος τροβαδούρος, o Luke Elliot, επιστρέφει με νέο άλμπουμ το «Let ’em All talk» και ένα νέο τραγούδι, τη murder ballad, William Tell. Ας ακούσουμε προσεκτικά τι έχει να μας πει!