Οι προσωπικές της δουλειές από το 2012 έως το 2020.
Τα χρόνια περνούν, και η Νατάσσα Μποφίλιου δεν είναι πλέον μια «πολλά υποσχόμενη φωνή», οικεία μόνο σε μια μερίδα ακροατών που αναζητάει κάτι ενδιαφέρον στην τρέχουσα δισκογραφία, αλλά μια ερμηνεύτρια αναγνωρίσιμη κι αναγνωρισμένη. Το ταλέντο της είναι πλέον δεδομένο, γι’ αυτό και οι προσδοκίες είναι μεγαλύτερες. Εκείνη εξακολουθεί ν’ αποφεύγει τις κακοτοπιές, ως προς το ρεπερτόριό της, αλλά όχι πάντα ως προς τις ερμηνείες της. Ο Θέμης Καραμουρατίδης και ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος παραμένουν μόνιμοι συνοδοιπόροι της, και, παρότι εμπιστεύονται ουκ ολίγες φορές κι άλλες φωνές, η Νατάσσα Μποφίλιου δεν θα λείψει στιγμή από κοντά τους, παραμένοντας παραγωγική και παρουσιάζοντας ολοκληρωμένες δουλειές σε μια εποχή που τα CD ως μέσο έχουν σχεδόν καταργηθεί:
«Οι μέρες του φωτός» (2012/SONY BMG)
Εν καιρώ κρίσης, η Νατάσσα Μποφίλιου με το Θέμη Καραμουρατίδη και το Γεράσιμο Ευαγγελάτο καταθέτει μία προσεγμένη δουλειά, με το εξώφυλλο να παραπέμπει στην αφίσα της ταινίας «Melancholia» του Lars von Trier και τα δώδεκα τραγούδια να μοιράζονται σε δύο CD, θυμίζοντας δίσκο με α’ και β’ πλευρά. Στο πρώτο CD ο συνθέτης καταθέτει ψυχεδελικούς ήχους και ποπ και ροκ ρυθμούς, χαρίζοντάς μας το «Δωμάτιο», από τα λιγότερα γνωστά αλλά πιο εύστοχα κοινωνικά τραγούδια του Ευαγγελάτου, και τις στοχαστικές «Τελευταίες μέρες». Στο ερωτικό μπλουζ «Έτσι είναι αυτά» η Μποφίλιου βρίσκεται απόλυτα στο στοιχείο της, θυμίζοντάς μας παλιότερες στιγμές της, όπως και στη μπαλάντα «Συνέχεια στα όρια», που προωθήθηκε αρκετά τότε. Στο ομότιτλο κομμάτι οι δύο δημιουργοί επιχειρούν να περιγράψουν τη γενιά τους («είσαι μόλις τριάντα») που ωριμάζει μέσα στην κρίση παραμένοντας αισιόδοξη, με τη μονότονη μελωδία να καθιστά τους στίχους κάπως ακατανόητους. Το ύφος του δεύτερου CD είναι εντελώς διαφορετικό, με τον Ευαγγελάτο να καταθέτει ποιητικούς στίχους και τον Καραμουρατίδη λυρικές συνθέσεις, με τη συνδρομή της Ορχήστρας Νυκτών εγχόρδων υπό τη διεύθυνση του Θανάση Τσιπινάκη. Η «Δεμένη» και το «Ας βρέχει» αποτελούν αληθινά κομψοτεχνήματα, ενώ με το γλυκόπικρο «Γλάρο» συνομιλούν με το ομώνυμο έργο του Τσέχωφ, «γιατί μπορεί το θέατρο να γίνει και ζωή». Ο «Λοχαγός έρωτας», με τη συμμετοχή του Αλκίνοου Ιωαννίδη και με λαϊκό ήχο, είναι ένα ακόμη θεατρικό κομμάτι, ενώ με το βαλσάκι «Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει» η τριάδα καταφέρνει να βρει άλλη μια θέση στους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Το album κλείνει ιδανικά το «Εγώ μεγάλωνα για σένα», όπου ο Ευαγγελάτος αποδίδει με πρωτότυπο και άκρως συγκινητικό τρόπο χιλιοειπωμένα ερωτικά ζητήματα, με συνοδοιπόρο τη χαμηλόφωνη μελωδία και την αισθαντική ερμηνεία της Μποφίλιου.
«Άνω τελεία» (2013/Feelgood Records)
Ο Καραμουρατίδης αποχωρεί προσωρινά απ’ την παρέα, δίνοντας τη θέση του στο Στάμο Σέμση που υπογράφει τρία ελληνόφωνα και ισάριθμα αγγλόφωνα κομμάτια. Αν και το EP ανοίγει με μία εσωστρεφή μπαλάντα («Άνω τελεία») και κλείνει κατ’ ανάλογο τρόπο («Unfinished song»), στο «Stellar Romance», σε στίχους του συνθέτη, η Μποφίλιου βυθίζεται σε μια δίνη ηλεκτρονικών ήχων, ενώ παρόμοιο ήχο έχει ο «Μάγος βιολιστής» και το «Πάμε ξανά», που ακούστηκε πολύ τότε. Στο «The wrong way», σε στίχους, επίσης, του συνθέτη, οι ηλεκτρικές κιθάρες ακούγονται δυνατά και η Μποφίλιου μετατρέπεται σε μια ροκ τραγουδίστρια. Παρότι όλα τα κομμάτια παρουσιάζουν ενδιαφέρον, η ανομοιογένειά τους και ο περιορισμένος αριθμός τους κάνουν την «Άνω τελεία» να μοιάζει κυρίως μ’ έναν πειραματισμό της ερμηνεύτριας πάνω στον αγγλικό στίχο και στην ηλεκτρονική μουσική.
«Βαβέλ» (2016/Feelgood Records)
Θεωρείται ο αδύναμος κρίκος των έργων του τριδύμου, κι ίσως όχι άδικα. Στο επίκεντρό τους είναι αυτή τη φορά η πολυπολιτισμικότητα, όπως φαίνεται κι απ’ το εξώφυλλο, όπου ο τίτλος αναγράφεται και με το σύστημα γραφής κι ανάγνωσης των τυφλών. Ο Καραμουρατίδης ενώνει μέσα από τις συνθέσεις και τις ενορχηστρώσεις τους δρόμους της ανατολής και της δύσης, κάνοντας για πρώτη φορά εκτεταμένη χρήση των πνευστών, αλλά ο Ευαγγελάτος δεν αποδεικνύεται τόσο εμπνευσμένος. Τα αυτοβιογραφικά «Δικά μου τραγούδια» και «Επιζώντες» φαίνεται να δημοσιοποιούνται μόνο λόγω της δημοφιλίας των δημιουργών και δύσκολα θα περιλαμβάνονταν στα «Εισιτήρια διπλά» ή στο «Μέχρι το τέλος», η «Ομορφιά στην Αθήνα» ωχριά μπροστά σε άλλα κομμάτια τους που αποτυπώνουν -έμμεσα ή άμεσα- την πρωτεύουσα, και τα λαϊκά «Μεθύσια» και «Δάκρυ» είναι εξίσου χλιαρά. Η έθνικ «Βαβέλ», ωστόσο, εντάσσεται στα σημαντικότερα πολιτικά τραγούδια της εικοσαετίας, και στο χατζιδακικό «Αετό της αγάπης» η Μποφίλιου μάς χαρίζει μία απ’ τις πιο αισθαντικές ερμηνείες της. Ξεχωρίζουν, ακόμη, τα «Ανταλλάγματα», ένα κομμάτι με βαλκανικό ήχο, που η ερμηνεύτρια απολαμβάνει να τραγουδάει στα live της. Η «Αντιγόνη», αγαπήθηκε κι επικρίθηκε αρκετά, κι ίσως να φαινόταν λιγότερο πομπώδης, αν κι η ερμηνεία ήταν λιγότερο στομφώδης. Το CD κλείνει με μία δεύτερη, λιτή εκδοχή της, με την Μποφίλιου στο πιάνο και τον Περικλή Αλλιώπη στην τρομπέτα, όπου αποφεύγονται επιτυχώς οι επαναστατικές ιαχές. Εν τέλει, μπορεί τα κομμάτια στο σύνολό τους να λειτουργούν, αποτελώντας, κυρίως λόγω του ήχου τους, έναν ενιαίο κύκλο τραγουδιών, ωστόσο, αν κριθούν μεμονωμένα, λίγες είναι οι στιγμές που ξεχωρίζουν.
«Μπελ Ρεβ Live» (2018/Feelgood Records)
Από τη μια είναι δεδομένο πως οι περισσότεροι live δίσκοι είναι προχειροφτιαγμένοι και αχρείαστοι, από την άλλη μια επιτυχημένη τραγουδίστρια, μετά από σχεδόν δεκαπέντε χρόνια πορείας, δικαιούται το πρώτο της live album. Ωστόσο, το «Μπελ Ρεβ», αποτυπώνοντας την ομώνυμη μουσική παράσταση Gazi Music Hall και περιλαμβάνοντας εφτά bonus tracks από το Diesi In Concert, δεν έχει μόνο του χαρακτήρα του ντοκουμέντου: η τριάδα παραμένει δυνατή, και ο Καραμουρατίδης μέσα από τις ενορχηστρώσεις αναθεωρεί τις συνθέσεις του, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις οι συγκεκριμένες εκτελέσεις να ξεπερνούν κατά πολύ τις πρώτες. Στο «Μέτρημα» προστίθεται μια μικρή εισαγωγή με ορχήστρα εγχόρδων, ενώ -επιτέλους!- ακούγονται όλοι οι στίχοι της γέφυρας, που στη studio εκτέλεση καλύπτουν οι φωνές της χορωδίες. Οι «Μέρες του φωτός» μετατρέπονται σ’ ένα ποπ διαμάντι, και τα «Επόμενα φιλιά» διαποτίζονται εξολοκλήρου με το άρωμα της ανατολής. Η ίδια η Μποφίλιου, πάντως, υπομονεύει το υλικό της, μην αποφεύγοντας σε αρκετές περιπτώσεις («Αλεξάνδρας», «Πάμε ξανά») τις υπερβολές και τις στομφώδεις ερμηνείες.
«Η εποχή του θερισμού» (2020/Cobalt Music)
Παρομοιάζοντας τη διαδικασία της δημιουργίας με τις αγροτικές εργασίες και τα τραγούδια με τους καρπούς, το επιτυχημένο τρίδυμο καταθέτει μία ακόμη δουλειά με ενιαίο ήχο κι αισθητική. Και, καθώς το YouTube είναι πλέον το δημοφιλέστερο μέσο αναπαραγωγής της μουσικής, τα δέκα τραγούδια συνοδεύουν ισάριθμα εικαστικά video σε σκηνοθεσία Kellogs for Breakfast και art direction-επιμέλεια των Μιχάλη Παπανικολάου και Άγγελου Τριανταφύλλου. Οι στίχοι είναι κυρίως πολιτικοί και ο ήχος πιο σύγχρονος από τις προηγούμενες δουλειές τους, με επιρροές από τα νεότερα ρεύματα τις διεθνούς ποπ σκηνής. Η «Εποχή του θερισμού» είναι ένα ακόμη καίριο πολιτικό τραγούδι, με τους στίχους να είναι πιο άμεσοι από τη «Βαβέλ» και λιγότερο αλληγορικοί («Στον καιρό του στοχασμού/βρες μια λέξη να χωράς/Και εκτός κανονισμού/ένα λόγο να μιλάς»), στην «Ιθάκη» η βελούδινη φωνή της Μποφίλιου τραγουδάει για τη φυγή, κυριολεκτική ή μη, από το πατρικό σπίτι, και τα «Μικρά παιδιά» εντάσσονται στις πιο συγκινητικές στιγμές της τριάδας. Το «Κοίτα με», αν κι αγαπήθηκε αμέσως, αναμασά παλιότερα μουσικά και στιχουργικά κλισέ, κάτι που δεν συμβαίνει με το «Για πάντα», μια δυναμική ροκ μπαλάντα ερωτικού περιεχομένου. Το album κλείνει με δύο αμιγώς πολιτικά κομμάτια («Αν ήταν όλα δίκαια» & «Άπνοια»), υπέρ το δέον στρατευμένα, θυμίζοντας ποιήματα σχολικής γιορτής («Αν ήταν όλα δίκαια/τ’ αδέρφια μου κι εγώ/θα φυτεύαμε κρινάκια/στα στρατόπεδα»). Σε κάθε περίπτωση, στην «Εποχή του θερισμού» οι τρεις συντελεστές βρίσκονται σε πλήρη σύμπνοια, εξακολουθώντας ν’ αφουγκράζονται την καθημερινότητα και να καταθέτουν τραγούδια που, εκτός από επίκαιρα, φαίνεται πως θα γίνουν και διαχρονικά.