Στην πιο αληθινή συνέντευξη της ζωής της περισσότερο απολογείται παρά εξομολογείται και αποκαλύπτει τα της ζωής της, προσωπικής και επαγγελματικής. Με αφορμή τη νέα ροκ όπερα του Νίκου Καρβέλα «Οι Καμπάνες του Edelweiss», που ανεβαίνει αυτό το διάστημα στο θέατρο Pantheon, η Άννα Βίσση μίλησε στην Athens Voice σε μια συνέντευξη που, κατά τη γνώμη μου, φτιάχνει το πορτρέτο της, τι κι αν ο στόχος δεν ήταν αυτός… Ώριμη, συνειδητοποιημένη και αφού έχει πάρει τα μαθήματα από τα παθήματά της στην ζωή, αποτέλεσμα όλα των ίδιων της των επιλογών, μιλά σχεδόν απολογητικά, ξεκαθαρίζει και ξεδιαλύνει την επί χρόνια λαμπερή εικόνα της. Αποποιείται τραγούδια που τραγούδησε και που, σε βάθος χρόνου, κατάλαβε και παραδέχεται πως δεν ταίριαζαν στην καριέρα της. «Τραγουδάω τη μια φορά όπερα και την άλλη το «Τυραννιέμαι» – μεγάλο λάθος το συγκεκριμένο στην καριέρα μου. Λατρεύω τα λαϊκά τραγούδια, είπα υπέροχα λαϊκά, όμως υπάρχει ένα κόστος όταν περνάς χωρίς πολλή προετοιμασία από το ένα είδος στο άλλο». Αναφέρεται στους έρωτες της ζωής της και χαρακτηρίζει τους περισσότερους «συμπληρώματα»… «Τελικά ποτέ προτεραιότητα μου δεν ήταν οι έρωτες και οι αγάπες, αλλά πάντα η μουσική. Οι περισσότεροι ήταν «συμπληρώματα». Έτσι δεν ήμουν ποτέ πραγματικά δοτική…» Ίσως γι’ αυτό και η σχέση της με τον Νίκο Καρβέλα αντέχει και νικά το χρόνο καθώς η μουσική είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ τους. Δηλώνει «αφελής» κατά το παρελθόν, τότε που η ματαιοδοξία της είχε «χτυπήσει κόκκινο» εξαιτίας του μεγάλου ενδιαφέροντος του κοινού για ό,τι την αφορούσε, κυρίως για θέματα που είχαν να κάνουν με την προσωπική της ζωή, κυρίως την ερωτική. Όμως δεν μετανιώνει γιατί ήταν «Αυτή». «Αξιολογούσα διαφορετικά το χρόνο μου. Μπορεί να με βόλεψε όλο αυτό. Μπορεί να είχα παρασυρθεί από τη ματαιοδοξία μου. Από το ενδιαφέρον του κόσμου. Η ματαιοδοξία μου είχε φτάσει στο απροχώρητο. Ήθελα να ασχολούνται μαζί μου. Όχι πως δεν αντιμετώπιζα και το «χλευασμό», αλλά εκεί θυμόμουν τα λόγια του πατέρα μου: «Τη μηλιά που έχει μήλο βαράνε» και συνέχιζα. Δεν μετανιώνω. Αυτά τότε. Δεν είμαι έτσι τώρα. Έχει μετατεθεί το βάρος του ενδιαφέροντός μου. Τώρα πια προτιμώ να είμαι εν γνώσει μου δυστυχισμένη παρά εν αγνοία μου ευτυχισμένη». Αναφέρθηκε, επίσης, στα χρόνια που ήταν στο εξωτερικό και έκανε ψυχανάλυση, κυρίως, λόγω της ασημότητας της εκεί αλλά και της αγγλικής γλώσσας. «Εξαιτίας της γλώσσας έμοιαζε περισσότερο με αφήγηση παρά με εξομολόγηση και ο πόνος της συνειδητοποίησης είχε λιγότερο κόστος. Θυμάμαι πως μιλούσα πιο ταπεινά απ’ ό,τι συνήθως μιλάω. Σήμερα όλα αυτά που βγήκαν τότε από την ψυχαναλυτική διαδικασία υπάρχουν και επιπλέουν. Και νομίζω πως έχουν στεγνώσει από το πύον τους». Προδομένη σήμερα από τον ίδιο της τον εαυτό της, και αφού έχει πληρώσει και πληρώνει λανθασμένες επιλογές, νιώθει, την εποχή αυτή της κρίσης που ζούμε όλοι, πως ήρθε η στιγμή του απολογισμού και της καλλιτεχνικής ωρίμανσης. «Η κρίση υπήρξε μάθημα, και μου έδωσε την ευκαιρία να αναζητήσω το πιο ουσιώδες». Αυτή είναι η Άννα, για όσους την θαύμαζαν, την ξεχώριζαν και την αποκαλούσαν πάντοτε με το μικρό της. Αυτή είναι η Άννα Βίσση! Like «Birdman», όπως δήλωσε η ίδια στη συνέντευξή της…