Ο Ιωάννης Αρμυριώτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Η πρώτη του επαφή με τον καλλιτεχνικό χώρο έγινε όταν ήταν μόλις 18 χρονών και δούλεψε με συμβόλαιο για ένα χρόνο δίπλα στην pop star Ελένη Φουρέιρα ως music manager. O Ιωάννης Αρμυριώτης με αφορμή την πρώτη του έκθεση φωτογραφίας μίλησε στον Βασίλη Κοντζεδάκη και στο Μικρόφωνο τόσο για πτυχές της προσωπικότητάς του, όσο και την επαγγελματική του πορεία. Όπως λέει και ο ίδιος, από μικρός είχε έρωτα με τη φωτογραφία και το βίντεο και είναι κάτι που το αγαπούσε από πάντα.
Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς, για αυτούς που δε σας γνωρίζουν.
Ονομάζομαι Ιωάννης Αρμυριώτης, είμαι 29 χρονών. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και στα 18 κατέβηκα στην Αθήνα, καθώς ξεκίνησα τις σπουδές μου στο πρώην ΤΕΙ Αθήνας στο τμήμα Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών. Αγαπώ τη μουσική, το θέατρο και τον κινηματογράφο και λατρεύω τις ταινίες τρόμου.
Σε λίγες μέρες είναι τα εγκαίνια της πρώτης φωτογραφικής σας έκθεσης με θέμα «Αποπροσωποποίηση: Κατάθλιψη, άγχος και κρίσεις πανικού. Μία προσωπική υπόθεση». Θέλω να μου πείτε μερικά λόγια για την έκθεση και τι θα δει όποιος την επισκεφθεί.
Η έκθεση είναι μια μικρή αφήγηση του εαυτού μου. Αποτελείται από 30 φωτογραφίες, 10 φωτογραφικά θέματα, όπου καθένα από αυτά αποτελεί μια προσωπική μου δυσκολία. Όλα τα θέματα βρίσκονται κάτω από την «ομπρέλα» των ψυχικών διαταραχών που αναφέρει ο τίτλος, κατάθλιψη, άγχος και κρίσεις πανικού. Το στοιχείο «μια προσωπική υπόθεση» δηλώνει την προσωπική μου αναφορά σε αυτές τις διαταραχές και καταστάσεις. Όποιος επισκεφθεί την έκθεση θα γνωρίσει καλύτερα εμένα και την ψυχή μου, θα προβληματιστεί και ίσως να ταυτιστεί. Τα 10 θέματα αναφέρονται στα social media, το ακαδημαϊκό άγχος, το αλκοόλ, το φαΐ και τη σχέση με τη γυμναστική, τις αναμνήσεις, τους εφιάλτες, την πίεση του χρόνου και την ανάγκη για μια παύση, το ίντερνετ και τα αντικαταθλιπτικά.
Το κομμάτι της κατάθλιψης, του άγχους και των κρίσεων πανικού πώς συνδέεται με εσάς;
Έχω περάσει εβδομάδα κλεισμένος στο σπίτι γιατί ψυχολογικά δεν ήμουν καλά και δε μπορούσα να διαχειριστώ τον έξω κόσμο. Κάποιες φορές έμπαινα στο μετρό για δύο στάσεις και ήθελα να ουρλιάξω, να ανοίξω τις πόρτες μόνος μου. Κάπου εκεί αποφάσισα να επισκεφτώ ψυχολόγο και ψυχίατρο και να ξεκινήσω φαρμακευτική αγωγή. Η επαφή μου ωστόσο με τους ψυχολόγους ξεκινάει από όταν ήμουν πολύ μικρός. Πάντα έτρωγα τα νύχια μου από το άγχος, ίδρωναν τα χέρια μου, σε κάθε δυσκολία ξέσπαγα σε κλάμα. Νομίζω όλα αυτά ήταν τα πρώτα στάδια για να φτάσω να διαγνωστώ και επίσημα με αυτές τις διαταραχές.
Γιατί επιλέξατε να μιλήσετε για αυτές τις διαταραχές;
Ήταν και είναι σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Σε κάθε δύσκολη φάση της ζωής μου ήταν εκεί. Το 2017 αποφάσισα ότι είναι καιρός να τις αποδεχτώ, να τις μελετήσω και να τις ονοματίσω. Κάτι σαν τις ταινίες τρόμου που αν πεις το όνομα του δαίμονα, αυτός εξαφανίζεται. Αυτό προσπάθησα τουλάχιστον. Στην πορεία συνειδητοποίησα ότι ακόμα υπάρχουν και αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο το μήνυμα της έκθεσης. Η δυσκολία παρουσιάζεται, «αντιμετωπίζεται» αλλά συνεχίζει να υπάρχει. Είναι μια νίκη του ατόμου που την ονομάτισε αλλά και μια ήττα γιατί θα συνεχίσει να ζει με αυτή. Δε φεύγει το άγχος, μαθαίνεις απλά να ζεις μαζί του και να το διαχειρίζεσαι.
Η λέξη «αποπροσωποποίηση» στον τίτλο τι φανερώνει; Το κεφάλι σας στις φωτογραφίες γιατί παρουσιάζεται σε αυτή τη μορφή;
Η λέξη «αποπροσωποποίηση» και συγκεκριμένα ο όρος αυτής της ψυχικής διαταραχής ήρθε ως ιδέα μέσα σε από συζήτηση που είχα, με μια φίλη μου ψυχολόγο, στην προσπάθεια να βρεθεί ένας τίτλος για τις φωτογραφίες αυτές. Η κίνηση του κεφαλιού και η απουσία των ανθρώπινων χαρακτηριστικών θύμιζε σε μεγάλο βαθμό τη διαταραχή της Αποπροσωποποίησης. Η κίνηση αυτή τεχνικά και πρακτικά χρησιμοποιήθηκε ως «άμυνα» απέναντι στη δυσαρέσκεια που έχω στον ίδιο μου τον εαυτό, στο πως δείχνω στο φακό, καλύπτοντας με αυτό τον τρόπο μια άβολη και αμήχανή μου στιγμή. Το κεφάλι δηλώνει αυτή τη διαταραχή, την απουσία δηλαδή του ανθρώπου, την απουσία της σκέψης και το αίσθημα αμηχανίας του υποκειμένου εν σχέσει προς το σώμα του και την υπό διάλυση προσωπικότητά του. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα και ο όρος συμπεριλήφθηκε στον τίτλο ως κεντρική διαταραχή.
Τι δηλώνουν οι μπουνιές στις φωτογραφίες;
Καταρχάς δηλώνουν την προσπάθεια του ατόμου να παλέψει και να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις διαταραχές – καταστάσεις. Βγάζουν τη δύναμη και την ένταση που υπάρχει. Εκτός όμως από το ερμηνευτικό κομμάτι της φωτογραφίας, οι μπουνιές αποτελούν μια προσπάθεια κάλυψης μιας προσωπικής δυσαρέσκειας. Κυρίως λόγω του άγχους, καθημερινά υπάρχει ξέσπασμα στα νύχια, οπότε η εικόνα αυτών είναι κάτι που μου δημιουργεί επιπλέον άγχος και αμηχανία. Με τις μπουνιές κατάλαβα ότι αυτή η προσωπική δυσαρέσκεια θα μπορούσε να κρυφτεί.
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη γιαγιά σας. Πώς αποφασίσατε να την αφιερώσετε σε αυτή;
Η γιαγιά μου, η λατρεμένη από όλους Ασημένια (ο θείος μου τη λέει Χρυσαφένια, κάτι ξέρει παραπάνω), είναι ένα άτομο που θαυμάζω και λατρεύω στη ζωή μου. Είναι ο ψυχολόγος μου. Κάθομαι με τις ώρες και της λέω τις εμπειρίες μου, τα προβλήματά μου, τις σκέψεις μου. Τα τελευταία χρόνια δεν ακούει πολύ καλά, αλλά συνεχίζει να προσπαθεί να με καταλάβει. Πάντα είναι με ένα χαμόγελο στο στόμα, πάντα γελούσε, πάντα έβρισκε τον τρόπο να φτιάξει την ατμόσφαιρα. Έχει περάσει πολέμους, πείνα, θανάτους και δυσκολίες, παρόλα αυτά συνεχίζει και χαμογελάει. Κάθε φορά που θα πάμε σπίτι της θα ακούσω με αυτή τη χαρούμενη φωνή «α τα παιδάκια», το λέω και είναι σαν να το ακούω, το λατρεύω. Για όλους αυτούς τους λόγους και η πτυχιακή και η έκθεση αυτή είναι αφιερωμένες σε αυτό τον άνθρωπο.
Τι σας παρακίνησε και θελήσατε να παρουσιάσετε ανοιχτά στο κοινό μια έκθεση με θέμα κάτι πολύ προσωπικό και έντονα φορτισμένο;
Χωρίς να θέλω να παρεξηγηθώ ως ψώνιο ή νάρκισσος, είμαι πολύ περήφανος για αυτή την έκθεση. Είναι μια δουλειά που επεξεργάζομαι μέσα μου αρκετά χρόνια και ήθελα τόσο πολύ να τη μοιραστώ. Να μοιραστώ εμένα, τις σκέψεις μου, τις μαύρες πλευρές μου και με αυτό τον τρόπο ίσως βοηθήσω έστω και ένα άνθρωπο. Όπως είπατε είναι ένα αρκετά προσωπικό και φορτισμένο θέμα, είναι σαν να εκτίθεμαι «γυμνός» μπροστά σε τόσο κόσμο. Νομίζω το είχα και το έχω ανάγκη.
Υπάρχουν μηνύματα που θα θέλατε να περάσετε μέσα από αυτή την έκθεση;
Πολλά μηνύματα. Στους δασκάλους μου, στους συμμαθητές μου, στον κόσμο γενικότερα. Νομίζω ότι ο κάθε θεατής που θα έρθει στην έκθεση θα πάρει και ένα διαφορετικό μήνυμα, δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο. Σίγουρα θα ήθελα να αποτελέσει δύναμη για κάποιον, την αφορμή να ονοματίσει τους δικούς του δαίμονες, να μιλήσει, να σκεφτεί ίσως μόνο, να ταυτιστεί και να νιώσει ότι δεν είναι ο μόνος, ότι δεν είναι μόνος.
Ο Γιάννης από μικρός σαν παιδί με τι σκεφτόταν να ασχοληθεί πέρα από τη φωτογραφία;
Ο μικρός Γιάννης ήθελε να γίνει σεφ ή ζαχαροπλάστης. Στο μηχανογραφικό όμως δεν έβρισκα κάτι που να είναι απολύτως πάνω σε αυτό το αντικείμενο. Υπήρχε τότε η Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων στην Κρήτη και στη Ρόδο, αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα ακριβώς.
Η φωτογραφία πότε μπήκε στη ζωή σας;
Η φωτογραφία και κυρίως το βίντεο ήταν κάτι που έβρισκα αρκετά ενδιαφέρον από πολύ μικρή ηλικία. Πάντα θυμάμαι τη μητέρα μου με μια κάμερα στο χέρι να βγάζει βίντεο στις διακοπές και πάντα ήθελα να το κάνω και εγώ, δε με άφηνε προφανώς. Αλλά και αργότερα που είχα τη δική μου φωτογραφική είχα έρωτα με το βίντεο. Πάντα ένιωθα ότι το υλικό αυτό προορίζεται για μια συναυλία ή για μια εκπομπή. Ακόμα και εκεί ήμουν τελειομανής. Το έψαχνα πολύ.
Έχετε μπροστά σας τον μικρό Γιάννη, ο οποίος ξανά ξεκινάει από την αρχή τα επαγγελματικά του βήματα. Έχοντας ζήσει κάποιες καταστάσεις, τι θα τον συμβουλεύατε;
Απλά να το ζήσει. Να μη το πολύ συζητάει, να μη το σκέφτεται. Το 2012 κέρδισα σε ένα διαγωνισμό της Amita Motion (Amita Music Manager) και κατάφερα να δουλέψω με συμβόλαιο για ένα χρόνο δίπλα στην Ελένη Φουρέιρα. Ένα παιδάκι που μόλις κατέβηκε Αθήνα, 18 χρονών, θα δούλευε με τη star που θαύμαζε, στο χώρο που ήθελε να δουλέψει. Τρέλα. Κάπου εκεί θα με έπαιρνα από το χέρι, θα μου έδινα ένα χαστούκι και θα μου έλεγα να το ζήσω, να το απολαύσω και να χαλαρώσω. Αλλά πιστεύω ότι πρέπει να ζήσεις τις καταστάσεις αυτές, με τα ίδια λάθη και τον ίδιο ενθουσιασμό, για να είσαι στο μέλλον «σωστός» και έτοιμος.
Σε ποια ηλικία αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με τη φωτογραφία, ποιο ήταν το πράγμα που σας ώθησε να στραφείτε σε αυτό τον κλάδο και πότε άρχισε η επαγγελματική σας ενασχόληση με τη φωτογραφία;
Να είμαι απόλυτα ειλικρινής δεν αποφάσισα ποτέ επίσημα ότι θέλω να γίνω φωτογράφος. Είχα τον ψυχαναγκασμό να θέλω να πάρω απολυτήριο με πολύ καλό βαθμό. Για αυτό το λόγο γράφτηκα κανονικά φροντιστήριο. Τα λεφτά για αυτό το σκοπό ήταν και τα θεωρούσα τρελά, επομένως είχα τύψεις προς τους γονείς μου να μη περάσω κάπου στο μηχανογραφικό και να δώσω άλλα χρήματα για ΙΕΚ μαγειρικής. Σκέφτηκα ότι μου αρέσει το βίντεο, είδα στο μηχανογραφικό τη Σχολή Φωτογραφίας και την επέλεξα. Μπορώ να πω ότι μέχρι και πριν 3 χρόνια δεν ξέρω αν το ήθελα. Πλέον το αγαπώ. Η πρώτη μου επαγγελματική ενασχόληση ήταν όπως προ είπα δίπλα στην Ελένη Φουρέιρα. Τη λατρεύω, ήταν μεγάλο σχολείο και είναι ένας απίστευτος άνθρωπος. Της χρωστάω πολλά.
Θέλω να μου πείτε τρεις λέξεις που χαρακτηρίζουν τον Γιάννη.
Ευαίσθητος, αστείος και τελειομανής (Bonus: ψυχαναγκαστικός).
Πόσο σημαντικές είναι οι σπουδές για κάποιον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη φωτογραφία; Ποια πρέπει να είναι τα προσόντα ενός επαγγελματία φωτογράφου; Κατά πόσο παίζει ρόλο η εμφάνιση;
Δεν πιστεύω ότι στα καλλιτεχνικά επαγγέλματα, όπως η φωτογραφία, χρειάζεται κάποιο πτυχίο ή παίζει ρόλο αν έχεις τελειώσει κάποια σχολή. Σίγουρα θέλει γνώσεις πάνω στη φωτογραφία και εμπειρίες, αλλά σε ένα πελάτη ή εργοδότη σημαντικό ρόλο παίζει η δουλειά που έχεις κάνει και ο εξοπλισμός σου. Πρέπει να το αγαπάς, να έχεις γνώσεις και να ξέρεις να χειρίζεσαι γρήγορα τα εργαλεία της δουλειάς σου. Η εμφάνιση δε νομίζω ότι παίζει ρόλο.
Πως γεμίζετε τον ελεύθερό σας χρόνο, όταν υπάρχει;
Δυστυχώς ο ελεύθερος χρόνος είναι ελάχιστος. Προσπαθώ να πηγαίνω γυμναστήριο, θέατρα, συναυλίες και κινηματογράφο. Να περνάω χρόνο, όσο περισσότερο μπορώ, με τους ανθρώπους που αγαπώ. Λατρεύω να βλέπω σειρές και ταινίες σπίτι, είμαι σπιτόγατος. Όλα αυτά είναι έτσι μαζεμένα και τοποθετημένα μέσα στον κάθε μήνα, ώστε να μπορέσω να διασκεδάσω μέσα στην τρέλα που ζούμε.
Η δική σας επαφή με τα social media ποια είναι;
Υπήρξε κατά καιρούς αρκετά άρρωστη. Ώρες πάνω από το κινητό με απίστευτη «τρέλα», θλίψη και άγχος για ότι συνέβαινε εκεί μέσα. Πλέον μπορώ να πω ότι η εξάρτησή μου επικεντρώνεται στο Instagram. Ο χρόνος που θα διαθέσω εκεί, μέσα στην ημέρα, είναι κατά μέσο όρο 2 ώρες. Κάποιες λιγότερο, κάποιες περισσότερο. Αλλά είναι ένα θέμα που με στρεσάρει και μου δημιουργεί άγχος αρκετά συχνά, για αυτό υπάρχει και ως θέμα στην έκθεση φυσικά.
Υπάρχει κάποιος στόχος – κατόρθωμα που έχετε κάνει και είστε περήφανος για αυτό ή που θα θέλατε να κάνετε;
Κάθε καινούργια μέρα αποκτώ και περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για αυτό που κάνω. Αν με ρωτούσαν λίγα χρόνια πριν δεν ξέρω αν θα απαντούσα κάτι, αν θα ήθελα να κάνω έκθεση, αν θα ήθελα να δουλεύω και να παίρνω συνεντεύξεις, να φωτογραφίζω σε red carpet. Όλα αυτά για εμένα ήταν άγχος, κρίσεις πανικού και ένα σύννεφο κατάθλιψης. Δε λέω ότι τώρα πετάω, σε κάθε νέα πρόκληση θέλω να ανοίξει η γη να με καταπιεί, αλλά σίγουρα έχω μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για εμένα. Είμαι περήφανος για αυτό το βήμα που κάνω τώρα. Δεν ξέρω τι θα ήθελα να κάνω μετά. Ό,τι θέλει ο Θεός ας φέρει. Είμαι χαρούμενος και περήφανος με την έκθεση και το μόνο που θέλω είναι να έχουμε υγεία, όλα τα αλλά θα έρθουν.
Συνέντευξη: Βασίλης Κοντζεδάκης
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Γιώργος Κοντζεδάκης
Ακολουθήστε τον Ιωάννη Αρμυριώτη στα social media:
Facebook: Γιάννης Αρμυριώτης
Instagram: Ioannis Armyriotis
Ο Ιωάννης Αρμυριώτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Η πρώτη του επαφή με τον καλλιτεχνικό χώρο έγινε όταν ήταν μόλις 18 χρονών και δούλεψε με συμβόλαιο για ένα χρόνο δίπλα στην pop star Ελένη Φουρέιρα ως music manager. O Ιωάννης Αρμυριώτης με αφορμή την πρώτη του έκθεση φωτογραφίας μίλησε στον Βασίλη Κοντζεδάκη και στο Μικρόφωνο τόσο για πτυχές της προσωπικότητάς του, όσο και την επαγγελματική του πορεία. Όπως λέει και ο ίδιος, από μικρός είχε έρωτα με τη φωτογραφία και το βίντεο και είναι κάτι που το αγαπούσε από πάντα.
Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς, για αυτούς που δε σας γνωρίζουν.
Ονομάζομαι Ιωάννης Αρμυριώτης, είμαι 29 χρονών. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και στα 18 κατέβηκα στην Αθήνα, καθώς ξεκίνησα τις σπουδές μου στο πρώην ΤΕΙ Αθήνας στο τμήμα Φωτογραφίας και Οπτικοακουστικών Τεχνών. Αγαπώ τη μουσική, το θέατρο και τον κινηματογράφο και λατρεύω τις ταινίες τρόμου.
Σε λίγες μέρες είναι τα εγκαίνια της πρώτης φωτογραφικής σας έκθεσης με θέμα «Αποπροσωποποίηση: Κατάθλιψη, άγχος και κρίσεις πανικού. Μία προσωπική υπόθεση». Θέλω να μου πείτε μερικά λόγια για την έκθεση και τι θα δει όποιος την επισκεφθεί.
Η έκθεση είναι μια μικρή αφήγηση του εαυτού μου. Αποτελείται από 30 φωτογραφίες, 10 φωτογραφικά θέματα, όπου καθένα από αυτά αποτελεί μια προσωπική μου δυσκολία. Όλα τα θέματα βρίσκονται κάτω από την «ομπρέλα» των ψυχικών διαταραχών που αναφέρει ο τίτλος, κατάθλιψη, άγχος και κρίσεις πανικού. Το στοιχείο «μια προσωπική υπόθεση» δηλώνει την προσωπική μου αναφορά σε αυτές τις διαταραχές και καταστάσεις. Όποιος επισκεφθεί την έκθεση θα γνωρίσει καλύτερα εμένα και την ψυχή μου, θα προβληματιστεί και ίσως να ταυτιστεί. Τα 10 θέματα αναφέρονται στα social media, το ακαδημαϊκό άγχος, το αλκοόλ, το φαΐ και τη σχέση με τη γυμναστική, τις αναμνήσεις, τους εφιάλτες, την πίεση του χρόνου και την ανάγκη για μια παύση, το ίντερνετ και τα αντικαταθλιπτικά.
Το κομμάτι της κατάθλιψης, του άγχους και των κρίσεων πανικού πώς συνδέεται με εσάς;
Έχω περάσει εβδομάδα κλεισμένος στο σπίτι γιατί ψυχολογικά δεν ήμουν καλά και δε μπορούσα να διαχειριστώ τον έξω κόσμο. Κάποιες φορές έμπαινα στο μετρό για δύο στάσεις και ήθελα να ουρλιάξω, να ανοίξω τις πόρτες μόνος μου. Κάπου εκεί αποφάσισα να επισκεφτώ ψυχολόγο και ψυχίατρο και να ξεκινήσω φαρμακευτική αγωγή. Η επαφή μου ωστόσο με τους ψυχολόγους ξεκινάει από όταν ήμουν πολύ μικρός. Πάντα έτρωγα τα νύχια μου από το άγχος, ίδρωναν τα χέρια μου, σε κάθε δυσκολία ξέσπαγα σε κλάμα. Νομίζω όλα αυτά ήταν τα πρώτα στάδια για να φτάσω να διαγνωστώ και επίσημα με αυτές τις διαταραχές.
Γιατί επιλέξατε να μιλήσετε για αυτές τις διαταραχές;
Ήταν και είναι σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Σε κάθε δύσκολη φάση της ζωής μου ήταν εκεί. Το 2017 αποφάσισα ότι είναι καιρός να τις αποδεχτώ, να τις μελετήσω και να τις ονοματίσω. Κάτι σαν τις ταινίες τρόμου που αν πεις το όνομα του δαίμονα, αυτός εξαφανίζεται. Αυτό προσπάθησα τουλάχιστον. Στην πορεία συνειδητοποίησα ότι ακόμα υπάρχουν και αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο το μήνυμα της έκθεσης. Η δυσκολία παρουσιάζεται, «αντιμετωπίζεται» αλλά συνεχίζει να υπάρχει. Είναι μια νίκη του ατόμου που την ονομάτισε αλλά και μια ήττα γιατί θα συνεχίσει να ζει με αυτή. Δε φεύγει το άγχος, μαθαίνεις απλά να ζεις μαζί του και να το διαχειρίζεσαι.
Η λέξη «αποπροσωποποίηση» στον τίτλο τι φανερώνει; Το κεφάλι σας στις φωτογραφίες γιατί παρουσιάζεται σε αυτή τη μορφή;
Η λέξη «αποπροσωποποίηση» και συγκεκριμένα ο όρος αυτής της ψυχικής διαταραχής ήρθε ως ιδέα μέσα σε από συζήτηση που είχα, με μια φίλη μου ψυχολόγο, στην προσπάθεια να βρεθεί ένας τίτλος για τις φωτογραφίες αυτές. Η κίνηση του κεφαλιού και η απουσία των ανθρώπινων χαρακτηριστικών θύμιζε σε μεγάλο βαθμό τη διαταραχή της Αποπροσωποποίησης. Η κίνηση αυτή τεχνικά και πρακτικά χρησιμοποιήθηκε ως «άμυνα» απέναντι στη δυσαρέσκεια που έχω στον ίδιο μου τον εαυτό, στο πως δείχνω στο φακό, καλύπτοντας με αυτό τον τρόπο μια άβολη και αμήχανή μου στιγμή. Το κεφάλι δηλώνει αυτή τη διαταραχή, την απουσία δηλαδή του ανθρώπου, την απουσία της σκέψης και το αίσθημα αμηχανίας του υποκειμένου εν σχέσει προς το σώμα του και την υπό διάλυση προσωπικότητά του. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα και ο όρος συμπεριλήφθηκε στον τίτλο ως κεντρική διαταραχή.
Τι δηλώνουν οι μπουνιές στις φωτογραφίες;
Καταρχάς δηλώνουν την προσπάθεια του ατόμου να παλέψει και να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις διαταραχές – καταστάσεις. Βγάζουν τη δύναμη και την ένταση που υπάρχει. Εκτός όμως από το ερμηνευτικό κομμάτι της φωτογραφίας, οι μπουνιές αποτελούν μια προσπάθεια κάλυψης μιας προσωπικής δυσαρέσκειας. Κυρίως λόγω του άγχους, καθημερινά υπάρχει ξέσπασμα στα νύχια, οπότε η εικόνα αυτών είναι κάτι που μου δημιουργεί επιπλέον άγχος και αμηχανία. Με τις μπουνιές κατάλαβα ότι αυτή η προσωπική δυσαρέσκεια θα μπορούσε να κρυφτεί.
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη γιαγιά σας. Πώς αποφασίσατε να την αφιερώσετε σε αυτή;
Η γιαγιά μου, η λατρεμένη από όλους Ασημένια (ο θείος μου τη λέει Χρυσαφένια, κάτι ξέρει παραπάνω), είναι ένα άτομο που θαυμάζω και λατρεύω στη ζωή μου. Είναι ο ψυχολόγος μου. Κάθομαι με τις ώρες και της λέω τις εμπειρίες μου, τα προβλήματά μου, τις σκέψεις μου. Τα τελευταία χρόνια δεν ακούει πολύ καλά, αλλά συνεχίζει να προσπαθεί να με καταλάβει. Πάντα είναι με ένα χαμόγελο στο στόμα, πάντα γελούσε, πάντα έβρισκε τον τρόπο να φτιάξει την ατμόσφαιρα. Έχει περάσει πολέμους, πείνα, θανάτους και δυσκολίες, παρόλα αυτά συνεχίζει και χαμογελάει. Κάθε φορά που θα πάμε σπίτι της θα ακούσω με αυτή τη χαρούμενη φωνή «α τα παιδάκια», το λέω και είναι σαν να το ακούω, το λατρεύω. Για όλους αυτούς τους λόγους και η πτυχιακή και η έκθεση αυτή είναι αφιερωμένες σε αυτό τον άνθρωπο.
Τι σας παρακίνησε και θελήσατε να παρουσιάσετε ανοιχτά στο κοινό μια έκθεση με θέμα κάτι πολύ προσωπικό και έντονα φορτισμένο;
Χωρίς να θέλω να παρεξηγηθώ ως ψώνιο ή νάρκισσος, είμαι πολύ περήφανος για αυτή την έκθεση. Είναι μια δουλειά που επεξεργάζομαι μέσα μου αρκετά χρόνια και ήθελα τόσο πολύ να τη μοιραστώ. Να μοιραστώ εμένα, τις σκέψεις μου, τις μαύρες πλευρές μου και με αυτό τον τρόπο ίσως βοηθήσω έστω και ένα άνθρωπο. Όπως είπατε είναι ένα αρκετά προσωπικό και φορτισμένο θέμα, είναι σαν να εκτίθεμαι «γυμνός» μπροστά σε τόσο κόσμο. Νομίζω το είχα και το έχω ανάγκη.
Υπάρχουν μηνύματα που θα θέλατε να περάσετε μέσα από αυτή την έκθεση;
Πολλά μηνύματα. Στους δασκάλους μου, στους συμμαθητές μου, στον κόσμο γενικότερα. Νομίζω ότι ο κάθε θεατής που θα έρθει στην έκθεση θα πάρει και ένα διαφορετικό μήνυμα, δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο. Σίγουρα θα ήθελα να αποτελέσει δύναμη για κάποιον, την αφορμή να ονοματίσει τους δικούς του δαίμονες, να μιλήσει, να σκεφτεί ίσως μόνο, να ταυτιστεί και να νιώσει ότι δεν είναι ο μόνος, ότι δεν είναι μόνος.
Ο Γιάννης από μικρός σαν παιδί με τι σκεφτόταν να ασχοληθεί πέρα από τη φωτογραφία;
Ο μικρός Γιάννης ήθελε να γίνει σεφ ή ζαχαροπλάστης. Στο μηχανογραφικό όμως δεν έβρισκα κάτι που να είναι απολύτως πάνω σε αυτό το αντικείμενο. Υπήρχε τότε η Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων στην Κρήτη και στη Ρόδο, αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα ακριβώς.
Η φωτογραφία πότε μπήκε στη ζωή σας;
Η φωτογραφία και κυρίως το βίντεο ήταν κάτι που έβρισκα αρκετά ενδιαφέρον από πολύ μικρή ηλικία. Πάντα θυμάμαι τη μητέρα μου με μια κάμερα στο χέρι να βγάζει βίντεο στις διακοπές και πάντα ήθελα να το κάνω και εγώ, δε με άφηνε προφανώς. Αλλά και αργότερα που είχα τη δική μου φωτογραφική είχα έρωτα με το βίντεο. Πάντα ένιωθα ότι το υλικό αυτό προορίζεται για μια συναυλία ή για μια εκπομπή. Ακόμα και εκεί ήμουν τελειομανής. Το έψαχνα πολύ.
Έχετε μπροστά σας τον μικρό Γιάννη, ο οποίος ξανά ξεκινάει από την αρχή τα επαγγελματικά του βήματα. Έχοντας ζήσει κάποιες καταστάσεις, τι θα τον συμβουλεύατε;
Απλά να το ζήσει. Να μη το πολύ συζητάει, να μη το σκέφτεται. Το 2012 κέρδισα σε ένα διαγωνισμό της Amita Motion (Amita Music Manager) και κατάφερα να δουλέψω με συμβόλαιο για ένα χρόνο δίπλα στην Ελένη Φουρέιρα. Ένα παιδάκι που μόλις κατέβηκε Αθήνα, 18 χρονών, θα δούλευε με τη star που θαύμαζε, στο χώρο που ήθελε να δουλέψει. Τρέλα. Κάπου εκεί θα με έπαιρνα από το χέρι, θα μου έδινα ένα χαστούκι και θα μου έλεγα να το ζήσω, να το απολαύσω και να χαλαρώσω. Αλλά πιστεύω ότι πρέπει να ζήσεις τις καταστάσεις αυτές, με τα ίδια λάθη και τον ίδιο ενθουσιασμό, για να είσαι στο μέλλον «σωστός» και έτοιμος.
Σε ποια ηλικία αποφασίσατε ότι θέλετε να ασχοληθείτε με τη φωτογραφία, ποιο ήταν το πράγμα που σας ώθησε να στραφείτε σε αυτό τον κλάδο και πότε άρχισε η επαγγελματική σας ενασχόληση με τη φωτογραφία;
Να είμαι απόλυτα ειλικρινής δεν αποφάσισα ποτέ επίσημα ότι θέλω να γίνω φωτογράφος. Είχα τον ψυχαναγκασμό να θέλω να πάρω απολυτήριο με πολύ καλό βαθμό. Για αυτό το λόγο γράφτηκα κανονικά φροντιστήριο. Τα λεφτά για αυτό το σκοπό ήταν και τα θεωρούσα τρελά, επομένως είχα τύψεις προς τους γονείς μου να μη περάσω κάπου στο μηχανογραφικό και να δώσω άλλα χρήματα για ΙΕΚ μαγειρικής. Σκέφτηκα ότι μου αρέσει το βίντεο, είδα στο μηχανογραφικό τη Σχολή Φωτογραφίας και την επέλεξα. Μπορώ να πω ότι μέχρι και πριν 3 χρόνια δεν ξέρω αν το ήθελα. Πλέον το αγαπώ. Η πρώτη μου επαγγελματική ενασχόληση ήταν όπως προ είπα δίπλα στην Ελένη Φουρέιρα. Τη λατρεύω, ήταν μεγάλο σχολείο και είναι ένας απίστευτος άνθρωπος. Της χρωστάω πολλά.
Θέλω να μου πείτε τρεις λέξεις που χαρακτηρίζουν τον Γιάννη.
Ευαίσθητος, αστείος και τελειομανής (Bonus: ψυχαναγκαστικός).
Πόσο σημαντικές είναι οι σπουδές για κάποιον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη φωτογραφία; Ποια πρέπει να είναι τα προσόντα ενός επαγγελματία φωτογράφου; Κατά πόσο παίζει ρόλο η εμφάνιση;
Δεν πιστεύω ότι στα καλλιτεχνικά επαγγέλματα, όπως η φωτογραφία, χρειάζεται κάποιο πτυχίο ή παίζει ρόλο αν έχεις τελειώσει κάποια σχολή. Σίγουρα θέλει γνώσεις πάνω στη φωτογραφία και εμπειρίες, αλλά σε ένα πελάτη ή εργοδότη σημαντικό ρόλο παίζει η δουλειά που έχεις κάνει και ο εξοπλισμός σου. Πρέπει να το αγαπάς, να έχεις γνώσεις και να ξέρεις να χειρίζεσαι γρήγορα τα εργαλεία της δουλειάς σου. Η εμφάνιση δε νομίζω ότι παίζει ρόλο.
Πως γεμίζετε τον ελεύθερό σας χρόνο, όταν υπάρχει;
Δυστυχώς ο ελεύθερος χρόνος είναι ελάχιστος. Προσπαθώ να πηγαίνω γυμναστήριο, θέατρα, συναυλίες και κινηματογράφο. Να περνάω χρόνο, όσο περισσότερο μπορώ, με τους ανθρώπους που αγαπώ. Λατρεύω να βλέπω σειρές και ταινίες σπίτι, είμαι σπιτόγατος. Όλα αυτά είναι έτσι μαζεμένα και τοποθετημένα μέσα στον κάθε μήνα, ώστε να μπορέσω να διασκεδάσω μέσα στην τρέλα που ζούμε.
Η δική σας επαφή με τα social media ποια είναι;
Υπήρξε κατά καιρούς αρκετά άρρωστη. Ώρες πάνω από το κινητό με απίστευτη «τρέλα», θλίψη και άγχος για ότι συνέβαινε εκεί μέσα. Πλέον μπορώ να πω ότι η εξάρτησή μου επικεντρώνεται στο Instagram. Ο χρόνος που θα διαθέσω εκεί, μέσα στην ημέρα, είναι κατά μέσο όρο 2 ώρες. Κάποιες λιγότερο, κάποιες περισσότερο. Αλλά είναι ένα θέμα που με στρεσάρει και μου δημιουργεί άγχος αρκετά συχνά, για αυτό υπάρχει και ως θέμα στην έκθεση φυσικά.
Υπάρχει κάποιος στόχος – κατόρθωμα που έχετε κάνει και είστε περήφανος για αυτό ή που θα θέλατε να κάνετε;
Κάθε καινούργια μέρα αποκτώ και περισσότερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για αυτό που κάνω. Αν με ρωτούσαν λίγα χρόνια πριν δεν ξέρω αν θα απαντούσα κάτι, αν θα ήθελα να κάνω έκθεση, αν θα ήθελα να δουλεύω και να παίρνω συνεντεύξεις, να φωτογραφίζω σε red carpet. Όλα αυτά για εμένα ήταν άγχος, κρίσεις πανικού και ένα σύννεφο κατάθλιψης. Δε λέω ότι τώρα πετάω, σε κάθε νέα πρόκληση θέλω να ανοίξει η γη να με καταπιεί, αλλά σίγουρα έχω μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και σιγουριά για εμένα. Είμαι περήφανος για αυτό το βήμα που κάνω τώρα. Δεν ξέρω τι θα ήθελα να κάνω μετά. Ό,τι θέλει ο Θεός ας φέρει. Είμαι χαρούμενος και περήφανος με την έκθεση και το μόνο που θέλω είναι να έχουμε υγεία, όλα τα αλλά θα έρθουν.
Συνέντευξη: Βασίλης Κοντζεδάκης
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Γιώργος Κοντζεδάκης
Ακολουθήστε τον Ιωάννη Αρμυριώτη στα social media:
Facebook: Γιάννης Αρμυριώτης
Instagram: Ioannis Armyriotis